Καημό το είχα να ταξιδέψω και να γνωρίσω εκ του σύνεγγυς την κεντρώα Αυστραλία.
Η διαδρομή από Μελβούρνη έως Darwin, μου φάνταζε σαν μια μεγάλη έρημος, με στενούς ίσιους δρόμους που να χάνονται στον ορίζοντα, οροσειρές από βουνά, θάμνους που κρύβουν πολλά είδη του ζωικού βασιλείου και ομορφιές, πολλές ομορφιές, που η φύση είτε σμίλεψε σε πανύψηλους βράχους είτε την προίκισε με τρεχούμενα νερά και απέραντες λίμνες του γλυκού και του αλμυρού νερού.
Ένα πολυήμερο και πολύωρο ταξίδι με λεωφορείο της εταιρίας Master Coaches του κ. Σάββα Σαλπιγκτίδη, όπου μέσα σε μια μέρα κοιτάζοντας από το παράθυρο, είδα τον ήλιο εν τη γενέσει του, τον απόλαυσα να λάμπει στο στερέωμα και απαθανάτισα με τα μάτια της ψυχής μου το μαγικό του ηλιοβασίλεμα!
Η Αυστραλία, πριν πολλά εκατομμύρια χρόνια, ήταν μια απέραντη θάλασσα. Μάλλον ωκεανός, εξ ου και το όνομα Ωκεανία. Με το πέρασμα του χρόνου, τις κλιματικές αλλαγές, τις γεωλογικές καθυζήσεις, τους σεισμούς και άλλα, εκβράστηκαν από τα βαθιά νερά μεγάλοι βράχοι. Έτσι σχηματίστηκε η χώρα όπως τη γνωρίζουμε. Γι’ αυτό και το χώμα της ερήμου είναι ακόμα αμμουδερό.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι κατά μήκος του Stuart Highway, τον οποίο ακολουθήσαμε πιστά από τη Μελβούρνη έως το Darwin, υπάρχουν σποραδικά βεντζινάδικα με ευκολίες για ανεφοδιασμό, ένα ζεστό ρόφημα και βοηθητικοί χώροι.
Επισήμανα επίσης και πολλά πάρκα όπου διαμένουν τουρίστες σε τροχόσπιτα και μονοπάτια, που οδηγούν σε ορειβατικές ερημιές και εξερευνήσεις σπηλαίων και θερμών πηγών. ‘Ολα καθαρά και περιποιημένα.

Η ΓΗ ΠΟΥ ΓΕΝΝΑΕΙ ΤΙΣ ΠΛΑΚΕΣ ΟΠΑΛ
Όνειρο ζωής λοιπόν ήταν η επίσκεψή μου στο Κούμπερ Μπίτι (Coober Pedy), η οποία κατοικείτο από νομάδες ιθαγενείς, με κυριότερη ενασχόληση το κυνήγι τροφής. Η ονομασία στη γλώσσα τους, σημαίνει «λευκός άνθρωπος μέσα σε τρύπα».
Ομολογώ, ότι ανέκαθεν θαύμαζα τους συμπάροικους οπαλορύχους που έζησαν τον πυρετό της οπαλοθηρίας στην περιοχή. Η εφημερίδα μας έχει αναφερθεί κατά καιρούς στην διαμονή και τις προσπάθειές τους στην εξόρυξη της πολύτιμης πέτρας τις δεκαετίες του 50 έως 70 και που με τη εγκατάσταση και την σκληρή τους δουλειά, βοήθησαν και μετέτρεψαν την κωμόπολη, σε μια μοντέρνα ακμάζουσα πόλη.
Σημειώνουμε ότι η εργασία, αν και χρονοβόρα και ψυχοφθόρα, όταν σου χαμογελάσει η τύχη, είναι άκρως κερδοφόρα!
Για την ιστορία να πούμε ότι μέχρι και το τέλος του 19ου αιώνα, οι οπαλορύχοι έσκαβαν το χώμα σπιθαμή με σπιθαμή και τον ιδρώτα να στάζει στάλα-στάλα από το κουρασμένο τους μέτωπο, με τσαπί και φτιάρι. Όταν όμως πετύχαιναν την πολυπόθυτη πλάκα με τα εκθαμβωτικά χρώματα, η κούραση περνούσε στο περιθώριο.
Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, πρόκειται για δύσκολη δουλειά, γιατί τα πετρώματα, από άμμο και αλάτι είναι σπαρμένα και με απολιθωμένα κογχύλια, κόκαλα ψαριών, μύδια και άλλα.
Αν προσθέσουμε και τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες που επικρατούν -το θερμόμετρο αγγίζει τους 50 βαθμούς Κελσίου- τότε κάνουν το σκάψιμο ακόμα πιο δύσκολο.
Η πόλη περιβάλλεται από μια απέραντη, αλλά σκαμμένη γη, η οποία κρύβει τον… θησαυρό.
Η επίσκεψή μας στο Μουσείο που είναι κάτω από τη γη, το αφηγηματικό ντοκιμαντέρ από τους πρώτους οπαλορύχους μέχρι τα σημερινά μοντέρνα μηχανήματα και τις μεθόδους που χρησιμοποιούν για την εξόρυξη της πολύτιμης πέτρας και το πώς μετατρέπεται η πέτρα με τέχνη και μεράκι σε κόσμημα, μάς εξήγησε η ξεναγός η κ. Ζωή Pollard, η οποία μάς ξενάγησε στους υπόγειους διαδρόμους του Μουσείου, εκεί που γίνονταν οι εξορύξεις, και μετά μάς συνόδευσε στο λεωφορείο στην περιήγησή μας στην πόλη.

ΑΠΟ ΠΕΤΡΑ ΣΕ ΚΟΣΜΗΜΑ
Η κ. Pollard, μια δροσερή παρουσία και γνώστρια της ελληνικής παροικίας της περιοχής, απάντησε στις ερωτήσεις και έλυσε τις απορίες μας, προσθέτοντας επιπλέον πληροφορίες.
Πληροφοριακά αναφέρουμε ότι η εξόρυξη άρχισε το 1915 με 1916. Η κατοίκηση κάτω από τη γη, τα dugouts, ήταν ο διαφορετικός αλλά και ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος ζωής των πρώτων σκαπανέων που έφτασαν τις δεκαετίες του ’60. Ακόμα και μαγαζιά και το μοτέλ είναι κτισμένα μέσα σε λόφους για σταθερές θερμοκρασίες.
Σήμερα με μια άδεια των $100 από το Δήμο, μπορεί ο ενδιαφερόμενος να ενοικιάσει το οικόπεδο και με τρυπάνι γεώτρησης, να αρχίσει το σκάψιμο μέχρι 28-30 μέτρα βάθος και ένα μέτρο διάμετρο. Οπότε με το πέρασμα του χρόνου τα μηχανήματα κάνουν την εξόρυξη πιο εύκολη. Οι ανασυρόμενες πλάκες, περνούν από κοσκίνισμα και πλύσιμο, πριν περάσουν από ειδικούς για αξιολόγηση.
Στη συνέχεια εξειδικευμένοι στο επάγγελμα, διαλέγουν τους πολύτιμους λίθους και τους μεταφέρουν στα εργαστήρια, όπου μετατρέπουν την πέτρα σε πολύτιμο λίθο.
Μάθαμε επίσης ότι παλαιότερα, πετούσαν τα θρύψαλα των πετρωμάτων. Σήμερα όμως με εξειδικευμένα μηχανήματα γίνεται διαχωρισμός και συμπληρώνουν τα κοσμήματα.
Άξιο μνήμης είναι ότι η εξόρυξη, χρειάζεται θετική σκέψη, καλή αντίληψη της περιοχής, αντοχή, ελπίδα, πίστη σε αυτό που κάνουν και δημιουργικό πνεύμα. Γιατί απλούστατα όλοι έχουν τον ίδιο στόχο: την ανακάλυψη της πολύτιμης πλάκας.
Και φυσικά όταν κάποιος χτυπήσει την πλάκα, το κρατά ως επτασφράγιστο μυστικό.
Από τους απέραντους κάμπους, που ππεριτριγυρίζουν το κεφαλοχώρι, υπολογίζεται ότι πέρασαν μετανάστες από 47 εθνικότητες.
Ακούγοντας τους ξεναγούς, διαπιστώνει ο καθένας ότι το μοντέλο του πολυπολιτισμού υπάρχει ακόμα στην κωμόπολη. Σήμερα κατοικείται από μια πολυεθνική κοινότητα που αποτελείται από Σέρβους, Γερμανούς, Ιταλούς Κροάτες, Έλληνες, Αυστραλούς και Ιθαγενείς.

ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Οι μόνιμοι κάτοικοι αριθμούν τους 1700. Επισκεφθήκαμε τον περικαλλή Ορθόδοξο Σέρβικο ναό του Προφήτη Ηλία -το μισό κτίσμα του οποίου είναι κάτω από τη γη- την ελληνική εκκλησία αφιερωμένη στον Αη Νικόλα -η οποία δυστυχώς δεν λειτουργεί- περάσαμε από το χωλ των Πολωνών και το παραπέρα των Ιταλών και άλλα, που δυστυχώς είναι κλειστά, όπως το καφενείο και το ελληνικό σχολείο.
Σημαντικό είναι να αναφέρουμε ότι το πρώτο νεκροταφείο δημιουργήθηκε από Έλληνες στο οικόπεδο της εκκλησίας.
Δυστυχώς, το νοσοκομείο δεν διαθέτει μόνιμο γιατρό, όμως υπάρχει ομάδα εθελοντών για τα επείγοντα και σχολείο, όπου φοιτούν 100 παιδιά. Όμως το τελευταίο μωρό που γεννήθηκε, στην πόλη, ήταν το 1988!
Και, ναι! Υπάρχει ψυχαγωγία, η οποία ικανοποιεί τους ντόπιους και τους επισκέπτες, όπως εστιατόρια και μπυραρία.
Αν και υπάρχει έλλειψη πόσιμου νερού και ο υδράγυρος ανεβαίνει στα ύψη, πολλοί το προτιμούν για το ξηρό του κλίμα. Σε αντίθεση με την χλωρίδα, η περιοχή γύρω από την κωμόπολη διαθέτει πολλά και σπάνια είδη ερπετών και πτηνών. Μέχρι και πελεκάνους εντοπίσαμε στις γύρω λίμνες.
Και βέβαια ο επισκέπτης μπορεί να αγοράσει κοσμήματα και λίθους σε διάφορα μεγέθη. Ανάμεσα στους κοσμηματοπώλες είναι και αρκετοί ομογενείς.
Η τιμή του όπαλ εξαρτάται από την ποιότητα, το χρώμα, τη λάμψη, την καθαρότητα, το μέγεθος και τις διαύγειες, όπως γίνεται και η αξιολόγηση στα διαμάντια. Σημειώνουμε ότι το μαύρο όπαλ είναι το πιο ακριβό.
Απόγευμα και με τον ήλιο να καίει, επισκεφθήκαμε το Breakaway Reserve, το οποίο βρίσκεται τριανταπέντε χιλιόμετρα βόρεια της πόλης. Εκεί o επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει τους πολύχρωμους ηφαιστιογενείς λόφους που μαρτυρούν την πολύχρονη ύπαρξη του τόπου.
Εν κατακλείδι, θα έλεγα, ότι το Coober Pedy μοιάζει σαν μια πολύχρωμη πολιτεία σε μινιατούρα, στολισμένη με κόκκινα, πράσινα, γαλάζια και άσπρα λαμπιόνια.
Ο ζωγράφος, θα μπορούσε με μαεστρία ν’ αφήσει τη φαντασία του και να μεταφέρει στον καμβά εικόνες απείρου κάλλους από τις ομορφιές της κεντρώας γης!
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που το Coober Pedy δέχεται 80.000 επισκέπτες το χρόνο.
Το συστήνουμε.