Στην πολιτική, ως γνωστό, ο χρόνος κυλά… διαφορετικά. Ως εκ τούτου, μέχρι τις επόμενες ομοσπονδιακές εκλογές -έως τον Μάιο του 2025- πολλά μπορεί να συμβούν.
Επί του παρόντος ωστόσο, η κυβέρνηση Albanese, δείχνει «στριμωγμένη» -κυρίως, αλλά όχι μόνο- από τις οικονομικές εξελίξεις.
Το περίφημο «it’s the economy stupid» (είναι η Οικονομία ηλίθιε) όσον αφορά στον βασικό παράγοντα που κρίνει αποτελέσματα στις κάλπες (το είχε πει το 1992 ο James Carville, πολιτικός σύμβουλος του Bill Clinton) φαίνεται να βασανίζει σε αυτήν τη συγκυρία τους κυβερνώντες, αλλά και τους αντιπολιτευόμενους στην Αυστραλία.
Η Οικονομία, αποτελεί την πρώτη και κύρια ανησυχία των πολιτών, όπως καταγράφεται σε δημοσκοπήσεις, καθώς αναζητούν περαιτέρω ανακούφιση από το βάρος του κόστους ζωής που παραμένει ψηλά.
Οι μεν Εργατικοί δεν έχουν περιθώρια να μη δράσουν, έστω και αν η ανάπτυξη χωλαίνει και ο πληθωρισμός επιμένει, καθώς οι πολίτες δεν… κατηγορούν την αντιπολίτευση για τις αδειανές τους τσέπες, εν μέσω ακρίβειας.
Οι δε αντιπολιτευόμενοι (με πρώτο τον Συνασπισμό) θα πρέπει να παρουσιάσουν τις δικές τους προτάσεις έως τις κάλπες. Αλλά για την ώρα δείχνουν να ποντάρουν στην πολιτική του «ώριμου φρούτου». Δηλαδή ότι η κυβέρνηση θα χάνει στήριξη, δίχως να χρειάζεται να παρουσιάσουν άμεσα εναλλακτικές οι ίδιοι. Δε χάνουν βέβαια την ευκαιρία για έντονη κριτική.
Με την Οικονομία να «αγκομαχάει», τις δαπάνες των νοικοκυριών να «κόβονται» αφού οι αποταμιεύσεις στερεύουν για την πλειοψηφία των πολιτών, ο πρωθυπουργός, Anthony Albanese και το οικονομικό του επιτελείο, βλέπουν ότι τα χρονικά όρια για να… γυρίσουν το «παιχνίδι» στενεύουν.
«Εξαιρουμένης της περιόδου της πανδημίας COVID-19, η ετήσια οικονομική ανάπτυξη του οικονομικού έτους (1%) ήταν η χαμηλότερη από το 1991-92, το έτος που περιλάμβανε τη σταδιακή ανάκαμψη από την ύφεση του 1991», ανέφερε την περασμένη εβδομάδα η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (ABS) επισημαίνοντας ακόμα ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μειώθηκε για 6ο συνεχόμενο τρίμηνο, σημειώνοντας πτώση 0,4%.
Ο υπουργός Οικονομικών, Jim Chalmers, θέλησε να καθησυχάσει, λέγοντας ότι αυτά τα αποτελέσματα ήταν αναμενόμενα.
H κυβέρνηση, είπε, προσπαθεί να «ακροβατήσει στο τεντωμένο σχοινί» μεταξύ των μέτρων για τη μείωση του πληθωρισμού και της ανακούφισης των πολιτών, οι οποίοι ήδη πλήττονται από τα αυξανόμενα επιτόκια εξαιτίας της Αποθεματικής Τράπεζας.
«Γνωρίζουμε ότι έχουμε περισσότερα να κάνουμε, επειδή οι άνθρωποι εξακολουθούν να τα βγάζουν πέρα δύσκολα, αλλά σημειώνουμε ουσιαστική πρόοδο όσον αφορά τον Προϋπολογισμό και την Οικονομία».
Η αντιπολίτευση βέβαια στάθηκε στο ότι «δεν έχουμε δει περίοδο κατά την οποία να έχουμε 18 μήνες αρνητικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Πρόκειται για απόλυτη καταστροφή για τη χώρα».
Εκτός από τα μέτρα για την ανακούφιση του κόστους ζωής που έχουν ληφθεί, αρκεί στην κυβέρνηση η «υπεύθυνη» προσέγγιση εν μέσω «παγκόσμιας αβεβαιότητας» για να κερδίσει τους ψηφοφόρους; Έχουμε καιρό ακόμη έως τις κάλπες, όπου θα κριθεί η προσέγγιση αυτή (και όπως προαναφέρθηκε πολλά μπορεί να αλλάξουν έως τότε).
Επί του παρόντος, οι ανησυχίες των πολιτών (και ως εκ τούτου των κυβερνώντων και της αντιπολίτευσης) σχετικά με την αύξηση του κόστους ζωής και την επιβράδυνση της Οικονομίας θα βρεθούν στο επίκεντρο των συζητήσεων τις επόμενες δύο εβδομάδες στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο.
Η κυβέρνηση, θέλει ένα «νέο ξεκίνημα» καθώς ούτε το «φρεσκάρισμα» του Υπουργικού, ένα μήνα και κάτι πριν, βοήθησε στην ανατροπή του δημοσκοπικού κλίματος, ενώ για πολλούς «πλήγμα» αποτελεί και η ανακοίνωση, σε αυτή τη συγκυρία, της αποχώρησης του Bill Shorten από την πολιτική.
Σύμφωνα με την «The Age», 17 Εργατικοί -ομοσπονδιακοί υπουργοί και βουλευτές- μίλησαν ανοιχτά, υπό καθεστώς ανωνυμίας για τις προκλήσεις που έχουν εμπρός τους, καθώς η… υπομονή των ψηφοφόρων στερεύει και ο Συνασπισμός ανεβαίνει στις προτιμήσεις, σύμφωνα με τις έρευνες.
«Ένα στέλεχος ‘πρώτης γραμμής’ (της κυβέρνησης) του Albanese παραδέχεται ότι η κυβέρνηση ‘πρέπει να επικεντρωθεί στο να γίνει το μήνυμά μας πιο έντονο, αυτή είναι η πρόκληση’, αλλά υποστήριξε ότι με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι τα μεγάλα κόμματα έχουν ‘κλειδώσει’ στο 50-50ως προς την προτίμηση δύο κομμάτων, οι Εργατικοί έχουν αρκετό χρόνο για να κλείσουν τη συμφωνία με τους ψηφοφόρους και να κερδίσουν μια δεύτερη θητεία», ανέφερε το άρθρο.
«Ο Dutton κάνει καλή δουλειά στο να διαμορφώνει το πλαίσιο της αναμέτρησης και να ‘κερδίζει’ στην ειδησεογραφία κάθε μέρα- πρέπει να τους τραβήξουμε πίσω στο ‘ποιον εμπιστεύεστε να διαχειριστεί την Οικονομία και να κυβερνήσει τη χώρα;’. Επειδή αυτές οι εκλογές θα αφορούν το κόστος ζωής και οι ψηφοφόροι δεν έχουν ιδέα για το ποιες είναι οι πολιτικές τους για να το διορθώσουν», πρόσθεσε ο εν λόγω υπουργός.
Ένας άλλος Εργατικός, ομοσπονδιακός βουλευτής, εξέφρασε τη λύπη του για το γεγονός ότι φαίνεται να υπάρχει μια αυξανόμενη αποδοχή στις τάξεις της κυβέρνησης ότι μια κυβέρνηση μειοψηφίας είναι το καλύτερο που μπορούν να ελπίζουν οι Εργατικοί μετά τις επόμενες εκλογές, ή και χειρότερα.
Ένας τρίτος, παραδέχθηκε ότι θα ήταν προτιμότερο για τους Εργατικούς να προηγούνται του Συνασπισμού στις δημοσκοπήσεις, αλλά υποστήριξε ότι τουλάχιστον η κυβέρνηση παραμένει δυναμική, παρά τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες. «Το ερώτημα για τους ψηφοφόρους είναι: μπορεί ο άλλος ‘όχλος’ να τα πάει καλύτερα;», είπε.
Σίγουρα πάντως, τα «καμπανάκια» από την RBA, ότι ορισμένοι θα πρέπει να πουλήσουν τα σπίτια τους για να αντιμετωπίσουν τον υψηλό πληθωρισμό και τα υψηλά επιτόκια, την ώρα που επιχειρήσεις φοβούνται ότι μπορεί να χρειαστεί να αναδιαρθρώσουν τις δραστηριότητές τους και να απολύσουν προσωπικό για να επιβιώσουν, δε βοηθούν την κυβέρνηση.
Ειδικά όσο δεν έρχεται κάποια μείωση των επιτοκίων (ή ακόμη χειρότερα παραμένει στη συζήτηση ως πιθανότητα η περαιτέρω αύξησή τους).
Στο μεταξύ, μάλιστα, όπως έγινε γνωστό, η μέση αξία των δανείων για ιδιοκατοικούμενες κατοικίες έχει φθάσει σε νέο υψηλό επίπεδο, σύμφωνα με την ABS, τα 641.000 δολάρια, σε εθνικό επίπεδο. Τον Ιούλιο του 2023, ήταν λίγο πάνω από 593.000 δολάρια, μια αύξηση άνω του 8%.
Για τη Νέα Νότια Ουαλία, τον Ιούλιο του 2023, το μέσο δάνειο ήταν κάτω από 750.000 δολάρια, ενώ τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους, ξεπέρασε τα 780.000 δολάρια (+4,55%).
Για τη Βικτώρια ανήλθε στα 616.000 δολάρια από 590.000 δολάρια (+4,41%), ενώ ακόμα μεγαλύτερες, ποσοστιαία, ήταν οι αυξήσεις σε Δυτική Αυστραλία και Κουίνσλαντ, με +16,95% (552.000 δολάρια από 472.000 δολάρια) και +15,22% (598.000 δολάρια από 519.000 δολάρια), αντίστοιχα.
Δεν είναι όμως μόνο η Οικονομία το πρόβλημα για την κυβέρνηση σε αυτήν τη συγκυρία. Ο μίνι-ανασχηματισμός δε βοήθησε με το μεταναστευτικό ζήτημα. Το θέμα της χορήγησης βίζας προς Παλαιστίνιους πρόσφυγες παραμένει υψηλά στο προσκήνιο, με την αντιπολίτευση να «σκοράρει πόντους», σε ένα… ιδιαίτερα γνώριμο της «γήπεδο», αυτό της ασφάλειας των συνόρων, που εγείρει το λαϊκό αίσθημα.
Παράλληλα, η κυβέρνηση φέρεται να «έχασε πόντους» στη ζήτημα που δημιούργησε για τις ερωτήσεις σχετικά με το φύλο και τη σεξουαλική ταυτότητα στην επόμενη Απογραφή.
Επί του θέματος, τοποθετήθηκε την Κυριακή, ο υπουργός Οικονομικών, τονίζοντας ότι εν τέλει, το 2026, θα συμπεριληφθούν αυτές οι ερωτήσεις, για πρώτη φορά, μετά από τις έντονες αντιδράσεις της κοινότητας LGBTIQ+.
Μιλώντας στην εκπομπή Insiders του ABC, ο κ. Chalmers, είπε ότι οι πολίτες που ανήκουν στην LGBTIQ+ κοινότητα «έχουν σημασία, εισακούστηκαν και θα καταμετρηθούν».
Κυβερνητική δήλωση επιβεβαίωσε ότι οι ερωτήσεις για τον σεξουαλικό προσανατολισμό και το φύλο θα υποβάλλονται μόνο σε άτομα ηλικίας 16 ετών και άνω και θα υπάρχει η δυνατότητα να μην απαντήσει κάποιος σε αυτές αν δεν το επιθυμεί.