Ο Κώστας Νικηφορίδης θέλει να δει «τις Κυκλάδες να ξαναπρασινίζουν». Ουτοπικό; Ίσως. Αλλά είναι αποφασισμένος να το παλέψει.
Οι γονείς του ήταν μετανάστες από τα Κύθηρα στην Αυστραλία, όπου τον μεγάλωσαν.
Πριν 18 χρόνια – όταν δεν είχε ακόμη ξεκινήσει στην Ελλάδα η οικονομική κρίση – μαζί με τη γυναίκα του, επίσης Ελληνοοαυστραλή, αποφάσισαν να μετακομίσουν στη χώρα με τις δυο κόρες τους.
«Τα παιδιά ήταν μικρά, είχαμε μια επιχείρηση που πήγαινε αρκετά καλά, και σκεφτήκαμε ‘επιστροφή στις ρίζες, να μάθουμε τη γλώσσα, να βγάλουμε μερικά ευρώ και να κάνουμε ταξίδια’», ο Νικηφορίδης λέει στον «Νέο Κόσμο».
Το σχέδιο δεν πέτυχε ιδιαίτερα, παραδέχεται γελώντας.
«Τελικά, δυσκολεύομαι ακόμη με τη γλώσσα, παρότι είναι η μητρική μου, δεν έχω καταφέρει να βγάλω και πολλά λεφτά και δεν ταξιδεύουμε ιδιαίτερα!».
Η οικογένεια πέρασε τα πρώτα χρόνια στην Κέρκυρα και κάποια στη Ρόδο, μέχρι που τελικά εγκαταστάθηκε στην Πάρο.

Κι εκεί ο Νικηφορίδης βρήκε έδαφος – κυριολεκτικά – για να δοκιμάσει στην πράξη τις γνώσεις του για βιώσιμο τρόπο ζωής.
Ελπίδα του είναι πως θα εμπνεύσει κι άλλους νησιώτες να αντιστρέψουν αυτό που αποκαλεί «οικιστικό αδιέξοδο στις Κυκλάδες».
«Είναι καιρός να επανεξετάσουμε το πώς χτίζουμε. Θέλω τα σπίτια στις Κυκλάδες να είναι μέρος της κλιματικής λύσης, όχι του προβλήματος».
Όλα ξεκίνησαν όταν αγόρασε ένα οικόπεδο στην Πάρο για να χτίσει το σπίτι της οικογένειας.
«Ήταν ένα ξεχασμένο κομμάτι γης, ανέπαφο εδώ και 70 χρόνια, μόνο δέντρα και χόρτα.
«Όταν το είδε η μητέρα μου, ήταν άγονο και μέσα στην πέτρα. ‘Αν το αγοράσεις’, μου είπε, ‘σε ξεγράφω’».
Ο Νικηφορίδης όμως ήταν αποφασισμένος να προχωρήσει.
Ήθελε να εφαρμόσει όσα είχε μάθει σπουδάζοντας μια ολιστική φιλοσοφία διαχείρισης πόρων, την περμακουλτούρα.
Η περμακουλτούρα ξεκίνησε ως σχεδιαστικό σύστημα δύο Αυστραλών οικολόγων τη δεκαετία του ᾽70, και έχει σήμερα εξελιχθεί σε διεθνές κίνημα με εκατομμύρια να τη χρησιμοποιούν ανά τον κόσμο.

«Δύο πράγματα χρειάζεσαι αν θες να χτίσεις σπίτι που αυτροφοδοτείται ενεργειακά», λέει.
Το οικόπεδο να έχει θέση που ‘κοιτάει’ προς τον ήλιο, και να διευκολύνει τη συλλογή νερού από έδαφος ανυψωμένο σε κλίση.
«Και αυτό το κομμάτι γης, όσο άγονο κι αν ήταν, τα είχε και τα δύο.
«Οπότε με κέρδισε αμέσως. Κανείς δεν μπορούσε τότε να δει το πώς θα εξελισσόταν γιατί ήταν ένας σωρός από πέτρες. Αλλά συνεχώς το μεταμορφώνουμε», λέει.
Την τελευταία τετραετία, ο Νικηφορίδης έχει ξανακάνει γόνιμο το οικόπεδό του, χωρίς να εξαρτάται από το ηλεκτρικό ρεύμα.
Κάθε σταγόνα βροχής που πέφτει την αξιοποιεί.

Στα συστήματα που εγκαθιστά χρησιμοποιεί τη βαρύτητα για να κατευθύνει το νερό σε διαδρομές, δημιουργεί μικρούς και μεγαλύτερους νερόλακκους και συνολικά μεγιστοποιεί την απορρόφηση βρόχινου νερού από το έδαφος.
Το αποτέλεσμα;
«Όχι απλά έχω αυτάρκεια σε νερό. Το οικόπεδό μου δίνει πίσω στο νερό στο υπέδαφος», δηλώνει.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, κάλυψε πέρυσι τις ανάγκες του για 110 τόνους νερό.
«Δηλαδή για το σπίτι, τις οικογένειες που επισκέπτονται, τα μπάνια, το πότισμα του κήπου και των φυτών. Και συνήθως επιστρέφουμε και στον υπόγειο υδροφορέα 280 τόνους νερό».
Φέτος κατάφερε να επιστρέψει τη διπλάσια ποσότητα, χάρη σε λάκο δεκάδων μέτρων που είχε φτιάξει και συγκράτησε νερά από τις πλημμύρες που έπληξαν την Πάρο τον Απρίλιο.

«Και τότε ήταν η στιγμή που σκέφτηκα ότι είναι επένδυση που αξίζει. Γιατί αυτή η μία μεγάλη βροχή έβαλε πίσω στο έδαφος, δυόμιση φορές την ετήσια κατανάλωσή μου σε νερό».
Τον περασμένο Ιούλιο, σχεδόν στο σύνολο της Ελλάδας τα επίπεδα ξηρασίας ήταν άνω του συνηθισμένου για την εποχή, σύμφωνα με το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών.
Ο Νικηφορίδης πιστεύει ότι οι νησιώτες στις Κυκλάδες είχαν φυσικές μεθόδους για να καταπολεμούν την ξηρασία, αλλά η τεχνογνωσία και το ενδιαφέρον του κόσμου σταδιακά χάθηκαν.
«Οι παλιοί ήξεραν τί κάνανε. Είχαν φτιάξει παντού πεζούλες στις πλαγιές σε καμπύλες, αλλά όλα τα αναχώματα έχουν διαβρωθεί και εξαφανίζονται. Έτσι δεν συγκρατούν πλέον το νερό για να διεισδύσει αργά στο έδαφος».

«Έπειτα έχουμε και τον υπερτουρισμό», λέει μιλώντας για ανάγκες νερού του νησιού που ξεπερνούν τις δυνατότητές του.
Η μεγαλύτερη περιβαλλοντική απειλή για την Πάρο σήμερα, σύμφωνα με τον Νικηφορίδη, είναι η ξηρασία.
«Αυτό που συμβαίνει είναι ότι στερεύουμε τον υδροφόρο ορίζοντα γρηγορότερα από τη δυνατότητα του νησιού να αναπληρώσει το νερό.
«Κι όμως, αυτό εδώ το κομμάτι γης, σε μία βροχή κατάφερε να βάλει πίσω διπλάσια την ποσότητα νερού που χρησιμοποιώ κάθε χρόνο».

Ο Νικηφορίδης έχει έρθει σε επαφή με ντόπιους επαγγελματίες για να συγκεντρώσει στήριξη.
Θέλει να πιέσει για νομοθετικές αλλαγές που θα διευκολύνουν την αποταμίευση νερού σε σπίτια, αγροκτήματα, αλλά και βίλες ή ξενοδοχεία.
«Στο μυαλό μου είναι η ανοικοδόμηση στις Κυκλάδες και θέλω να μοιραστώ έναν αποδεδειγμένο τρόπο που βελτιώνει και τα κτίσματα και το περιβάλλον τους.
«Έναν τρόπο που μπορεί να βοηθήσει τα νησιά να ξαναπρασινίσουν».

Παρότι ελληνικής καταγωγής και ενώ μένει στην Ελλάδα εδώ και 18 χρόνια, ο Νικηφορίδης πιστεύει ότι η πρόθεσή του να βοηθήσει συχνά παρεξηγείται.
«Με έχουν αποκαλέσει ‘ο ξένος που προσπαθεί να μας πει πώς να κάνουμε τις δουλειές μας’.
«Όμως η πραγματικότητα είναι ότι θέλω απλά να μπορώ να μοιραστώ γνώσεις που είχα την τύχη να αποκτήσω.
«Είμαι σίγουρος ότι κι άλλοι θα το έκαναν αν είχαν τον χρόνο».
Πάντως δηλώνει αποφασισμένος να συνεχίσει να μιλά για την τεχνική που τον έκανε αυτάρκη σε νερό και μπορεί να βοηθήσει κι άλλους να γίνουν.
«Δεν εγκαταλείπουμε την παράδοση. Τη συνεχίζουμε – αλλά το κάνουμε με τις γνώσεις του σήμερα και ην αίσθηση επείγοντος που έχουμε μπροστά μας».