Πρόσφατα έλαβα δύο νέα βιβλία του Δόκτορα Χρήστου Φίφη, εκδόσεις του Εκδοτικού Οίκου Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος Α.Ε. Αθήνα.

Ο τίτλος του ενός βιβλίου είναι “Με λύρα και με γνώση – Μια επισκόπηση της ποίησης του Γιάννη Ρίτσου”, σε πεζό λόγο, και το δεύτερο βιβλίο έχει τον τίτλο “Από τους Δελφούς και το Ουλουρού”, ποίηση.

Στο άρθρο αυτό θα περιοριστώ στο πρώτο από τα δύο βιβλία του Δρα Χρήστου Φίφη για τον Γιάννη Ρίτσο, αλλά και από αυτό θα παραλείψω ένα πολύ μεγάλο μέρος, δεδομένου ότι πρόκειται για μια σύντομη αναφορά σε ένα βιβλίο 195 σελίδων.

Στην εισαγωγή του βιβλίου του ο Χ. Φίφης αναφέρει πως ο Γιάννης Ρίτσος (Μονεμβασιά 1909 – Αθήνα 1990) είναι ένας από τους πολυγραφότατους Έλληνες ποιητές. Στις 6.000 περίπου σελίδες του ποιητικού του έργου χρησιμοποίησε τη λυρική, την επική και τη δραματική τεχνική, στο πρώτο, στο δεύτερο και στο τρίτο πρόσωπο, και τον δραματικό μονόλογο σε ποιήματα όπως ο “Επιτάφιος”, ο “Αποχαιρετισμός” ή η “Σονάτα του Σεληνόφωτος” και στα άλλα ποιήματα της “Τέταρτης Διάστασης”, τη διαλογικότητα των επικών σκηνών, όπως και στα ποιήματα “Γειτονιές του Κόσμου”, ή τη διαλογικότητα των χορικών, όπως στα ποιήματα “Οι Γερόντισσες”, η “Θάλασσα”, το “Χορικό των Σφουγγαράδων” ή “Ο Αφανισμός της Μήλου”.

(…) Ο Γιάννης Ρίτσος είναι ο αριστοτέχνης του μακρού, και του σύντομου, επιγραμματικού ποιήματος. Μέσα από το ογκώδες έργο του προβάλλουν διαρκώς τα ζωτικά ερωτήματα της ποίησης, του τοπίου, της παράδοσης, της ιδεολογίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ύπαρξης του ανθρώπου, του νοήματος της ζωής, της φθοράς και του θανάτου.

ΜΕ ΛΥΡΑ ΚΑΙ ΜΕ ΓΝΩΣΗ: ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΡΙΤΣΟΥ

Ο ποιητής έκανε την πρώτη του επίσημη ποιητική εμφάνιση σε ηλικία 25 ετών με τη συλλογή “Τρακτέρ” το 1934. Τον επόμενο χρόνο δημοσίευσε τη συλλογή “Πυραμίδες”. Και οι δύο συλλογές περιλαμβάνουν ποιήματα που γράφτηκαν την περίοδο 1930 – 1935.

Τα ποιήματα αυτά του Ρίτσου προσέλκυσαν από την αρχή την προσοχή της κριτικής, και έγιναν αντικείμενο αντιμαχόμενων κριτικών απόψεων.

… Ο πραγματικός Ρίτσος, όσον αφορά την ποίησή του, υπάρχει στα ποιήματά του και είναι ασφαλώς ένας πολύπλοκος ποιητής. Δεν έχει σημασία τι νομίζει ο αναγνώστης ή ο μελετητής για ορισμένα ποιήματα ή για την ποιότητα των ιδεών τις οποίες υπηρέτησε κάποιος συγγραφέας ή ποιητής, αλλά το τι λένε τα κείμενά του, δηλαδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση τα ποιήματα του Ρίτσου.

… Ο νεαρός Ρίτσος του 1934–1935 ξέφυγε από το αδιέξοδο της αποξένωσης που λόγω οικογενειακών, ατομικών και κοινωνικών συνθηκών αντιμετώπιζε, με τον εναγκαλισμό ενός νέου κόσμου που του πρόσφερε η μαρξιστική ιδεολογία και που το έκανε ποιητικό όραμα των καλλιτεχνικών του αγωνιών.

{…} Κάποιος θα μπορούσε να ρωτήσει πόσο καλά γνώριζε ο νεαρός Ρίτσος του 1930 την πολιτική μαρξιστική θεωρία, καθώς και τις θεωρίες για τη μαρξιστική θεωρία και λογοτεχνία; Ο Ρίτσος όμως δεν είναι ο θεωρητικός της ιδεολογίας, είναι ο πιστός υμνωδός της.

{…} Οι συλλογές “Τρακτέρ” και “Πυραμίδες” συχνά ασφυκτιούν από συνειρμούς και δηλώσεις που υποδείχνουν πότε σαρκαστικά, και πότε πραγματικά, τη στάση του Ρίτσου ως ένας διανοούμενος ηγέτης και ποιητής που επιχειρεί, και θέλει να μιλήσει για όλο τον λαό.

{…} Ο Ρίτσος της πρώιμης ποίησης, λοιπόν, εμφανίζεται μέσα από τα ποιήματά του στρατευμένος στη μαρξιστική ιδεολογία.

Μεταξύ 1935 και 1955 έγραψε περισσότερες από είκοσι ποιητικές συλλογές ή μακρά ποιήματα, τα οποία αργότερα δημοσιεύθηκαν ως αυτοτελή βιβλία.

Πολλά από τα βιβλία του, κυρίως λόγω των πολιτικών καταστάσεων, δημοσιεύτηκαν αργότερα, μετά το 1956 ή μετά το 1961, όταν άρχισε να δημοσιεύει τις παλιότερες συλλογές του ή μικρά αυτοτελή ποιήματα σε συγκεντρωτικούς τόμους.

Ο Ρίτσος έζησε την ταραχώδη περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά, του ελληνοϊταλικού πολέμου, της κατοχής, της αντίστασης, του εμφυλίου πολέμου και των μετέπειτα αυταρχικών κυβερνήσεων σε καταστάσεις αναγκαστικών λογοκρισιών ή διώξεων και εξοριών.

Ο “ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ” ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟ 1936 ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1961

Τον Μάιο του 1936 συνέβησαν τα αιματηρά γεγονότα της Θεσσαλονίκης, τα οποία θεωρούνται το προοίμιο για την επιβολή από τον Ιωάννη Μεταξά της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου 1936. Τον ίδιο μήνα συνεχίστηκε η απεργία των καπνεργατών και άλλων εργατών.

Η κυβέρνηση τότε είχε δώσει εντολή στη χωροφυλακή να πυροβολεί τους διαδηλωτές στο ψαχνό, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 12 εργάτες και περισσότεροι από 300 τραυματισθούν.

Ένας από τους νεκρούς ήταν ο Τάσος Τούσης, τον οποίο οι διαδηλωτές τον έβαλαν πάνω σε μια πόρτα να τον μεταφέρουν σε άλλο σημείο. Κάποια στιγμή, ενώ η μεταφορά του νεκρού βρισκόταν στη μέση του δρόμου, η μητέρα του γονάτισε από πάνω του και άρχισε να τον μοιρολογεί.

Η φωτογραφία της μητέρας πάνω από το σκοτωμένο παιδί της δημοσιεύθηκε την άλλη μέρα στην εφημερίδα “Ριζοσπάστης”. Ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος είδε τη φωτογραφία και από αυτήν συγκινήθηκε, αλλά και εμπνεύστηκε τα ποιήματα της συλλογής “Επιτάφιος”.

Η συλλογή τυπώθηκε στις εγκαταστάσεις του “Ριζοσπάστη” και κυκλοφόρησε τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1936 σε δέκα χιλιάδες αντίτυπα, πολύ μεγάλος αριθμός για μια ποιητική συλλογή.

Το 1958 ο Ρίτσος έστειλε ένα αντίτυπο της νέας έκδοσης του “Επιτάφιου” στον Μίκη Θεοδωράκη που βρισκόταν στο Παρίσι. Ο Θεοδωράκης μελοποίησε οκτώ από τα είκοσι ποιήματα, και η πρώτη ενορχήστρωση των μελοποιημένων ποιημάτων έγινε από τον Μάνο Χατζιδάκη τον Αύγουστο του 1960, ο οποίος χρησιμοποίησε ως ερμηνεύτρια τη Νάνα Μούσχουρη, ενώ ο ίδιος ο ίδιος έπαιξε πιάνο.

Τον Σεπτέμβριο του 1960 ο Θεοδωράκης έκανε τη δική του ενορχήστρωση, στην οποία χρησιμοποίησε για ερμηνευτή στο ρόλο της μάνας τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, και στο μπουζούκι τον Μανώλη Χιώτη.

Η μουσική του Θεοδωράκη στον Επιτάφιο χρησιμοποίησε μελωδίες και ακούσματα από πολλές περιοχές της Ελλάδας. Η μελοποίηση του Επιτάφιου από τον Θεοδωράκη ήταν ένα πρώτο πάντρεμα ποίησης και μουσικής, που έφερε επαναστατικές αλλαγές στον νεοελληνικό πολιτισμό.

Η ποίηση με τον Επιτάφιο, και αργότερα με τη μελοποίηση άλλων ποιημάτων, όπως “Στο περιγιάλι το κρυφό” της Στροφής και τα ποιήματα του Μυθιστορήματος του Γιώργου Σεφέρη, καθώς και της “Ρωμιοσύνης” του Ρίτσου, έφτασε στα χείλη των καθημερινών ανθρώπων.

Τα μελοποιημένα αυτά ποιήματα τραγουδήθηκαν στους δρόμους, στις αντιδικτατορικές διαδηλώσεις, στους στρατώνες, στις ταβέρνες, ακόμη και στις κηδείες, όπως “Στο περιγιάλι το κρυφό” και το “Λίγο ακόμα” του Σεφέρη που τραγουδήθηκαν από το κοινό στην κηδεία του το Σεπτέμβριο του 1971, ή τα ποιήματα του “Επιτάφιου” στις κηδείες του Γρηγόρη Λαμπράκη το 1963, και του Σωτήρη Πέτρουλα το 1965, και της Ρωμιοσύνης στα γεγονότα του Πολυτεχνείου το 1973.

Σίγουρα ο “Επιτάφιος” του Γιάννη Ρίτσου είναι ένα πολιτικό ποίημα, αλλά είναι και κάτι πολύ περισσότερο. Είναι το ποίημα που δραματοποιεί την πάλη μεταξύ του οράματος και της στυγνής βίας και αυταρχικότητας, τη θυσία του νέου στο όραμα ενός καλύτερου κόσμου, τον πόνο της μάνας που χάνει το παιδί της, και τελικά την ένταξή της στον κόσμο του οράματος του γιου της και των συντρόφων του.

Ο Ρίτσος μεταχειρίσθηκε παραδοσιακά μοτίβα, όπως τον δεκαπεντασύλλαβο στίχο, αλλά και μοτίβα από τον εκκλησιαστικό Επιτάφιο, το δημοτικό τραγούδι, το μανιάτικο μοιρολόι, τον δραματικό μονόλογο και την ωρίμανση της σκέψης της μάνας, εικόνες από την Ερωφίλη, τον Ερωτόκριτο και το λεξιλόγιο της κρητικής διαλέκτου, στοιχεία που καθιστούν το ποίημα έναν σταθμό στην ανανέωση της παραδοσιακής, μέχρι τότε, ελληνικής ποίησης.

Πριν κλείσω το άρθρο αυτό, κρίνω πως απαιτείται ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα για τον Χρήστο Φίφη, όπως δίνεται στο εσωτερικό μέρος του εξωφύλλου του υπό συζήτηση βιβλίου.

Ο Χρήστος Φίφης γεννήθηκε στην Κοσκινά Θέρμου Αιτωλοακαρνανίας τον Οκτώβριο του 1940. Μετανάστευσε στην Αυστραλία τον Φεβρουάριο του 1965. Παράλληλα με την καθημερινή εργασία σπούδασε Οικονομικά και Ιστορία στο Πανεπιστήμιο La Trobe της Μελβούρνης και Νεοελληνική Φιλολογία στα Πανεπιστήμια Νέας Αγγλίας (Armidale) και της Μελβούρνης. Ο τίτλος της διδακτορικής διατριβής του, στο Πανεπιστήμιο La Trobe ήταν: «Navigating through the generations. A History of the Greek Orthodox Community of Melbourne and Victoria, 1897-2008″.

Μεταξύ 1973-1974 ήταν πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Φοιτητών και Πτυχιούχων Μελβούρνης. Υπήρξε μέλος του ιδρυτικού προσωπικού του Προγράμματος Διερμηνέων και Μεταφραστών του RMIT και Victoria College της Μελβούρνης μεταξύ 1975 και 1986. Το 1987 διορίστηκε Επίκουρος Καθηγητής Νέων Ελληνικών και πρώτος Διευθυντής του Προγράμματος Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο La Trobe. Αφυπηρέτησε από την ενεργό διδασκαλία το 2007. Εξακολουθεί να είναι Honorary Research Associate του Πανεπιστημίου La Trobe. Παράλληλα με το ερευνητικό του έργο δημοσίευσε βιβλία με πεζογραφία, ποίηση και θέατρο.

Το εξώφυλλο του ποιητικού βιβλίου “Από τους Δελφούς και το Ουλουρού”