Είναι αξιοσημείωτο πώς ορισμένες επιστημονικές θεωρίες βρίσκουν εφαρμογή σε καθημερινούς ανθρώπους από τον κοινωνικό μας περίγυρο. Ένα τέτοιο ζωντανό παράδειγμα είναι η νεαρή Μάρθα Σταματοπούλου, στην προσωπικότητα και στα επιτεύγματα της οποίας μπορεί κανείς να διακρίνει την εφαρμογή μιας πολύ σημαντικής θεωρίας, την οποία όλοι οι γονείς θα έπρεπε να γνωρίζουν, τη θεωρία του «πολιτισμικού κεφαλαίου».
Το «πολιτισμικό κεφάλαιο» αφορά μια σειρά από ιδιότητες και χαρακτηριστικά των παιδιών, όπως δεξιότητες της γλώσσας, γνώσεις σχετικές με τον πολιτισμό και τρόπους συμπεριφοράς, που πηγάζουν από την οικογένεια και προσδιορίζουν την επιτυχία στον τομέα των σπουδών αλλά και της κοινωνικής καταξίωσης, σύμφωνα με τον Pierre Bourdieu, Γάλλο φιλόσοφο, κοινωνιολόγο και κοινωνικό επιστήμονα.
Ας γνωρίσουμε καλύτερα τη Μάρθα Σταματοπούλου, Ελληνοαυστραλή τρίτης γενιάς, η οποία διαθέτει ένα πραγματικά πλούσιο «πολιτισμικό κεφάλαιο».

«Έχω διδαχθεί τόσα πολλά από τον ελληνικό πολιτισμό και την ιστορία και γι’ αυτό νιώθω πολύ τυχερή που έχω ελληνική καταγωγή. Επίσης, η ελληνική γλώσσα είναι από τις ομορφότερες και πλουσιότερες γλώσσες του κόσμου. Όλα αυτά οι γονείς μου τα εκτιμούν πολύ και μου τα έχουν μεταδώσει με πολύ αγάπη», δήλωσε η Μάρθα Σταματοπούλου στον «Νέο Κόσμο».
Το «πολιτισμικό κεφάλαιο» είναι η προίκα, μια επένδυση που προσφέρει μια οικογένεια καθημερινά στα παιδιά της, διδάσκοντάς τα μια δεύτερη γλώσσα, πηγαίνοντάς τα σε πολιτιστικές εκδηλώσεις και ταξίδια και φέρνοντάς τα σε επαφή με τα δημιουργήματα όλων των τεχνών.
Η Μάρθα μιλώντας για όσα κουβαλάει στη προσωπική της «πολιτισμική βαλίτσα» είπε:
«Από μικρή οι γονείς μου με ώθησαν να ασχολούμαι με πολλά και διαφορετικά πράγματα. Έτσι, σιγά-σιγά έμαθα να μου αρέσει να μαθαίνω και έτσι, φυσικά, απέκτησα πολλά ενδιαφέροντα. Μου αρέσει η μουσική και παίζω τρομπέτα και πιάνο. Μου αρέσει το θέατρο και γΙ’ αυτό στο σχολείο έπαιρνα μέρος στις θεατρικές παραστάσεις. Μου αρέσει ο χορός και η παράδοση και γι’ αυτό χορεύω με το συγκρότημα της Ποντιακής Εστίας από πολύ μικρό παιδί. Επίσης, μου αρέσει ο αθλητισμός και γι΄αυτό είμαι σε μια ομάδα και παίζω ποδόσφαιρο. Στον ελεύθερο χρόνο μου απολαμβάνω να βλέπω ταινίες και να διαβάζω βιβλία».
«Το σπουδαιότερο δώρο που μου έκαναν οι γονείς μου είναι ότι με βοήθησαν να μάθω Ελληνικά. Καθημερινά μου μιλούσαν Ελληνικά και με έστειλαν στο ελληνικό Σαββατιανό σχολείο Πρότυπο (Protypo Greek Centre) στο Oakleigh, απ’ όπου αποφοίτησα με 37 raw και 40.76 scaled στα Νέα Ελληνικά» είπε η Μάρθα.

«Ίσως αυτή τη δέσμευση απέναντι στον πολιτισμό και στη γλώσσα να την οφείλουν οι γονείς μου στην καταγωγή τους. ΟΙ ίδιοι γεννήθηκαν στη Μελβούρνη, αλλά ο παππούς και η γιαγιά από της μαμάς μου τη μεριά είναι από ένα μικρό χωριό κοντά στην Έδεσσα της Μακεδονίας, που λέγεται Άψαλος, ενώ οι γονείς τους ήταν από τον Πόντο. Ο παππούς και η γιαγιά από του μπαμπά μου την μεριά είναι από δύο χωριά κοντά την Σπάρτη της Πελοποννήσου».
«Όταν μάθαινα τα Ελληνικά ως δεύτερη γλώσσα, ένιωσα να γίνομαι μέρος ενός άλλου κόσμου που με συνδέει με τις ρίζες μου. Ιδιαίτερα στα τελευταία μου χρόνια στο Γυμνάσιο, όχι μόνο βελτιώθηκε δραματικά η κατανόησή μου για τη γλώσσα, αλλά έμαθα και για την ελληνική ιστορία, τη γεωγραφία και τις ιστορίες που σχετίζονται με τον ελληνικό πολιτισμό», είπε.

«Στο ελληνικό σχολείο έκανα φίλους που θα κρατήσουν μια ζωή και ήμουν μέρος μιας κοινότητας ξεχωριστής από το ημερήσιο σχολείο μου. Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι, με το να μπορώ να μιλάω, να διαβάζω και να γράφω τη γλώσσα, έχω διατηρήσει μια σύνδεση με ένα μέρος του εαυτού μου που ανοίγει ευκαιρίες και χτίζει γέφυρες με ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, καθώς κατανοώ βαθύτερα το κομμάτι της ταυτότητάς μου που με κάνει μία Ελληνοαυστραλή».
«Επιπλέον, η εκμάθηση μιας γλώσσας εκπαιδεύει ένα μέρος του εγκεφάλου που κανένα άλλο θέμα δεν ασκεί. Μπορώ να επικοινωνώ καλύτερα με ανθρώπους στην Ελλάδα και με τους παππούδες μου. Με κάνει πιο κοσμικό και καλλιεργημένο άτομο, που έχω αναπτύξει μια σχέση με τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής και την κουλτούρα», συμπλήρωσε.

«Για τον λόγο αυτόν εύχομαι η ελληνική γλώσσα να συνεχίσει να διδάσκεται και να γίνεται το μέσον που συνδέει ολόκληρη την παροικία μας, έτσι ώστε να συνεχίσει να εμπλουτίζει τη ζωή όλων μας», ευχήθηκε η δεσποινίς Σταματοπούλου.
«Πλέον, αγαπώ τα Ελληνικά τόσο πολύ που θέλω να προσφέρω πίσω κάτι από αυτά που μου έδωσαν, γι΄αυτό κι εγώ με τη σειρά μου εργάζομαι ως βοηθός σε τάξη του ελληνικού σχολείου μου».
Γίνεται σαφές ότι το «πολιτισμικό κεφάλαιο» είναι μια προίκα για το παιδί. Δεν αφορά όμως μια οικονομικού περιεχομένου προίκα, που πολύ εύκολα μπορεί το παιδί να την χάσει. Είναι μια προίκα που περιέχει πολιτισμό, γνώσεις και ευαισθησίες, που ποτέ και κανείς δεν μπορεί να του κλέψει και που θα οδηγήσει το παιδί με μεγάλη βεβαιότητα στο να θέσει υψηλούς στόχους, να μπει στα καλύτερα πανεπιστήμια και να βρεθεί μια μέρα στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, σύμφωνα με τον Γάλλο επιστήμονα Pierre Bourdieu.

‘Ετσι, είδαμε τη νέα αυτή κοπέλα, διαθέτοντας ένα πλούσιο «πολιτιστικό κεφάλαιο» για το οποίο φρόντισε η οικογένειά της, να πετυχαίνει μια υψηλότατη βαθμολογία και να οραματίζεται να συμβάλλει στη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου:
«Θέλω να σπουδάσω Bachelor of Design with a major στην Αρχιτεκτονική στο Πανεπιστήμιο Μελβούρνης.»
«Όταν κάποια στιγμή στο σχολείο σκεφτόμουν, από τα μαθήματά μου, ποιο θα μπορούσα να κάνω για τον περισσότερο καιρό χωρίς να τα βαρεθώ, ήξερα πως ό,τι κι αν επιδιώξω, έπρεπε να είναι δημιουργικό και σκέφτηκα ότι θα μου άρεσε να σχεδιάζω το δομημένο ανθρώπινο περιβάλλον, γιατί επηρεάζει το πώς ζουν οι άνθρωποι», δήλωσε η Μάρθα, εξηγώντας πώς οδηγήθηκε σε αυτή την επιλογή.

Όταν ρωτήθηκε πώς συνδέεται το επάγγελμα του αρχιτέκτονα με τον ελληνικό πολιτισμό, η νεαρή Σταματοπούλου είπε ότι «από την αρχαιότητα ένα σημαντικό μέρος του πολιτισμού και της ιστορίας της Ελλάδας αφορούσε τη δημιουργία χώρων όπου οι άνθρωποι αλληλεπιδρούσαν δημόσια. Νομίζω ότι υπήρχε πρόθεση πίσω από τον σχεδιασμό των πόλεων να δημιουργηθούν χώροι που δίνουν τη δυνατότητα σε αυτά που εξακολουθούν να είναι σημαντικά ακόμα και σήμερα στην ελληνική κοινωνία, όπως η κοινωνική επαφή, η πολιτική δέσμευση των ανθρώπων και οι χώροι για παιχνίδι και ψυχαγωγία».
Κλείνοντας και απευθυνόμενη στα νέα παιδιά της γενιάς της, η Μάρθα τους προτείνει να γίνουν μέλη των ελληνικών συλλόγων, συμμετέχοντας με όποιες ευκαιρίες προκύψουν. Να γίνουν μέρος κοινοτήτων που θα εμπλουτίσουν τη ζωή τους. Στην ελληνική παροικία, να πηγαίνουν σε ελληνικούς χορούς, να παίρνουν μέρος σε όλες τις ελληνικές εκδηλώσεις και τα φεστιβάλ.
«Στο σχολείο, μπείτε σε συγκροτήματα, πάρτε μέρος σε αθλήματα, θεατρικά έργα και κάθε είδους εξωσχολικά μαθήματα».

«Πηγαίνετε σε ελληνικά σχολεία γιατί θα σας βοηθήσει στην επαφή σας με τους συγγενείς καθώς και στο να βελτιώσετε το λεξιλόγιό σας στα Ελληνικά. Σας δίνει την ευκαιρία να έχετε επαφή με καινούργιες παρέες και να πάρετε μέρος σε ελληνικές εκδηλώσεις. Θα μπορείτε να επικοινωνείτε όταν πάτε στην Ελλάδα. Σας δίνει τη δυνατότητα να πάρετε μέρος και να κρατάτε επαφή με μια πολύ αρχαία ιστορία και έναν πλούσιο πολιτισμό».
Για το μέλλον της η νεαρή οραματίστρια δήλωσε:
«Δεν μπορώ να φανταστώ ακριβώς πώς θέλω να είναι το μέλλον μου, αλλά για τώρα ελπίζω να μπορώ να δημιουργήσω καινούργιους κόσμους με την αρχιτεκτονική και να βοηθήσω το περιβάλλον με την δουλειά μου. Θέλω να βοηθήσω την κοινωνία και τον κόσμο και να τον αφήσω λίγο καλύτερο από ό,τι τον βρήκα».