Είναι οδυνηρό ο δάσκαλος να γράφει έναν επικήδειο για τον φοιτητή του. Είναι και άδικο όταν ο φοιτητής αποτελούσε μια ξεχωριστή οντότητα, σπάνια για τα παιδιά που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Αυστραλία. Τολμώ να υποστηρίξω ότι ο Παναγιώτης Ιασωνίδης αποτελεί μοναδικό ίσως φαινόμενο, ενός προσώπου που γεννήθηκε στη Διασπορά και κατόρθωσε μέσα από τη μάθηση, την οικογενειακή παράδοση και την αγάπη για κάθε τι ποντιακό ελληνικό, να αναδειχθεί μπροστάρης όχι μόνον του ποντιακού Ελληνισμού, αλλά του μείζονος Ελληνισμού. Είχα την αγαθή τύχη να συναντήσω τον ενθουσιώδη, παρορμητικό και καλόγνωμο Παναγιώτη, ως φοιτητή μου στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης. Με εντυπωσίασε το πλατύ κι εύκολο χαμόγελό του, η βαθιά γνώση του για την ποντιακή διάλεκτο, η ακραιφνής αφοσίωσή του για την Ελλάδα, ως ιδεολογία, ως πολιτιστικό τρόπο ζωής και κυρίως η «μπιστικότητά του» απέναντι στην ποντιακή ηθογραφία, παράδοση, τραγούδι και μουσική. Στα πανεπιστημιακά έδρανα γνώρισα και τη θυγατέρα ενός Θρακιώτη μετανάστη, την Ελένη, μια συνετή και δραστήρια φοιτήτρια και γυναίκα, με την οποία ο Παναγιώτης συνδέθηκε δια βίου.

Στο Πανεπιστήμιο μοιραστήκαμε συγκινητικές στιγμές αμοιβαίας στοργής κι δέχθηκα έναν άκρατο σεβασμό κι από τους δύο. Με περιέβαλαν με τις χάρες και τις αρετές τους, μου προσέφεραν αφείδωλα τη στήριξη και την αφοσίωσή τους, έκτοτε και για τα επόμενα σαράντα χρόνια. Με τίμησαν με την αποστολή του κουμπάρου τους στη Μυστήριο του Γάμου και αργότερα με τη σύζυγό μου, το αποστολικό καθήκον να βαπτίσω με τη σύζυγό μου, το πρωτότοκο παιδί τους, μια φωτισμένη προσωπικότητα, την Ανατολή. Παρακολούθησα με την οικογένειά μου, από κοντά την οικογενειακή εξέλιξή τους, την ανατροφή που προσέφεραν στα τέκνα τους, τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν, τον σεβασμό που επεδείκνυαν στους μετανάστες γονείς τους, την αγάπη τους για την ελληνομάθεια, για την εκπαίδευση, τη δράση τους στα κοινά και το δεσμό τους με την Ελλάδα και τους Έλληνες.

Ο Παναγιώτης Ιασσωνίδης με τον πρώην Γενικό Πρόξενο της Ελλάδας στην Μελβούρνη Γιώργο Βέη, τον αείμνηστο Χρήστο Σαρησταύρου και τον Χρήστο Νιάρο. Φώτο: Supplied

Ο Παναγιώτης δέθηκε άρρηκτα με τον ποντιακό Ελληνισμό, κυρίως με την ποντιακή πατριά, την οποία κι υπηρέτησε με αυταπάρνηση, και μέσα από δύσκολες στιγμές που γνώριζε η υγεία του. Προσιτός και διαλλακτικός, διαχειρίστηκε, γενικά, την πολιτική και τη διπλωματία, ως ταγός του ποντιακού Ελληνισμού, με σύνεση, κυρίως στα χρόνια που είχε την ηγεσία της Ομοσπονδίας των Ποντίων. Υπήρξε μπροστάρης του φοιτητικού κινήματος, ηγέτης που ενέπνεε εμπιστοσύνη, προέδρευσε του οργανωμένου φοιτητικού κινήματος, αντιπροσωπεύοντας τους Φιλελευθέρους, αλλά με ανοχή και σύνεση απέναντι στους ιδεολογικούς του αντιπάλους. Επί της ηγεσίας του οργανώθηκαν από τους Έλληνες Φοιτητές της Αυστραλίας συμπόσια, συνέδρια, δημόσιες ομιλίες, προβάλλοντας μαζί με την επίσημη Αγγλική, την επίσης επίσημη και κυριάρχη για τον Παναγιώτη, Ελληνική Γλώσσα, ανο΄λιογοντας παράθυρα και πόρτες συχνά, στις ομιλίες του και για την Ποντιακή, με το ακροατήριό του να ξεσπά σε χειροκροτήματα και θορυβώδεις επιδοκιμασίες. Ο Παναγιώτης ενέπνεε και με τον ενθουσιασμό του κέρδιζε τους συνομιλητές του. Όταν κατανοούσε ότι κάποιες θέσεις του, προκαλούσαν αντιθέσεις, έδειχνε υποχωρητικότητα, καταλάβαινε ότι η πολιτική είναι απλά η επιστήμη του συμβιβασμού.

Νεότατος πήρε μέρος στους αγώνες του Μακεδονικού Ελληνισμού. Από το 1980 ήταν πλέον εντεταγμένος στρατιώτης στην Παμμακεδονική Ένωση Μελβούρνης, όπως και ο αείμνηστος πατέρας του, Γεώργιος Ιασωνίδης. Υπηρέτησε δύο φορές ως Πρόεδρός της, στο ύπατο αυτό αξίωμα, ως ο πρώτος αυστραλογεννημένος Πρόεδρος του συλλογικού αυτού φορέα. Έδειξε πνεύμα διαλλακτικό, μεταρρυθμιστικό και καινοτόμο. Εισήγαγε την πολιτική επιστήμη στις προθέσεις του φορέα αυτού, καταλαγιάζοντας το συναίσθημα και τις φαμφάρες. Συνεργάσθηκε με την επίσημη εθνική αντιπροσωπεία, όχι ως αποδέκτης κάποιας πολιτικής γραμμής από το εθνικό κέντρο, αλλά ως εταίρος και σύμμαχος, με δική του γνώμη κι άποψη. Δίπλα στο Μακεδονικό έθεσε και το Κυπριακό, αποτιμώντας πάντα με εθνική συνείδηση τη βίαιη εισβολή και κατοχή του νησιού της Αφροδίτης. Με τους Ασιατικούς γείτονες, άλλωστε είχε και προηγούμενα. Οι Τούρκοι εθνικιστές κατέσφαξαν και οδήγησαν στα μαρτύρια του θανάτου εκατοντάδες χιλιάδες Ποντίων, συγγενείς και πρόγονοι του Παναγιώτη μαρτύρησαν σε αγχόνες και γυναίκες ατιμάσθηκαν. Πώς μπορούσε να μη συνδέσει το Ποντιακό με το Κυπριακό, όπου μαζί με το πολιτικό πρόβλημα, υπεισέρχεται και το θέμα της πίστης και της προγονικής ιστορίας. Οι πρόγονοι Πόντιοι ζούσαν στον ακριτικό Πόντο, ως Τραντέλληνες (τρανοί/θηριώδεις Έλληνες) πολλούς αιώνες πριν τα αλταϊκά ασιατικά φίλα των Τούρκων ξεκινήσουν, διωκόμενα, από τους Κινέζους για να κατακτήσουν τη Μικρασία.

Ο Παναγιώτης Ιασωνίδης υπήρξε όχι μόνον ιδρυτικό μέλος του Αυστραλιανού Ινστιτούτου Μακεδονικών Σπουδών τον Αύγουστο του 1986, υπήρξε βασικός υποκινητής του, ώστε να δοθεί επιστημονικό πρόσταγμα στον αγώνα για τη Μακεδονία. Έκτοτε και για τα επόμενα σχεδόν σαράντα χρόνια παρέμεινε αφοσιωμένος και ταγμένος υποστηρικτής και συστρατιώτης του. Πρωτοστάτησε στα συνέδρια του ΑΙΜΣ, στις διεθνείς συναντήσεις του και ως Πρόεδρος της Παμμακεδονικής αποτέλεσε το σύνδεσμο των δύο φορέων με τον οργανωμένο μακεδονικό Ελληνισμό της Ελλάδος και κυρίως της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών.

Η αγάπη και η αφοσίωση του Παναγιώτη Ιασωνίδη προς τον ποντιακό Ελληνισμό της Αυστραλίας, ξεχείλιζαν συχνά κι έλουζαν πρόσωπα και ιδρύματα των Ποντίων στην Ελλάδα, από την Νέα Σμύρνη των Αθηνών μέχρι και τη Θεσσαλονίκη και το Αμύνταιο και την Φλώρινα. Στήριξε με τη στοργή του ακόμη και Ποντίους ηγέτες σε περιόδους κρίσης υγείας. Οργάνωνε εκστρατείες αγάπης για να ανακουφίσει τον πόνο ασθενούντων Ποντίων. Το 2006, δεν δίστασε να επενδύσει την αγάπη του στην αποστολή αυτή. Οργάνωσε με ομάδα νέων Ποντίων, εκφραστών της ποντιακής παράδοσης, ταξίδι στην Καμπέρρα, για να επισκεφτεί τον ασθενούντα ιδρυτικό Πρόεδρο της Ομοσπονδίας Ποντίων, Θεόφιλο Ευκαρπίδη στο σπίτι του, και να του τραγουδήσουν τα ποντιακά κάλαντα, να τον ανακουφίσουν, λίγους μόλις μήνες πριν από το θάνατό του Μέγα αυτού Πόντιου, όπως αποκαλούσαν τον Ευκαρπίδη.

Το 2007 ο Παναγιώτης Ιασωνίδης στέγασε προσωρινά τα εκπαιδευτήριά του στο ΕΚΕΜΕ του Πανεπιστημίου La Trobe. Η πρόθεσή του αυτή είχε αμοιβαία ευεργετικά αποτελέσματα, αφού από τη συμμαχία αυτή προσπορίστηκαν μερικές εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια, τα οποία επενδύθηκαν στην έρευνα και στα Αρχεία Δαρδάλη, η σπουδαιότητα των οποίων παραμένει αμείωτη, όπως αποδεικνύει το αμέριστο ενδιαφέρον της ηγεσίας του Πανεπιστημίου, να διατηρήσει τα αρχεία αυτά και τις βιβλιοθήκες του ΕΚΕΜΕ για τα χρόνια που θα έρθουν.

Ουδείς ίσως άλλος αυστραλογεννημένος Αυστραλός πολίτης ελληνικής καταγωγής δεν γνώριζε σε τόσο βάθος την Αγγλική, Ελληνική και Ποντιακή διάλεκτο και τις οποίες χρησιμοποιούσε εναλλάξ, με απόλυτη γλωσσική επάρκεια και ετυμολογική γνώση. Ο Παναγιωτης Ιασωνίδης πονούσε για την μαρτυρική Ελλάδα και την Ομογένεια. Στήριξε με πάθος και αυταπάρνηση την Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτωρία εκμισθώνοντας ολόκληρους ορόφους της για τα εκπαιδευτήριά του. Στάθηκε δίπλα στην Ποντιακή Εστία με πάθος και στήριξε διαδοχικά την ηγεσία της προσφέροντας ατέλειωτες ώρες εργασίας και πρόθυμης συνεργίας.

Η Ομογένεια και ο Ελληνισμός της Διασποράς με την απώλεια του Παναγιώτη Ιασωνίδη χάνουν έναν βασικό πελματοδοκό στήριξης του αγώνα τους στα εθνικά θέματα, στη διατήρηση της γλώσσας και εθνο-γλωσσικής ταυτότητας. Χάνουν το ζωντανό παράδειγμα προς μίμηση που είχε η Ομογένεια, το μοντέλο αναφοράς που χρησιμοποιούσαν δάσκαλοι για να καταδείξουν πόσο σημαντικό είναι να ακολουθήσουν το πρότυπο του Ιασωνίδη, να γίνουν τα παιδιά του δίγλωσσοι και να διατηρούν παραδόσεις και πολιτιστική κληρονομιά που μεταφέρθηκε από τα βάθη των αιώνων. Ο Φάρος αυτός του Ελληνισμού, δεν θα σβήσει, θα συνεχίσει να φωτίζει ως μοντέλο μίμησης τα παιδιά που θα έρθουν. Δυστυχώς λίγοι, πολύ λίγοι, Αυστραλογεννημένοι ακολούθησαν τον δύσκολο και κακοτράχαλο δρόμο να υπηρετήσουν τον Ελληνισμό, να συνεχίσουν το έργο που άφησαν οι πρωτοπόροι γονείς τους. Παναγιώτη, δεν θα σε ξεχάσουμε, παραμένεις μέσα μας, και ζεις μέσα από τα παιδιά σου, την Ανατολή και τον Γιώργο.