Η θριαμβευτική επιχειρηματική πορεία του Nick Thyssen στην παραγωγή, συσκευασία και προώθηση φυσικών χυμών και φρουτοσαλατών ως Βιομηχανία Χυμών Πάτρα, έκλεισε τον πρώτο της κύκλο το 1971, όταν πουλήθηκε στους Αμερικανούς της Beatrice. Οι Αμερικανοί ιδιοκτήτες ανέθεσαν στον Νίκο τη γενική διεύθυνση και το πρόσταγμα στην Εταιρεία Πάτρα, μέχρι και το 1976.

Την περίοδο αυτή ο Νίκος και η σύζυγός του, Maureen, ταυτόχρονα με τις επιχειρηματικές ευθύνες που του ανέθεσαν, επένδυσαν στην οικογενειακή συνοχή και περιηγήθηκαν τις ηπείρους αναπτύσσοντας και βελτιώνοντας διαρκώς τις γνώσεις του για τον κόσμο στον οποίο ζούσαν.

Ευρώπη και Ελλάδα και Ασία και Αμερική, ένας κόσμος που τους γοήτευσε. Στην Ελλάδα βάπτισαν τα δύο από τα τρία παιδιά τους με βάση την Ορθόδοξη παράδοση και ακολούθησε τρικούβερτο γλέντι στην πατρογονική γη με τη συμμετοχή ολόκληρου του χωριού του. Η Maureen προκάλεσε την προσοχή ολόκληρου του χωριού όταν μπήκε με το κόκκινο φουστάνι μέσα στο καφενείο, κάθισε στο τραπέζι με τους άνδρες και ζήτησε να συμμετάσχει σε ένα παιχνίδι πρέφας. Μαζεύτηκαν απ’ έξω σταυροκοπώντας οι ντόπιες για να δουν την Αυστραλή που παραβίασε το ανδρικό μονοπώλιο του καφενείου.

Ακολούθησαν οι μετρημένες επενδύσεις του Νίκου σε προγράμματα και επιχειρήσεις που είχε συλλάβει το όραμα του Νίκου, ένα όραμα που είχε ως βάση του ότι ο νέος άνθρωπος πρέπει διαρκώς να προσπαθεί για το καλύτερο, να δείχνει υπομονή και επιμονή, να δίνει προτεραιότητα στην επιτυχία ενός εγχειρήματος παρά στο άμεσο κέρδος, να επιμένει ακόμη κι όταν οι καταστάσεις δεν είναι με το μέρος του.

Ο δεκαπεντάχρονος Νίκος Θεοδοσιάδης (Nick Thyssen) έτοιμος να αναχωρήσει για την Αυστραλία, όπου τον περίμενε μια λαμπρή καριέρα κι ένας κόσμος γεμάτος αισιοδοξία. Σεπτέμβριος 1951

Στράφηκε σε επενδύσεις που είχαν σχέση με την αγορά απέραντων φαρμών, όπου και άρχισε να εκτρέφει εκατοντάδες βοοειδή. Μεγάλα τμήματα της απέραντης γης που αποκτούσε χρησιμοποιούνταν για να καλλιεργήσει δενδρύλλια και φυτά, τα οποία μόλις έφθαναν στο σωστό όριο της ωρίμανσης, τα διέθετε στην αγορά. Ήταν αρκετά χρόνια αργότερα, όταν στην προσπάθειά του να χειραφετήσει το μέλλον του γιου του Αδάμ αγόρασε μία τεράστια έκταση γης στη Νέα Νότια Ουαλία που μετρούσε εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα γης όπου και καλλιεργούσε πάνω από 300.000 πορτοκαλιές.

Την περίοδο των δεκαετιών του 1970 και 1980 οι δραστηριότητές του στράφηκαν σε ποικίλες επιχειρήσεις, με τις οποίες και δοκίμαζε νέες ιδέες, μεθόδευε νέους τρόπους και στρατηγικές δράσεις, καλλιεργούσε ένα πνεύμα πρωτοποριακό στον χώρο του εμπορίου. Σκέφτηκε και εισήγαγε τη μαζική παραγωγή χάμπουργκερ, με δημιουργία αλυσίδας καταστημάτων, τα οποία θα μπορούσαν με ταχύτητα να σερβίρουν εκατοντάδες πελάτες, κάτι που ακολούθησαν τα αμερικανικά ταχυφαγεία.

Στη συνέχεια σε συνεργασία μ’ έναν Ολλανδό μετανάστη δημιούργησε εργοστάσιο που παρασκεύαζε πίτσες, έτοιμες προς βρώση, και τις λάνσαρε στις υπεραγορές της Αυστραλίας, φροντίζοντας να τις τοποθετούν εκτεθειμένες ψηλά στα ράφια των ψυγείων, ώστε να προσελκύουν την προσοχή των αγοραστών.

Ακολούθησε η συνεργασία του με τον Σπύρο Σταμούλη στην παραγωγή τσιπς πατατών, με την εταιρεία Sierra Corn Chips, την οποία τελικά οι δύο συνέταιροι την έπαιξαν κορώνα-γράμμα, ώστε ένας από τους δύο να είναι ο κάτοχός της. Ακολούθησε η επιχείρησή του Ready Cut Company μια εταιρεία που εισήγαγε τις συσκευασμένες σαλάτες και μεσημεριανά φαγητά σε ειδικά χάρτινα και γλασέ κουτιά που διαθέτονταν από υπεραγορές, cafés, αναψυκτήρια στους εκατοντάδες χιλιάδες υπαλλήλους που αναζητούσαν ένα σύντομο τρόπο να κορέσουν την πείνα του στο διάλειμμα του μεσημεριού, κοντά από τα γραφεία, όπου δούλευαν.

Την ίδια εποχή οι Maureen κι ο Νίκος επενδύουν την αγάπη και τα χρήματά τους στην βιομηχανία των ιπποδρομιών. Αγοράζουν καθαρόαιμα άλογα από τη Νέα Ζηλανδία, τα εκτρέφουν, τα θέτουν υπό εκπαίδευση κάτω από τους πλέον έμπειρους εκπαιδευτές αλόγων, εκεί επενδύσουν και τις ελπίδες τους να δοκιμάσουν τη χαρά του θριάμβου από τις νίκες των αλόγων τους στα ιπποδρόμια των μεγάλων αστικών κέντρων αλλά και της επαρχίας.

Τα άλογά τους κερδίζουν δεκάδες αγώνες, θριαμβεύουν στον ιππόδρομο του Flemington και του Caulfield, κατακτώντας έπαθλα εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων, ακόμη και το Victoria Derby στο Flemington Racecourse λίγο πριν από το Melbourne Cup. Παρ’ όλα αυτά στα δέκα χρόνια της ανάμειξής τους, ο Νίκος κατάληξε στο συμπέρασμα πενήντα χρόνια αργότερα: «Τελικά η ανάμειξή μας με τα άλογα μάς προσέφερε μεγάλες εκπλήξεις, χαρές και περηφάνεια. Οικονομικά, όμως, χάσαμε πάνω από ένα εκατομμύριο δολάρια. Με τα άλογα, όπως και με τις πόκα μασίνς, μόνον χάνεις. Είναι μια συνήθεια πολυτελείας χωρίς διέξοδο, χωρίς ελπίδα κέρδους ή επιτυχίας».

Στις δεκαετίες 1980 και 1990 ο Νίκος επανήλθε από εκεί που ξεκίνησε, με την ενθάρρυνση της πρωτότοκης θυγατέρας του, Ελένης, στην βιομηχανία των φυσικών χυμών εσπεριδοειδών, με την ίδρυση της εταιρείας Original Orange Juice, μια εταιρεία που αποτέλεσε σταθμό στην βιομηχανία χυμών της Αυστραλίας και της ευρύτερης περιοχής του Ειρηνικού. Εκατοντάδες εργαζόμενοι, δεκάδες οδηγοί-διανομείς, χιλιάδες αποδέκτες πελάτες είχαν την ευκαιρία να συνδεθούν με την εταιρεία αυτή και να ζήσουν στιγμές αγαστής συνεργασίας με τον Νίκο.

Ταυτόχρονα, το αμούστακο παιδί από τα Βαλιμίτικα που εξελίχθηκε σε πρωτοκλασάτο επιχειρηματία, προφέρει πλουσιοπάροχα στους σεισμόπληκτους του Αιγίου, συνδέεται με τον αείμνηστο Σάββα Παπασάββα και αργότερα Γιώργο Βασιλόπουλο και προσφέρει δεκάδες χιλιάδες δολάρια στην προβολή της Ελλάς Μελβούρνης ως κύριος χορηγός χρηματοδότης για χρόνια. Με την πώληση της εταιρείας Original Orange Juice , όπως και παλαιότερα, φρόντισε να κάνει γενναιόδωρες χρηματικές προσφορές στους ανθρώπους που εργάσθηκαν και προώθησαν την εταιρεία, σε όλους εκείνους που συνέργησαν στην επιτυχία της. Άλλωστε πάντα ήταν δίπλα στο προσωπικό του, δίπλα στους εργαζόμενους, παίζοντας μαζί τους, μαγειρεύοντας για λογαριασμό τους και εκδηλώνοντας τη συντροφικότητά του.

Ακολούθησε η Ezy Chef, μια συνεταιρική προσπάθεια λανσάροντας στην αγορά φρέσκες σούπες και φρέσκα φαγητά για υγιεινή διατροφή έχοντας ως στόχο τα νοσοκομεία, τα γηροκομεία και τις λέσχες.

Ο Νίκος επένδυσε στην εταιρεία αυτή την αγάπη του και περιέβαλε τους πρωταγωνιστές της με ιδιαίτερη φροντίδα. Όταν μετά το 2022, αποφάσισε να απομακρυνθεί από τον συνεταιρισμό χάρισε τα κεφάλαια τουλάχιστον δύο εκατομμυρίων δολαρίων που διέθεσε στους συνεταίρους του και συνέχισε να τους ενισχύσει στα χρόνια που ακολούθησαν ως μέντορας και σύμβουλός τους.

Ο ανθρώπινος αυτός γίγαντας της στοργής παρέμεινε αμετανόητα προσηλωμένος στην ιδέα της επιτυχίας, στην ιδέα του νέου, του καινούργιου, του αυθεντικού, καθώς ακόμη πλησίαζε τα ενενήντα χρόνια του. Διέκρινε ότι τα χρήματα δεν έχουν αξία όταν δεν έχουν κάποιο σκοπό για τη χρήση τους, πίστευε ότι δυνατός είναι κάποιος που δείχνει τη δύναμή του, και πλούσιος είναι αυτός που δεν φοβάται να χάσει πλούτη, αυτός που νιώθει ότι μεγαλύτερη αξία έχει η επιτυχία ενός σκοπού από το κέρδος σε χρήμα που μπορεί να σου προσφέρει.

Με τις αρχές αγόρασε τη τεράστια φάρμα των χιλιάδων στρεμμάτων στη Ν.Ν.Ουαλία για τον αδικοχαμένο γιο του, προκειμένου να του εξασφαλίσει λαμπρό μέλλον και επιτυχία στη ζωή του. Με το γιο του ίδρυσε την γαλακτομική βιομηχανία ProCal Dairies, μια πολυβραβευμένη εταιρεία που συσκευάζει και προωθεί το Greek Yogurt και ένα από τα πλέον εύγευστα γάλατα στην αγορά.

Η ζωή και το έργο του, η καθημερινότητα και η ιδιορρυθμία του Νίκου, οι στιγμές της ζωής του, από την έξοδο από το χωριό πριν από εβδομήντα-πέντε σχεδόν χρόνια, ο αγώνας της σκληρής επιβίωσης, η επιθυμία του να νιώθει την ικανοποίηση της επιτυχίας, η περίπτωση του αμούστακου παιδιού που με τις καινοτόμες ιδέες του κατόρθωσε να γίνει εκατομμυριούχος, καταγράφονται και αναλύονται στο βιβλίο της ζωής του.

*To βιβλίο “Nick Thyssen: The Story of a Great Innovator to Remember” πωλείται στα βιβλιοπωλεία των Ελληνικών Κοινοτήτων Μελβούρνης και Περθ, στο Ελληνικό Μουσείο (Hellenic Museum), στα καταστήματα Nikos Cakes στο Oakleigh και στο Fairfield, ενώ διατίθεται και ταχυδρομικώς στις διευθύνσεις Steve Petrou stavros.petrou1@gmail.com; Anastasios Tamis anastasios.tamis@aims.edu.au