Η ΕΚΤΑΚΤΗ Γενική Συνέλευση της Κοινότητας της 21ης Ιουλίου 2024 για την ψήφιση του «εκσυγχρονισμένου» Καταστατικού απέτυχε.

Ο τρόπος που παρουσιάστηκαν οι προτάσεις από το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) στη Γενική Συνέλευση (ΓΣ) απαιτούσε την ψήφιση των πρώτων προτάσεων για να προχωρήσει η διαδικασία ψήφισης των επόμενων.

Η πρώτη πρόταση δεν έλαβε το ποσοστό που απαιτούνταν για την έγκριση της αλλαγής, απορρίφθηκε και η συζήτηση τελείωσε.

Ωστόσο, πιστεύω ότι τα μέλη διαφωνούσαν περισσότερο, όχι με την πρώτη που ήταν μια επουσιώδης πρόταση, αλλά με τη δεύτερη, που πρότεινε την κατάργηση του ισχύοντος Καταστατικού και την αντικατάστασή του με το προτεινόμενο από το ΔΣ «εκσυγχρονισμένο» Καταστατικό.

Αυτό, όμως, μετέφερε με τα σχετικά άρθρα του τις αρμοδιότητες και δικαιοδοσίες της ΓΣ των μελών στο Διοικητικό Συμβούλιο. Τα μέλη διείδαν σ’ αυτό μελλοντικούς κινδύνους και καταψήφισαν την επουσιώδη πρώτη πρόταση για να σταματήσει η διαδικασία εκεί.

Για ποιους λόγους θέλει το ΔΣ να μεταφέρει τις δικαιοδοσίες της ΓΣ σε αυτό; Γιατί καταργεί το Άρθρο 11 του ισχύοντος Καταστατικού, που ορίζει ότι η ΓΣ είναι το κυρίαρχο σώμα που ελέγχει το ΔΣ και το ΔΣ είναι υπόλογο σε αυτή;

Αυτός ο έλεγχος από τα μέλη, προφανώς μέσω Έκτακτων Γενικών Συνελεύσεων που συγκαλούνται από τα μέλη, δεν έχει γίνει για πάρα πολλές δεκαετίες, γιατί δεν χρειάστηκε, αλλά η διάταξη είναι εκεί και είναι χρήσιμη ως ασφαλιστική δικλείδα, αν παρουσιαστεί κάποιος κίνδυνος για την Κοινότητα, αν υπάρχει παραπλάνηση των μελών ή ζητήματα που πρέπει να συζητηθούν και να αποφασιστούν από τη ΓΣ και τα μέλη δεν έχουν άλλη εκλογή.

Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για τις διατάξεις που αφορούν τον τρόπο που εκλέγεται η Εφορευτική Επιτροπή, τον τρόπο που εκλέγεται το ΔΣ, τον τρόπο που γίνεται η αντικατάσταση των κενών θέσεων του ΔΣ, τον τρόπο λειτουργίας του ΔΣ ή τον τρόπο που θα αποφασίζεται η συνδρομή των μελών.

Είναι φανερό δια γυμνού οφθαλμού ότι η μεταφορά ή η αλλαγή αυτών των αρμοδιοτήτων αποσκοπούν να εξογκώσουν τις δυνατότητες του ΔΣ και να συρρικνώσουν τις δικαιοδοσίες των Γενικών Συνελεύσεων των μελών. Μερικές διατάξεις ενός Καταστατικού μπορεί να αλλάζουν και έχουν αλλάξει στο παρελθόν, όταν κρίνεται απαραίτητο από τη ΓΣ αλλά το Καταστατικό παραμένει εκεί για πολλές δεκαετίες που θα έρθουν και θα πρέπει να εξασφαλίζει τις σχέσεις μεταξύ ΓΣ και ΔΣ και μεταξύ Εκτελεστικής και ΔΣ. Θα πρέπει να παρέχει δικλείδες ασφαλείας σε φαινόμενα αλλαζονείας, παραβιάσεων και παρεκτροπών, όχι μόνο ενός παρόντος ΔΣ αλλά και κάποιου πιθανού μελλοντικού που θα επιχειρούσε να υπερβεί τα δικαιώματά του και να αγνοήσει τα μέλη και τους σκοπούς της Κοινότητας.

Ας αναφερθούμε στις νέες προτάσεις για τη λειτουργία του ίδιου του ΔΣ.

Προτείνεται να συνεδριάζει κάθε δίμηνο αντί μια φορά το μήνα και να συμπληρώνει το ίδιο τα κενά, όχι από τους επιλαχόντες αλλά από άτομα της αρεσκείας του. Δεν οδηγεί αυτό σε φαινόμενα μη ενημέρωσης του ΔΣ από την Εκτελεστική Επιτροπή και σε περιπτώσεις κάποιο άτομο να παρακολουθεί μόνο δυο συνεδριάσεις το χρόνο και να εξακολουθεί να είναι μέλος του ΔΣ; Η προτεινόμενη αντικατάσταση κενών δεν οδηγεί στη δημιουργία προσωπικών, μη εκλεγμένων ομάδων;

Το ισχύον Καταστατικό με τις διατάξεις που αφορούν τις δικαιοδοσίες των ΓΣ δεν αποτελεί εμπόδιο στην αρμονική και παραγωγική λειτουργία του ΔΣ. Η συρρίκνωση των αρμοδιοτήτων των ΓΣ, όμως, μπορεί να οδηγήσει σε φαινόμενα αλλαζονείας και αυθαιρεσιών εκ μέρους της Εκτελεστικής και των ΔΣ και ενέχει κινδύνους για τη συμπεριφορά κάποιου μελλοντικού ΔΣ.

Υπάρχει ανάγκη εκσυγχρονισμού του παρόντος Καταστατικού που συντάχθηκε και ψηφίστηκε επί προεδρίας του γιατρού Χαράλαμπου Παρουλάκη το 1947-1948. Το προτεινόμενο εκσυγχρονισμένο Καταστατικό θα μπορούσε να συζητηθεί και να διαμορφωθεί ανάλογα, από άτυπες ή κανονικές έκτακτες συναντήσεις μελών και ΔΣ, σε πνεύμα σύμπνοιας και συναίνεσης, χωρίς να χρειάζονται πληρωμές παρουσίας δικηγόρων σε τέτοιες συναντήσεις.

Η επόμενη πρόταση για εκμοντερνισμό του Καταστατικού, θα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να συζητηθεί και να αποφασιστεί με αυτόν τον τρόπο, πριν φτάσει σε κάποια επόμενη Έκτακτη Γενική Συνέλευση.

*Ο Δρ Χρήστος Ν. Φίφης είναι επίτιμο μέλος της Σχολής Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου La Trobe και συγγραφέας του βιβλίου “Η Πρώτη Ελληνική Κοινότητα της Αυστραλίας”.