Ο αριθμός των ανήλικων παραβατών αυξάνεται για πρώτη φορά εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία στην Αυστραλία, την ίδια ώρα που πληθαίνουν μάλιστα οι ιδεολογικές εντάσεις σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης του μείζονος αυτού προβλήματος.

Ειδικότερα, όπως ανέφερε το ABC, ενώ ο αριθμός των παιδιών και των εφήβων που διέπραξαν εγκλήματα ήταν σε σταθερά πτωτική πορεία από το 2010-2011 και έπειτα, το ποσοστό αυξήθηκε κατά 6% το περασμένο οικονομικό έτος.

Οι εγκληματολόγοι λένε ότι είναι πολύ νωρίς για να πούμε αν πρόκειται για παρέκκλιση ή για τάση που θα συνεχιστεί.

Αλλά και μία ανάλυση των στοιχείων της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ABS) κατέδειξε ότι το ποσοστό υποτροπής σε παραβάσεις (recidivism) ενισχύεται επίσης, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα προγράμματα εκτροπής (diversion programs) αποτυγχάνουν να αλλάξουν τη συμπεριφορά των νέων.

Η αρμόδια Επίτροπος για τα Παιδιά της Δυτικής Αυστραλίας, Jacqueline McGowan-Jones, επισήμανε σχετικά ότι «αυτό που έχουμε τώρα είναι ένας μικρός αριθμός παιδιών που παγιώνεται σε αυτή τη συμπεριφορά».

«Το διακύβευμα είναι απίστευτα υψηλό και πρέπει να αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε τα βαθύτερα αίτια αυτής της συμπεριφοράς, καθώς χάνουμε μια γενιά παιδιών».

Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν «ανεπίσημες ενδείξεις» για την πρόσφατη αύξηση των πιο τακτικών και επιθετικών παραβάσεων νέων, τις οποίες ορισμένοι θεωρούν υπερβολικές λόγω της κάλυψης που γίνεται για το «κυνήγι εντυπώσεων» από τα μέσα ενημέρωσης και τις απόψεις του «όχλου» στα social media.

Το πρόβλημα είναι πιο έντονο στα περιφερειακά κέντρα, όπου ορισμένοι κάτοικοι συγκεντρώνουν χρήματα για να προσλάβουν ιδιωτικούς φρουρούς ασφαλείας, ενώ φυλετικές εντάσεις αναζωπυρώνονται, με την εμφάνιση και «εκδικητών».

«Ο όγκος των παραβάσεων από ‘σκληροπυρηνικούς’ νεαρούς παραβάτες αυξάνεται, και αυτό είναι το πρόβλημα», ανέφερε από την πλευρά του ο εγκληματολόγος, Terry Goldsworthy.

«Ένα άτομο που έχει πέσει θύμα … δεν ενδιαφέρεται αν είναι το ίδιο άτομο που διέρρηξε το σπίτι του τρεις φορές ή ένα διαφορετικό άτομο – το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι ότι πέφτει θύμα παραβίασης».

«Είναι ο όγκος του εγκλήματος που … ενδιαφέρει, και αυτό βλέπουμε. Νομίζω λοιπόν ότι υπάρχει ακραία ανησυχία και ακραίος θυμός στην κοινότητα».

Στο μεταξύ εντείνεται και η «διαμάχη» για το αν πρέπει να υιοθετηθεί μια προσέγγιση που στοχεύει στην εκτροπή, με έμφαση στην ευημερία των παιδιών ή με έμφαση στην πιο αυστηρή επιβολή του νόμου και της τάξης.

Πρόκειται για ολοένα και πιο περίπλοκο ηθικό και πολιτικό δίλημμα για τις κυβερνήσεις σε ολόκληρη την Αυστραλία.

Και είναι μια ιδεολογική συζήτηση που διεξάγεται σε πραγματικό χρόνο σε πόλεις που μαστίζονται από την ανεξέλεγκτη εγκληματικότητα.

Για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, η πίεση αυξάνεται σε δύο μέτωπα.

Από τη μία, οι κοινότητες απαιτούν από την κυβέρνηση να περιορίσει την έξαρση της νεανικής παραβατικότητας που κάνει τους κατοίκους να αισθάνονται ανασφαλείς και ωθεί ορισμένους να εγκαταλείψουν τις περιοχές που ζουν.

Παράλληλα, αυξάνεται η ανησυχία για την «τιμωρητική» προσέγγιση που ακολουθείται σε σχέση με τα παιδιά που έχουν «προετοιμαστεί για να αποτύχουν» μέσω της παραμέλησης από την οικογένεια, της κοινοτικής αδιαφορίας και των ελαττωματικών συστημάτων πρόνοιας πολύ πριν από την πρώτη τους σύλληψη.

Πολλά από αυτά έχουν μη διαγνωσμένες νευρολογικές βλάβες και έχουν εκτεθεί σε βία, φτώχεια και κατάχρηση ουσιών, τραγικές καταστάσεις.

«Υπάρχει κάποια ένταση μεταξύ των δύο πραγματικοτήτων – το παιδί είναι θύμα την ίδια στιγμή που είναι δράστης», εξήγησε η Δρ Goldsworthy.

«Και νομίζω ότι αυτό μερικές φορές μπερδεύει το σύστημα ως προς τον τρόπο με τον οποίο ανταποκρινόμαστε».

«Γνωρίζουμε ότι αν αντιμετωπίσεις ζητήματα γύρω από την ενδοοικογενειακή βία, την πρόσβαση σε τρόφιμα και ούτω καθεξής, μειώνεις την παραβατικότητα, αλλά αυτού του είδους τα προγράμματα δεν ‘πουλάνε’ απαραίτητα καλά κατά την προεκλογική περίοδο».

«Έτσι, υπό αυτή την έννοια, νομίζω ότι τα συστήματά μας αποτυγχάνουν και αυτού του είδους τα στατιστικά στοιχεία δεν προκαλούν έκπληξη».

«Νομίζω ότι θα είναι μια συνεχής συζήτηση και θα πολιτικοποιηθεί ακόμη περισσότερο».