Οι εισαγγελείς απέσυραν την κατηγορία για δολοφονία εναντίον που είχαν ασκήσει ενός 12χρονου κοριτσιού, αφού φερόταν να μαχαίρωσε μέχρι θανάτου μια 37χρονη γυναίκα σε διαμέρισμα στο Footscray της Μελβούρνης τον Νοέμβριο πέρυσι.
Η σχέση μεταξύ της 12χρονης και της γυναίκας παραμένει ασαφής, επισήμανε το ABC.
Το παιδί βρέθηκε την Πέμπτη ενώπιον του Children’s Court of Victoria, αλλά, όπως έγινε γνωστό δεν αντιμετωπίζει πλέον την κατηγορία για φόνο.
Στη Βικτώρια, υπενθυμίζεται, τα παιδιά ηλικίας μεταξύ 10 και 14 ετών καλύπτονται από την Αρχή «Doli Incapax», η οποία τους παρέχει το τεκμήριο αθωότητας επειδή δεν έχουν τη διανοητική ικανότητα να θεωρηθούν ποινικά υπεύθυνα για τις πράξεις τους.
Ωστόσο, το Δικαστήριο μπορεί να κρίνει ένοχο έναν ανήλικο, εάν η Εισαγγελία μπορεί να αποδείξει ότι γνώριζε πως οι πράξεις του ήταν «ηθικά λανθασμένες».
Στην προκειμένη περίπτωση, οι εισαγγελείς περίμεναν την έκθεση ενός ψυχιάτρου προτού λάβουν την απόφασή τους, να αποσύρουν την κατηγορία για δολοφονία και δύο άλλα αιτήματα. Κάτι που έγινε δεκτό από τον Δικαστή.
Σε ανακοίνωσή της, η Αστυνομία ανέφερε ότι απέσυρε επίσης την κατηγορία μετά από συμβουλή του διευθυντή της Εισαγγελίας (Director of Public Prosecutions).
«Η θέση του διευθυντή ήταν ότι δεν υπήρχαν εύλογες προοπτικές καταδίκης σε αυτό το θέμα, επειδή η Εισαγγελία δε θα ήταν σε θέση να αντικρούσει το τεκμήριο του doli incapax» επισήμανε το αστυνομικό ανακοινωθέν.
«Η οικογένεια του θύματος έχει ενημερωθεί και θα συνεχίσουμε να την υποστηρίζουμε καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας. Οι σκέψεις μας είναι μαζί τους σήμερα».
Η υπόθεση παραπέμπεται πλέον στο Coroner’s Court.
Η 12χρονη, υπενθύμιζε το AAP και η Herald Sun, είχε βρεθεί στο διαμέρισμα στο Footscray, μέσα στα αίματα, φορώντας ένα φόρεμα το μέσα έξω και το εμπρός πίσω, νωρίς το πρωί της 16ης Νοεμβρίου 2023.
Σύμφωνα με τα όσα έγιναν γνωστό στο Δικαστήριο όταν οι αστυνομικοί έφτασαν επί τόπου βρήκαν το παιδί και δύο γείτονες να περιμένουν έξω από την οικία.
Οι γείτονες είχαν καλέσει το «000» αφού ξύπνησαν από ένα θόρυβο γύρω στη 1.30 π.μ. και εντόπισαν τη 12χρονη να κλαίει στο διάδρομο.
Το κορίτσι είπε σε έναν από τους γείτονες ότι η 37χρονη είχε αυτοκτονήσει, λέγοντας ότι είχε προσπαθήσει να τη σύρει στο ντους.
Οι γείτονες μπήκαν στο διαμέρισμα και βρήκαν το άψυχο σώμα της γυναίκας στο πάτωμα του μπάνιου, γυμνό και γεμάτο μαχαιριές.
Στο χέρι του θύματος φέρεται να βρέθηκε ένα μαχαίρι, ενώ δίπλα στο πτώμα υπήρχε ένα ζευγάρι ματωμένα λευκά αθλητικά παπούτσια.
Τα παπούτσια και το μαχαίρι, μαζί με ψεύτικα νύχια, προφυλακτικά, κουτιά αποσμητικού και ρούχα, κατασχέθηκαν από την Αστυνομία.
Οι εισαγγελείς είχαν καταθέσει αίτημα από τον Δικαστή να τους επιτρέψει να πάρουν DNA από τη 12χρονη για να το συγκρίνουν με τα νύχια και τα παπούτσια.
Ο Δικαστής επισήμανε ζητήματα σχετικά με τη διανοητική ικανότητα του παιδιού να συναινέσει στη χορήγηση DNA λόγω νοητικής αναπηρίας και επειδή εκτιμάται ότι έχει την ωριμότητα ενός παιδιού με τη μισή της ηλικία.
Το παιδί ζούσε σε μονάδα φροντίδας (state residential care unit) εκείνη την εποχή και είχε εξαφανιστεί για δύο εβδομάδες όταν βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος.
Μετά τη σύλληψη της, δύο Δικαστήρια της Βικτώριας ενημερώθηκαν για τα προβλήματα που υπήρχαν στην ανατροφή της, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρισμών ότι υπέστη κακοποίηση και ότι το είχε σκάσει 275 φορές από εγκαταστάσεις φροντίδας.
Η Αστυνομία είχε αναφέρει ενώπιον της Δικαιοσύνης ότι το παιδί φέρεται να είχε πραγματοποιήσει αρκετές βίαιες επιθέσεις πριν από το αιματηρό περιστατικό του Νοεμβρίου.
Η Επίτροπος της Βικτώριας για τα Παιδιά και τους Νέους δήλωσε ότι είχε «σημαντικές ανησυχίες» σχετικά με τη φροντίδα που παρασχέθηκε στη 12χρονη προτού εμπλακεί σε αυτή την υπόθεση και ξεκίνησε έρευνα για πιθανές παραλείψεις στο σύστημα.
Από τον Νοέμβριο και έπειτα, το κορίτσι έμενε σε ασφαλείς εγκαταστάσεις μαζί με άλλα παιδιά, αν και «τεχνικά» βρισκόταν ελεύθερη με εγγύηση.
Αναμένεται ότι πλέον θα φιλοξενηθεί σε ασφαλή «ειδική εγκατάσταση» στη Μελβούρνη.