Ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού στην Αυστραλία αυξήθηκε στο 3,8%, από 3,6% στην αρχή του χρόνου.

Σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (ABS), οι τιμές αυξήθηκαν κατά 1% το τρίμηνο του Ιουνίου, μετά από την αύξηση, επίσης κατά 1%, το τρίμηνο του Μαρτίου.

Αυτό ώθησε τον πληθωρισμό (Γενικό Δείκτη Τιμών) ανοδικά, για πρώτη φορά σε ετήσια βάση από το τρίμηνο του Δεκεμβρίου 2022.

Οι οικονομολόγοι είχαν προβλέψει την αύξηση αυτή, οπότε δεν αιφνιδίασε τους αξιωματούχους, της κυβέρνησης, αλλά και της Αποθεματικής Τράπεζας της Αυστραλίας (RBA).

Κάτι που σημαίνει πως ίσως δεν υπάρχει -επί του παρόντος τουλάχιστον- μεγάλη πίεση προς την RBA για αύξηση του επιτοκίου της, κάτι που θα είχε και σημαντικό πολιτικό αντίκτυπο, σε μία κομβική συγκυρία για την κυβέρνηση Albanese, λίγες ημέρες μετά τον ανασχηματισμό, υπό το βάρος της δημοσκοπικής υποχώρησης.

Μάλιστα ότι ο προσαρμοσμένος μέσος όρος (trimmed mean), που αποτελεί σημαντικό μέτρο του «δομικού πληθωρισμού» στον οποίο εστιάζει η RBA, μειώθηκε ελαφρώς το τρίμηνο του Ιουνίου (από 4% σε 3,9%).

Στόχος της RBA είναι το ποσοστό αυτό να υποχωρήσει και πάλι στην περιοχή του 2% – 3%. Ο εν λόγω δείκτης μειώνεται συνεχώς τα τελευταία έξι τρίμηνα.

«Η ανακοίνωση του ΔΤΚ επιβεβαιώνει ότι ο πληθωρισμός είναι τόσο επίμονος όσο αναμενόταν, αλλά, το σημαντικότερο, δεν είναι υψηλότερος από ό,τι είχε προβλέψει η RBA», δήλωσε στο ABC ο Andes Magnusson, εταίρος της BDO Economics.

«Αυτά είναι καλά νέα, καθώς η RBA προσπαθεί να συγκρατήσει τον πληθωρισμό χωρίς να χάσει τα κέρδη που έχουν αποκομίσει οι εργαζόμενοι μέσω μιας ισχυρής αγοράς εργασίας», πρόσθεσε.

«Η ανακοίνωση δεν άλλαξε την πρόβλεψή μας ότι η επόμενη κίνηση της RBA θα είναι μια μείωση των επιτοκίων στις αρχές του 2025. Δεν πιστεύουμε ότι η RBA θα αυξήσει το ταμειακό επιτόκιο την επόμενη εβδομάδα, αλλά ο συνεχιζόμενος αγώνας για το κόστος ζωής για πολλούς Αυστραλούς θα συνεχιστεί πιθανότατα μέχρι τις αρχές του επόμενου έτους».

Το Διοικητικό Συμβούλιο της RBA θα συνεδριάσει την ερχόμενη Δευτέρα και Τρίτη για να συζητήσει τι θα κάνει με το επιτόκιό της, το οποίο βρίσκεται για την ώρα στο 4,35%.

Σχολιάζοντας τις τελευταίες εξελίξεις, ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών, Jim Chalmers, ανέφερε επίσης ότι ο πληθωρισμός «επιμένει», αλλά «είναι σε γενικές γραμμές σύμφωνος με τις προβλέψεις της RBA και ότι ο δομικός πληθωρισμός συνεχίζει να είναι μέτριος, γεγονός που μας λέει ότι η γενική κατεύθυνση των πιέσεων στις τιμές είναι πτωτική».

«Δεν προδικάζω τις αποφάσεις που λαμβάνει η RBA. Θα εξετάσουν αυτούς τους δείκτες … αλλά όχι μόνο αυτούς, θα εξετάσουν και τις ευρύτερες συνθήκες στην Οικονομία», πρόσθεσε.

«Ο πληθωρισμός είναι ακριβώς αυτό που προέβλεπε η Reserve Bank μέχρι το τρίμηνο του Ιουνίου – ο δομικός πληθωρισμός μετριάζεται. Θα σταθμίσουν όλα αυτά μαζί με την αδυναμία που έχουμε δει στην Οικονομία, την εξασθένηση της αγοράς εργασίας…».

«Η δουλειά μου είναι να διαχειρίζομαι τον προϋπολογισμό με υπευθυνότητα μαζί με τους συναδέλφους μου στο υπουργικό συμβούλιο και στην κυβέρνηση για να επιτύχουμε αυτά τα μεγάλα πλεονάσματα – τα οποία η ίδια η διοικητής της RBA δήλωσε ότι βοηθούν στην καταπολέμηση του πληθωρισμού – αλλά και να αναπτύξουμε μέτρα για την ελάφρυνση του κόστους ζωής με τρόπο που να κάνει ουσιαστική διαφορά στους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών, αλλά και να ασκήσει καθοδική πίεση στις τιμές με τρόπο που η ABS επιβεβαίωσε … ότι είναι αποτελεσματική».

Στο μεταξύ, η ανάλυση των στοιχείων για τον πληθωρισμό δείχνει ότι οι ακόμα υψηλότερες τιμές ενοικίων και τροφίμων εξακολουθούν να πλήττουν τα νοικοκυριά.

Οι τιμές των φρούτων και των λαχανικών αυξήθηκαν κατά 6,3%, το μεγαλύτερο ποσοστό σε ένα τρίμηνο από το 2016, όπως επισήμανε η κυρία Michelle Marquardt, στέλεχος της ABS. Τα σταφύλια, οι φράουλες, τα βατόμουρα, οι ντομάτες και οι πιπεριές ήταν μεταξύ των προϊόντων που αντιμετώπιζαν «δυσμενείς συνθήκες καλλιέργειας».

Η στέγαση, επίσης, ήταν πιο ακριβή λόγω της αύξησης των ενοικίων κατά 2% για το τρίμηνο Ιουνίου εν μέσω χαμηλών ποσοστών διαθέσιμων κατοικιών σχεδόν σε όλη τη χώρα, μετά από άνοδο 2,1% το τρίμηνο του Μαρτίου.

Τα ενοίκια να έχουν αυξηθεί κατά 7,3% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα. Το κόστος αγοράς για ένα νέο σπίτι κατέγραψε αύξηση 5,1%.

Η βοήθεια που δόθηκε βοήθησε να περιοριστούν οι αυξήσεις των τιμών στην ενέργεια, αλλά οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος εξακολουθούσαν να είναι 6% υψηλότερες από ό,τι ένα χρόνο νωρίτερα.  Χωρίς τις κρατικές παροχές, η αύξηση θα ήταν 14,6%.