Η αμεροληψία των δημόσιων υπηρεσιών έχει «διαβρωθεί» από μια κουλτούρα «φόβου» και «μυστικότητας» και από την υπερβολική εξάρτηση της κυβέρνησης Andrews από τους συμβούλους, επισήμανε, μετά από έρευνα, η έκθεση της Διαμεσολαβητή Βικτώριας (Ombudsman), Deborah Glass.
Προειδοποιούσε μάλιστα ότι η κουλτούρα αυτή ενέχει τον κίνδυνο να σπαταληθούν κονδύλια σε λανθασμένα δημόσια έργα, ενώ πλήττει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους θεσμούς.
Δε διαπιστώθηκε πάντως ότι το Δημόσιο είχε με αθέμιτα μέσα «γεμίσει» με εργαζόμενους για το Εργατικό Κόμμα (ALP).
«Αν και η αιτιολόγηση ορισμένων διορισμών ήταν αμφισβητήσιμη, δε βρήκαμε στοιχεία για κομματικές προσλήψεις πρώην υπουργικών υπαλλήλων με σκοπό την ακατάλληλη προώθηση των στόχων του ALP», ανέφερε η έκθεση.
«Ούτε βρήκαμε αποδείξεις ότι οι εν λόγω υπάλληλοι συμμετείχαν σε ακατάλληλη κομματική συμπεριφορά ενώ εργάζονταν στο Δημόσιο».
Ωστόσο, η έρευνα κατέληξε σε καταδικαστικά ευρήματα σχετικά με την αντίληψη της «πολιτικοποίησης», τη «διάβρωση της ανεξαρτησίας» των συμβουλών που παρέχονται στην κυβέρνηση, καθώς και τη χρήση συμβούλων εν γένει.
«Η πολιτικοποίηση μπορεί να πάρει πολλές μορφές», δήλωσε η κα Glass.
«Δεν είναι μόνο η πρόσληψη ανθρώπων με πολιτικές διασυνδέσεις. Είναι επίσης το κλείσιμο ή η περιθωριοποίηση μη πολιτικών, ανεξάρτητων φωνών».
Η έκθεση έκανε λόγο για «βιαστικές και άθλιες» διαδικασίες προσλήψεων, στις οποίες συμμετείχαν πρώην υπουργικά στελέχη που μετακινήθηκαν στο Δημόσιο, καθώς και «κακή τήρηση αρχείων και αδιαφανείς μεθόδους επιλογής».
«Η υφέρπουσα πολιτικοποίηση είναι μια πραγματικότητα στη Βικτώρια και απαιτεί επείγουσα προσοχή», δήλωσε η κα Glass.
Η έρευνα, σημειώνεται, παρεμποδίστηκε από νυν και πρώην ανώτερους δημόσιους υπαλλήλους οι οποίοι ήταν απρόθυμοι να απαντήσουν σε ερωτήσεις σχετικά.
«Ένας από τους πρώτους καλούντες στην ειδική τηλεφωνική γραμμή υποβολών της έρευνας δήλωσε ότι οι άνθρωποι γενικά ‘φοβόντουσαν’ να μην αναστατώσουν την κυβέρνηση – ένα συναίσθημα που αναδύθηκε συχνά».
Η Διαμεσολαβητής είπε ακόμα ότι δεν πήρε και δεν υποχρεώθηκε να πάρει συνέντευξη από τον πρώην πρωθυπουργό ή υπουργούς της κυβέρνησης για την έκθεση.
Υπογράμμισε πάντως ότι η απροθυμία δημοσίων υπαλλήλων να μιλήσουν «ανοιχτά» ήταν ένα από τα βασικά θέματα κατά τη διάρκεια της έρευνας.
«Μερικές φορές φτάσαμε μέχρι τη διερεύνηση υποθέσεων και στο τελευταίο στάδιο οι άνθρωποι φοβόντουσαν να εμφανιστεί αυτό στην έκθεση», είπε.
Μια «οδός έρευνας», πρόσθεσε, εγκαταλείφθηκε εντελώς λόγω φόβων για την ευημερία ενός μάρτυρα.
«Αυτό δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό, ήταν πολύ διαδεδομένο», σχολίασε η ίδια.
Η κα Glass προειδοποίησε την κυβέρνηση των Εργατικών να λάβει σοβαρά υπόψη της τα ευρήματά της.
«Αν αυτή η έκθεση δεν πείσει αυτούς που έχουν τη δύναμη να αλλάξουν, πρέπει να το αφήσω στο κοινό να κρίνει μόνο του», τόνισε.
Η σύστασή της πάντως να διοριστεί ένας ανεξάρτητος επικεφαλής για τις Δημόσιες Υπηρεσίες ώστε να προβαίνει σε διορισμούς είναι εξαιρετικά απίθανο να υιοθετηθεί από την κυβέρνηση.
Ζήτησε επίσης μεγαλύτερη προστασία για τα στελέχη του Δημοσίου, ώστε να μπει τέλος στις καταγγελίες συμβάσεων «κατά βούληση».
Σε σχέση με τις υποδομές, σημειώνεται στην έκθεση ότι εξονυχιστικός έλεγχος έγινε για το Suburban Rail Loop, κόστους 125 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Αναφέρεται ότι το έργο «εκκολάφθηκε» από πρώην υπουργικό υπάλληλο της Development Victoria και η ανάπτυξή του κρατήθηκε μυστική από υπαλλήλους του αρμόδιου Υπουργείου και εμπειρογνώμονες σε θέματα υποδομών.
Η κα Glass διαπίστωσε ότι ο σχεδιασμός του Suburban Rail Loop παρέκαμψε την κανονική ανάπτυξη πολιτικής, με τη συμβουλευτική εταιρεία PwC να προσλαμβάνεται για να «αποδείξει» τα πλεονεκτήματα του έργου.
«Υπήρξε αντικείμενο υπερβολικής μυστικότητας και ‘αποδείχθηκε’ από συμβούλους αντί να αναπτυχθεί από δημόσιους υπαλλήλους».
«Η ανακοίνωσή του ‘αιφνιδίασε’ την υπηρεσία που συστάθηκε από την ίδια κυβέρνηση για να απομακρύνει τη βραχυπρόθεσμη πολιτική από τον σχεδιασμό των υποδομών».
«Η έλλειψη αυστηρού ελέγχου από το Δημόσιο σε τέτοια έργα πριν από την ανακοίνωσή τους εγκυμονεί προφανείς κινδύνους για τα δημόσια κονδύλια».
Η έκθεση διαπίστωσε ακόμα ότι οι μη πολιτικές φωνές περιθωριοποιούνται, με ορισμένους υπαλλήλους να λένε στην κυβέρνηση μόνο αυτό που θέλουν να ακούσουν.
Αυτή η κουλτούρα δεν εξυπηρετεί καλά τους φορολογούμενους, σημειώνεται.
«Οι μεγάλες πολιτικές πρέπει να ελέγχονται επαρκώς και μη πολιτικά. Ο αποκλεισμός της συμβολής των ανώτερων γραφειοκρατών μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη δέσμευση δημόσιων κονδυλίων για απερίσκεπτους σκοπούς, εις βάρος άλλων ζωτικών έργων ή υπηρεσιών», διαπιστώθηκε στην έκθεση.
Σύμφωνα με τα ευρήματα το 2022 το γραφείο του πρωθυπουργού της Βικτώριας είχε σχεδόν διπλασιάσει το προσωπικό του από το 2010 απασχολώντας περίπου τόσα άτομα όσο τα γραφεία του ομοσπονδιακού πρωθυπουργού και του πρωθυπουργού της Νέας Νότιας Ουαλίας μαζί.
ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ
Σε μια 10σέλιδη απάντηση προς τη Διαμεσολαβητή, ο γραμματέας του Γραφείου Πρωθυπουργίας και Υπουργικού Συμβουλίου Jeremi Moule δήλωσε ότι χαιρετίζει το συμπέρασμα της έκθεσης ότι δεν μπορεί να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς για αθέμιτες προσλήψεις στο Δημόσιο.
Ωστόσο, εξέφρασε αντιρρήσεις για ορισμένες άλλες παρατηρήσεις, συμπεριλαμβανομένης της κριτικής για τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάστηκε το Suburban Rail Loop.
«Απλώς και μόνο επειδή μια απόφαση ή μια διαδικασία διεξήχθη με τρόπο που κάποιοι μπορεί να θεωρήσουν ως καινοφανή, δε σημαίνει ότι υπήρξε απόκλιση από το σύστημα (διακυβέρνησης) Westminster, και σίγουρα δεν οδηγεί στη συνέχεια στο συμπέρασμα, όπως κάνει η έκθεση, ότι ο τομέας έχει πολιτικοποιηθεί ή θα μπορούσε να πολιτικοποιηθεί ή πράγματι να διακυβευθεί με οποιονδήποτε τρόπο», δήλωσε ο κ. Moule.
«Εναπόκειται εξ ολοκλήρου στην εκάστοτε κυβέρνηση να αποφασίσει από πού λαμβάνει τις συμβουλές της, με ποιον θα διαβουλεύεται για τις αποφάσεις και πότε, καθώς και ποιους στόχους πολιτικής θα θέτει σε προτεραιότητα».
Ο πιο υψηλόβαθμος γραφειοκράτης εξέφρασε την «απογοήτευσή» του για το «ύφος» της έκθεσης και τη μη επαρκή έμφαση στο συμπέρασμά της ότι οι ισχυρισμοί για κομματικές προσλήψεις δεν μπορούσαν να τεκμηριωθούν.
«Παρ’ όλα αυτά, χαιρετίζω τα συμπεράσματά σας», επισήμανε.
«Ελπίζω ότι η διεξοδικότητα των ανεξάρτητων ερευνών σας θα θέσει πλέον τέρμα στις αβάσιμες και άδικες επικρίσεις για το προσωπικό του δημόσιου τομέα της Βικτώριας, επικρίσεις που υπονομεύουν την ακεραιότητα του ειδικευμένου και αφοσιωμένου εργατικού δυναμικού … και αποδυναμώνουν την εμπιστοσύνη του κοινού στους κυβερνητικούς θεσμούς».
Η πρωθυπουργός της Βικτώριας, Jacinta Allan, ερωτηθείσα σχετικά, δήλωσε: «Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι σχετικά με την έκθεση της Διαμεσολαβητή … θα αφιερώσουμε χρόνο για να εξετάσουμε τα ευρήματα και τις συστάσεις, αλλά θέλω να κάνω δύο επισημάνσεις:
Το πρώτο είναι ότι η ίδια η Διαμεσολαβητής στην έκθεσή της επισήμανε ότι πρόκειται για την πιο εντατική έρευνα στα 50 χρόνια λειτουργίας του Γραφείου Διαμεσολαβητή.
Επίσης, διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε ούτε ένα παράδειγμα, ούτε ένα παράδειγμα κομματικής ή πολιτικής πρόσληψης στο Δημόσιο της Βικτώριας, οπότε αυτά είναι συμπεράσματα που βγαίνουν από άλλους, οι εικασίες, η – ειλικρινά – ‘σκιά’ που ρίχνεται σε έναν πολύ, πολύ καλό και ισχυρό δημόσιο τομέα που έχουμε στη Βικτώρια είναι όχι μόνο βαθύτατα άδικο, αλλά δενβασίζεται σε κανένα στοιχείο που παρουσιάζεται στην έκθεση που δημοσιεύθηκε».
Ο υπουργός Οικονομικών, Tim Pallas, σημείωσε επίσης ότι δε βρέθηκε ούτε ένα παράδειγμα ακατάλληλου διορισμού, αν και η Διαμεσολαβητής εξέτασε 5,4 εκατομμύρια αρχεία και 545 προσλήψεις στον δημόσιο τομέα.
Διευκρίνισε ότι έχουν διοριστεί 185 υπουργικοί σύμβουλοι στο Δημόσιο, και από τις δύο πλευρές της πολιτικής και από άλλες Πολιτείες, σε σύνολο 700.000 δημοσίων υπαλλήλων τα τελευταία 20 χρόνια.
Στη συνέχεια αντέκρουσε τα περί κουλτούρας «φόβου».
«Νομίζω ότι αυτή η υπόνοια ότι υπάρχει μια κουλτούρα φόβου δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια», είπε.
«Ποτέ δεν έχω εμπλακεί σε μια διαδικασία με δημόσιο υπάλληλο όπου αισθάνθηκε φόβο ή ότι δεν μπορεί να είναι ειλικρινής…».
«Οι κυβερνήσεις συχνά ενοχλούνται από τις υπηρεσίες (διαφύλαξης της) ακεραιότητας που διαθέτουμε όσον αφορά τις ευρείες παρατηρήσεις τους», πρόσθεσε ο κ. Pallas.
«Αλλά δε νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει καμία αμφιβολία ότι η Διαμεσολαβητής έκανε ακριβώς αυτό που έκρινε και αυτό που πιστεύουμε ότι είναι η αρμοδιότητά της να κάνει».
Από την πλευρά του, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης στη Βικτώρια, John Pesutto, χαρακτήρισε την έκθεση ως μίας από τις πιο «σοβαρές και καταδικαστικές» αναφορές για την κυβέρνηση των Εργατικών.
«Υπό τον Daniel Andrews και την Jacinta Allan υπήρξε μια ανεξέλεγκτη διαφθορά του θεσμού του Δημοσίου στην Πολιτεία μας», είπε.
«Η Βικτώρια καυχιόταν για τις καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες στη χώρα. Σύμφωνα με αυτή την έκθεση, μπορούμε να πούμε ότι έχουμε τις χειρότερες»
Ο κ. Pesutto απέφυγε να πει πάντως αν θα υποστηρίξει όλες τις συστάσεις της έκθεσης, λέγοντας ότι το κόμμα του θα χρειαστεί χρόνο για να αξιολογήσει «εσωτερικά» την έκθεση.
Ερωτηθείς για την αγωγή δυσφήμισης που κατάθεσε εναντίον του η γερουσιαστής Moira Deeming, απάντησε: «Μπορώ να σας εγγυηθώ ότι η πλήρης εστίασή μου χθες (Τρίτη) το βράδυ και σήμερα (Τετάρτη) το πρωί ήταν αναμονή και η εξέταση αυτής της έκθεσης και η προετοιμασία για τη συζήτηση σχετικά με τις συνέπειες και τα συμπεράσματα της».
Σε σχέση με τη διαμεσολάβηση που προηγήθηκε μετακύ των δύο πλευρών, είπε: «Δεν θα υπεισέλθω σε λεπτομέρειες σχετικά με αυτό. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι [είχαμε] μια συζήτηση που θεώρησα πολύ εποικοδομητική, κατέθεσα κάποιες προτάσεις, αλλά δεν έγιναν αποδεκτές και το θέμα είναι εκεί που είναι τώρα».
Σε σχέση με την έκθεση της Διαμεσολαβητή, οι Πράσινοι σχολίασαν ότι η Ανεξάρτητη Επιτροπή Καταπολέμησης της Διαφθοράς (IBAC) θα πρέπει να αποκτήσει περισσότερες εξουσίες για τη διερεύνηση παραβιάσεων του Κώδικα Δεοντολογίας που διέπει τους βουλευτές, τους υπουργούς και τους δημόσιους υπαλλήλους.
«Όταν ο δημόσιος τομέας πολιτικοποιείται και αποψιλώνεται από την ανεξαρτησία και την εμπειρογνωμοσύνη, έχουμε φτωχότερες κυβερνητικές πολιτικές και υπηρεσίες και περισσότερη σπατάλη», δήλωσε ο βουλευτής των Πρασίνων Tim Read.
«Για να το αντιμετωπίσουμε αυτό, πρέπει να δώσουμε στους ανώτερους δημόσιους υπαλλήλους περισσότερη ανεξαρτησία και εργασιακή ασφάλεια, ώστε να καλούν την άστοχη πολιτική, καθιστώντας δυσκολότερο για τις κυβερνήσεις να δρομολογούν ακριβά και άστοχα έργα».