Σε μια κίνηση που αποσκοπεί στην ενίσχυση της ασφάλειας των ασθενών, το Ιατρικό Συμβούλιο Αυστραλίας εξετάζει το ενδεχόμενο υποχρεωτικών ελέγχων υγείας για τους γιατρούς άνω των 70 ετών, μετά την ανησυχητική αύξηση των καταγγελιών σε βάρος των ηλικιωμένων ιατρών.

Η πρόταση εντάσσεται στο πλαίσιο διαδικασίας διαβούλευσης που ξεκίνησε το συμβούλιο, το οποίο παρατήρησε σημαντική αύξηση του ποσοστού των καταγγελιών που υποβάλλονται κατά αυτής της ηλικιακής ομάδας.

Η Δρ Anne Tonkin, πρόεδρος του Ιατρικού Συμβουλίου Αυστραλίας, τόνισε την ανάγκη λήψης αυτών των μέτρων, δηλώνοντας: «Καθώς όλοι γερνάμε, όλοι μας αντιμετωπίζουμε προβλήματα υγείας και οι γιατροί τα αντιμετωπίζουν εξίσου με οποιονδήποτε άλλον.

Ενίοτε το πρόβλημα υγείας καθιστά δύσκολο για τον γιατρό να φροντίσει τους ασθενείς του με ασφάλεια, οπότε τίθεται ζήτημα ασφάλειας των ασθενών. Και προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε αυτό το ζήτημα».

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ιατρικού Συμβουλίου, οι γιατροί ηλικίας άνω των 70 ετών έχουν 81% περισσότερες πιθανότητες να δεχθούν καταγγελία εις βάρος τους, με το ποσοστό καταγγελιών να έχει σχεδόν διπλασιαστεί από 36,2 ανά 1.000 γιατρούς το 2015 σε 69,5 ανά 1.000 το περασμένο έτος.

Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι ότι οι γιατροί άνω των 80 ετών έχουν 180% περισσότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν καταγγελίες, γεγονός που ωθεί το συμβούλιο να λαμβάνει μέτρα 1,7 φορές συχνότερα.

Σε έγγραφο διαβούλευσης που κυκλοφόρησε την Τετάρτη προτείνονται τρεις επιλογές. Η πρώτη επιλογή, να μην γίνει τίποτα, απορρίφθηκε από την Δρα Tonkin ως «απαράδεκτη» λόγω της «ηθικής επιταγής να γίνει κάτι».

Η δεύτερη επιλογή περιλαμβάνει μια λεπτομερή αξιολόγηση της υγείας που διενεργείται από ειδικούς επαγγελματίες υγείας μόλις ένας γιατρός γίνει 70 ετών. Ωστόσο, η Δρ Tonkin πιστεύει ότι αυτό μπορεί να είναι υπερβολικό.

Η προτιμώμενη επιλογή του συμβουλίου είναι ένας γενικός έλεγχος της υγείας που διενεργείται με ευθύνη του ίδιου του γιατρού. Οι εξετάσεις αυτές θα πραγματοποιούνται κάθε τρία χρόνια για τους γιατρούς στα 70 τους χρόνια και ετησίως για όσους είναι άνω των 80 ετών.

Η Δρ Tonkin περιέγραψε αυτή την προσέγγιση ως δυνητικά ευεργετική τόσο για τους γιατρούς όσο και για τους ασθενείς, δηλώνοντας: «Εάν ένας γιατρός πάει για εξετάσεις ρουτίνας, ενώ δεν το έκανε μέχρι τώρα, μπορεί να έχει μια έγκαιρη διάγνωση για κάτι που μπορεί στη συνέχεια να αντιμετωπίσει και να συνεχίσει να ασκεί το επάγγελμα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Έτσι, αυτό είναι ενδεχομένως κάτι που θα ωφελήσει τόσο τον γιατρό όσο και τους ασθενείς».

Παρά τις προθέσεις του Ιατρικού Συμβουλίου, η πρόταση έχει προκαλέσει ανησυχία στους ηλικιωμένους γιατρούς. Ο ορθοπεδικός χειρουργός Δρ Andreas Loefler, 72 ετών, με έδρα το Σίδνεϊ, αμφισβήτησε την ηλικία ως κριτήριο για τον υγειονομικό έλεγχο.

«Τα εβδομήντα είναι ένας αρκετά αυθαίρετος αριθμός για να ξεκινήσουμε», είπε, σημειώνοντας ότι ασθένειες όπως το Πάρκινσον μπορούν να εκδηλωθούν πολύ νωρίτερα.

Ο Δρ Loefler, ο οποίος έχει διατελέσει πρόεδρος επαγγελματικών προτύπων στο Σύλλογο Ορθοπεδικών Αυστραλίας, υποστήριξε ότι η ικανότητα και όχι η ηλικία θα πρέπει να είναι το επίκεντρο.

«Δεν έχω καθόλου αντίρρηση να γίνεται τακτικός έλεγχος υγείας. Αυτό που ρωτώ είναι, ποιες προϋποθέσεις θα χρησιμοποιήσουμε; Ποια μέτρα θα χρησιμοποιήσουμε για να αφήσουμε κάποιον να χειρουργήσει ή να μην χειρουργήσει;»

Ο Ιατρικός Σύλλογος Αυστραλίας (AMA) έχει επίσης τοποθετηθεί, με τον πρόεδρό του, καθηγητή Steve Robson, να τονίζει την ανάγκη για ισορροπία. Προειδοποίησε κατά των «παράνομων και αδικαιολόγητων διακρίσεων λόγω ηλικίας», υποστηρίζοντας υγειονομικούς ελέγχους που είναι «τεκμηριωμένοι, δίκαιοι και συνεπείς» και δεν οδηγούν τους γιατρούς σε πρόωρη συνταξιοδότηση.

Ο καθηγητής Robson υπογράμμισε επίσης τους ζωτικούς ρόλους που διαδραματίζουν οι ηλικιωμένοι γιατροί στην ηγεσία και την εκπαίδευση εντός της ιατρικής κοινότητας.