Ο αριθμός των γενικών ιατρών (GPs) που δε χρεώνουν επιπλέον χρήματα για μία επίσκεψη (bulk billing) μειώθηκε περαιτέρω σε όλη την Αυστραλία το 2023, σύμφωνα με τη νέα έκθεση «Blue Report» της «Cleanbill».

Από τη μία, οι κλινικές υποστηρίζουν ότι δεν μπορούν να καλύψουν πλέον το κόστος λειτουργίας τους, μόνο με τις επιστροφές (rebate) του Medicare, σε αυτό το περιβάλλον γενικευμένης ακρίβειας (υψηλά ενοίκια, «φουσκωμένοι» λογαριασμοί, ογκούμενο μισθολόγιο κ.ά.).

Από την άλλη οι ασθενείς, μην έχοντας άλλη επιλογή συχνά αναβάλλουν τις εξετάσεις τους, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την υγεία τους.

Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα της «Cleanbill», που διεξήχθη σε σχεδόν 7.000 κλινικές σε όλη τη χώρα, διαπίστωσε ότι μόλις ένα στα τέσσερα ιατρεία (GP) προσφέρει σε ασθενείς bulk billing (χρέωση χωρίς επιπλέον χρήματα από την τσέπη εκτός από το ποσό που καλύπτει το Medicare), μία νέα μείωση, κατά 11% σε δώδεκα μήνες.

Η πτωτική τάση χαρακτηρίζεται «καταστροφική» εν μέσω της κρίσης του κόστους ζωής.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ABS), πάνω από 1,2 εκατομμύρια άνθρωποι στην Αυστραλία απέφυγαν να πάνε σε γιατρό κατά το τελευταίο οικονομικό έτος λόγω ανησυχιών για το κόστος, αριθμός διπλάσιος από την αντίστοιχη προηγούμενη περίοδο.

«Αυτό δεν θα έπρεπε να συμβαίνει», ανέφερε η «Cleanbill».

Στο 75% των κλινικών οι ασθενείς πληρώνουν κατά μέσο όρο 41,69 δολάρια επιπλέον από το rebate του Medicare (που είναι 41,40 δολάρια για μια τυπική διαβούλευση). Μία αύξηση κατά 3,5% από την αρχή του 2023, σύμφωνα με την έκθεση.

Οι κάτοικοι της Τασμανίας αντιμετωπίζουν το υψηλότερο κόστος, με επιπλέον 51,19 δολάρια κατά μέσο όρο.

Ακολουθούν οι κάτοικοι της Καμπέρας με 49,39 δολάρια και οι κάτοικοι της Νέας Νότιας Ουαλίας με 42,24 δολάρια.

Στη Βικτώρια το ποσό είναι +41,19 δολάρια κατά μέσο όρο, στο Κουίνσλαντ +41,27 δολάρια, στη Δυτική Αυστραλία 41,06 δολάρια και στη Βόρεια Περιοχή 40,98 δολάρια.

Οι κάτοικοι της Νότιας Αυστραλίας «απολαμβάνουν» τις χαμηλότερες χρεώσεις, πληρώνοντας κατά μέσο όρο 36,68 δολάρια.

Η έκθεση διαπίστωσε ακόμα ότι 514 κλινικές που έκαναν bulk billing σε όλους τους ασθενείς στις αρχές του 2023 είχαν σταματήσει αυτή την επιλογή μέχρι το τέλος του έτους.

Οι Πολιτείες που υπέστησαν τις μεγαλύτερες «περικοπές» ήταν η Δυτική Αυστραλία, με μείωση σχεδόν 17%, ακολουθούμενη από τη Νότια Αυστραλία με 13,6% και 11,4% στη Νέα Νότια Ουαλία.

Επιτείνοντας τις ανησυχίες σχετικά με την πρόσβαση των πολιτών στην υγειονομική περίθαλψη, σχεδόν 200 κλινικές Γενικής Ιατρικής έκλεισαν πέρυσι.

«Δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε και άλλες», δήλωσε η πρόεδρος του Royal Australian College of GPs, Δρ Nicole Higgins, καθώς χαρακτήρισε την έκθεση ως απόδειξη ότι χρειάζεται περισσότερη κυβερνητική βοήθεια για να εξασφαλιστεί προσιτή περίθαλψη.

«Ενώ ο τριπλασιασμός των κινήτρων χρέωσης (bulk billing incentives) από την κυβέρνηση βοήθησε περισσότερους Γενικούς Ιατρούς να μη χρεώνουν επιπλέον συγκεκριμένες ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών, των συνταξιούχων και των κατόχων καρτών υγειονομικής περίθαλψης, πρέπει να γίνουν περισσότερα για να διασφαλιστεί ότι η περίθαλψη είναι προσιτή για τον υπόλοιπο πληθυσμό».

Κατηγόρησε για τη δραματική πτώση του bulk billing το 10ετές πάγωμα των επιστροφών του Medicare από την κυβέρνηση, αρχής γενομένης από το 2014.

«Αυτό αφαίρεσε χρηματοδότηση από τις κλινικές, οπότε τώρα, παρόλο που περισσότεροι άνθρωποι έχουν πρόσβαση σε GPs από οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία υγείας, λαμβάνει μόλις το 6,5% των συνολικών κυβερνητικών δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη», επισήμανε η Δρ Higgins.

«Τα Ιατρεία αντιμετωπίζουν επίσης τις ίδιες πληθωριστικές πιέσεις με τις άλλες επιχειρήσεις», πρόσθεσε.

Αλλά και ο πρόεδρος του Συμβουλίου για τη Γενική Ιατρική της Australian Medical Association, Δρ Simon Torvaldsen δήλωσε ότι ακόμα και τα κίνητρα (incentives) δεν είναι αρκετά για να αυξήσουν σημαντικά τα ποσοστά bulk billing.

Έκανε λόγο για απλό «τσιρότο». Η νέα πρωτοβουλία, επισήμανε «είναι διαθέσιμη μόνο στα παιδιά, τους [συνταξιούχους] και τους κατόχους κάρτας έκπτωσης, υπάρχουν ένα σωρό άλλοι άνθρωποι που έχουν πιέσεις κόστους ζωής και δεν επωφελούνται καθόλου από αυτό».

Σε δήλωσή του, ο ομοσπονδιακός υπουργός Υγείας Mark Butler υποστήριξε ότι η επένδυση της κυβέρνησης ύψους 3,5 δισ. δολαρίων για την αύξηση των κινήτρων bulk billing για τους GPs εφαρμόζεται σε τρεις στις πέντε ιατρικές διαβουλεύσεις.

Το Γραφείο του αμφισβήτησε την έκθεση «Cleanbill», λέγοντας ότι τα πιο πρόσφατα στατιστικά στοιχεία από το τρίμηνο Σεπτεμβρίου 2023-24 έδειξαν ότι το 73,2% όλων των συνήθων ιατρικών συμβουλών GP ήταν bulk billing.

Από την πλευρά της, η Melissa Le Mesurier, διευθύντρια στο Consumer Health Forum, δήλωσε ότι το ποσοστό 23% της «Cleanbill» αναφέρεται σε κλινικές που κάνουν bulk billing σε όλους τους ασθενείς τους.

Αλλά με βάση άλλες εκθέσεις – όπως του Royal Australian College of General Practitioners – σχεδόν το 75% των Ιατρείων προσφέρουν κάποια μορφή bulk billing σε μερικούς ή όλους τους ασθενείς τους.

«Ανεξάρτητα από τον πραγματικό αριθμό των Γενικών Ιατρείων που κάνουν bulk billing πλήρως ή εν μέρει, το γεγονός παραμένει ότι οι ασθενείς μας λένε πως με την αύξηση του κόστους ζωής, δυσκολεύονται να έχουν πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη που χρειάζονται» υπογράμμισε η κα Le Mesurier.

Ο James Gillespie, ιδρυτής της «Cleanbill», δήλωσε ότι η οργάνωσή του συνέλεξε τα δεδομένα της καλώντας κάθε Γενικό Ιατρείο που είναι καταχωρημένο σε όλη την Αυστραλία και ρωτώντας για το κόστος της επίσκεψης ενός νέου ενήλικου ασθενούς χωρίς καμία έκπτωση σε μια καθημερινή ημέρα.

«Αυτή είναι πραγματικά η πρώτη έκθεση που ρώτησε κάθε κλινική GP σε όλη τη χώρα τι χρεώνει και το παρακολούθησε χρόνο με το χρόνο», δήλωσε.

Ο ίδιος επισήμανε ότι είναι «εξαιρετικά δίκαιο να υποθέσουμε» ότι η μειωμένη πρόσβαση σε ραντεβού με bulk billing έχει ασκήσει «πρόσθετη πίεση στα τμήματα επειγόντων περιστατικών των νοσοκομείων σε όλη τη χώρα».

«Πρέπει να υποθέσουμε ότι ένα μεγάλο ποσοστό αυτών των 1,2 εκατομμυρίων ανθρώπων (που σύμφωνα με την ABS απέφυγαν να πάνε σε γιατρό κατά το τελευταίο οικονομικό έτος λόγω ανησυχιών για το κόστος) καταλήγει τελικά στα επείγοντα περιστατικά».