Πάσχα, μια λέξη που μαγνητίζει άσχετα με το τι πιστεύει ο καθένας και, φυσικά, δεν είναι όπως ήταν…

Πάσχα εν χαρά αλλήλους περιπτυξόμεθα, λέει ένας ύμνος στους ναούς. Δεν γίνεται όμως να περιπτυξόμεθα με τους πολέμους και τις ατελείωτες επιπλοκές που γίνονται στον κόσμο.

Στο τέλος της Αναστάσιμης ακολουθίας, ο Άγιος Γιάννης στο λόγο του λέει: “Πλούσιοι και πένητες μετ’ αλλήλων χορεύσατε … η τράπεζα γέμει τρυφής…”

Αμ, δεν… γέμει, μιας και εκατομμύρια άνθρωποι πεινούν. Βέβαια αυτό είναι… αλλουνού παπά Ευαγγέλιο.

Λέει ένα ποίημα:

Φέρνω στο νου μου κάποια Πασχαλιά

Πάντα περίμενα νάρθει το Πάσχα

μια νύχτα ήσυχη κει στο χωριό

τ’ άστρα έφεγγαν κει στα ουράνια

σα νάτανε συμπεθεριό.

Τώρα που βρίσκομαι μακριά στα ξένα

πάντα η σκέψη μου εκεί γυρνά=

βλέπω να έρχονται κείνες οι μέρες

είν’ όμως ψέματα και η καρδια πονά.

Αχ, Πασχαλιές που φύγατε

και πίσω δεν γυρνάτε.

Ένα άλλο ποίημα λέει:

Στ’ αγαπημένο μου χωριό πάντα χαρές και γέλια

στ’ αλώνια τραγουδιών φωνές ξεφάντωμα στ’ αμπέλια

κι όταν χορεύει η λεβεντιά της Πασχαλιάς τη μέρα

βροντοχτυπάει το τύμπανο και κελαηδεί φλογέρα.

Κάθε χωριό έχει τα έθιμά του και το δικό μου το ίδιο.

Από την Κυριακή των Βαΐων άρχιζε ο καθαρισμός στις αυλές, το άσπρισμα στις μάντρες και στα ζώα ακόμη. Θυμάμαι το μουλαράκι μας τον Κίτσο, τις γιδούλες μας, τη Λιάρα και την Μπάλια, το γουρουνάκι μας, τις δύο γαλοπούλες, τις κοτούλες, τα κουνέλια και 4-5 κατσικάκια για τη σφαγή -ναι, για τη σφαγή- που μας εξασφάλιζαν κρέας για αρκετό καιρό. Τα δίναμε στο χασάπη.

Το χωριό μας δεν είχε πρόβατα γιατί ήταν ορεινό, σε υψόμετρο 850 μέτρων.

Κάθε βράδυ πηγαίναμε στο ναό και ψάλλαμε τον “Νυμφίο”, το ‘Τροπάριο της Κασσιανής”, κατόπιν κάναμε το Ευχέλαιο, τη Σταύρωση, τον Επιτάφιο, την Ανάσταση, το Πάσχα…

Και κάτι άλλο που δεν μου έχει πει κάποιος και γινότανε στο χωριό μου: Την ώρα που ο παπάς έλεγε το “Δεύτε λάβετε φως”, έξω γινόταν… χαμός. Ομοβροντίες με χλωριούχο κάλιο και θειάφι… Τις έλεγαν σκόνες και τις χτύπαγαν με το σφυρί.

Από το ναό φεύγαμε στις 4 ή ώρα γι’ αυτό πριν πάμε στην εκκλησία κοιμόμαστε από τις 7 το απόγευμα ώρα μέχρι τις 10 το βράδυ.

Είχαμε και τα άλλα έθιμα, όπως τα κουλούρια.

Εμείς δεν ψήναμε αρνί, αλλά κατσίκι στο φούρνο. Μετά από το μεσημεριανό φαγητό βγαίναμε στα αλώνια και χορεύαμε, τραγουδάγαμε ή πηγαίναμε να χαιρετήσουσουμε κάποιον Τάσο, Τασούλα, Λάμπρο, Λαμπρινή ή Πασχάλη.

Τέλος, για το Πάσχα ο μεγάλος Νίκος Καζαντζάκης έχει γράψει ότι μόνο όποιος γίνει παιδί θα νιώσει τι είναι Πάσχα.