Ο υπουργός Άμυνας της Αυστραλίας, Richard Marles, και ο υπουργός Άμυνας του Ηνωμένου Βασιλείου, John Healey, υπέγραψαν τη «Συνθήκη του Geelong», μία νέα 50ετή αμυντική συμφωνία, που αποσκοπεί στην εμβάθυνση της AUKUS, παρά τις ανησυχίες για το τι θα πράξουν εντέλει οι ΗΠΑ.

Ο κ. Marles μίλησε για μία από τις σημαντικότερες συνθήκες μεταξύ των δύο χωρών.

Η υπογραφή της έρχεται σε μια περίοδο που οι ΗΠΑ, οι οποίες δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της «Συνθήκη του Geelong», αμφιταλαντεύονται ως προς τον ρόλο τους στην τριμερή συμφωνία AUKUS, μετά την έναρξη της επανεξέτασης από την κυβέρνηση Τραμπ για να διαπιστωθεί εάν συνάδει με την ατζέντα «Πρώτα η Αμερική».

Σε κοινή δήλωση που εξέδωσαν το Ηνωμένο Βασίλειο και η Αυστραλία, αναφέρεται ότι η «Συνθήκη του Geelong» θα επιτρέψει τη συνεργασία στον σχεδιασμό, την κατασκευή, τη λειτουργία, τη συντήρηση και την απόσυρση των υποβρυχίων SSN-ΑUKUS, καθώς και στον τομέα του εργατικού δυναμικού, των υποδομών και των ρυθμιστικών συστημάτων.

Τα SSN-AUKUS θα ενσωματώσουν τεχνολογία και από τις τρεις χώρες (Αυστραλία, Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ).

Θα κατασκευαστούν στη βόρεια Αγγλία για το Βασιλικό Ναυτικό του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ η Αυστραλία σχεδιάζει να κατασκευάσει το δικό της στη Νότια Αυστραλία για παράδοση στο αυστραλιανό ναυτικό τη δεκαετία του 2040.

Η νέα συνθήκη θα κατατεθεί στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο εντός των ημερών.

Ο κ. Marles είπε ότι αυτή η συμφωνία θα αποτελέσει τη βάση για τη συνεργασία μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Αυστραλίας για την παράδοση των υποβρυχίων.

Αποτελείται, είπε, από τρία μέρη, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης στα υποβρύχια στο Ηνωμένο Βασίλειο για Αυστραλούς και άλλα απαιτούμενα καθήκοντα, καθώς και της «διευκόλυνσης της ανάπτυξης» υποδομών στο ναυπηγείο Osborne Naval Shipyard στην Αδελαΐδα.

«Τέλος, η συνθήκη δημιουργεί μια απρόσκοπτη αμυντική βιομηχανική βάση μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Αυστραλίας. Στο πλαίσιο αυτού του έργου, αυστραλιανές εταιρείες θα προμηθεύουν τη Μεγάλη Βρετανία για την κατασκευή υποβρυχίων», είπε.

«Βρετανικές εταιρείες θα προμηθεύουν την Αυστραλία για την κατασκευή των δικών μας υποβρυχίων εδώ στην Αδελαΐδα».

Ο κ. Healey ανέφερε ότι «αυτή η ιστορική συνθήκη επιβεβαιώνει τη δέσμευσή μας στο AUKUS για τον επόμενο μισό αιώνα και θα υποστηρίξει δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας τόσο στην Αυστραλία όσο και στο Ηνωμένο Βασίλειο.

«Είναι μια συνθήκη που θα ενισχύσει την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού. Θα ενισχύσει το ΝΑΤΟ και εμείς είμαστε οι πολιτικοί που την υπογράφουμε σήμερα. Αλλά αυτή είναι μια συνθήκη που θα καθορίσει τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών μας και θα διασφαλίσει την ασφάλεια της χώρας μας για τα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών μας», είπε.

Ο κ. Marles ανέφερε ακόμα ότι η συμφωνία είναι «άλλη μια απόδειξη του γεγονότος ότι το AUKUS πραγματοποιείται, και πραγματοποιείται εγκαίρως, και εμείς το υλοποιούμε».

«Είναι μια συνθήκη που θα διαρκέσει 50 χρόνια. Είναι μια διμερής συνθήκη που εντάσσεται στο τριμερές πλαίσιο AUKUS».

Στο πλαίσιο της υπάρχουσας συμφωνίας AUKUS, η Αυστραλία θα καταβάλει περίπου 4,6 δισεκατομμύρια δολάρια για να υποστηρίξει τη βρετανική βιομηχανία στον σχεδιασμό και την παραγωγή πυρηνικών αντιδραστήρων για την τροφοδοσία των νέων υποβρυχίων.

Θα καταβάλει παρόμοιο ποσό στις ΗΠΑ για να υποστηρίξει την αμερικανική ναυπηγική βιομηχανία.

Στο πλαίσιο του AUKUS, συνολικού κόστους 368 δισεκατομμυρίων δολαρίων, η Αυστραλία έχει προγραμματίσει να αγοράσει τουλάχιστον τρία υποβρύχια με πυρηνική πρόωση της κλάσης Virginia από τις ΗΠΑ από τις αρχές της δεκαετίας του 2030.

Νωρίτερα το Σάββατο, ο υπουργός Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, David Lammy, εμφανίστηκε σε εκδήλωση στο Σίδνεϊ που διοργάνωσε το Lowy Institute.

Όταν ο παρουσιαστής τον ρώτησε αν το Ηνωμένο Βασίλειο «έρχεται να σώσει την κατάσταση επειδή η Αμερική χάνει το ενδιαφέρον της για το AUKUS», απάντησε ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο και ότι η συμφωνία αφορά «20.000 θέσεις εργασίας μεταξύ των δύο χωρών μας» και μια ασφαλή συνεργασία για το μέλλον.

Aπέρριψε τις ανησυχίες για την αναθεώρηση του AUKUS από την κυβέρνηση Τραμπ, λέγοντας ότι θα «ξεκαθαρίσει όλα τα ζητήματα».

Είπε ότι τόσο η βρετανική όσο και η αυστραλιανή κυβέρνηση έχουν επίσης αναλάβει την αναθεώρηση της συμφωνίας.

«Όλες οι κυβερνήσεις προβαίνουν σε αναθεωρήσεις και πρέπει να το κάνουν, ιδίως όταν αφορούν σημαντικά θέματα προμηθειών και άμυνας», ανέφερε.

Πρόσθεσε ότι ο Κόσμος έχει εισέλθει σε μια «νέα εποχή» αστάθειας και ότι «η επένδυση στην άμυνα είναι επένδυση στην ειρήνη», επειδή οι αντίπαλοι «συνειδητοποιούν ότι είσαι οπλισμένος και ικανός».