Οι πιο εύποροι ηλικιωμένοι θα πρέπει να συνεισφέρουν περισσότερo στο κόστος των υπηρεσιών φροντίδας (Aged Care) που τους παρέχονται, ενώ αυτοί που έχουν περιοσμένους πόρους πρέπει να συνεχίσουν να προστατεύονται/υποστηρίζονται από την κυβέρνηση.
Το παραπάνω συστήνει η ομάδας εργασίας εμπειρογνωμόνων (Aged Care Taskforce) που διόρισε η κυβέρνηση Albanese για να εξετάσει το πώς μπορεί να ενισχυθεί η χρηματοδότηση ώστε να καταστεί μελλοντικά βιώσιμο το Aged Care, δεδομένης της αυξημένης ζήτησης λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.
Παράλληλα, η ομάδα εργασίας απορρίπτει προηγούμενη πρόταση (Βασιλικής Επιτροπής) για την επιβολή νέου φόρου ή ειδικής εισφοράς σε όλους τους φορολογούμενους για την υποστήριξη του συστήματος φροντίδας ηλικιωμένων (κάτι αντίστοιχο με το Medicate levy), υπογραμμίζοντας κάτι τέτοιο θα ήταν άδικο για τις νεότερες γενιές.
Η κυβέρνηση αναμένεται να «απαντήσει» στις 23 συνολικά συστάσεις της νέας έκθεσης για το Aged Care εντός των επόμενων εβδομάδων, αλλά επί του παρόντος, διά στόματος του πρωθυπουργού, Anthony Albanese και της αρμόδιας υπουργού, Anika Wells, απέκλεισε αλλαγές στη φορολογία για την ενίσχυση της φροντίδας των ηλικιωμένων.
«Σίγουρα δεν προτείνουμε» κάτι τέτοιο σχολίασε ο κ. Albenese ερωτηθείς σχετικά από το ABC. «Θέλουμε όμως να καθίσουμε όλοι στο Κοινοβούλιο και να συμφωνήσουμε για το μέλλον, διότι αυτό (η βιωσιμότητα του συστήματος φροντίδας ηλικιωμένων) είναι ένα πρόβλημα … που προκύπτει από τη γήρανση του πληθυσμού…».
«Ο τομέας της φροντίδας ηλικιωμένων δεν είναι επί του παρόντος σε οικονομική θέση να ανταποκριθεί στις προσδοκίες που υπάρχουν για να επιτύχουμε τις βελτιώσεις (στην ποιότητα υπηρεσιών) που χρειαζόμαστε…».
Σε σχέση με τη σύσταση οι πιο εύποροι να συμβάλλουν περισσότερο, αντέκρουσε το επιχείρημα ότι η πρόταση αυτή «τιμωρεί» τους πλουσιότερους ηλικιωμένους και δήλωσε ότι «δεν πρόκειται για καμία αρνητική πτυχή, πρόκειται για τη διασφάλιση ότι θα έχουμε ένα σύστημα που θα είναι βιώσιμο στο μέλλον».
«Θα εξετάσουμε τις συστάσεις, γνωρίζουμε ότι είναι μια δύσκολη στιγμή για τους ανθρώπους όταν έχεις ένα αγαπημένο σου πρόσωπο που χρειάζεται φροντίδα και δεν μπορεί να συνεχίσει να ζει στο σπίτι του», κατέληξε ο πρωθυπουργός.
Η κα Wells υποστήριξε επίσης ότι το πόρισμα της έκθεσης αποτελεί «ένα σημαντικό, επόμενο βήμα προς την κατεύθυνση της δημιουργίας ενός βιώσιμου τομέα φροντίδας ηλικιωμένων που θα παρέχει υψηλής ποιότητας υπηρεσίες».
«Δεδομένου ότι ο αριθμός των Αυστραλών ηλικίας 65 ετών και άνω αναμένεται να υπερδιπλασιαστεί, ο αριθμός των ηλικίας 85 ετών και άνω αναμένεται να τριπλασιαστεί και ο αριθμός των 100χρονων αναμένεται να εξαπλασιαστεί, είναι σαφές ότι πρέπει να ξεκινήσουμε τώρα τις εργασίες για τη χρηματοδότηση μιας βιώσιμης φροντίδας ηλικιωμένων», είπε.
Ενδεικτικά, 23,6 δισ. δολ. δαπανήθηκαν για τη φροντίδα ηλικιωμένων το 2020-21.Το ποσό αυξήθηκε σε 24,8 δισ. δολ. το 2021-22 και σε 27,1 δισ. δολ. κατά το τελευταίο οικονομικό έτος 2022-23, ενώ το ανεξάρτητο Γραφείο Προϋπολογισμού του Κοινοβουλίου εκτιμά ότι το κόστος θα αυξηθεί σε 63,6 δισ. δολ. το 2033-34.
«Τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες, ο αυστραλιανός πληθυσμός ηλικίας 80 ετών και άνω θα αυξηθεί σε 3,5 εκατ. άτομα ενώ (από την άλλη) το εργατικό δυναμικό μας δέχεται πιέσεις (που πληρώνουν ως επί το πλείστον τους φόρους και χρηματοδοτούν το σύστημα φροντίδας), με τα άτομα ηλικίας 15-64 ετών να αναμένεται να μειωθούν ως ποσοστό του πληθυσμού μας», πρόσθεσε η κα Wells.
«Έχουμε ήδη ακούσει ότι η επόμενη γενιά των ανθρώπων που εισέρχονται στη φροντίδα ηλικιωμένων θέλει ένα διαφορετικό μοντέλο, ένα διαφορετικό πρότυπο φροντίδας … Θα πρέπει να είμαστε καινοτόμοι για να αντιμετωπίσουμε αυτήν την πρόκληση».
Η αρμόδια υπουργός, όπως και ο πρωθυπουργός, απέκλεισε κάποια αύξηση φόρου ή μία νέα ειδική εισφορά και επανέλαβε ότι δε θα γίνει και καμία αλλαγή στο πώς υπολογίζεται η οικογενειακή κατοικία στον έλεγχο των περιουσιακών στοιχείων (means-testing treatment of the family home).
Η κυβέρνηση, συμπλήρωσε, θα ανακοινώσει εν ευθέτω χρόνω την πλήρη απάντησή της στο πόρισμα της ομάδας εργασίας για το Aged Care.
Επισήμανε πάντως ότι η λύση στο πρόβλημα της βιωσιμότητας του συστήματος και της παροχής ποιοτικών υπηρεσιών απαιτεί διακομματική υποστήριξη. «Η αντιπολίτευση … καθόρισε μια σειρά από ‘κόκκινες γραμμές’ … μπορούμε να ικανοποιήσουμε αυτά τα αιτήματα – μπορούμε να αποκλείσουμε μια νέα εισφορά, μπορούμε να αποκλείσουμε έναν νέο φόρο, μπορούμε να αποκλείσουμε οποιαδήποτε αλλαγή στη μεταχείριση της οικογενειακής κατοικίας».
«Ελπίζουμε ότι μπορούμε τώρα να συνεργαστούμε … για να καταλήξουμε σε μια ‘απάντηση’ που όλοι μπορούν να υποστηρίξουν στο Κοινοβούλιο».
Η «σκιώδης υπουργός» για την Υγεία και τη Φροντίδα Ηλικιωμένων, γερουσιαστής Anne Ruston μιλώντας στο RN Breakfast τόνισε ότι και ο Συνασπισμός θέλει να καταστήσει τον τομέα βιώσιμο στο μέλλον.
«Ο τρόπος με τον οποίο θα συμβεί αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την πληρωμή από τους ηλικιωμένους ενός μεριδίου της φροντίδας και των υποστηριζόμενων υπηρεσιών τους στο μέλλον», δήλωσε.
«Αυτό που θέλουμε είναι να διασφαλίσουμε ότι οι Αυστραλοί έχουν την επιλογή και τον έλεγχο σχετικά με το τι κάνουν … και ότι μπορούν να επιλέξουν πώς θα ήθελαν να χρηματοδοτήσουν τη φροντίδα τους στο μέλλον».

ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ
«Η ‘Φροντίδα’ καλωσορίζει την έκθεση της Επιτροπής Φροντίδας Ηλικιωμένων (Aged Care Taskforce). Πιστεύουμε ότι οι ηλικιωμένοι της Αυστραλίας αξίζουν ένα σύστημα το οποίο είναι δίκαιο και προσαρμοσμένο στις ανάγκες του κάθε ανθρώπου» δήλωσε σχετικά στον «Νέο Κόσμο» η Φαίη Σπιτέρι – Τσολάκη OAM, διευθύνουσα σύμβουλος του Οργανισμού «Φροντίδα» (Fronditha Care).
«Η αξιολόγηση των περιουσιακών στοιχείων στην οποία αναφέρεται η Επιτροπή, ουσιαστικά σημαίνει ότι όσοι μπορούν να διαθέσουν χρήματα για τις υπηρεσίες που λαμβάνουν θα πρέπει να το κάνουν, ενώ η κυβέρνηση θα καλύπτει τους υπόλοιπους. Χαιρόμαστε ιδιαίτερα που η Επιτροπή σκέφτηκε όλους τους ηλικιωμένους, ανεξαρτήτως από την οικονομική τους δυνατότητα».
«Η ‘Φροντίδα’ δημιουργήθηκε πριν από 47 χρόνια με σκοπό να προσφέρει υπηρεσίες σε ανθρώπους από όλες τις οικονομικές βαθμίδες, και αυτό κάνει μέχρι και σήμερα».
«Με βάση τα δεδομένα που παρουσίασε η κυβέρνηση, μία καθολική εισφορά δεν θα είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα για τον τομέα μας. Η χρηματοδότηση του τομέα θα πρέπει να γίνει έχοντας λάβει υπόψη τόσο τις παρούσες όσο και τις μελλοντικές ανάγκες και επιθυμίες των ηλικιωμένων, καθώς και τη σύσταση και την οικονομική ευρωστία ολόκληρης της κοινωνίας. Και αυτό έκανε η Επιτροπή».
«Επίσης είναι θετικό να γίνεται μνεία στις οικονομικές δυσκολίες του τομέα, με παρόχους να βάζουν λουκέτο, και στην δαπάνη για νέα και καινοτόμα μοντέλα και ειδικά σε τεχνολογικές εξελίξεις».
«Χαιρόμαστε που η κυβέρνηση πήρε αυτή την κατεύθυνση και πιστεύουμε ότι συμβάλει στην εύρυθμή λειτουργία των Οργανισμών Φροντίδας και, ως αποτέλεσμα, στη βελτίωση των συνθηκών και υπηρεσιών που απολαμβάνουν οι ηλικιωμένοι».
Η ΝΕΑ ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΟ AGED CARE
Πιο συγκεκριμένα, η ειδική ομάδα εργασίας στην έκθεσή της διαπίστωσε, ανάμεσα σε άλλα, ότι:
-Η δημογραφική αλλαγή στην Αυστραλία σημαίνει ότι η ζήτηση για υπηρεσίες φροντίδας ηλικιωμένων θα συνεχίσει να αυξάνεται.
-Οι σημερινές και οι μελλοντικές γενιές δικαιούχων φροντίδας ηλικιωμένων έχουν υψηλές προσδοκίες για το πώς θα μοιάζει η παροχή ποιοτικών υπηρεσιών.
-Χρειάζεται πρόσθετη χρηματοδότηση για την κάλυψη της μελλοντικής ζήτησης και την επίτευξη βελτιώσεων στην ποιότητα, αλλά τα διαρθρωτικά ζητήματα σημαίνουν ότι η οικονομική βιωσιμότητα του τομέα είναι ανεπαρκής.
-Σε γενικές γραμμές, οι ηλικιωμένοι είναι πλουσιότεροι από τις προηγούμενες γενιές ενώ η βάση των φορολογουμένων μειώνεται ως ποσοστό του πληθυσμού.
Παρά τις προτάσεις της Βασιλικής Επιτροπής για τη φροντίδα ηλικιωμένων ότι η χώρα θα πρέπει να εισαγάγει μία ειδική εισφορά για τη φροντίδα ηλικιωμένων ύψους 1% του φορολογητέου εισοδήματος (το Medicare levy είναι 2%), η έκθεση απέφυγε να διατυπώσει την ίδια σύσταση. Στο ίδιο πλαίσιο δεν υποστήριξε μία αύξηση του GST (Goods and Services Tax).
«Ενώ υποστηρίζουμε τη διατήρηση του κεντρικού ρόλου της κυβέρνησης στη χρηματοδότηση της φροντίδας ηλικιωμένων, δεν υποστηρίζουμε μια συγκεκριμένη αύξηση των φορολογικών συντελεστών για τη χρηματοδότηση μελλοντικών αυξήσεων…», αναφέρεται, επισημαίνοντας ότι το να ζητείται από έναν συρρικνούμενο πληθυσμό σε ηλικία εργασίας να χρηματοδοτεί αυτές τις υπηρεσίες δημιουργεί ζητήματα ισότητας μεταξύ των γενεών.
Το superannuation, προστίθεται, έχει ήδη ως στόχο να βοηθήσει τα άτομα να αυξήσουν τον πλούτο τους και να καλύψουν τις δαπάνες τους μετά τη συνταξιοδότηση, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων φροντίδας ηλικιωμένων, ως εκ τούτου «είναι σκόπιμο οι ηλικιωμένοι να συνεισφέρουν δίκαια στο κόστος της φροντίδας τους με βάση τις δυνατότητές τους».
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, επί του παρόντος, καλύπτει το 75% των δαπανών για τη φροντίδα ηλικιωμένων σε οίκους ευγηρίας και το 95% των δαπανών για την κατ’ οίκον φροντίδα, αλλά αυτό, σημειώνεται, δεν είναι «ένα βέλτιστο ή δίκαιο μείγμα», δεδομένου ότι κάποιοι έχουν περισσότερες οικονομικές δυνατότητες από άλλους.
Αν και έχουν γίνει συνεισφορές για τη φροντίδα ηλικιωμένων αυτές αποτελούν μόλις το 5% της χρηματοδότησης, το οποίο, σύμφωνα με την έκθεση, είναι εξαιρετικά χαμηλό και δεν θα υποστηρίξει την προβλεπόμενη αύξηση της ζήτησης.
«Δεδομένου του αυξανόμενου πλούτου πολλών ηλικιωμένων και της μείωσης του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας (δηλαδή του πληθυσμού που πληρώνει φόρους), υπάρχει ισχυρή επιχειρηματολογία για την αύξηση των συνεισφορών … γι αυτούς που έχουν τους πόρους», ενώ «θα υπάρχει πάντα μια ομάδα … που θα χρειάζεται περισσότερη κρατική υποστήριξη».
Ως εκ τούτου, συστήνεται τα χρήματα των superannuation -το ένα τρίτο των οποίων προβλέπεται να μεταβιβαστεί ως κληρονομιά μέχρι τα μέσα του αιώνα- να «αντλούνται» κατά τη συνταξιοδότηση για την κάλυψη των δαπανών υγείας, υποστήριξης του τρόπου ζωής (lifestyle), άλλων δαπανών διαβίωσης και του κόστους φροντίδας ηλικιωμένων.
«Οι τάσεις των superannuation, σε συνδυασμό με τον πλούτο περιουσιακών στοιχείων μέσω της οικογενειακής κατοικίας και άλλων επενδύσεων, σημαίνουν ότι όλο και περισσότεροι εξακολουθούν να έχουν συσσωρευμένο πλούτο και ροές εισοδήματος όταν θα χρειαστεί να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες φροντίδας ηλικιωμένων», αναφέρεται στην έκθεση.
«Ως αποτέλεσμα, υπάρχουν περισσότερα περιθώρια για τους ηλικιωμένους (αυτούς) να συμβάλουν στις δαπάνες φροντίδας χρησιμοποιώντας τον συσσωρευμένο πλούτο τους σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές».
Εν ολίγοις, συστήνεται η συνεισφορά στο κόστος της φροντίδας ενός ηλικιωμένου να εξαρτάται από το πόσα χρήματα διαθέτει (super και περιουσία) και τι είδους υπηρεσίες επιθυμεί.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Aged and Community Care Providers Association, Tom Symondson, ο οποίος συμμετείχε στην ομάδα εργασίας, δήλωσε στο ABC ότι οι φορολογούμενοι στην Αυστραλία πληρώνουν ήδη περισσότερα από ό,τι σε άλλες χώρες, με τις οποίες μπορεί να γίνει σύγκριση.
«Δεν θεωρήσαμε ότι ήταν λογικό να πούμε ότι οι άνθρωποι έπρεπε να ‘βάλουν’ περισσότερο από το εισόδημά τους, όταν δεν είναι αυτοί που λαμβάνουν την υπηρεσία», είπε και εξήγησε ότι μία ειδική εισφορά δεν θα ήταν δίκαιο να ζητηθεί από τους φορολογούμενους κατά τη διάρκεια μιας κρίσης κόστους ζωής, όταν οι εύποροι ηλικιωμένοι είναι σε θέση να συνεισφέρουν περισσότερα για τη δική τους φροντίδα.
Μία από τις συστάσεις ήταν να γίνουν τα τέλη περίθαλψης ηλικιωμένων (aged care fees) «δικαιότερα, απλούστερα και πιο διαφανή, ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να κατανοήσουν το κόστος που θα επιβαρυνθούν αν έχουν πρόσβαση» σε υπηρεσίες.
Η έκθεση ανέφερε ότι υπάρχει «ισχυρή περίπτωση» να αυξηθεί το ποσό που καταβάλλουν οι άνθρωποι για τη φροντίδα τους, εάν έχουν τα μέσα να συνεισφέρουν, ωστόσο δεν περιγράφει ακριβώς πώς θα μετρηθεί αυτό ή πότε θα πρέπει να εισαχθούν οι αλλαγές.
Πρότεινε πάντως ότι το επίπεδο της σύνταξης γήρατος (age pension status) θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας δίκαιος τρόπος για να εξεταστούν οι πιθανές οικονομικές συνεισφορές στις υπηρεσίες φροντίδας ηλικιωμένων.
Σε κάθε περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε, υπογραμμίζεται ότι θα υπάρχει «ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων με περιορισμένα μέσα» συμπεριλαμβανομένων των συνταξιούχων ή εκείνων που δεν έχουν ιδιόκτητο σπίτι, τους οποίους η κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει να προστατεύει.
Σύμφωνα με την Rachel Lane, διευθύντρια της εταιρείας συμβούλων Aged Care Gurus, κάθε ένας που διαμένει σε γηροκομείο καταβάλλει ένα ημερήσιο τέλος, το οποίο σήμερα ορίζεται σε 58,98 δολάρια. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 85% του βασικού ποσού σύνταξης γήρατος για ένα άτομο μόνο (single).
«Καμία εγκατάσταση δεν θα μπορούσε να παρέχει τρία γεύματα την ημέρα και όλα τα γενικά έξοδα και προσωπικό για το ποσό αυτό» είπε η κα Lane στο SBS. «Το επιπλέον ποσό παρέχεται από την κυβέρνηση».
Εκ των βασικών τρόπων πληρωμής για τη διαμονή είναι ένα σύστημα που μοιάζει με την πληρωμή ομολόγων και ονομάζεται επιστρεπτέα κατάθεση διαμονής (RAD – Refundable Accommodation Deposit). Το μέσο κόστος RAD στην Αυστραλία είναι 470.000 – 500.000 δολάρια.
Τα χρήματα επιστρέφονται στην οικογένεια μόλις πεθάνει το αγαπημένο τους πρόσωπο. Αποτελούν ουσιαστικά ένα άτοκο δάνειο για τους παρόχους υπηρεσιών φροντίδας ηλικιωμένων, επιτρέποντάς τους να επενδύσουν, να χτίσουν και να επεκταθούν.
Όμως, σύμφωνα με τις προτεινόμενες αλλαγές, οι πάροχοι θα μπορούν να κρατούν το 3% της κατάθεσης κάθε χρόνο για πέντε το πολύ χρόνια ως πρόσθετη πληρωμή για το κόστος στέγασης.
Αυτή τη στιγμή, τα RADs που πληρώνουν οι ηλικιωμένοι ανέρχονται σε 32 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 3% ετησίως «μεταφράζεται» σε επιπλέον 900 εκατομμύρια δολάρια.
Ορισμένοι οίκοι ευγηρίας χρεώνουν ήδη ένα «τέλος πρόσθετων υπηρεσιών» (extra services fee) που κυμαίνεται ανά ημέρα, από μερικά δολάρια έως πάνω από $100.
Οι υπηρεσίες αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν επιλογή γεύματος, αλκοόλ, υπηρεσίες ψυχαγωγίας, όπως συνδρομές στην τηλεόραση, κομμωτήριο και άλλα ιδιωτικά ραντεβού φροντίδας.
Επιπλέον, πολλοί πληρώνουν οι ίδιοι κάποια από τα ιατρικά τους έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών γιατρών και της φαρμακευτικής αγωγής.
Παρομοίως, οι πιο εύποροι ωφελούμενοι που λαμβάνουν πακέτο κατ’ οίκον φροντίδας θα κληθούν επίσης να συνεισφέρουν περισσότερο για υπηρεσίες φροντίδας στο σπίτι που σχετίζονται με την καθαριότητα ή την κηπουρική.
Οι οίκοι ευγηρίας αναγκάζονται από την κυβέρνηση να αναλάβουν έναν καθορισμένο αριθμό ανθρώπων με χαμηλά εισοδήματα, πράγμα που σημαίνει ότι θεωρητικά κανένας Αυστραλός δεν θα στερηθεί ένα φροντίδα ηλικιωμένων.
Αν λαμβάνετε το πλήρες ποσό της σύνταξης γήρατος και η περιουσία σας είναι κάτω από 57.000 δολάρια, η κυβέρνηση θα πληρώσει το κόστος διαμονής και φροντίδας, ανέφερε το SBS, αλλά αν η περιουσία σας υπερβαίνει τα 193.000 δολάρια, θα πρέπει να πληρώσετε την τιμή (market price) για τη διαμονή.
Το αν το σπίτι σας περιλαμβάνεται στον έλεγχο των περιουσιακών στοιχείων εξαρτάται: αν ζει εκεί σύζυγος ή μέλος της οικογένειας, δεν θα συμπεριληφθεί, αλλά αν είστε ο μοναδικός κάτοικος, θα ληφθεί υπόψη.
Ακόμα, στη νέα έκθεση σημειώνεται ότι η ποιότητα των υπηρεσιών φροντίδας ηλικιωμένων έχει αποδειχθεί ότι αποτελεί μεγάλη «παγίδα» του σημερινού συστήματος λόγω των προβλημάτων στελέχωσης, του ανειδίκευτου εργατικού δυναμικού και των προβλημάτων διατήρησης των θέσεων εργασίας (όπως έχουν ήδη αναλυθεί λεπτομερώς στα πορίσματα και της Βασιλικής Επιτροπής).
Η ομάδα εργασίας αναφέρθηκε πολλές φορές στις ανησυχίες αυτές και συνέστησε την ύπαρξη ικανού προσωπικού ως μία από τις βασικές αρχές της. Ωστόσο, ανέφερε ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού ήταν πέραν του πεδίου εφαρμογής της αναθεώρησης που έκανε. Ως αποτέλεσμα, δεν δόθηκαν συστάσεις επί του ζητήματος αυτού.
Με αφορμή αυτό, η κα Ruston επισήμανε ότι οι προσπάθειες της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει τα ζητήματα στελέχωσης του τομέα «αποτυγχάνουν».
Ανέφερε ότι μόνο 44 νέοι εγγεγραμμένοι νοσηλευτές (registerd nurses) εντάχθηκαν στη φροντίδα ηλικιωμένων τους τελευταίους τρεις μήνες του 2023.
«Αυτό δεν αποτελεί λύση για την απόλυτη κρίση που υπάρχει … Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένα ολοκληρωμένο σχέδιο. Αυτή τη στιγμή έχουμε τον δημόσιο τομέα να κλέβει (προσωπικό) από τον ιδιωτικό τομέα … Ό,τι και να κάνουμε, είτε μέσω αυτής της ειδικής ομάδας εργασίας … είτε μέσω άλλων (τρόπων) … δεν μπορούμε να λύσουμε τίποτα αν δεν έχουμε το εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό για να το κάνουμε».
«Έτσι νομίζω ότι το να παρουσιάσουμε ένα σχέδιο που δεν έχει ενσωματωμένο αυτό το στοιχείο, νομίζω ότι μάλλον αποτυγχάνουμε να αντιμετωπίσουμε το πραγματικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Αυστραλία αυτή τη στιγμή».
Όταν ερωτήθηκε ποια συγκεκριμένα στοιχεία της έκθεσης υποστηρίζει η αντιπολίτευση, απάντησε πως εκτιμά ότι «ότι υπάρχουν κάποιες πολύ καλές συστάσεις υψηλού επιπέδου που προήλθαν από την ειδική ομάδα εργασίας … Αλλά δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες που βρίσκονται πίσω από αυτές τις συστάσεις για να μπορέσουμε να αξιολογήσουμε τι είναι αυτό που σκοπεύουν να κάνουν».
«Στεκόμαστε πολύ ‘ανοιχτοί’, θα υποστηρίξουμε λογικές μεταρρυθμίσεις, αλλά θα θέλαμε επίσης να γνωρίζουμε ποιες είναι οι λεπτομέρειες πίσω από αυτές τις μεταρρυθμίσεις προτού αναλάβουμε οποιαδήποτε δέσμευση».
Η οργάνωση National Seniors Australia (NSA) σχολιάζοντας την νέα έκθεση επισήμανε ότι θα πρέπει να υπάρχει διαφάνεια και ένα ισχυρό σύστημα καταγραφής καταγγελιών, εάν η κυβέρνηση αποφασίσει να απαιτήσει από τους πιο εύπορους ηλικιωμένους να πληρώνουν περισσότερα για το κόστος της φροντίδας τους.
«Ο κόσμος πρέπει να καταλάβει (τι θα ισχύει). Δεν έχει σημασία αν (η συνεισφορά) είναι ατομική ή από την κυβέρνηση, θα πρέπει να υπάρχει διαφάνεια ως προς το πώς ξοδεύονται τα χρήματα. Επίσης, είναι σημαντικό να υπάρχει ένα ισχυρό σύστημα καταγγελιών», τόνισε ο CEO της NSA, Chris Grice.
Tο St Vincent’s Care, ο μεγαλύτερος μη κερδοσκοπικός πάροχος υπηρεσιών υγείας και φροντίδας ηλικιωμένων στην Αυστραλία -με 26 οίκους ευγηρίας σε Νέα Νότια Ουαλία, τη Βικτώρια και το Κουίνσλαντ- επιθυμεί η ομοσπονδιακή κυβέρνηση να υιοθετήσει τις συστάσεις που ζητούν από τους πλουσιότερους να πληρώνουν περισσότερα για τις δαπάνες φροντίδας.
«Το να ζητάμε από τους ηλικιωμένους Αυστραλούς που έχουν τα μέσα να συνεισφέρουν στη διαμονή τους και στα καθημερινά έξοδα της ζωής τους – ενώ η κυβέρνηση παραμένει ο κύριος χρηματοδότης της φροντίδας τους – είναι δίκαιο και ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της κοινότητας», δήλωσε ο επικεφαλής του St Vincent’s, Lincoln Hopper.
«Οι μεταρρυθμίσεις που προτείνονται από την ειδική ομάδα εργασίας θα δημιουργήσουν το σύστημα φροντίδας ηλικιωμένων ώστε να είναι βιώσιμο για την επόμενη γενιά. Καλούμε τώρα την κυβέρνηση να υιοθετήσει πλήρως τις συστάσεις της έκθεσης».
Η σταδιακή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, πρόσθεσε, θα επιτρέψει μια λογική μετάβαση.
«Οι συστάσεις αυτές ανοίγουν επίσης το δρόμο για μεγαλύτερη επιλογή σε μοντέλα φροντίδας για τους ηλικιωμένους μας».
Τι θα πράξει τελικά η κυβέρνηση παραμένει άγνωστο, αλλά θα πρέπει να δώσει απαντήσεις το συντομότερο.
Ο νέος Aged Care Act πρέπει να ψηφιστεί μέχρι την 1η Ιουλίου του τρέχοντος έτους και το τμήμα σχετικά με τα τέλη και τις πληρωμές είναι απλώς μια μεγάλη «μαύρη τρύπα» επί του παρόντος.