Ένας 41χρονος συνελήφθη ως συνεργός στην ανθρωποκτονία του 75χρονου συνταξιούχου λιμενεργάτη Γιώργου Καρυώτη, το καλοκαίρι του 2022 μέσα στο σπίτι του, στην Παλιά Πόλη της Ρόδου.

Για το έγκλημα έχει καταδικασθεί πρωτοδίκως και ισόβια και φυλακισθεί ο 42χρονος γιος του θύματος, ενώ ο 41χρονος είναι εξάδελφός του.

Η σύλληψή του πραγματοποιήθηκε μετά από εκτενή έρευνα της Υποδιεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Ρόδου, η οποία χρησιμοποίησε επιστημονικά δεδομένα και μαρτυρίες για τη συγκρότηση δικογραφίας.

Στη νέα έρευνα, ανιχνεύθηκε DNA του 41χρονου στην πετσέτα και στον βρόχο που χρησιμοποιήθηκε για τη δολοφονία, ανέφεραν τοπικά ΜΜΕ.

Ο καταδικασθέντας γιος του θύματος απολογήθηκε εκ νέου τη Δευτέρα, 16 Ιουνίου, για την πράξη της ληστείας, σε συνέργεια με 41χρονο.

Τοπικά ΜΜΕ ανέφεραν ότι η νέα δικογραφία σε βάρος του βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στις απολογίες του συγκατηγορουμένου του, του 41χρονου, σε συνδυασμό με τα γενετικά ευρήματα του τελευταίου στη σκηνή του εγκλήματος, τα οποία όμως –όπως υποστηρίζει η υπεράσπισή του– όχι μόνο δεν τον ενοχοποιούν, αλλά τον απαλλάσσουν πλήρως από κάθε εμπλοκή.

Ανάμεσα σε άλλα ο 42χρονος καταδικασθέντας επισήμανε για τον 41χρονο ότι «λίγες ώρες μετά τον φόνο του πατέρα μου, τόσο η αδελφή μου όσο και τα παιδιά της είχαν κατονομάσει τον συγκατηγορούμενό μου ως πιθανό δράστη, καθώς είχε ληστέψει τον πατέρα μου κατά το παρελθόν».

«Ο συγκατηγορούμενός μου, επίσης, ισχυρίστηκε ψευδώς ότι είχε φιλοξενηθεί στο σπίτι της μητέρας μου, κάτι το οποίο διαψεύδουν τόσο η μητέρα μου όσο και ο ανιψιός μου…».

«Ωστόσο, οι αστυνομικές Αρχές προσπαθούν να με σκιαγραφήσουν με τον χειρότερο τρόπο και επικαλούνται την δυσφορία του πατέρα μου για κάποια μικροποσά που δανειζόμουν και καθυστερούσα την επιστροφή τους για να με εμπλέξουν με χρήση και διακίνηση ναρκωτικών ουσιών».

«Αναφορικά με τον ισχυρισμό του συγκατηγορουμένου μου ότι δήθεν τον τον ειδοποίησα τηλεφωνικά αμέσως μόλις σκότωσα τον πατέρα μου για να προσέλθει και να με βοηθήσει, επίδικη ημέρα, δεν προκύπτει καμία απολύτως τηλεφωνική μου κλήση το χρονικό διάστημα … Προσπαθεί να στηριχθεί στην εσφαλμένη πρωτόδικη καταδίκη μου ώστε να υποστηρίξει το ευφάνταστο σενάριό του με το οποίο προσπαθεί να ελαφρύνει την θέση του για την αυταπόδεικτη δολοφονία του πατέρα μου».

«Σε σχέση με τη ληστεία στην οποία προσπαθεί να με εμπλέξει, τόσο οι 34.000€ που αναφέρει ο συγκατηγορούμενός μου, όσο και οι 7.500€, αλλά και οι λίρες που υποτίθεται πως βρίσκονταν σε πουγκί πάνω του, επισημαίνω ότι εάν ο πατέρας μου είχε μία τέτοια μικρή περιουσία κρεμασμένη στον λαιμό του, όλοι οι δικοί του άνθρωποι, θα το είχαμε αναγνωρίσει και θα το αναφέραμε στις καταθέσεις μας».

Καταλήγοντας επισήμανε «…ζητώ την απαλλαγή μου από κάθε κατηγορία».

Το SkyRodos.gr ανέφερε ότι ο 41χρονος κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος και αντιμετωπίζει τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας με πρόθεση κατ΄ συναυτουργία και της ληστείας κατ΄ συναυτουργία στη δολοφονία του Γιώργου Καρυώτη.

Κατηγορείται ακόμη για την άγρια επίθεση με σκοπό τη ληστεία εις βάρος ενός 57χρονου άστεγου στις αρχές Ιουνίου.

Καθοριστική για την εξέλιξη της υπόθεσης στάθηκε η ένορκη κατάθεση μίας 47χρονης γυναίκας, πρώην συντρόφου του 41χρονου, η οποία προσήλθε αυθόρμητα στην Εισαγγελία Ρόδου τον Δεκέμβριο του 2024.

Υποστήριξε ότι της αποκάλυψε πως συμμετείχε στη δολοφονία Καρυώτη και ότι σκότωσε και μία γυναίκα συνεργό του από τη Θεσσαλονίκη, επειδή φοβήθηκε ότι θα τον προδώσει (η αστυνομική έρευνα δεν έχει ακόμη διασταυρώσει την ύπαρξη τέτοιου δεύτερου εγκλήματος).

Πολλές από τις αναφορές στα ΜΜΕ στηρίζονται στις αποκαλύψεις της εκπομπής του Mega TV «Φως στο Τούνελ», της Αγγελικής Νικολούλης.

Μέσω του συνηγόρου του, Δημήτρη Δημητριάδη, ο συλληφθείς 41χρονος ως συνεργός αρνήθηκε την κατηγορία της ανθρωποκτονίας.

Όπως υποστήριξε και κατά την απολογία του στον ανακριτή, αν και παραδέχεται την παρουσία του στον τόπο του εγκλήματος, αρνείται ότι σκότωσε τον Γιώργο Καρυώτη.

Παρουσιάζει τη δική του εκδοχή για τα γεγονότα, υποστηρίζοντας πως ο ρόλος του ήταν δευτερεύων, ότι απλώς συμμετείχε στη σκηνοθεσία της ληστείας, αφού το έγκλημα είχε ήδη διαπραχθεί από τον εξάδελφό του, γιο του θύματος.

Περιέγραψε με φρικτές λεπτομέρειες την δολοφονία με κίνητρο ένα χρέος 7.500 ευρώ που είχαν από κοινού με τον γιο του θύματος σε εμπόρους ναρκωτικών.

Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο ανιψιό, ο ίδιος και ο εξάδελφός του διακινούσαν ναρκωτικά επί δυόμισι χρόνια.

Μία χαμένη ποσότητα κοκαΐνης οδήγησε σε πιεστικές απειλές από τους προμηθευτές που άφησαν περιθώριο 24ωρών για να βρουν τα χρήματα που χρωστούσαν.

Αυτό τους οδήγησε στην βεβιασμένη απόφαση να αρπάξουν τα χρήματα του 75χρονου που, σύμφωνα με τη μαρτυρία, ο γιός του γνώριζε ότι ήταν κρυμμένα στο σπίτι.

Το σχέδιο, σύμφωνα πάντα με τον ανιψιό, ήταν να «τρυπώσει» ο γιος στο σπίτι όταν ο πατέρας του κοιμόταν και να του πάρει τα χρήματα χωρίς αντίσταση. Όμως τα πράγματα ξέφυγαν.

Από την άλλη, ο κ. Μουτάφης συνήγορος του καταδικασμένου γιου δήλωσε στην εκπομπή πως ο εντολέας του είχε υποψίες για τρία άτομα – ανάμεσά τους και τον φερόμενο συναυτουργό από την πρώτη στιγμή.

Όπως είπε σε τουλάχιστον δύο καταθέσεις τους, συγγενικά πρόσωπα του πελάτη του είχαν κατονομάσει τον συγκεκριμένο άνδρα (41χρονο) στην Ασφάλεια, αλλά δεν έγινε τίποτα.

Με ενέργειες του κινήθηκαν οι διαδικασίες ταυτοποίησης του «ορφανού» γενετικού υλικού.

«Εγώ πίστευα από την αρχή ότι το έκανε. Είχε ξανακλέψει τον πατέρα μου, αλλά εκείνος δεν τον κατήγγειλε γιατί τον λυπόταν», ανέφερε ο γιος από τη φυλακή, αλλά δεν απάντησε στις επίμονες ερωτήσεις της εκπομπής για το λόγο που δεν είχε αναφέρει ποτέ το όνομα του συλληφθέντα κατά την διάρκεια της δημοσιογραφικής έρευνας, αντιθέτως υποδείκνυε συνεχώς διαφορετικούς υπόπτους ανάμεσα τους και συγγενείς του.

Ο ίδιος επιμένει στην αθωότητά του και ζητά την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου για να αποδείξει ότι δεν υπήρξε καμία συνεννόηση.

Στην εκπομπή, επισημαίνεται, μίλησε και «η πρώην σύζυγος του καταδικασθέντα γιου, από την Αυστραλία, όπου ζει μόνιμα».

«Αυτόνα, τον κατηγορούμενο τον άλλον … τον εξέρει πάρα πολλά χρόνια. Κάνανε μαζί τα νταραβέρια, διακίνηση ναρκωτικών. Μου έφερναν ακόμα και μέσα στο σπίτι ναρκωτικά. Τι κάθεται και μου λέει τώρα όλα αυτά τα ψέματα;», είπε για τον πρώην σύζυγό της.

«Ότι δεν τον εγνώριζε τον άλλον. Ότι δεν κάνανε παρέα, ότι δεν πουλούσε ναρκωτικά και ότι του κλέψανε τη μηχανή που του πήρε ο πατέρας μου και τσόντερνα εγώ για να μου φέρνουνε πίσω τις μηχανές. Όλοι ήταν μια σπείρα, ο ένας καλύπτει τον άλλον».

«Όλα αυτά τα σκηνικά είχανε να κάνουμε με τα χρήματα που είχε ο συγχωρεμένος ο πεθερός μου. Ξέρανε όλη η οικογένεια ότι ο πεθερός μου είχε πολλά χρήματα, αλλά δεν έδινε γιατί ήξερε ότι και ο μεγάλος και ο μικρός ήταν μέσα στα ναρκωτικά».

«Είναι μαζί, δεν είναι μόνος του … είναι και άλλοι από πίσω. Προσπαθεί τώρα να φορτώσει όλα πάνε σε εκείνον και να βγει εκείνος αθώος».

«Εγώ δεν τον εμπιστεύομαι, εχτύπησε εμένα, δε θα σκότωνε;».

«Εμένα μου άφησε σημάδια πάνω στα πόδια μου, εμένα που άφησε προβλήματα με την υγεία μου».

Όπως είπε παντρεύτηκαν το 2007. Τότε, τόνισε, «τον έφερα στην Αυστραλία μήπως και ξεφύγει».

«Πόσα χρόνια μείνατε στην Αυστραλία;» ρώτησε ο δημοσιογράφος.

«Έναν μήνα, γιατί κόντεψα να χάσω το πόδι μου» απάντησε η πρώην σύζυγος.

«Με χτυπούσε, με κακοποιούσε, με χτυπούσε στο κεφάλι που μέχρι τώρα έχω πονοκεφάλους και του είχα κάνει και ασφαλιστικά μέτρα και τον εστείλανε πίσω στην Ελλάδα. Και του έδωσα και δεύτερη ευκαιρία. Ήταν η χειρότερη κόλαση που πέρασα ποτέ».