Οι «Διασπορικοί Διάλογοι» του Θεματικού Δικτύου για την Ελληνική Διασπορά έχουν σκοπό να διαδώσουν στην Ελλάδα αλλά και ευρύτερα τις απόψεις και το έργο εκπροσώπων της κοινωνίας πολιτών, θεωρητικών, ακαδημαϊκών και ερευνητών που ασχολούνται ενεργά με την ελληνική Διασπορά.

Προωθώντας το διάλογο και την αλληλεπίδραση, οι «Διασπορικοί Διάλογοι» επιδιώκουν να αναδείξουν τις φωνές όλων των Διασπορών (ελληνοαυστραλιανής, ελληνοαμερικανικής κ.λπ.) και να συζητήσουν εναλλακτικές προτάσεις και πρωτοβουλίες για το μέλλον τους.

Συνέντευξη: Μαρία Φιλιώ Τριδήμα, Συντονίστρια Θεματικού Δικτύου για την ελληνική Διασπορά, Ινστιτούτο ΕΝΑ με τον καθηγητή Γιώργο Αναγνώστου, κάτοχο της έδρας «Μιλτιάδης Μαρινάκης για τη Nεοελληνική Γλώσσα και τον Πολιτισμό» στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Οχάιο των ΗΠΑ.

Η Μαρία-Φιλιώ Τριδήμα, Συντονίστρια Θεματικού Δικτύου για την ελληνική Διασπορά, Ινστιτούτο ΕΝΑ

Στις συνεντεύξεις σας αναφέρεστε συχνά στην ανάγκη να αναγνωριστούν θεσμικά οι ελληνοαμερικανικές σπουδές ως διακριτό επιστημονικό πεδίο.

Ούσα κοινωνιολόγος, θα ήθελα να ρωτήσω για ποιο λόγο η κοινωνιολογία, η ιστορία κ.λπ., που ερευνούν τις διασπορικές ομάδες και τις εμπειρίες τους, δεν μπορούν να μελετήσουν την ελληνική Διασπορά των ΗΠΑ;

Πράγματι, αναφέρομαι συχνά στην ανάγκη θεσμικής ενδυνάμωσης των ελληνοαμερικανικών σπουδών. Στα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, τα οποία γνωρίζω καλύτερα λόγω της διδακτικής και ερευνητικής μου εμπειρίας, αντιμετωπίζω συχνά την εξής κατάσταση: ένα σημαντικό φάσμα ελληνοαμερικανικών θεμάτων και εμπειριών, όπως είναι η λογοτεχνία, οι κοινωνικές αλλαγές, η νέα γενιά (Ελληνοαμερικανών), οι πολιτικές συμπεριφορές, οι πολιτισμικές εκφράσεις (όπως ντοκιμαντέρ, αυτοβιογραφίες, standup comedy κ.λπ.), είτε είναι περιθωριοποιημένες είτε παραμένουν αδιερεύνητες.

Υπάρχουν τεράστια κενά στην κατανόηση της ελληνοαμερικανικής εμπειρίας, που δεν είναι δυνατόν να καλυφθούν από το υπάρχoν ερευνητικό δυναμικό, και πολλοί λόγοι που εξηγούν την «περιθωριοποίηση» των ελληνοαμερικανικών θεμάτων.

Κλάδοι όπως η Ανθρωπολογία –και μιλάω πάντα σε σχέση με το αμερικανικό πανεπιστήμιο– οι Αμερικανικές Σπουδές, οι Πολιτισμικές Σπουδές, οι σπουδές εθνότητας, οι σπουδές γύρω από το φύλο κ.λπ. δεν θεωρούν ότι αυτή η δημογραφικά μικρή και αφομοιωμένη εθνοτική ομάδα έχει πολλά να προσφέρει στην κατανόηση της πολυπολιτισμικής Αμερικής. Υπάρχουν ερευνητές, βέβαια, που στρέφουν την προσοχή τους σε αναγνωρισμένους συγγραφείς και βραβευμένα κείμενα, όπως είναι του Jeffrey Eugenides και του George Pelecanos, αλλά δεν ενδιαφέρονται για ό,τι θεωρείται ελάσσον και περιφερειακό.

Το γεγονός ότι ο αριθμός των Ελληνοαμερικανών ερευνητών στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες είναι σχετικά μικρός, για διάφορους ιστορικούς και κοινωνιολογικούς λόγους, στους οποίους δεν θα αναφερθώ τώρα, επίσης δεν βοηθάει.

Υπάρχει ακόμη ένας ανασταλτικός παράγοντας, που σχετίζεται με το γεγονός ότι μια πληθώρα ελληνοαμερικανικών αφηγημάτων προκρίνει και παράγει ουσιοκρατικές αντιλήψεις ταυτότητας και απλουστευτικές αναπαραστάσεις της ελληνοαμερικανικής κοινότητας και της Αμερικής.

Χρειάζεται να σκύψει κανείς και να «σκάψει» βαθύτερα στο αρχείο και να «απλωθεί» πλατύτερα στην πολιτισμική παραγωγή, ώστε να φέρει σε κοινή θέα τα πολλά ενδιαφέροντα θέματα και ερωτήσεις.

Επίσης, αν και υπάρχουν στιβαρά Προγράμματα Νεοελληνικών Σπουδών στην Αμερική, η κλίμακα της μελέτης των ελληνοαμερικανικών θεμάτων είναι περιορισμένη, για λόγους ιστορικούς, τους οποίους έχω καλύψει σε άλλα άρθρα μου.

Γενικά, θα έλεγα ότι το ελληνοαμερικανικό γνωσιολογικό πεδίο κατατάσσεται χαμηλά στις ακαδημαϊκές ιεραρχίες των πανεπιστημίων. Το ζήτημα λοιπόν που αφορά το μέλλον του γνωστικού αντικειμένου που αποκαλούμε «ελληνοαμερικανικές σπουδές στην Αμερική», προκύπτει πιο επιτακτικά από ποτέ και εξηγεί την επιμονή μου στο θέμα.

Υπάρχουν, βέβαια, και άλλα εξίσου σημαντικά πεδία, όπως είναι οι ελληνοαυστραλιανές και οι ελληνοκαναδικές σπουδές, καθώς και οι διασπορικές σπουδές στη Λατινική Αμερική, οι οποίες αντιμετωπίζουν αρκετές από αυτές τις προκλήσεις, και θα είναι ενδιαφέρων ο διάλογος με ερευνητές που κινούνται σε αυτά τα πεδία.

Ο καθηγητής Γιώργος Αναγνώστου, όταν είχε επισκεφθεί τη Μελβούρνη. Φωτογραφίες: Supplied

H συστηματική έρευνα και η αρχειακή καταγραφή της μεταναστευτικής εμπειρίας των Ελλήνων στην Αμερική, υπό το πρίσμα των ελληνοαμερικανικών σπουδών, όπως επιθυμείτε, προϋποθέτει τη δημιουργία Πανεπιστημιακών Τμημάτων στην Ελλάδα όπου θα ερευνάται η ελληνοαμερικανική κουλτούρα, οι ελληνοαμερικανικές τέχνες, η πολιτική κ.λπ. Πόσο «κοντά» είναι τα ελληνικά πανεπιστήμια σε αυτή την κατεύθυνση;

Η ερώτηση δίνει την ευκαιρία για μια αρχική χαρτογράφηση της θέσης των Διασπορών στο ελληνικό πανεπιστήμιο.

Θα αναφερθώ στα παραδείγματα των Διασπορών σε νέες πατρίδες, όπως της Βόρειας Αμερικής και της Αυστραλίας. Υπάρχει φυσικά η Διασπορά της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής, της Ευρώπης και το πρόσφατο brain drain. Ο πλούτος και η πολυπλοκότητα αυτής της πολιτισμικής γεωγραφίας συνιστά μια τεράστια πρόκληση για τη μελέτη της.

Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε ρεαλιστικά και στρατηγικά αυτό τον όγκο υλικού χωρίς το κίνδυνο κατακερματισμού, εσωστρέφειας και έλλειψης επικοινωνίας μεταξύ των μελετητών; Ποιος φορέας θα αναλάβει το κόστος; Μια τεράστια κεντρική ερώτηση!

Αρχίζω από τη διαπίστωση ότι μελετητές σε Τμήματα Ιστορίας, Αμερικανικής Εθνοτικής Λογοτεχνίας, Διεθνών Σχέσεων, Θεάτρου, Εθνογραφίας, Μουσειολογίας και, βέβαια, της διδασκαλίας της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας, παράγουν πολύτιμο έργο σε σχέση με τις Διασπορές.

Οπότε, υπάρχει ενδιαφέρον, το οποίο έχω την αίσθηση ότι αυξάνεται σε μερικά επιστημονικά πεδία. Παραδείγματος χάριν, υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον σε κάποιους κλάδους, όπως η εθνομουσικολογία, για τους χορούς στα ελληνικά φεστιβάλ και τις εκδηλώσεις που γίνονται μεταξύ των κοινοτήτων. Δεν είμαι όμως σίγουρος κατά πόσον οι διάφοροι κλάδοι «συνομιλούν» μεταξύ τους και αν υπάρχει διάλογος ανάμεσα στους μελετητές της Διασποράς. Υπάρχει η τρομερή ανάγκη να αρχίσουν τα δίκτυα να επικοινωνούν μεταξύ τους.

Το βίωσα αυτό όταν είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με τους συναδέλφους στη Βικτώρια ως προσκεκλημένος του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης και να συνειδητοποιήσω ότι η ελληνοαυστραλιανή κοινωνία αποτελεί για εμένα πόλο ενδιαφέροντος για τη λογοτεχνία και την πολιτισμική παραγωγή της.

Σε αυτό το πλαίσιο, θα ήταν ευχής έργον αν δημιουργούνταν ένα ή δύο πρώτης τάξεως ερευνητικά κέντρα τα οποία θα παρήγαγαν υψηλής ποιότητας διεπιστημονικές και συγκριτικές μελέτες. Τέτοιου είδους κέντρα θα δημιουργούσαν δίκτυα διαλόγου και επικοινωνίας με ερευνητές των διασπορών και ως φυτώρια για την επόμενη γενιά ερευνητών, κάτι που είναι επείγον και απαραίτητο.

Θα προσέλκυαν συνομιλητές ερευνητές από τον Καναδά, την Αυστραλία, την Ευρώπη και την Αμερική. Aναφέρομαι μόνο στις περιπτώσεις που γνωρίζω ότι ανοίγονται στη θεώρηση του «παγκόσμιου ελληνισμού» με καινοτόμους τρόπους, πέρα από ελλαδοκεντρικές προσεγγίσεις σύμφωνα με τις οποίες «όλος ο κόσμος είναι μία Ελλάδα». Εύχομαι να κάνω λάθος, αλλά δεν θεωρώ ότι είμαστε κοντά στην πραγματοποίηση ενός τέτοιου θεσμού.

Τώρα, όσον αφορά άμεσα την ερώτησή σας, θα επιθυμούσα πολύ τη δημιουργία Πανεπιστημιακών Τμημάτων Ελληνοαμερικανικών Σπουδών στο ελληνικό πανεπιστήμιο, αλλά μια τέτοια θεσμική κίνηση παρουσιάζει και πρακτικές και ιδεολογικές προκλήσεις. Αν θέλουμε να αποφύγουμε ιεραρχήσεις μεταξύ των Διασπορών –που πρέπει να τις αποφύγουμε– η επιλογή μιας Διασποράς θα έθιγε το θέμα της συμπερίληψης όλων των άλλων.

To εγχείρημα θα απαιτούσε, επίσης, τεράστιους πόρους και μεγάλης κλίμακας διοικητική αναδιοργάνωση. Στην παρούσα ιστορική συγκυρία όμως το εγχείρημα είναι μάλλον ουτοπικό.

Επομένως, λοιπόν, τι είδους παρεμβάσεις θα προτείνατε για την ενδυνάμωση ενός εγχειρήματος ελληνοαμερικανικών σπουδών;

Μια ρεαλιστική παρέμβαση θα αφορούσε την ενσωμάτωση της Διασποράς ως γνωστικού αντικειμένου σε υπάρχοντες κλάδους και Τμήματα. Θα αναφερθώ στην περίπτωση της ελληνοαμερικανικής Διασποράς, αλλά το πλαίσιο που προτείνω μπορεί να εφαρμοστεί ανάλογα και με τρόπο δυναμικό για άλλες Διασπορές.

Συνολικά, η μελέτη της ελληνοαμερικανικής Διασποράς στο ελληνικό Πανεπιστήμιο είναι σχετική με τους εξής επιστημονικούς κλάδους: Αμερικανικές σπουδές και εθνοτικές λογοτεχνίες στην Αμερική· πολιτικές επιστήμες, διεθνείς σχέσεις, και πολιτισμική διπλωματία· ιστορία, μουσειολογία και εθνογραφία· διδασκαλία ελληνικών ως δεύτερης γλώσσας· και θέατρο, όπως διαπιστώσαμε τελευταία, μεταξύ άλλων.

Το άνοιγμα λοιπόν αυτών των Τμημάτων στη μελέτη και στην ανάλυση παραδειγμάτων από τις Διασπορές, επιλεγμένων κατά την κρίση των Τμημάτων, θα αποτελούσε μια καταλυτική παρέμβαση, αν βέβαια υπάρχει θέληση προς τη θεσμική κατεύθυνση. Η ενσωμάτωση της μελέτης της Διασποράς με διάφορους τρόπους, σε διάφορα «μέτωπα» στο ελληνικό πανεπιστήμιο, προϋποθέτει να σκεφτούμε ευέλικτες και ευφάνταστες ρυθμίσεις, πέρα από επιστημονικά στεγανά.

Για παράδειγμα, το ζήτημα «ταυτότητες στις ελληνικές Διασπορές» θα μπορούσε να συμπεριληφθεί σε ευρύτερες προβληματικές, όπως είναι «ελληνική ταυτότητα και ετερότητα», η οποία συμπεριλαμβάνει την περίπτωση της Κύπρου και το μεταναστευτικό φαινόμενο στην Ελλάδα. Τον Μάιο του 2024 πραγματοποιήθηκε συνέδριο το οποίο εξέταζε τη δυναμική της ελληνικής ταυτότητας και τις διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου. Οπότε, η πρόταση είναι να συμπεριληφθεί η Διασπορά σε πολλαπλές επιστημονικές συζητήσεις.

Τώρα, το ερώτημα που ίσως τεθεί είναι «για ποιους λόγους να επιτελεστεί αυτό το άνοιγμα;».

Το άνοιγμα των διαφόρων επιστημονικών κλάδων στη μελέτη της Διασποράς, αιτιολογείται από το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία και οι Διασπορές δεν αποτελούν δύο ανεξάρτητα γνωστικά αντικείμενα.

Oι Ελληνοαμερικανοί, αλλά και οι άλλες Διασπορές, εμπλέκονται δυναμικά με την Ελληνική κοινωνία, και το αντίστροφο. Αρκεί να αναλογιστούμε κάποια παραδείγματα διασπορικής υλικής και πολιτισμικής παρουσίας στην Ελλάδα που έχουν συμβάλει πολιτισμικά και υλικά στη διαμόρφωση της χώρας και του εμπλουτισμού της. Aυτά περιλαμβάνουν την οικονομική συνδρομή των μεταναστών στην ανάπτυξη της ελληνικής επαρχίας· τα έργα ποιητών και λογοτεχνών (π.χ. του Χρήστου Τσιόλκα από την Αυστραλία, του Βασίλη Αλεξάκη από τη Γαλλία και των Γιώργου Πελεκάνου, Jeffrey Eugenides και Νικολάου Κάλλας από την Αμερική)· καινοτόμες ιδέες και έργα από διασπορικούς πανεπιστημιακούς και διανοουμένους.

Υπάρχουν, επίσης, οι τέχνες και τα δημιουργήματα των καλλιτεχνών της διασποράς που στεγάζονται σε μουσεία στην Ελλάδα, αλλά και η δύναμη της μετανάστευσης και της Διασποράς να εμπνέουν τους Έλληνες συγγραφείς.

Να αναφέρω τα παραδείγματα του Θανάση Βαλτινού, πιο πρόσφατα, του Χρήστου Αστερίου, της Φωτεινής Τσαλίκογλου και, μεταξύ άλλων, της Κάλλιας Παπαδάκη με το βραβευμένο «Δενδρίτες», το οποίο έχει μεταφραστεί πρόσφατα και στα Αγγλικά. Οι νεοελληνικές και οι διασπορικές σπουδές διασταυρώνονται και δεν είναι ανεξάρτητες όταν θεωρήσουμε τα γνωστικά αντικείμενά τους ως αλληλοσυνδεόμενα στοιχεία ενός διεθνικού πεδίου. Ας ονομάσουμε αυτό τον τρόπο ανάλυσης «διεθνική προσέγγιση».

Το επόμενο βήμα θα αφορούσε την ανάλυση της πολιτισμικής παραγωγής Διασπορικών συγγραφέων, ακαδημαϊκών και καλλιτεχνών που κυκλοφορεί στην Ελλάδα, η οποία, σημειωτέων, αυξάνεται σε ποικίλα είδη λόγου. Να ονομάσω το θεατρικό έργο του μελβουρνέζου Κωνσταντίνου Καλυμνίου Όπου γη, και πατρίς, το οποίο παίχτηκε πρόσφατα στην Αθήνα, και τη φωτογραφική έκθεση της Ελληνοαυστραλής φωτογράφου Effy Alexakis στην πρεσβεία της Αυστραλίας.

Πέρα από τον πολιτισμό, μπορούμε, επίσης, να αναφερθούμε στο πολιτικό ζήτημα της εμπορίας παιδιών που υιοθετήθηκαν σε Αμερική και Ολλανδία κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου και μετά. Είναι ένα μεγάλο θέμα, το οποίο έχει καλυφθεί εκτενέστατα στον ελληνικό Τύπο. Έχουμε, επίσης, ποίηση με διασπορικά θέματα, ποίηση από διασπορικούς, βιβλία πανεπιστημιακών για τη διασπορά στα ελληνικά και σε μετάφραση, αρθρογραφία και διαλέξεις από διασπορικούς διανοουμένους για πολιτισμικές εξελίξεις στην Ελλάδα κ.λπ.

Οπότε, υπάρχει κυκλοφορία ιδεών και έργων, τα οποία μας βοηθάνε όχι μόνο στην κατανόηση του διεθνικού πεδίου «Ελλάδα – Διασπορές» αλλά επίσης στην κατανόηση της Ελλάδας υπό μία ματιά διασπορική, μία έκκεντρη ματιά, αν θέλετε, η οποία είναι χρήσιμη για να εντοπίσουμε καινούργιες πτυχές της. Κάποιες φορές παραβλέπουμε αυτές τις πτυχές ή δεν είναι καν στο πεδίο της όρασής μας. Σε αυτό το πλαίσιο, τα αφηγήματα περί διασποράς στην Ελλάδα (από ντοκιμαντερίστες, δημοσιογράφους, διανοούμενους κ.λπ.) θα έπρεπε να λαμβάνουν υπόψη Διασπορικές θεωρητικοποιήσεις, θέσεις και αντιλήψεις.

Η διακίνηση κειμένων και ιδεών, που εκτιμώ ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται, απαιτείται να αναλυθεί με βάση με τις θεωρίες της Διασποράς, ώστε να εκδιπλωθούν οι ποικίλες πτυχές της διασπορικής κατάστασης. Με άλλα λόγια, να αποφευχθεί το «καλούπωμα» της Διασποράς στα συμβατικά πλαίσια όπως Νόστος, νοσταλγία, επιτυχία. Ναι, αυτά υπάρχουν, αλλά είναι μέρος ενός μεγαλύτερου και πιο περίπλοκου μορφώματος. Aυτή η συνειδητοποίηση της πολυπλοκότητας του φαινομένου παρέχει ακόμα έναν λόγο για το επιχείρημα υπέρ της ανάπτυξης σπουδών Διασποράς στο ελληνικό πανεπιστήμιο, πάντοτε σε διάλογο με τις τρέχουσες θεωρήσεις. Η κυκλοφορία διασπορικών οπτικών στην ελληνική δημοσιογραφία, κριτική θεωρία, σχολεία, ντοκιμαντέρ, ταινίες και λογοτεχνία, μεταξύ άλλων, θα ωφελούσε εξαιρετικά το ευρύτερο κοινό.

*Το Μέρος Β’ θα δημοσιευθεί στον «Νέο Κόσμο» της Πέμπτης, 4 Ιουλίου.