Ο Συνασπισμός έδωσε στη δημοσιότητα την κοστολόγηση των δικών του προεκλογικών υποσχέσεων και φιλοδοξεί να μειώσει το χρέος της χώρας κατά 40 δισ. δολάρια σε σχέση με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, περικόπτοντας δαπάνες άνω των 60 δισ. δολαρίων.
Οι εξοικονομήσεις αυτές, σύμφωνα με τον «σκιώδη υπουργό» Οικονομικών, Angus Taylor, θα προέλθουν από:
Την κατάργηση της δέσμευσης των Εργατικών να διαγράψουν 16 δισ. δολάρια από τα χρέη για σπουδές.
Την ανατροπή της απόφασης των Εργατικών να μειώσουν τα φορολογικά οφέλη για λογαριασμούς σε συνταξιοδοτικά ταμεία (superannuation) που υπερβαίνουν τα 3 εκατομμύρια δολάρια.
Την κατάργηση του Housing Australia Future Fund, ύψους 10 δισ. δολαρίων, του ενεργειακού προγράμματος «Rewiring the Nation», ύψους 20 δισ. δολαρίων και των φορολογικών πιστώσεων για την παραγωγή κρίσιμων ορυκτών, καθώς και των επιδοτήσεων για τα ηλεκτρικά οχήματα.
Την ανάκληση της ομοσπονδιακής χρηματοδότησης για του Suburban Rail Loop της Μελβούρνης.
Ενώ οι υπολογισμοί του Συνασπισμού δείχνουν βελτίωση του δημοσιονομικού ισοζυγίου, κατά 14 δισ. δολάρια σε βάθος 4ετίας, τα δύο πρώτα χρόνια μιας κυβέρνησης Dutton, θα σημειώσουν μεγαλύτερα ελλείμματα.
Πιο συγκεκριμένα, το έλλειμμα προβλέπεται να αυξηθεί κατά 5,6 δισ. δολάρια το οικονομικό έτος 2025-20626 και να ενισχυθεί κατά 2,3 δισ. δολάρια το επόμενο έτος.
Τα επόμενα δύο οικονομικά έτη αναμένεται να παρουσιάσουν βελτίωση κατά 9,5 δισ. δολάρια και 2,2 δισ. δολάρια.
Ο κ. Taylor δήλωσε ότι πρόκειται για «τη μεγαλύτερη βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης από την εφαρμογή των σημερινών κανόνων κοστολόγησης πριν από σχεδόν 15 χρόνια».
Οι προεκλογικές δεσμεύσεις του Συνασπισμού, είπε, αποσκοπούν να «καταστήσουν τον αυστραλιανό τρόπο ζωής πιο προσιτό», αναφέροντας συγκεκριμένα το σχέδιο να μειωθεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καυσίμων κατά 25 σεντς (-50%) για 12 μήνες.
Ο Συνασπισμός σχεδιάζει επίσης να μειώσει την διεθνή βοήθεια, κατά πάνω από 800 εκατ. δολάρια, αλλά η Ινδονησία και ο Ειρηνικός έχουν εξαιρεθεί για λόγους στρατηγικής ασφάλειας.
Εξοικονομήσεις θα προέλθουν και από τη μείωση «μη βιώσιμων αυξήσεων του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων».
Ερωτηθείσα για την υπόσχεση αυτή, η «σκιώδης υπουργός» Οικονομίας, Jane Hume, επανέλαβε τους ισχυρισμούς ότι οι περικοπές -φυσικής φθοράς και παγώματος προσλήψεων, κατά την αντιπολίτευση- δε θα απειλήσουν τις βασικές υπηρεσίες ή την εθνική ασφάλεια.
Επισήμανε ότι περίπου 5.000 από τις 41.000 θέσεις που θα καταργηθούν είναι θέσεις που δεν έχουν ακόμη δημιουργηθεί ή καλυφθεί.
Όταν ρωτήθηκε αν ο Συνασπισμός εξακολουθεί να σχεδιάζει να περικόψει θέσεις στην Καμπέρα, η κα Hume απάντησε: «Εστιάζουμε στην Καμπέρα».
Εν τω μεταξύ, κατά την αντιπολίτευση, το αμφιλεγόμενο σχέδιο για την κατασκευή επτά πυρηνικών αντιδραστήρων προβλέπεται να επιβαρύνει τον προϋπολογισμό με 118 δισ. δολάρια έως το 2050.
Οι Εργατικοί «ανεβάζουν» το κόστος αυτό για στα 600 δισ. δολάρια.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της AMP, Shane Oliver, δήλωσε στο AAP ότι η δημοσίευση της κοστολόγησης υποσχέσεων την τελευταία στιγμή προεκλογικά δεν αποτελεί έκπληξη.
«Και οι δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος (τείνουν να) κάνουν τέτοιου είδους κόλπα», είπε. «Σκοπός είναι να αποφευχθεί η υπερβολική εστίαση σε αυτά».
Ο οικονομολόγος Chris Richardson συμμερίστηκε την άποψη αυτή, υποστηρίζοντας ότι και οι δύο πλευρές θα έπρεπε να είχαν δημοσιοποιήσει το κόστος των σημαντικών πολιτικών τους πριν από εβδομάδες.
Ο κ. Taylor δεν έχασε και την ευκαιρία να επιτεθεί στην κυβέρνηση Albanese.
Παρά την αύξηση του πληθωρισμού διεθνώς μετά την πανδημία COVID-19 και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ισχυρίστηκε ότι η κρίση του κόστους διαβίωσης στην Αυστραλία δεν ήταν «κακή τύχη», αλλά οφείλεται σε «κακή διαχείριση».
«Το Εργατικό Κόμμα έχει προκαλέσει τη μακροβιότερη ύφεση κατά κεφαλήν που έχει καταγραφεί ποτέ και τη μεγαλύτερη κατάρρευση του βιοτικού επιπέδου στον ανεπτυγμένο Κόσμο», είπε.
«Αφού συγκέντρωσε σχεδόν 400 δισ. δολάρια σε επιπλέον έσοδα, το Εργατικό Κόμμα επέλεξε να τα σπαταλήσει αντί να τα αποταμιεύσει, αφήνοντας τους Αυστραλούς πιο εκτεθειμένους στον επόμενο οικονομικό σοκ».
Από την πλευρά της, η κα Hume, είπε ότι η «δεκαετία των ελλειμμάτων του Εργατικού Κόμματος», όπως προβλέπεται στον προϋπολογισμό, αποτελεί «προειδοποιητικό σημάδι».
«Αγνόησαν το [Διεθνές Νομισματικό Ταμείο] και τους οίκους αξιολόγησης και παίζουν με την πιστοληπτική ικανότητα ‘ΑΑΑ’ της Αυστραλίας».
«Αυτό δε θα επηρεάσει μόνο τις επιχειρήσεις, αλλά και όλους τους Αυστραλούς».
Ο οίκος αξιολόγησης S&P, σημειωτέον, προειδοποίησε ότι οι δαπανηρές προεκλογικές δεσμεύσεις και των δύο κομμάτων θα μπορούσαν να απειλήσουν το «ΑΑΑ».
«Ο τρόπος με τον οποίο η εκλεγμένη κυβέρνηση θα χρηματοδοτήσει τις προεκλογικές της υποσχέσεις και τις αυξανόμενες δαπάνες θα είναι καθοριστικός», ανέφερε ο S&P.
Οι οικονομολόγοι έχουν επικρίνει ευρέως τις προεκλογικές δεσμεύσεις των Εργατικών και του Συνασπισμού καθώς δεν περιλαμβάνουν σχέδια για μια διαρθρωτική μεταρρύθμιση του προϋπολογισμού.