Το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο (Federal Court) έκρινε ότι δε μπορεί να ασκηθεί μήνυση κατά της Qatar Airways για το περιστατικό που συνέβη το 2020 στο αεροδρόμιο της Ντόχα, με ένοπλους φρουρούς να απομακρύνουν πέντε Αυστραλές γυναίκες από αεροσκάφος της, ώστε να υποβληθούν, σύμφωνα με τις καταγγελίες, σε αναγκαστικό επεμβατικό σωματικό έλεγχο, αφού τους αφαιρέθηκαν τα ρούχα (invasive strip searches).

Αν και απέρριψε την αγωγή κατά της αεροπορικής εταιρείας, ο Δικαστής John Halley αποφάσισε ότι οι καταγγέλλουσες θα μπορούσαν να κινηθούν νομικά κατά της Matar, της θυγατρικής της Qatar Airways που έχει προσληφθεί από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας του Κατάρ (QCAA) για τη διαχείριση του αεροδρομίου της Ντόχα (Hamad).

Οι πέντε Αυστραλές είχαν κινήσει νομική διαδικασία κατά της αεροπορικής το 2022, ενώ αργότερα προσέθεσαν στην υπόθεση την QCAA και την Matar για το περιστατικό που συνέβη στις 2 Οκτωβρίου του 2020, εν μέσω πανδημίας.

Ζητούν αποζημίωση για την υποτιθέμενη «παράνομη σωματική επαφή» (unlawful physical contact), τη λανθασμένη κράτησή τους και τις επιπτώσεις στην ψυχική τους υγεία, συμπεριλαμβανομένης της κατάθλιψης και της διαταραχής μετατραυματικού στρες.

Οι γυναίκες αυτές, ήταν μεταξύ των επιβατών που συνοδεύτηκαν από ένοπλους φρουρούς από αεροπλάνο της Qatar Airways με προορισμό το Σίδνεϊ, καθώς οι Αρχές αναζητούσαν τη μητέρα ενός νεογέννητου μωρού που βρέθηκε εγκαταλελειμμένο σε μια πλαστική σακούλα στο διεθνές αεροδρόμιο Hamad. Το βρέφος επέζησε.

Μεταφέρθηκαν σε ασθενοφόρα στον διάδρομο προσγείωσης και ορισμένες αναγκάστηκαν να υποβληθούν σε επεμβατικές εξετάσεις για να διαπιστωθεί αν είχαν γεννήσει πρόσφατα. Η αγωγή υποστηρίζει ότι μία επιβάτης αναγκάστηκε να υποβληθεί σε σωματικό έλεγχο κρατώντας στα χέρια τον πέντε μηνών γιο της.

Η Qatar Airways και η Matar προσπαθούσαν να αποδείξουν ότι οι «άνδρες με σκούρες στολές» που κατέβασαν τις γυναίκες από το αεροπλάνο, όπως ισχυρίζονται οι καταγγέλλουσες, ήταν αστυνομικοί του Κατάρ υπό τις διαταγές του υπουργείου Εσωτερικών του Κατάρ (MOI) και όχι υπάλληλοι ή πράκτορες της αεροπορικής εταιρείας ή του αεροδρομίου.

Υποστήριξαν επίσης ότι μια νοσοκόμα σε ασθενοφόρο που πραγματοποίησε τις εξετάσεις δεν ήταν υπάλληλός τους.

Η QCAA – που ανήκει στην κυβέρνηση του Κατάρ – ήταν το τρίτο μέρος που προστέθηκε στην αρχική αγωγή και ζητούσε ξεχωριστά την αναστολή της διαδικασίας λόγω ασυλίας (sovereign immunity).

Στην απόφαση επί των διαφόρων ενδιάμεσων αιτήσεων που εκδόθηκε, ο Δικαστής Halley συμφώνησε ότι η QCAA είχε ασυλία από τη δικαιοδοσία του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της Αυστραλίας και έκρινε ότι η Qatar Airways δε θα έπρεπε να δικαστεί για την υπόθεση, επειδή οι υπάλληλοί της δε θα μπορούσαν να έχουν επηρεάσει τις ενέργειες της Αστυνομίας του Κατάρ.

«Ο ισχυρισμός ότι η Qatar Airways ήταν σε θέση να ασκήσει οποιονδήποτε σχετικό έλεγχο επί των υπαλλήλων του MOI (Υπουργείου Εσωτερικών) που διενεργούσαν την αστυνομική επιχείρηση ή επί της νοσηλεύτριας στο ασθενοφόρο μπορεί δίκαια να χαρακτηριστεί ως ‘ευφάνταστη, ασήμαντη, απίθανη, ισχνή ή ως μία που διαψεύδεται από όλα τα διαθέσιμα έγγραφα ή άλλα υλικά’», ανέφερε η δικαστική απόφαση.

Η αγωγή ασκήθηκε σε αυστραλιανό δικαστήριο καθώς τόσο η Αυστραλία όσο και το Κατάρ είναι συμβαλλόμενα μέρη που έχουν υπογράψει τη σύμβαση του Μόντρεαλ, η οποία διέπει την ευθύνη των αεροπορικών εταιρειών σε όλο τον Κόσμο.

Σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή, μια αγωγή μπορεί να ασκηθεί ενώπιον των δικαστηρίων της δικαιοδοσίας όπου ζει ο επιβάτης.

Ο Δικαστής Halley έκρινε ότι οι προσφεύγοντες δεν ήταν σε θέση να ασκήσουν αγωγή κατά της αεροπορικής εταιρείας βάσει της σύμβασης του Μόντρεαλ, διότι η άποψη των γυναικών ότι η σύμβαση κάλυπτε οποιαδήποτε από τις εργασίες επιβίβασης ή αποβίβασης στο αεροσκάφος ήταν εσφαλμένη.

Διέταξε μάλιστα οι γυναίκες, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από την Marque Lawyers, να πληρώσουν τα δικαστικά έξοδα της Qatar Airways και της QCAA.

Ωστόσο, έκρινε ότι η Matar δεν είχε αποδείξει ότι οι υπάλληλοί της ή το συμβεβλημένο προσωπικό ασφαλείας δεν έδωσαν συγκεκριμένες οδηγίες στις γυναίκες κατά τη διάρκεια του περιστατικού.

Οι πέντε γυναίκες, επισήμανε ο Δικαστής, μπορούν να καταθέσουν εκ νέου αγωγές κατά της Matar για αμέλεια και συνυπευθυνότητα για επίθεση και ψευδή φυλάκιση.

Ο Damian Sturzaker της Marque Lawyers, που εκπροσωπεί τις καταγγέλλουσες, δήλωσε σχετικά «Εξετάζουμε προσεκτικά την αιτιολόγηση που έδωσε το Δικαστήριο και στον βαθμό που υπάρχουν λόγοι θα εξετάσουμε όλες τις οδούς για έφεση».

«Σημειώνουμε ωστόσο ότι οι αξιώσεις κατά του φορέα εκμετάλλευσης του αεροδρομίου, Matar, παραμένουν … Η αποφασιστικότητα των πελατών μας να συνεχίσουν να διεκδικούν τις απαιτήσεις τους παραμένει αμείωτη».

Η ακρόαση στο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο για τη διαχείριση της υπόθεσης εφεξής έχει οριστεί για τις 10 Μαΐου.

Η νομική διαδικασία ακολουθεί μήνες διαμάχης σχετικά με την άρνηση της αυστραλιανής κυβέρνησης στην προσπάθεια της Qatar Airways να αυξήσει τις πτήσεις προς την Αυστραλία.

Οι πέντε Αυστραλές καταγγέλλουσες είχαν γράψει στην υπουργό Μεταφορών, Catherine King, προτρέποντάς την να απορρίψει το αίτημα της αεροπορικής εταιρείας, με την κα King να δηλώνει ότι η εμπειρία τους αποτέλεσε παράγοντα στην τελική απόφασή της.