Ανάμεικτα είναι τα μηνύματα για το τι περιμένει και φέτος το… πορτοφόλι μας, μετά από ένα ιδιαίτερα ζόρικο 2023 που η ακρίβεια και οι αυξήσεις των επιτοκίων συνέχισαν να «γονατίζουν» τους προϋπολογισμούς εκατομμυρίων νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Κανείς δεν μπορεί να είναι απολύτως βέβαιος για τις οικονομικές εξελίξεις καθώς συχνά μοιάζουν με τον καιρό της Μελβούρνης: Δε λείπουν ποτέ τα απρόοπτα (και σπάνια είναι ευχάριστα).
Οι οικονομολόγοι, για τις προβλέψεις τους, προσπαθούν στο μέτρο του δυνατού να συνεκτιμήσουν μία σειρά από παραμέτρους οι οποίοι επηρεάζουν το κόστος ζωής (τιμές εμπορευμάτων, ακινήτων, καυσίμων, μετανάστευση, ενοίκια, κ.ά).
Αλλά σε μεγάλο βαθμό οι παράγοντες αυτοί -εντός και εκτός συνόρων- παραμένουν αστάθμητοι.
Δεν είναι βέβαιο τι θα προκύψει εντέλει (βλέπε φυσικές καταστροφές, πολέμους, εκλογικές αναμετρήσεις και μία πανδημία που έχουν φέρει τα πάνω-κάτω μόνο τα τελευταία χρόνια).
Τι να περιμένουμε (με κάθε επιφύλαξη) για το 2024;
ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ: ΜΕΙΩΝΕΤΑΙ ΜΕΝ, ΑΛΛΑ…
Ο Peter Koulizos, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Αδελαΐδας, είναι σε γενικές γραμμές αισιόδοξος για το κόστος ζωής.
«Νομίζω ότι το 2024 θα είναι καλύτερο από το 2023, σίγουρα όσον αφορά τον πληθωρισμό και τα επιτόκια», δήλωσε, μιλώντας στο SBS.
«Ο πληθωρισμός βρίσκεται ήδη σε καθοδική πορεία».
Σύμφωνα με τα τελευταία τριμηνιαία στοιχεία ήταν στο 4,9% στους 12 μήνες έως τον Οκτώβριο, μειωμένος πάντως από 5,6% τον Σεπτέμβριο.
«Έτσι, πολλά νοικοκυριά, θα μπορέσουν να ‘αναπνεύσουν’ … και θα υπάρξει λιγότερη πίεση στο κόστος ζωής».
Ο Alan Duncan, διευθυντής του Bankwest Curtin Economics School και καθηγητής Οικονομικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Curtin, αναμένει επίσης να δει κάποια βελτίωση, αλλά «πολύ μέτρια».
Προειδοποιεί ότι ο πληθωρισμός δεν ακόμα «ούτε καν κοντά» στον στόχο της Κεντρικής Τράπεζας για 2%-3% το 2024.
«Νομίζω ότι υπάρχουν πάρα πολλές αβεβαιότητες στην παγκόσμια Οικονομία και παραμένουν πάρα πολλές προκλήσεις στην αυστραλιανή Οικονομία, ιδίως οι τιμές των κατοικιών και τα ενοίκια που παραμένουν υψηλά», επισήμανε ο κ. Duncan.
Ο ίδιος εκτιμά ακόμα ότι με τις τιμές σε βασικά είδη διαβίωσης, όπως η στέγαση και η ενέργεια, να παραμένουν υψηλές, η γρήγορη επιστροφή σε ένα «φυσιολογικό» κόστος ζωής είναι απίθανη.
«Βλέπουμε κάποιες άλλες βασικές δαπάνες να μετριάζονται -έχουμε δει ότι οι τιμές των τροφίμων μετριάζονται, οι τιμές των ειδών ένδυσης και άλλες βασικές δαπάνες των νοικοκυριών ή τα έξοδα των νοικοκυριών … μετριάζονται».
«Αλλά μετριάζονται μετά από αρκετά μεγάλες αυξήσεις για μεγάλο χρονικό διάστημα».
Ωστόσο, οι άνθρωποι με χαμηλά εισοδήματα «έχουν φτάσει στο απόλυτο χείλος του γκρεμού, αναγκασμένοι να κάνουν πολύ δύσκολες επιλογές μεταξύ του να τραφούν, να πληρώσουν το ενοίκιο τους ή να ανάψουν τα φώτα», ανέφερε στον Guardian η Edwina MacDonald, στέλεχος του Australian Council of Social Service.
ΕΠΙΤΟΚΙΑ
Όσον αφορά στα επιτόκια, η Αποθεματική Τράπεζα (RBA) έχει αυξήσει το δικό της (cash rate) 13 φορές από τον Μάιο του 2022 οπότε ήταν στο ιστορικό χαμηλό του 0,10%.
Το 2023 δόθηκαν ορισμένες ανάσες στους δανειολήπτες το επιτόκιο της RBA έχει φτάσει ήδη σε υψηλό 12 ετών, στο 4,35%, με το +4,25% να «μεταφράζεται» σε εκατοντάδες δολάρια επιπλέον κάθε μήνα για την αποπληρωμή δανείων.
Στην τελευταία συνεδρίαση της Τράπεζα τον Δεκέμβριο, το Διοικητικό Συμβούλιο τήρησε στάση αναμονής, παρέχοντας λίγο ακόμα οξυγόνο σε εκατομμύρια νοικοκυριά κατά την περίοδο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.
Αλλά η διοικητής της RBA, Michele Bullock, δεν απέκλεισε περαιτέρω αύξηση του επιτοκίου το 2024.
«Το κατά πόσον απαιτείται περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής για να διασφαλιστεί ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στο στόχο σε εύλογο χρονικό διάστημα θα εξαρτηθεί από τα δεδομένα και την εξελισσόμενη αξιολόγηση των κινδύνων», δήλωσε.
Τα στοιχεία για τον πληθωρισμό του τριμήνου Δεκεμβρίου (2023) αναμένεται να ανακοινωθούν στις 31 Ιανουαρίου, λίγο πριν από την επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της RBA στις αρχές Φεβρουαρίου.
Στο μεταξύ πάντως εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά θα δουν το 2024 να λήγει η διάρκεια των -χαμηλού επιτοκίου- σταθερών δανείων τους και να μετατρέπονται σε -υψηλότερου επιτοκίου- κυμαινόμενα.
Ορισμένοι οικονομολόγοι εκτιμούν πάντως ότι η αγορά ενυπόθηκων δανείων θα συνεχίσει να αναπτύσσεται το 2024 παρά τα υψηλά επιτόκια και τις… απλησίαστες τιμές των κατοικιών, ενώ οι τράπεζες θα συνεχίζουν να ανταγωνίζονται για να αυξήσουν τα περιθώρια κέρδους τους.
ΑΚΙΝΗΤΑ
Η αγορά ακινήτων της Αυστραλίας διέψευσε -για ακόμα μία φορά τα τελευταία χρόνια- τους αναλυτές και κατέγραψε άνοδο πέρυσι, αντίθετα με τις προβλέψεις για σημαντική πτώση εξαιτίας της ανόδου των επιτοκίων.
Οι τιμές σπιτιών και διαμερισμάτων αυξήθηκαν, καθώς η ζήτηση παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα, κυρίως λόγω της μετανάστευσης ρεκόρ προς τη χώρα, την κρίση στα ενοίκια, αλλά και αυτούς που είχαν χρήματα στην άκρη να διαθέσουν.
Στο Σίδνεϊ οι αξίες κατοικιών «είδαν» αύξηση 11,1%, ξεπερνώντας τον εθνικό μέσο όρο (+8,1%), ενώ στη Μελβούρνη η αγορά κινήθηκε πιο ήπια, στο +3,5%, σύμφωνα με την CoreLogic.
Το +8,1% αποτελεί σημαντική αντιστροφή της πτώσης (κατά 4,9%) το 2022, αλλά εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλότερη από την «απογείωση» της εποχής της πανδημίας, κατά 24,5% το 2021.
Ως εκ τούτου, οι τιμές, τόσο στο Σίδνεϊ όσο και στη Μελβούρνη, παραμένουν κάτω από τις «κορυφές τους».
Τα ακίνητα στο Σίδνεϊ υπολείπονται κατά 2,1% σε σχέση με το υψηλό τους τον Ιανουάριο του 2022 και της Μελβούρνης κατά 4,1% από τον Μάρτιο του 2022.
Στο τέλος Δεκεμβρίου, η μέση τιμή κατοικίας ήταν 1.128.322 δολάρια στο Σίδνεϊ και 780.457 δολάρια στη Μελβούρνη.
Η άνοδος της αξίας των σπιτιών και διαμερισμάτων αναμένεται να συνεχιστεί το 2024 και μένει να «φανεί» με τι ρυθμό.
Οι ενοικιαστές, που δύσκολα μπορούν να γίνουν ιδιοκτήτες με τις τιμές και τα επιτόκια στα ύψη, έχουν επίσης αντιμετωπίσει δύσκολες καταστάσεις, με τα ποσοστά κενών κατοικιών να είναι εδώ χρόνια χαμηλά, ιδίως στις πρωτεύουσες.
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση της PropTrack, που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο, ο αριθμός των διαθέσιμων κατοικιών προς ενοικίαση τον Σεπτέμβριο μειώθηκε κατά 5,7% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.
Η αυξημένη ζήτηση σε συνδυασμό με την περιορισμένη προσφορά επηρέασε επίσης τις τιμές, με το εθνικό μέσο ενοίκιο που διαφημίζεται στο realestate.com.au να είναι τώρα 550 δολάρια την εβδομάδα, μια αύξηση 14,6% σε σχέση με τους τελευταίους 12 μήνες.
Οι τιμές ενοικίων εκτιμάται ότι θα παραμείνουν υψηλές έως ότου η προσφορά και η ζήτηση μπορέσουν να εξισορροπηθούν περισσότερο.
Οι κυβερνώντες για αρχή προσπαθούν να αυξήσουν τον αριθμό των διαθέσιμων κατοικιών και να περιορίσουν και τη μετανάστευση (μετά το ρεκόρ το 2023).
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η πρόβλεψη για ύφεση (υποχώρηση και όχι μόνο επιβράδυνση της ανάπτυξης) δεν παύει να παραμένει στην επικαιρότητα.
Η Οικονομία της Αυστραλίας «φρέναρε» μεν, αλλά και το 2023 παρέμεινε σε θετική τροχιά.
Ο κ. Koulizos δήλωσε ότι το χαμηλό ποσοστό ανεργίας στη χώρα (ήταν 3,9% σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) καθιστά την ύφεση απίθανη το 2024, ακόμη και αν οι οικονομικές προκλήσεις συνεχίζονται.
«Ένας από τους λόγους για τους οποίους θα μπαίναμε σε ύφεση είναι αν είχαμε υψηλή ανεργία. Αυτήν τη στιγμή δεν έχει σχεδόν καμία σημασία σε ποιον τομέα δουλεύεις, οι εργοδότες ‘φωνάζουν’ για εργαζόμενους, απλά δεν μπορούν να βρουν αρκετούς», είπε.
«Νομίζω ότι υπάρχουν πολύ περισσότερα θετικά το 2024 από ό,τι το 2023 όσον αφορά την Οικονομία – δεν θα είναι φανταστική, αλλά θα πρέπει να είναι καλύτερη από το 2023».
Ο κ. Duncan δήλωσε ότι ενώ μια πραγματική ύφεση (τεχνικά ορίζεται από δύο συνεχόμενα τρίμηνα αρνητικής ανάπτυξης) είναι απίθανη, ουκ ολίγοι πολίτες θα συνεχίσουν να αγωνίζονται για να τα βγάλουν πέρα και φέτος.
«Είμαι πάντα επιφυλακτικός στο να μιλάω για την ύφεση … οι άνθρωποι εξακολουθούν να την νιώθουν και κάποιοι την αισθάνονται περισσότερο από άλλους», είπε.
«Αν δεν φτάσουμε σε (πραγματική) ύφεση, αυτό δεν θα πρέπει να απαλλάξει την κυβέρνηση από την πίεση να αναγνωρίσει ότι πολλοί άνθρωποι τα βγάζουν πέρα πολύ δύσκολα».
«Η συνήθης φράση είναι, αν μοιάζει και αισθάνεται σαν ύφεση, είναι ύφεση, ανεξάρτητα από το αν η στατιστική σας λέει ότι έχετε περάσει το κατώφλι της ανάπτυξης του 0% ή όχι».
Από την πλευρά του, ο οικονομολόγος Greg Jericho περιέγραψε το 2024 ως «ζοφερό» και «σοκαριστικό», αν επαληθευτούν οι προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), που έχει αναθεωρήσει την ανάπτυξη για την Αυστραλία προς τα κάτω από το 1,7% σε ένα «ιστορικά κακό» 1,2%.
«Από το τέλος της ύφεσης της δεκαετίας του 1990 έως το έτος πριν από την πανδημία, η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ ήταν 2,9%», έγραψε ο κ. Jericho σε ανάλυση που δημοσίευσε ο Guardian.
«Το ΔΝΤ δεν αναμένει να επιτύχουμε ετήσια ανάπτυξη μεγαλύτερη από 2,3% μέχρι το 2028».
Προβλέπεται ακόμα αύξηση της ανεργίας (κάτι για το οποίο έχει μιλήσει και ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομίας, Jim Chalmers), αλλά και ότι τα υψηλά επιτόκια «ήρθαν για να μείνουν», σύμφωνα με την εταιρεία διαχείρισης επενδύσεων Vanguard.
Οι τελευταίες οικονομικές προοπτικές της εταιρείας συμβούλων KPMG πιστώνουν τα «εξαιρετικά επίπεδα αύξησης του πληθυσμού μέσω της υπερπόντιας μετανάστευσης» για την αποτροπή χειρότερων οικονομικών συνθηκών πέρυσι.
«Ο πληθυσμός της Αυστραλίας εκτιμάται ότι αυξήθηκε κατά σχεδόν 630.000 άτομα κατά τη διάρκεια του έτους έως τις 30 Ιουνίου 2023 – μια αύξηση 2,4%», σημειώνεται.
«Αυτή η αύξηση του πληθυσμού στήριξε την κατανάλωση και τις επενδύσεις και παρείχε στην κυβέρνηση μεγάλα ποσά μη προγραμματισμένων φορολογικών εσόδων, επιτρέποντας την αντιστροφή της τύχης στα αποτελέσματα του προϋπολογισμού».
Για πόσο καιρό θα συνεχιστεί αυτό είναι ασαφές ωστόσο ειδικά με την προσπάθεια της κυβέρνησης να περιορίσει τη μετανάστευση για να «ισορροπήσει» την αγορά στέγασης.
Η Commonwealth Bank είναι σχετικά αισιόδοξη για το τι μέλλει γενέσθαι, αν και αναγνωρίζει μια σειρά προκλήσεων για την Οικονομία.
«Κοιτάζοντας μπροστά, το 2024 θα έχει περισσότερο από το μερίδιο των κινδύνων και των προκλήσεων που του αναλογούν, ιδίως τους γεωπολιτικούς κινδύνους καθώς και τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ» αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ανέφερε ο επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας, Stephen Halmarick.
«Παρά τα εμπόδια αυτά, η αυστραλιανή Οικονομία παραμένει σε σχετικά καλή κατάσταση».
Η εταιρεία συμβούλων Deloitte Access Economics εκτιμά πάντως την Οικονομία της χώρας βρίσκεται «στην κόψη του ξυραφιού».
«Ο τομέας του λιανικού εμπορίου το γνωρίζει αυτό, η αύξηση της τάσης … κατά μόλις 1,3% είναι η χαμηλότερη … που έχει καταγραφεί από το 1982».
«Η καταναλωτική εμπιστοσύνη παραμένει εξαιρετικά εύθραυστη, κοντά στο χαμηλότερο σημείο όλων των εποχών».
«Οι επιχειρηματικές πτωχεύσεις έχουν επίσης αυξηθεί μέχρι το 2023, με επίκεντρο τις κατασκευές, αλλά επηρεάζουν επίσης τις υπηρεσίες στέγασης και εστίασης, τη μεταποίηση και το λιανικό εμπόριο».
«Ωστόσο, μια κλονισμένη αυστραλιανή οικονομία δεν πρέπει να αντιμετωπίσει μόνο τη σημερινή κρίση του κόστους ζωής, αλλά και να βοηθήσει τον επιχειρηματικό τομέα της Αυστραλίας να δει το 2024 ως έτος ανάπτυξης».
«Ο επιχειρηματικός κύκλος σύντομα θα ξεπεράσει το χαμηλό του σημείο και θα αρχίσει να γυρίζει και πάλι προς τα πάνω. Οι πραγματικοί μισθοί θα αρχίσουν να αυξάνονται … και η ισχυρή αύξηση του πληθυσμού παρέχει θεμελιακή στήριξη».
«Πέρα από τον βραχυπρόθεσμο οικονομικό κύκλο, υπάρχουν επίσης σημαντικές ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις της Αυστραλίας, μέσω της υιοθέτησης της Τεχνητής Νοημοσύνης και από την αναγκαία μετατροπή σε ‘καθαρές μηδενικές’ εκπομπές ρύπων μέχρι το 2050».
Αλλά και οι παγκόσμιοι οικονομικοί αντίξοοι άνεμοι θα γίνουν αισθητοί στην Αυστραλία βραχυπρόθεσμα, με την Vanguard να προειδοποιεί ότι η ευρωπαϊκή Οικονομία που βασίζεται κυρίως στις τράπεζες «φλερτάρει ήδη με την ύφεση» και ότι η ανάκαμψη της Κίνας από την πανδημία ήταν «ασθενέστερη από ό,τι αναμενόταν».
Προβλέπει επίσης ότι η Οικονομία των ΗΠΑ θα βιώσει μια «ήπια ύφεση», η οποία κρίνεται «απαραίτητη» για να τεθεί υπό έλεγχο ο πληθωρισμός εκεί. Ωστόσο, υπάρχουν και πιθανότητες η Αμερική να αποφύγει την ύφεση και αντίθετα να βιώσει μια «ήπια προσγείωση».
ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΒΙΚΤΩΡΙΑ
Συμπερασματικά, το κόστος ζωής θα παραμείνει στο επίκεντρο της προσοχής των πολιτών και το 2024, με την αντιπολίτευση σε ομοσπονδιακό και πολιτειακό επίπεδο να «ακονίζει» τα βέλη της.
Στη Βικτώρια, οι Φιλελεύθεροι του John Pesutto βγήκαν ήδη στην «επίθεση», υπενθυμίζοντας ότι οι κάτοικοι της Πολιτείας θα πρέπει να πληρώσουν μια σειρά από νέους και αυξημένους φόρους, τέλη και επιβαρύνσεις ήδη από την 1η Ιανουαρίου, «καθώς η ζωή γίνεται δυσκολότερη υπό την κυβέρνηση Allan».
Σύμφωνα με το σχετικό ανακοινωθέν, οι κάτοικοι της Βικτώριας «πληρώνουν ήδη τους υψηλότερους φόρους από κάθε άλλη πολιτεία της Αυστραλίας – πάνω από 5.000 δολάρια ανά άτομο – ‘χάρη’ σε 53 νέους ή αυξημένους φόρους και επιβαρύνσεις από τότε που οι Εργατικοί ανέλαβαν την εξουσία το 2014».
Και από την 1η Ιανουαρίου 2024, «υπόκεινται σε μια ακόμα σειρά από αυξημένους φόρους, τέλη και επιβαρύνσεις, όπως:
-Τα εισιτήρια των δημόσιων μεταφορών αυξάνονται κατά 6% και τα διόδια του Citylink κατά 1,08%.
-Νέο πάγιο τέλος φόρου γης (fixed land tax) ύψους 500 δολαρίων για ακίνητα αξίας 50.000 έως 100.000 δολαρίων και 975 δολαρίων για ακίνητα αξίας 100.000 έως 300.000 δολαρίων και αυξημένος κατά 1% ο συντελεστής φόρου γης (land tax rate) για ακίνητα αξίας άνω των 300.000 δολαρίων (δεν θα ισχύει για το σπίτι όπου διαμένει η οικογένεια).
-Ενίσχυση της προσαύξησης για τους «απόντες ιδιοκτήτες» (absentee owner surcharge) με τον συντελεστή πλέον στο 4% από 2%.
-Αύξηση κατά 15% των τελών της Ports Victoria στο λιμάνι της Μελβούρνης και στο λιμάνι του Χέιστινγκς.
-Αύξηση των πιστοποιητικών ηλεκτρικής ασφάλειας έως και 12,4%.
-Αύξηση έως και 52% των τελών πρόσβασης στον τερματικό σταθμό (Terminal Access Charges) για γεμάτα εμπορευματοκιβώτια μέσω του λιμένα της Μελβούρνης».
Ο «σκιώδης υπουργός» Οικονομικών της Βικτώριας, Brad Rowswell, δήλωσε σχετικά ότι «οι νέοι και αυξημένοι φόροι, επιβαρύνσεις και τέλη της Jacinta Allan δεν θα μπορούσαν να έρθουν σε χειρότερη στιγμή για τους κατοίκους της Πολιτείας που ήδη βιώνουν κρίση κόστους ζωής».
«Επί Εργατικών, η Βικτώρια είναι χρεοκοπημένη και για άλλη μια φορά οι σκληρά εργαζόμενοι κάτοικοι της τιμωρούνται για την ανικανότητα της κυβέρνησης Allan με υψηλότερους φόρους, τέλη και εισφορές…».
«Ει Εργατικοί συνεχίζουν να αυξάνουν τους φόρους για να πληρώσουν το χρέος ρεκόρ των 178 δισεκατομμυρίων δολαρίων και τα 38 δισεκατομμύρια δολάρια που έχουν σπαταληθεί σε μεγάλα έργα».
«Η Jacinta Allan απλά δεν μπορεί να διαχειριστεί τα χρήματα και οι κάτοικοι της Βικτώριας πληρώνουν το τίμημα».
«ΚΑΙΝΕ» ΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ
Την ίδια ώρα, ενδεικτικό του κόστους λειτουργίας καταστημάτων, είναι ότι οι λογαριασμοί φυσικού αερίου για τις μικρές επιχειρήσεις αυξήθηκαν στη Βικτώρια με σχεδόν διπλάσιο ρυθμό από οποιαδήποτε άλλη Πολιτεία.
Ειδικότερα, ανάλυση της Alviss Consulting και της Energy Consumers Australia διαπίστωσε ότι οι λογαριασμοί φυσικού αερίου για τις μικρές επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν 100 gigajoules αυξήθηκαν ετησίως κατά 12% σε εθνικό επίπεδο, ή κατά 460 δολάρια.
Η αύξηση αυτή ήταν 31% στη Βικτώρια, ή κατά 840 δολάρια ετησίως, σε ένα μέσο όρο 6.829 δολαρίων, ο οποίος εξακολουθεί να είναι 3.600 δολάρια φθηνότερος από τη Νότια Αυστραλία, 1.500 δολάρια φθηνότερος από τη Νέα Νότια Ουαλία και 800 δολάρια φθηνότερος από το Κουίνσλαντ.
Ακόμα, οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος ήταν κατά μέσο όρο 8% υψηλότεροι σε όλη την Αυστραλία για τις επιχειρήσεις που καταναλώνουν 20.000kWh τον χρόνο και ήταν 17% υψηλότεροι στη Βικτώρια σε σχέση με ένα χρόνο πριν.
Ο διευθύνων σύμβουλος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου της Βικτώριας Paul Guerra δήλωσε ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να μετακυλήσουν το αυξανόμενο κόστος στους καταναλωτές ή να αντιμετωπίσουν κλείσιμο.
«Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις έχουν πληγεί από αυτή την ‘έκρηξη’ του κόστους (λειτουργίας), από την αλυσίδα εφοδιασμού έως την ενέργεια, ακόμη και το κόστος του προσωπικού, και αυτό καθιστά πιο δύσκολη την επιβίωσή τους», δήλωσε ο κ. Guerra.
Η Βικτώρια, υπενθυμίζεται, απαγόρευσε τις συνδέσεις φυσικού αερίου σε νέες κατοικίες και νέα δημόσια κτήρια από την 1η Ιανουαρίου και παρέχοντα κίνητρα για τη μετάβαση σε ηλεκτρικό.
Η νέα ρύθμιση δεν ισχύει επί του παρόντος για εμπορικά ακίνητα (commercial developments), αλλά εκτιμάται ότι θα αρχίσουν διαβουλεύσεις για την περαιτέρω επέκταση της απαγόρευσης και σε αυτά.