ΚΑΠΟΥ προς τα τέλη του 1967, αν δεν κάνω λάθος, ο Κώστας Γαβράς -μπορεί ο αδελφός του να ήταν- διαβάζει εν πτήσει το χρονικό πολιτικής δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη, βουλευτή της ΕΔΑ σ’ ένα βιβλίο με τον συμβολικό τίτλο «Ζ» και με την υπογραφή του Βασίλη Βασιλικού

Η πρώτη αντίδρασή του ήταν να καπαρώσει τα πνευματικά δικαιώματα του βιβλίου. Το δεύτερο, να εξασφαλίσει τη συμμετοχή μεγάλων ονομάτων της γαλλικής οθόνης. Όπως του Ιβ Μοντάν, στο ρόλο του Λαμπράκη. Όπως του Ζαν Λουί Τρεντινιάν στο ρόλο του Σαρτζετάκη. Όπως του Ζακ Περέν, στο ρόλο του δημοσιογράφου. Και όπως πολλών άλλων, ανάμεσά τους η Ειρήνη Παπά, η Μαγκαλί Νοέλ, ο Ρενάτο Σαλβατόρι και, και, και…

Η ταινία καταφέρνει το ακατόρθωτο. Να κερδίσει πέντε υποψηφιότητες Όσκαρ, ανάμεσά τους και της καλύτερης ταινίας. Τελικά εξασφάλισε δύο αγαλματίδια, το πρώτο της καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Και το δεύτερο του καλύτερου μοντάζ το οποίο υπογράφει η Γαλλίδα μοντέρ, Φρανσουάζ Μπονό.

Το ακόμα εξωφρενικό γεγονός ήταν τα ονόματα των δύο παραγωγών. Από τη μια, ο Γάλλος Ζακ Περέν και, από την άλλη, ο Αχμέντ Ραχεντί από την Αλγερία. Μάλιστα, το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το έλαβε η Αλγερία και όχι η Ελλάδα

Ο λόγος γνωστός. Ο Γαβράς αποφάσισε τα γυρίσματα να γίνουν στην Αλγερία, ένα μέρος που, κατά τη γνώμη του, ταίριαζε περισσότερο με την ελληνική «μορφολογία». Με απλά λόγια, ένα εντελώς ελληνικό «περιστατικό», τόσο ακραίο όπως η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, να μεταφέρεται στην οθόνη από Γάλλους καλλιτέχνες και με τεχνικούς Αλγερινούς αλλά και Γάλλους

Μοναδικά ελληνικά ονόματα ο Κώστας Γαβράς και η Ειρήνη Παπά. Όμως ακόμα και ο Κώστας Γαβράς ήταν πολιτογραφημένος Γάλλος υπήκοος, αφού είχε… πάρει των ομματιών του πριν κλείσει τα είκοσί του χρόνια, και είχε φύγει από Ελλάδα λόγω αριστερών καταβολών και έλλειψης πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων. Δηλαδή, οι πόρτες ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ήταν κλειστές γι’ αυτόν αλλά και για τόσους άλλους. Κάπως έτσι το 1951 ο Γαβράς καταφθάνει στο Παρίσι και καταφέρνει να εισαχθεί σε Γαλλικό Πανεπιστήμιο στο Τμήμα Φιλολογίας.

Με απλά λόγια, εξόριστος ο Γαβράς. Αυτοεξόριστη η Ειρήνη Παπά. Αυτοεξόριστος ο συγγραφέας του «Ζ» Βασίλης Βασιλικός. Μεγάλο μέρος της καλλιτεχνικής και πνευματικής αφρόκρεμας της Ψωρρακώσταινας, εις την Αλλοδαπή.

Και κάτι ακόμα: Για να αντιληφθείτε το μέγεθος της ελληνικής αντιστασιακής λάμψης εκείνης της εποχής, όλα αυτά τα αστέρια της γαλλικής οθόνης δέχτηκαν να παίξουν στην ταινία λαμβάνοντας ως μισθό ελάχιστα και πολύ κατώτερα από τις κανονικές αμοιβές τους. Ο λόγος φυσικά να καταθέσουν τον «οβολό» τους υπέρ της ευρωπαϊκής -και όχι μόνο- εκστρατείας εναντίον της συμμορίας του Παπαδόπουλου και των άλλων «πατριωτών». Φανταστείτε ακόμα ότι στη συγγραφή του σεναρίου, εκτός από τον Βασιλικό και τον Γαβρά, συμμετείχε ο κορυφαίος Ισπανός συγγραφέας και σεναριογράφος Χόρχε Σεμπρούν. Λόγω συγγένειας πολιτικής, τουτέστιν Φράνκο και Παπαδόπουλος, «κύλισε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι».

Και, τέλος, η αποθέωση όλων αυτών, οι πέντε υποψηφιότητες Όσκαρ από τα χιλιάδες μέλη του Αμερικανού «θείου» Όσκαρ. Ακόμα και το Χόλιγουντ ήταν μαζί μας.

Α, να μην το ξεχάσω, το «Ζ» προβλήθηκε εν Ελλάδι πέντε χρόνια αργότερα, δηλαδή το 1974, μετά την πτώση της Χούντας. Και ότι χιλιάδες Έλληνες που ταξίδευαν στο εξωτερικό, έσπευδαν να δουν την ταινία, έστω και στα γαλλικά.

Ο άνθρωπος, ο βασικός κρίκος, το φυτίλι που άναψε όλη αυτή τη φωτιά, ήταν ο Βασίλης Βασιλικός. Αυτό το μέγιστο, το ανεξίτηλο αποτύπωμά του. Αυτή η αξεπέραστη προσφορά του. Γι’ αυτό ακόμα και τώρα και για πάντα, θα λέω: Ζ: οι θρύλοι ποτέ δεν πεθαίνουν!

*Πηγή: «Πρώτο Θέμα»