ΘΕΜΗΣ ΚΑΛΛΟΣ: Θλίψη στο πανελλήνιο σκόρπισε χτες το βράδυ (30 Νοεμβρίου), ώρα Αυστραλίας, ο θάνατος του συγγραφέα Βασίλη Βασιλικού. Υπήρξε μια τεράστια προσωπικότητα ο Βασίλης Βασιλικός – των γραμμάτων, των τεχνών, του πνεύματος, κι ευρύτερα της πολιτικής. Το συγγραφικό του έργο υπήρξε τεράστιο, και είναι μέσα στους 10 πιο μεταφρασμένους Έλληνες συγγραφείς. Και, βέβαια, απ’ τα πιο εμβληματικά έργα του είναι το «Ζ» για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, το οποίο γυρίστηκε ταινία από τον Κώστα Γαβρά, σε μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. […]
Για το έργο αυτό, το «Ζ», που ο πλήρης τίτλος του ήταν «Ζ: φανταστικό ντοκιμαντέρ ενός εγκλήματος», ο Βασίλης Βασιλικός είχε πει τα ακόλουθα σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο: «Αυτό ήταν ένα είδος προστασίας απέναντι, όχι στη λογοκρισία της εποχής, αλλά απέναντι στο ενδεχόμενο κακό που το βλέπαμε να ‘ρχεται. Δηλαδή τη χούντα που ήρθε 5 μήνες μετά που βγήκε το βιβλίο. Το είπα “φανταστικό ντοκιμαντέρ” γιατί το ‘χα γράψει στην αρχή με τα πραγματικά ονόματα. Και είχα ένα φίλο, διάσημο κριτικό, μετά, τον Παναγιώτη Μουλλά, στον οποίο έδινα πάντα τα κείμενά μου. Μου λέει, Βασίλη, ξέρεις ότι αν βγει έτσι θα πας φυλακή, με τα πραγματικά ονόματα. Εγώ υπολόγιζα πολύ σοβαρά την άποψή του και, εκεί, άλλαξα τα ονόματα και εφεύρα – χωρίς να το ξέρω, 30 χρόνια πριν, ή και 40, το… Jurassic Park (!) με τους δεινόσαυρους, τυραννόσαυρους, κλπ. Οπότε, μ’ αυτή τη λογική, να το πεις φανταστικό ντοκιμαντέρ, κάπου εξισορρόπησε το περιεχόμενο, μ’ αυτό τον τρόπο»» […]
Ο Βασίλης Βασιλικός είχε έρθει και στην Αυστραλία, ενώ ο συμπάροικός μας, πανεπιστημιακός διδάσκαλος και συγγραφέας Δρ. Γιάννης Βασιλακάκος, έγραψε βιογραφία του συγγραφέα με τίτλο: «Τα αμαρτύρητα: σχέδιο βιογραφίας του Βασίλη Βασιλικού» (Εκδόσεις Οδός Πανός, Αθήνα, 2016). Τους δύο τους συνέδεε πολύχρονη φιλία και συνεργασία. Επικοινωνήσαμε με τον δόκτορα Βασιλακάκο, ο οποίος μας είπε τα εξής:
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΟΣ: «Πρέπει να πω ότι νιώθω πραγματικά αναστατωμένος από την είδηση του θανάτου του επιστήθιου φίλου μου και συνεργάτη Βασίλη Βασιλικού, που την πληροφορήθηκα λίγο καθυστερημένα. Και μάλιστα από σένα Θέμη, που με τηλεφώνησες και μου ανακοίνωσες τα άσχημα νέα. Επίσης και συντετριμμένος, για τον επιπρόσθετα λόγο που δεν μπόρεσα να τον δω όταν ήμουν στην Αθήνα πρόσφατα, αν και το ήθελα πάρα πολύ. Ο φίλος μου φεύγει πλήρης ημερών και τιμών, γι’ αυτό και ο βιολογικός του θάνατος δεν θα επισκιάσει τη δημοτικότητά του, αντιθέτως, νομίζω ότι θα την αυξήσει. Θυμάμαι ότι όταν ήμασταν μαζί στο Παρίσι και δουλεύαμε το βιβλίο μου για εκείνον, είχα θίξει το θέμα του “θανάτου”, και μου είχε πει χαμογελώντας, όταν τον ρώτησα πώς θα ήθελε να τον θυμούνται όταν πεθάνει: “Και ποιος σου είπε ότι εγώ θα πεθάνω;…” Λοιπόν, ναι, είχε μεταφυσικές ανησυχίες τις οποίες και αναφέρω στο βιβλίο μου. Ήταν δε βέβαιος ότι θα μείνει το έργο του και θα τον θυμούνται και οι επόμενες γενιές. Τώρα, όσον αφορά τις σχέσεις του με τους απόδημους – τους αγαπούσε υπερβολικά. Είχε έρθει και στην Αυστραλία το 1984, μετά την αποχώρησή του από την ΕΡΤ και, απ’ ό,τι μου έλεγε, είχε περάσει φανταστικά και δεν θα ξεχνούσε ποτέ τις εμπειρίες που βίωσε στους Αντίποδες. Είχε δώσει, θυμάμαι, και μια δημόσια διάλεξη στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης όπου το αμφιθέατρο ήταν κατάμεστο από περίπου 800 άτομα! Κι ενώ είχε αρχίσει να μιλάει αγγλικά, νομίζοντας ότι στο ακροατήριο θα ήταν πολλοί ξένοι, ενώ η πλειοψηφία ήταν Έλληνες φοιτητές, ξαφνικά λέει: “Είναι εντάξει αν συνεχίσω στα ελληνικά γιατί… νιώθω πιο άνετα; Συμφωνείτε; Πόσοι Έλληνες είναι εδώ;…” Όλοι βροντοφώναξαν: “Ναι! Ναι! Καλύτερα στα ελληνικά… Προχώρα!…”»
Στη συνέντευξή του, ο Δρ. Βασιλακάκος ανέφερε και τα εξής: «Τελευταία τον είχα συνεχώς στο μυαλό μου – ίσως από ένα προαίσθημα ότι θα έφευγε σύντομα, λόγω ηλικίας. Δεν γνωρίζω πώς και από τι έφυγε. Πρόσφατα, στις 18 Νοεμβρίου έκλεισε 89 χρόνια ζωής και ο φορέας “Ανοιχτή Τέχνη” του έκανε μια τιμητική εκδήλωση γι’ αυτή την επέτειο όπου παρευρέθηκε και ο ίδιος, και φαινόταν μια χαρά. Απ’ όσο γνωρίζω ήταν ενεργώς και δραστήριος, όπως πάντα, έως το τέλος. Γι’ αυτό και με παραξενεύει ο κάπως αιφνίδιος θάνατός του.
»Για χρόνια ήμασταν σε σχετικά τακτική επικοινωνία – με e-mail και κάποτε τηλεφωνικά. Τελευταία φορά που ειδωθήκαμε ήταν το φθινόπωρο του 2018, στο σπίτι του στο Παλαιό Φάληρο. Μου ζήτησε να πάω να τον δω. Πήρα ταξί και πήγα. (Θυμάμαι που το διασκέδαζε πολύ που η αεικίνητη γατούλα του, η Κλειώ, περιφερόταν στο γραφείο του παίζοντας με το κινητό του στο πάτωμα, ενώ εκείνος σκάλιζε συνεχώς την πίπα του…). Επίσης βρεθήκαμε και σε μια βιβλιοπαρουσίαση ενός πρωτοεμφανιζόμενου ποιητή (υπεύθυνου των εκδόσεων “Ιωλκός”) όπου θα μιλούσε ο ίδιος στο Polis Art Café στην Πανεπιστημίου. Με είχε καλέσει τηλεφωνικά ο άλλος καλός φίλος και ομότεχνος Γιώργος Βέης (πρώην γενικός πρόξενος της Ελλάδας στη Μελβούρνη) λέγοντάς μου: «Έλα για να ιδωθούμε, και να δεις και το φίλο σου τον Βασιλικό που θα μιλήσει». Εκεί ήταν που ο συγγραφέας του «Ζ» είπε τα πιο συγκινητικά λόγια που άκουσα ποτέ απ’ το στόμα του για μένα. Επειδή λίγο πριν την εκδήλωση, από διακριτικότητα, καθόμουν κάπως απόμακρα απ’ το πηγαδάκι των επίσημων ομιλητών, όταν με είδε μου έκανε νεύμα να πάω κοντά του, για να μου πει: “Γιατί στέκεις μακριά; Δεν μας… καταδέχεσαι;” Όταν του εξήγησα, με κοίταξε κάπως αυστηρά και μου είπε: “Μην το ξανακάνεις αυτό! Εγώ θέλω να είσαι πάντα κοντά μου, σε θέλω δίπλα μου. Εντάξει;…” Τέτοια ήταν τα αισθήματα που έτρεφε για μένα. Αλλά κι εγώ τον αγαπούσα κι εκτιμούσα πολύ. Η πολύχρονη, βαθιά σχέση μας αντικατοπτρίζεται άλλωστε και στην τεράστια, πολύχρονη αλληλογραφία μας, η οποία θα εκδοθεί ίσως εντός του 2024.
»Θα τον θυμάμαι πάντα με αγάπη και συγκίνηση γιατί, εκτός του ότι υπήρξε απ’ τους εμβληματικότερους και διασημότερους εκτός Ελλάδος συγγραφείς μας, και τους 10 πιο πολυμεταφρασμένους, ήταν (μαζί με τον Αντώνη Σαμαράκη) ο στυλοβάτης και της δικής μου συγγραφικής καριέρας, και γι’ αυτό τον λόγο του οφείλω πολλά».
(Σημ.: Το παραπάνω κείμενο αποτελεί μέρος του αφιερώματος για τον εκλιπόντα συγγραφέα Βασίλη Βασιλικό που έκανε το Ελληνικό Πρόγραμμα της αυστραλιανής ραδιοφωνίας SBS την 1η Δεκεμβρίου 2023, το οποίο και περιλαμβάνει την πλήρη συνέντευξη του Δρα Γιάννη Βασιλακάκου).