Στο 4,1% ανήλθε το ποσοστό της ανεργίας τον Απρίλιο, ξεπερνώντας τις προσδοκίες των οικονομολόγων, που περίμεναν μεν αύξηση, αλλά όχι σε αυτόν τον βαθμό.

Τον Μάρτιο η ανεργία ήταν στο 3,9%, καθώς υπήρξε αναθεώρηση προς τα πάνω σε σχέση με το αρχικό ποσοστό του 3,8% που είχε δώσει η Εθνική Στατικής Υπηρεσία (ABS) και η αγορά ανέμενε ότι η άνοδος τον Απρίλιο θα ήταν της τάξης του 0,1%.

Καταγράφηκε μεν μία αύξηση -κατά 38.500- στον αριθμό των απασχολούμενων, αλλά και κατά 30.000 στον αριθμό των ατόμων που αναζητούν εργασία.

Και αν κάτι θετικό υπάρχει στα στοιχεία αυτά, ειδικά για τους δανειολήπτες, είναι πως εγείρονται περαιτέρω αμφιβολίες για το αν η Αποθεματική Τράπεζα της Αυστραλίας (RBA) που παρακολουθεί στενά τα οικονομικά στοιχεία θα προχωρήσει εντέλει σε νέες αυξήσεις των επιτοκίων.

Ενδεικτικά, τον Φεβρουάριο η ανεργία ήταν στο 3,7% και μέσα σε δύο μήνες «σκαρφάλωσε» στο 4,1% που ναι μεν δεν είναι υψηλό αν συγκριθεί ακόμα και με την εγχώρια κατάσταση προ πανδημίας (ή με άλλες χώρες στο εξωτερικό), αλλά δείχνει πως καταγράφεται επιβράδυνση της ισχύος της Οικονομίας.

Το ποσοστό των ανέργων τόσο στη Βικτώρια όσο και στη Νέα Νότια Ουαλία αυξήθηκε τον Απρίλιο κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες, στο 4,2% και 4% αντίστοιχα.

Η ανεργία παραμένει η χαμηλότερη στην Περιοχή της Πρωτεύουσας, στο 3,8%, παρά το «άλμα» κατά 0,9%.

Το χαμηλότερο ποσοστό μεταξύ των Πολιτειών είχε η Δυτική Αυστραλία, με 3,9% (+0,5%).

Ο επικεφαλής των Στατιστικών Εργασίας της ABS, Bjorn Jarvis αιτιολόγησε την άνοδο της ανεργίας σημειώνοντας ότι το ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας – όσοι εργάζονται ή αναζητούν εργασία – αυξήθηκε στο 66,7% κατά τη διάρκεια του μήνα (και η απασχόληση στα 14.300.000 άτομα).

«Η αύξηση της ανεργίας κατά 30.000 άτομα αντανακλά περισσότερα άτομα που δεν είχαν διαθέσιμες θέσεις εργασίας και αναζητούσαν εργασία, αλλά και περισσότερα άτομα από το συνηθισμένο που δήλωσαν ότι είχαν μια θέση εργασίας στην οποία περίμεναν να ξεκινήσουν», είπε.

Ο ομοσπονδιακός προϋπολογισμός προβλέπει ότι η ανεργία θα διαμορφωθεί στο 4,5% του χρόνου.

Κατά την ομιλία του για τον νέο προϋπολογισμό, ο υπουργός Οικονομικών, Jim Chalmers, έθεσε την Οικονομία της Αυστραλίας στο παγκόσμιο πλαίσιο, κάνοντας λόγο για «τεταμένες και εύθραυστες» συνθήκες διεθνώς.

«Η παγκόσμια Οικονομία είναι ανθεκτική σε ορισμένα σημεία της, αλλά συνολικά υποτονική», είπε.

«Ο πληθωρισμός παρατείνεται στη Βόρεια Αμερική, η ανάπτυξη επιβραδύνεται στην Κίνα και είναι χλιαρή στην Ευρώπη, οι εντάσεις έχουν κλιμακωθεί στη Μέση Ανατολή και επιμένουν στην Ουκρανία, οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού κατακερματίζονται».

«Αυτή η αβεβαιότητα σε συνδυασμό με τις πιέσεις του κόστους ζωής και τα υψηλότερα επιτόκια επιβραδύνουν την Οικονομία μας, με την ανάπτυξη να προβλέπεται να είναι μόλις 1,75% αυτό το οικονομικό έτος και 2% το επόμενο».

«Η βραδύτερη ανάπτυξη σημαίνει μια πιο ‘ήπια’ αγορά εργασίας, με την ανεργία να αναμένεται να αυξηθεί ελαφρώς στο 4,5% το επόμενο έτος, ακόμη και αν δημιουργήσουμε δεκάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας».

«Θέλω οι πολίτες να γνωρίζουν ότι, παρά τα όσα μας έρχονται, είμαστε από τις οικονομίες που βρίσκονται στις καλύτερες θέσεις για να διαχειριστούμε αυτές τις αβεβαιότητες και να μεγιστοποιήσουμε τις ευκαιρίες μας. Έχουμε έναν αξιοζήλευτο συνδυασμό συγκρατημένου πληθωρισμού, ρεκόρ νέων θέσεων εργασίας, σχεδόν ρεκόρ συμμετοχής, αύξηση των πραγματικών μισθών, το χαμηλότερο μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δύο φύλων και επέκταση των επιχειρηματικών επενδύσεων».

Ο «σκιώδης υπουργός» Οικονομικών, Angus Taylor «απάντησε» ότι «σε αυτούς τους αβέβαιους οικονομικούς καιρούς, οι πολίτες χρειάζονταν μια οικονομική ατζέντα» σταθερότητας με «επιστροφή στα βασικά».

«Μέχρι να δούμε ένα πραγματικό οικονομικό σχέδιο από τους Εργατικούς για τη βιώσιμη τιθάσευση του πληθωρισμού με αξιόπιστο τρόπο και την ανάπτυξη της Οικονομίας, τότε η Αυστραλία θα συνεχίσει να πηγαίνει προς τα πίσω με την κυβέρνηση αυτή … (που) απέτυχε για τρίτη φορά να αντιμετωπίσει την πηγή του πληθωρισμού και του κόστους ζωής που αισθάνονται οι οικογένειες και οι επιχειρήσεις σε όλη τη χώρα μας».