Η Qantas καλείται να πληρώσει πρόστιμο–ρεκόρ ύψους 90 εκατ. δολαρίων, στην υπόθεση που χαρακτηρίστηκε η μεγαλύτερη παράνομη απόλυση εργαζομένων στην ιστορία της Αυστραλίας.

Το 2020 η αεροπορική εταιρεία προχώρησε σε εξωτερική ανάθεση εργασιών, απομακρύνοντας 1.820 εργαζόμενους –μεταξύ αυτών φορτωτές αποσκευών, καθαριστές και προσωπικό εδάφους– με στόχο, όπως έκρινε το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, να περιορίσει τη διαπραγματευτική ισχύ των συνδικάτων.

Η έφεση της Qantas στο Ανώτατο Δικαστήριο απορρίφθηκε, ανοίγοντας τον δρόμο για την επιβολή του προστίμου.

Η Ένωση Εργαζομένων στις Μεταφορές (TWU) ζήτησε το μέγιστο πρόστιμο των 121 εκατ. δολαρίων, ενώ η Qantas επιχειρηματολόγησε υπέρ ενός «μεσαίου» ποσού, μεταξύ 40 και 80 εκατ.

Ο δικαστής Michael Lee τόνισε «την τεράστια κλίμακα των παραβάσεων, τις μεγαλύτερες του είδους τους», επισημαίνοντας την ανάγκη επιβολής ενός αποτρεπτικού παραδείγματος για άλλες επιχειρήσεις.

Από το συνολικό ποσό των 90 εκατ. δολαρίων, τα 50 εκατ. θα καταβληθούν απευθείας στο Σωματείο που ανέδειξε την υπόθεση.

«Η παράνομη στέρηση της εργασίας ισοδυναμεί με στέρηση ενός μέρους της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, κάτι που δεν αποκαθίσταται απλώς με εκφράσεις λύπης», υπογράμμισε ο δικαστής.

Το πρόστιμο αυτό, είπε, «θα στείλει ένα μήνυμα στην Qantas και σε άλλους εργοδότες με σημαντικούς πόρους ότι όχι μόνο θα αντιμετωπίσουν πιθανές σημαντικές κυρώσεις για την παραβίαση του νόμου, αλλά ότι οι κυρώσεις αυτές θα δοθούν στα συνδικάτα για να τους παρέχουν πόρους ώστε να εκπληρώσουν το νόμιμο ρόλο τους ως φορείς επιβολής του νόμου».

Επέκρινε δε σκληρά τη στάση της Qantas μετά τις απολύσεις, τονίζοντας πως παρουσίασε «λιγότερο ειλικρινή» εικόνα για την απόφαση «outsourcing» και πως, παρά τη δημόσια συγγνώμη, η εταιρεία προσπάθησε να αρνηθεί την καταβολή αποζημιώσεων.

Η εταιρεία έχει ήδη συμφωνήσει σε πληρωμή 120 εκατ. δολαρίων ως αποζημίωση για οικονομικές απώλειες και ηθική βλάβη των εργαζομένων.

H νέα CEO της Qantas, Vanessa Hudson, δήλωσε ότι η απόφαση για την εξωτερική ανάθεση «προκάλεσε πραγματική δυσχέρεια» στους ανθρώπους που επηρεάστηκαν.

«Ζητούμε ειλικρινά συγγνώμη από όλους τους 1.820 υπαλλήλους εδάφους και τις οικογένειές τους που υπέφεραν ως αποτέλεσμα».

«Τα τελευταία 18 μήνες εργαστήκαμε σκληρά για να αλλάξουμε τον τρόπο λειτουργίας μας… Αυτό παραμένει η ύψιστη προτεραιότητά μας, καθώς προσπαθούμε να κερδίσουμε ξανά την εμπιστοσύνη που χάσαμε».

Ο εθνικός γραμματέας της TWU, Michael Kaine, δήλωσε ότι το Συνδικάτο κέρδισε μια μάχη «Δαβίδ και Γολιάθ» και εξασφάλισε «το σημαντικότερο αποτέλεσμα στην ιστορία της Αυστραλίας στον τομέα της εργασίας».

Μιλώντας στα μέσα ενημέρωσης, ο κ. Kaine δε θέλησε να αποκαλύψει πώς θα δαπανήσει η TWU τα 50 εκατομμύρια δολάρια που κέρδισε, παρά μόνο ότι θα χρησιμοποιηθούν για άλλες εκστρατείες που εκπροσωπούν τα μέλη της.

«Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για τα εργασιακά μας δικαιώματα», τόνισε και επισήμανε ότι η TWU θα υποβάλει στο δικαστήριο αίτημα ώστε τα 40 εκατομμύρια δολάρια από το πρόστιμο των 90 εκατομμυρίων δολαρίων που δεν έχουν ακόμη διατεθεί να διατεθούν για πρόσθετη στήριξη των εργαζομένων που επλήγησαν.

Η Qantas, υπενθυμίζεται, έχει ήδη βρεθεί αντιμέτωπη και με πρόστιμο 100 εκατ. δολαρίων, έπειτα από αγωγή της Επιτροπής Ανταγωνισμού και Καταναλωτών, επειδή πωλούσε εισιτήρια για πτήσεις που είχαν ακυρωθεί.

Επίσης, τον περασμένο Μάρτιο πέρυσι της επιβλήθηκε πρόστιμο 250.000 δολαρίων μετά την καταδίκη της για την παράνομη παύση του ομογενή εργαζομένου της Theo Seremetidis (Θίο Σερεμετίδη).

Ο κ. Seremetidis, ήταν οδηγός ανυψωτικού οχήματος για τη θυγατρική εταιρεία Qantas Ground Services (QGS) στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Σίδνεϊ και εκλεγμένος εκπρόσωπος υγείας και ασφάλειας.

Παύθηκε από τα καθήκοντά του, αφού είχε εκφράσει ανησυχία σχετικά με τον κίνδυνο του κορονοϊού για τους συναδέλφους του που καθάριζαν αεροσκάφη που έφταναν από την Κίνα κατά τις αρχές της πανδημίας COVID-19 και τέθηκε στο περιθώριο.

Η Qantas κρίθηκε ένοχη τον Νοέμβριο του 2023 για παράνομη παύση (illegally standing down) του κ. Seremetidis στο Περιφερειακό Δικαστήριο της Νέας Νότιας Ουαλίας κατόπιν δίωξης που είχε ασκήσει στην αεροπορική εταιρεία η αρμόδια υπηρεσία (SafeWork NSW) βάσει της νομοθεσίας περί Υγείας και Ασφάλειας στον Χώρο Εργασίας.

Ο κ. Seremetidis ήταν ήδη ένας από τους 1.800+ εργαζόμενους που απολύθηκαν από την εταιρεία στα τέλη του 2020, στο πλαίσιο απόφασης τότε για ανάθεση εργασιών σε εξωτερικούς συνεργάτες η οποία κρίθηκε παράνομη από το Ανώτατο Δικαστήριο τον περασμένο Σεπτέμβριο.