Απογοήτευση, δυσαρέσκεια, οργή… είναι μερικά μόνο από τα συναισθήματα που διακατέχουν τις οικογένειες των σχεδόν 800 ανθρώπων -μεταξύ των οποίων πολλοί συμπάροικοι- που έχασαν τη ζωή τους σε σχέση με λάθη που έγιναν στο πρόγραμμα καραντίνας σε ξενοδοχεία κατά τη διάρκεια του δεύτερου κύματος της πανδημίας COVID-19 στη Βικτώρια.
Από το 2020, ο γολγοθάς για συγγενείς και φίλους των θυμάτων συνεχίζεται, καθώς αναζητούν το ποιος πταίει για τις καταστάσεις που συνδέθηκαν σε πολλές περιπτώσεις -σύμφωνα με πόρισμα έρευνας που έγινε σχετικά- για τον άδικο χαμό των δικών τους. Θέλουν έστω την απόδοση ευθυνών, κάποιος να λογοδοτήσει.
Η αρμόδια Υπηρεσία της Βικτώριας (WorkSafe) είχε ασκήσει κατηγορίες στο Υπουργείο Υγείας της Πολιτείας τον Σεπτέμβριο του 2021, για 58 παραβάσεις του νόμου περί Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία (Occupational Health and Safety Act), μετά από έρευνα 15 μηνών που έγινε για το πρόγραμμα καραντίνας.
Η WorkSafe είχε ισχυριστεί ότι η κυβέρνηση απέτυχε να παράσχει ασφαλές εργασιακό περιβάλλον για τους υπαλλήλους της και έθεσε το κοινό σε κίνδυνο.
Το Υπουργείο Υγείας ήταν υπεύθυνο για το πρώτο πρόγραμμα καραντίνας ξενοδοχείων της Βικτώριας μεταξύ Μαρτίου και Ιουλίου του 2020.
Η δικαστική έρευνα που προηγήθηκε διαπίστωσε ότι το 99% των κρουσμάτων του δεύτερου κύματος της πανδημίας στην Πολιτεία μπορούσε να ιχνηλατηθεί με τους ιδιωτικούς φρουρούς ασφαλείας οι οποίοι νόσησαν στα ξενοδοχεία Rydges on Swanton και Stamford Plaza τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2020.
Το δεύτερο αυτό κύμα είχε ως συνέπεια περισσότερες από 18.000 νέες μολύνσεις, περί τους 800 θανάτους και ένα «lockdown» που διήρκεσε σχεδόν τέσσερις μήνες (112 ημέρες).
Τον Μάρτιο του 2023, Δικαστής έκρινε ότι υπήρχαν επαρκή στοιχεία για να στηρίξει μια καταδίκη και έστειλε το θέμα στο County Court για να γίνει η δίκη, η οποία είχε προγραμματιστεί να αρχίσει τη Δευτέρα.
Ωστόσο, η ποινική δίωξη έπαυσε λίγες ημέρες πριν διεξαχθεί η δίκη, αφού το County Court απέρριψε αποδεικτικά στοιχεία που αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια μία ξεχωριστής έρευνας ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Δέκα μάρτυρες είχαν καταθέσει, υπό την ηγεσία της Δικαστή Jennifer Coate, εκ μέρους του Υπουργείου Υγείας, και το Δικαστήριο έκρινε ότι βάσει της νομοθεσίας τα όσα είπαν δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην ποινική διαδικασία.
Οι κατηγορίες κατά του Υπουργείου Υγείας αποσύρθηκαν τη Μεγάλη Τρίτη, με την Εισαγγελία (Office of Public Prosecutions) να μην ασκεί έφεση κατά της απόφασης, δηλώνοντας ότι έχουν «αποδυναμωθεί σημαντικά» οι ισχυρισμοί της κατηγορούσας Αρχής.
«Η απόφαση του Δικαστηρίου ήταν ότι οι μάρτυρες αυτοί έδωσαν καταθέσεις στην έρευνα για λογαριασμό του Υπουργείου», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Εισαγγελίας.
«Για το λόγο αυτό, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι τα στοιχεία που προέκυψαν από αυτές τις καταθέσεις στην έρευνα (που προηγήθηκε) δεν ήταν αποδεκτά εναντίον του Υπουργείου σε αυτή την ποινική διαδικασία».
«Ο αποκλεισμός των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων αποδυνάμωσε σημαντικά την υπόθεση της κατηγορούσας αρχής» και τελικά δεν υπήρχαν εύλογες προοπτικές (reasonable prospects) για καταδίκη. Ως αποτέλεσμα, η ποινική δίωξη διακόπηκε.
Ο Σπύρος Βασιλάκης (Spiros Vasilakis), του οποίου η μητέρα Μαρία, ήταν ένα από τα θύματα της πανδημίας κατά την έξαρση στη «Βασιλειάδα» του Fawkner, εξοργίστηκε από την απόφαση. «Είναι ένα αστείο», δήλωσε στο Australian Associated Press (AAP). «Όσοι από εμάς χάσαμε συγγενείς, όλοι μας (υποθέτω) είμαστε απλώς σαστισμένοι και άναυδοι».
Το «νομικό κενό» που υπήρξε θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο και άλλες υποθέσεις, εκτίμησε ο ίδιος, καθώς ομαδικές αγωγές βρίσκονται ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου (Supreme Court) -εναντίον και της «Βασιλειάδας»- σχετικά με εξάρσεις της COVID-19.
Ο κ. Βασιλάκης επισήμανε ότι η παύση της ποινικής δίωξης κατά του Υπουργείου Υγείας στέλνει το μήνυμα ότι «δεν υπάρχει τίποτα να δείτε εδώ, προχωρήστε».
«(Λέει) ότι κανείς δεν είναι υπεύθυνος για αυτές τις ζωές, ενώ γνωρίζουμε ότι υπήρχαν πραγματικά άτομα που ήταν υπεύθυνα για να επιτρέψουν την εξάπλωση του ιού», είπε.
Ο Τζον Ατζαράκης (John Atzarakis), ο οποίος έχασε τη μητέρα του Φωτεινή, τον Ιούλιο του 2020, επίσης κατά την έξαρση στη «Βασιλειάδα», ανέφερε στο ABC ότι είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι κανείς δε θα λογοδοτήσει για το γεγονός ότι ο κορονοϊός ξέφυγε από την καραντίνα των ξενοδοχείων.
«Πραγματικά σοκαρίστηκα και απηύδησα», δήλωσε. «Η απόδοση ευθυνών σταμάτησε και ‘μπήκε στο ράφι’, λόγω κενών (στη νομοθεσία)».
Ο Σπύρος Δημητρίου (Spiros Dimitriou), ο οποίος έχασε τότε τον πατέρα του, Γιάννη (John), εξέφρασε επίσης την απογοήτευσή του, που κανείς δεν είχε θεωρηθεί υπεύθυνος.
«Είναι αρκετά απογοητευτικό όταν δεν υπάρχουν αποτελέσματα ή δράσεις μετά από αυτό που συνέβη», είπε στην The Age.
«Και οι δύο κυβερνήσεις (ομοσπονδιακή και πολιτειακή) απέτυχαν … 100%».
«Δεν θα έπρεπε να έχει καν κολλήσει COVID (ο πατέρας μου)».
Αν και έπασχε από άνοια όταν πέθανε, αναγνώριζε ακόμα την οικογένειά του, συμπεριλαμβανομένων των εννέα εγγονιών του.
«Δεν θα το ευχόσουν αυτό στον εχθρό σου», δήλωσε ο κ. Δημητρίου. «Έχουν περάσει τέσσερα χρόνια [και] εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι κάθε ένας από αυτούς τους ενοίκους (του οίκου ευγηρίας), συμπεριλαμβανομένου του πατέρα μου, θα έπρεπε να είναι ακόμα εδώ μαζί μας σήμερα».
«Θα έπρεπε να γιορτάζει το Πάσχα με την οικογένειά του».
Εκπρόσωπος της WorkSafe, σχολίασε ότι η Υπηρεσία «είναι βαθιά απογοητευμένη από την απόφαση να διακοπεί η ποινική διαδικασία».
«Ως ανεξάρτητη Ρυθμιστική Αρχή, η WorkSafe προσπαθεί να επιβάλει τα υψηλότερα πρότυπα υγείας και ασφάλειας για τους εργαζόμενους και την κοινότητα που υπηρετεί».
Εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας, σε δήλωσή του ανέφερε σχετικά «χαιρόμαστε που το θέμα αυτό επιλύθηκε, αποφεύγοντας μια μακρά και δαπανηρή δίκη, για συνθήκες επί των οποίων έχει ήδη διεξαχθεί δημόσια έρευνα σε σχέση με το πρόγραμμα καραντίνας σε ξενοδοχεία».
Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης της Βικτώριας, John Pesutto, αμφισβήτησε την αιτιολόγηση της Εισαγγελίας για την εγκατάλειψη της δίκης και δήλωσε ότι οι πολίτες θα αναρωτηθούν γιατί κανείς δεν λογοδοτεί.
«Νομίζω ότι αυτό θα είναι βαθιά απογοητευτικό για τους κατοίκους της Βικτώριας».
«Αυτό που θέλουν … είναι κάποιος δίκαια και λογικά να θεωρηθεί υπεύθυνος».
«Κάποιος πρέπει να λογοδοτήσει κάπου και φαίνεται ότι με αυτή την κυβέρνηση κανείς δεν λογοδοτεί για τίποτα».
«Εάν τα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα Coate δεν ήταν αποδεκτά, υπάρχουν άλλοι τρόποι να προσκομίσετε στοιχεία σε μια ποινική διαδικασία».
Η πρωθυπουργός της Βικτώριας, Jacinta Allan, κατηγόρησε τον κ. Pesutto για την αμφισβήτησης της Εισαγγελίας.
«Αυτή ήταν μια απόφαση της ανεξάρτητης (Εισαγγελίας)», δήλωσε.
«Πρόκειται για το ίδιο Φιλελεύθερο Κόμμα που είπε ‘ας τον αφήσουμε (τον κορονοϊό) να θερίσει (let it rip)’ – δεν ήθελαν μέτρα περιορισμού στην κοινότητα».
Ο Δικαστής Andrew Palmer, του County Court, σε σχέση με τα επίμαχα αποδεικτικά στοιχεία ανέφερε ότι «η Εισαγγελία δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει τις καταθέσεις των μαρτύρων ή τις προφορικές μαρτυρίες που παρείχαν οι μάρτυρες στην έρευνα (που προηγήθηκε)».
Ο πρώην επικεφαλής Εισαγγελέας του Στέμματος Gavin Silbert, KC, εξήγησε στην The Age, ότι ένα άτομο προστατεύεται από την αυτοενοχοποίηση (self-incrimination) όταν καταθέτει σε μια έρευνα, πράγμα που σημαίνει ότι τα στοιχεία που δίνει δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένης της ποινικής δίωξής του.
Ωστόσο, πρόσθεσε, σε περιπτώσεις όπου τα αποδεικτικά στοιχεία είχαν κηρυχθεί απορριπτέα (inadmissible), οι εισαγγελείς θα μπορούσαν να ξεκινήσουν μία νέα έρευνα.
«Αυτό που πρέπει να κάνει μια εισαγγελική Αρχή σε αυτή την περίπτωση είναι να ξεκινήσει από το μηδέν και να βάλει στην άκρη … όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί», είπε.
«Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να πάνε στους μεμονωμένους μάρτυρες και να πάρουν νέες καταθέσεις».
Ο Δικαστής Palmer είπε επίσης ότι οι καταθέσεις των μαρτύρων θα μπορούσαν να έχουν ληφθεί βάσει των εξουσιών του Occupational Health & Safety Act και θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτές.
«Είναι πιθανό ότι αυτά τα έγγραφα θα μπορούσαν να έχουν ληφθεί με τη χρήση εξουσιών εξαναγκασμού βάσει του [νόμου περί OH&S Act], αλλά αυτό το ερώτημα μπορεί να επιφυλαχθεί για μια άλλη ημέρα», ανέφερε ο Δικαστής.