Κάθε χρόνο πολλοί είναι -και- οι συμπάροικοι μας που αποφεύγουν μία επίσκεψη στον οδοντίατρο στην Αυστραλία καθώς το κόστος είναι απλησίαστο.
Κάποιοι μάλιστα που μπορούν, αναμένουν (αν δεν είναι επείγουσα ανάγκη) πότε θα ταξιδέψουν στην Ελλάδα, ώστε να συνδυάσουν το… ωφέλιμο (την οδοντιατρική περίθαλψη) μετά του… τερπνού (τις διακοπές).
Δεν έχουν όλοι αυτήν την δυνατότητα ωστόσο. Ειδικά οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, λόγω προβλημάτων υγείας ή/και οικονομικών, καθώς ουκ ολίγοι καλούνται να ζήσουν με μία μόνο σύνταξη.
Γι’ αυτό και ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συλλόγων Ελλήνων Ηλικιωμένων, Γιάννης Κωστούλιας, έχει ουκ ολίγες φορές θέσει στους εκάστοτε κυβερνώντες το αίτημα η οδοντιατρική περίθαλψη ειδικά των συνταξιούχων να συμπεριληφθεί στο Medicare.
Πόσο όμως θα ήταν το κόστος στον προϋπολογισμό για δωρεάν επισκέψεις στον οδοντίατρο; Απάντηση δίνει μία νέα κοινοβουλευτική έκθεση, ανάλογα με το ποιοι θα είναι εντέλει οι ωφελούμενοι από ένα τέτοιο μέτρο.
Πιο συγκεκριμένα, με πρωτοβουλία των Πράσινων, το Κοινοβουλευτικό Γραφείο Προϋπολογισμού (Parliamentary Budget Office) διαμόρφωσε ορισμένες επιλογές που θα επέκτειναν το Medicare στην οδοντιατρική περίθαλψη, φέρνοντας «επανάσταση» στη στοματική υγεία.
Κάθε επιλογή έχει μια προβολή κόστους με ανώτατο όριο δαπάνης και χωρίς ανώτατο όριο.
Ένα καθολικό οδοντιατρικό σύστημα διαθέσιμο σε όλους τους κατόχους καρτών Medicare είναι η μία από τις επιλογές.
Στο πλαίσιο αυτού του συστήματος, οι πολίτες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών, όπως εξετάσεις, καθαρισμό δοντιών, σφραγίσματα, απονεύρωση και εξαγωγές.
Με ανώτατο όριο, το σύστημα αυτό θα κόστιζε περίπου 8,3 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, χωρίς ανώτατο όριο θα χρειαζόταν 11,6 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ένα σύστημα με κριτήριο το εισόδημα – μία δεύτερη επιλογή – παρέχει τις ίδιες υπηρεσίες με το καθολικό σύστημα, αλλά είναι διαθέσιμο μόνο για τους κατόχους καρτών υγειονομικής περίθαλψης, τους συνταξιούχους και τα άτομα που λαμβάνουν κρατική εισοδηματική ενίσχυση.
Με ανώτατο όριο, χρειάζεται 3 δισεκατομμύρια δολάρια, χωρίς ανώτατο όριο 4 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ένα σύστημα οδοντιατρικής περίθαλψης για ηλικιωμένους, μία τρίτη επιλογή, εκτιμάται σε 1,7 δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο, με μια έκδοση χωρίς ανώτατο όριο περίπου στα 2 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η άλλη επιλογή είναι και πάλι ανοικτή σε όλους τους κατόχους καρτών Medicare, αλλά θα καλύπτει μόνο διαγνωστικές και προληπτικές οδοντιατρικές εργασίες.
Το κόστος με ανώτατο όριο υπολογίζεται στα 2,7 δισεκατομμύρια δολάρια και το κόστος χωρίς ανώτατο όριο στα 3,8 δισεκατομμύρια δολάρια.
Θα χρειαστούν πέντε χρόνια για να καθιερωθεί ένα σύστημα από αυτά, επισήμανε η έκθεση.
Περίπου το 40% των Αυστραλών καθυστερούν ή δεν πηγαίνουν στον οδοντίατρο λόγω του κόστους, δήλωσαν οι Πράσινοι πριν από τις περσινές εκλογές, καθώς αγωνίστηκαν να αλλάξει το σύστημα.
Οι ασθενείς, ανέφεραν, πρέπει να καλύψουν κατά μέσο όρο το 58% του κόστους από την τσέπη τους, σε σύγκριση με το 11% για την ιατρική πρωτοβάθμια περίθαλψη.
Εκτιμάται ότι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι βρίσκονται σε λίστα αναμονής για δημόσια οδοντιατρική περίθαλψη, ενδεχομένως για χρόνια, και περισσότεροι από 80.000 άνθρωποι νοσηλεύονται ετησίως σε νοσοκομεία λόγω οδοντιατρικών παθήσεων που μπορούν να προληφθούν.
«Αυτή τη στιγμή έχουμε ένα σύστημα που δεν αντιμετωπίζει τα δόντια ως μέρος του σώματος, αυτό δεν έχει κανένα νόημα», έχει δηλώσει ο γερουσιαστής των Πρασίνων Jordon Steele-John, ο οποίος ηγήθηκε της έρευνας για την πρόσβαση στην οδοντιατρική περίθαλψη.
Η οδοντική υγεία έχει σοβαρό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής των ανθρώπων, που συχνά εκδηλώνεται στα αποτελέσματα της υγείας, την αυτοεκτίμηση και την απασχολησιμότητα.
Η ομάδα καταναλωτών Choice υπολόγισε το κόστος μιας επίσκεψης στον οδοντίατρο με βασικό έλεγχο, καθαρισμό και φθορίωση σε 219 δολάρια κατά μέσο όρο, αν και οι τιμές κυμαίνονταν μεταξύ 162 και 309 δολαρίων.
Το μέσο κόστος μιας εξαγωγής δοντιού ήταν 205 δολάρια, ενώ μια πλήρης στεφάνη (θήκη) 1.678 δολάρια.
Από τα 11,1 δισεκατομμύρια δολάρια που δαπανήθηκαν για οδοντιατρικές υπηρεσίες στην Αυστραλία το οικονομικό έτος 2020-21, σχεδόν το 60% (6,5 δισεκατομμύρια δολάρια) πληρώθηκε απευθείας από τους καταναλωτές, σε σύγκριση με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ που είναι 17%.
Οι ιδιωτικοί ασφαλιστές υγείας κάλυψαν το 20% (2,2 δισ. δολάρια), ενώ η ομοσπονδιακή κυβέρνηση (1,4 δισ. δολάρια) και οι κυβερνήσεις των Πολιτειών και των Περιοχών κάλυψαν το υπόλοιπο (950 εκατ. δολάρια).