Κατερίνα Πουταχίδου Μια (νέα) πινελιά στον όμορφο παροικιακό μας πίνακα

Τα τελευταία χρόνια, το όνομά της ακούγεται όλο και πιο συχνά στα καλλιτεχνικά δρώμενα της παροικίας μας. Μέσα από την Ελληνική Κοινότητα, η Κατερίνα Πουταχίδου μας έχει δώσει εντυπωσιακές παραστάσεις από μαθητές και ενήλικες.
Ηγείται μιας ομάδας ανθρώπων, στην πλειοψηφία τους νεοφερμένοι, που έχουν όρεξη να δουλέψουν για τη γλώσσα μας και τον πολιτισμό μας με παιδιά και μεγάλους.

Ποια είναι όμως η Κατερίνα Πουταχίδου που μας έχει φέρει αυτή την πολιτιστική επανάσταση;
Μας συστήνεται η ίδια απαντώντας στις ερωτήσεις που της έθεσε ο «Νέος Κόσμος».

-Τα τελευταία χρόνια το όνομά σας ακούγεται συχνά-πυκνά, λόγω της δραστηριότητάς σας. Όμως λίγοι σας ξέρουν. Για πέστε μας, λοιπόν, ποια είστε;
-Είμαι κι εγώ μια μικρή πινελιά σε αυτόν τον όμορφο πίνακα που ονομάζεται Ελληνική Παροικία.

-Από πού κατάγεστε, πότε και πώς βρεθήκατε στη Μελβούρνη;
-Γεννήθηκα στο Μπρνό της Τσεχίας (Τσεχοσλοβακίας) από μητέρα Τσέχα και πατέρα Έλληνα. Ο πατέρας μου, με τον εμφύλιο βρέθηκε με το «παιδοσώσιμο» – επέτρεψέ μου να το πω έτσι – στο Μπρνό της τότε Τσεχοσλοβακίας. Είμαι το τρίτο και τελευταίο μέλος της οικογένειας (έχω μεγαλύτερη αδερφή και αδερφό). Όταν ήμουνα 3,5 ετών γυρίσαμε οικογενειακώς πίσω στην Ελλάδα. Ήταν απόφαση του πατέρα μου, ή Ελλάδα ή Καναδά, τελικά πήγαμε Ελλάδα. Μετανάστες κατά κάποιο τρόπο. Μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη και με τις δύο κουλτούρες έντονα στην καθημερινότητά μου. Η μητέρα μου δεν γνώριζε ελληνικά, άρα στο σπίτι μιλούσαμε τσέχικα. Η διγλωσσία στο σπίτι είναι ό,τι καλύτερο για ένα παιδί. Μεγαλώνει, ωριμάζοντας και ανοίγοντας τους ορίζοντές του κατανοώντας το διαφορετικό. Η επαφή και τα ταξίδια στην Τσεχία δεν είχαν σταματήσει ποτέ.
Στην Αυστραλία ήρθα ως ερωτική μετανάστης, ο σύζυγός μου είναι Έλληνας από δω, όπου τον γνώρισα το 2005 στη Θεσσαλονίκη όταν ήρθε για διακοπές. Μετά από 2 χρόνια, κάνοντας όλη την διαδικασία της βίζας ήρθα στη Μελβούρνη, 31 Ιανουαρίου σβήνω 12 κεράκια.

-Σε όσους σας γνωρίζουν είναι γνωστό το πάθος σας για το θέατρο. Μιλήστε μας για αυτό. Πως προέκυψε;
-Το πάθος γενικά για τις Τέχνες προέκυψε από την οικογένειά μου στην Τσεχία. Ο παππούς μου έπαιζε 5 μουσικά όργανα και ήταν σε ορχήστρα, η γιαγιά μου αγαπούσε την όπερα και πήγαινε συχνά στα θέατρα. Επίσης ο πατέρας μου και οι θείοι μου παίζανε κιθάρα, και πάντα σε γιορτές παίζανε και τραγουδούσανε. Η αδερφή μου η Ρίτα είναι 13 χρόνια μεγαλύτερη μου, αυτή από μικρή είχε το υποκριτικό ταλέντο κι έτσι οι γονείς μου την στείλανε σε φημισμένο θεατρικό εργαστήρι Δραματικής Παιδείας του Μπρνο. Η Τσεχοσλοβακία γενικά επί αιώνες είχε τις Καλές Τέχνες στην κουλτούρα της και υπήρχαν χώροι να πηγαίνουν τα παιδιά και να αναπτύσσουν τα ταλέντα τους, τις ικανότητές τους. Σπούδασε στο Conservatoire και πηγαίνοντας πίσω στην Ελλάδα άνοιξε το πρώτο Θεατρικό Εικαστικό Καλλιτεχνικό Κέντρο (Θ.Ει.Κ.Κ) Δραματικής Παιδείας το «Πούπουλο», στον Δήμο Αμπελοκήπων στη Θεσσαλονίκη, όπου ανέβαιναν παιδικές παραστάσεις από παιδιά προς παιδιά. Το 1984 σε ηλικία 7 ετών, ανέβηκα για πρώτη φορά στο σανίδι.

Με τον ηθοποιό Ανδρέα Κωνσταντίνου

-Που αποκτήσατε την θεατρική σας παιδεία και τι κάνατε πριν έρθετε στην Αυστραλία;
-Νομίζω είμαι από τους τυχερούς ανθρώπους που το χόμπι το έκαναν επάγγελμα. Τελειώνοντας το λύκειο, έφυγα στο Μπρνό για σπουδές. Δεν ήθελα να γίνω σκέτο ηθοποιός χωρίς να έχω παιδαγωγικές γνώσεις (ψυχολογία, φιλοσοφία, παιδαγωγική, θεωρεία παιχνιδιού και δράματος) αλλά ούτε σκέτο θεωρητικός χωρίς υποκριτική, κατασκευές κούκλας και σκηνογραφίας. Στην Τσεχία είχα την δυνατότητα να παντρέψω τις δύο αυτές Επιστήμες σε μια Ακαδημία. Παρακολούθησα 2 χρόνια στο Φιλοσοφικό Πανεπιστήμιο την Τσέχικη Γλώσσα και για 5 χρόνια σπούδασα στο Τμήμα Θεάτρου του Janacek Academy of Performing Arts. Πήρα Master Degree στο Drama in Education (το Πανεπιστήμιο ήταν τσεχόφωνο). Συνδύασα το Θέατρο με την Παιδαγωγική. Πόσο ενδιαφέρον συνδυασμός! Το συγκεκριμένο Πανεπιστήμιο σου δίνει όλα τα εφόδια σε πρακτικό αλλά και θεωρητικό επίπεδο για να ολοκληρώνεσαι ως εκπαιδευτής θεάτρου. Παίρνοντας το πτυχίο λοιπόν γύρισα στη Θεσσαλονίκη μου, που τόσο αγαπώ, και συμμετείχα ενεργά ως θεατροπαιδαγωγός και οργανώτρια σεμιναρίων στο «Πούπουλο», σε ιδιωτικά άλλα και δημόσια σχολεία της Θεσσαλονίκης, σε Δημοτικές Επιχειρήσεις, σε Συνδιασκέψεις για το Θέατρο στην Εκπαίδευση και σε Φεστιβάλ εντός κι εκτός Ελλάδος. Γενικά έχω συμμετάσχει σε δεκάδες παραγωγές ως σκηνοθέτης, ηθοποιός, εκπαιδεύτρια, εισηγήτρια, σκηνογράφος, κουκλοπαίχτρια, δραματοποιός. Αλλά και ως μαθήτρια έχω βρεθεί, μου αρέσει να ανακαλύπτω καινούριες τεχνικές και μεθόδους που να βοηθάνε το έργο μου.
Ο αδερφός μου Γιάννης Πουταχίδης, επίσης τελείωσε πριν από μένα το ίδιο Πανεπιστήμιο (είναι 3 χρόνια μεγαλύτερος), άρα και τα τρία αδέρφια ασχολούμαστε με το αντικείμενο που αγαπάμε.

Από την παράσταση “Εκκλησιάζουσες”

-Στην Αυστραλία ασχολείστε με το θέατρο ανηλίκων και ενηλίκων. Τι ακριβώς κάνετε και τι επιδιώκετε;
-Τόσα χρόνια ήμουνα στον χώρο της Εκπαίδευσης και του Θεάτρου, δεν ξέρω αν θα μπορούσα να αλλάξω πορεία στην καριέρα μου με τον ερχομό μου εδώ. Έχω αγάπη πολύ σε αυτό που κάνω και όταν ήρθα δεν είχα αμφιβολία ότι θα κάνω κάτι διαφορετικό. Έλεγα “ελληνικά σχολεία σίγουρα υπάρχουν και αν δεν βρω κάτι εκεί θα δοκιμάσω τα τσεχικά σχολεία (μικρή είναι η τσεχική/σλοβάκικη κοινότητα) στην τελική θα δω και τα αυστραλέζικα. Δεν μπορεί κάτι θα βρω που έχει σχέση με την Δραματική Παιδεία για να αξιοποιήσω και να μοιράσω τις γνώσεις μου”. Πριν 8 χρόνια είχα την τύχη να με προσλάβουνε στην Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης ως υπεύθυνη για τα καλλιτεχνικά/θεατρικά δρώμενα στα σχολεία και παράλληλα δημιούργησα και συντονίζω τα τελευταία 5 χρόνια, το Δημιουργικό Κέντρο Δράματος και Τεχνών (Creative Drama & Arts Centre) της Ελληνικής Κοινότητας. Το Κέντρο απευθύνεται σε μεγάλους και μικρούς, νεοφερμένους και μη που τους αρέσει να περνάνε όμορφα και δημιουργικά, διασκεδαστικά και επιμορφωτικά, που τους αρέσει να μοιράζονται συναισθήματα. Και στα σχολεία αλλά και στα εργαστήρια παρουσίασαν μικροί και μεγάλοι εξαιρετικές παραγωγές, όπου πιστεύω τα παιδιά αποκόμισαν αρκετές γνώσεις από την θεματολογία του έργου αλλά το πιο σημαντικό, λύθηκε η γλώσσα τους!
Ως παιδί από μεικτό γάμο καταλαβαίνω πόσο δύσκολο και προκλητικό είναι να μεγαλώνεις με δύο γλώσσες και θεωρώ ότι το θέατρο είναι από τα καλύτερα εργαλεία να μάθεις, να εκφέρεις τα συναισθήματα μιας γλώσσας. Κι έτσι η θεατρική αγωγή μπήκε στο πρόγραμμα σπουδών των σχολείων. Στόχος είναι να γίνεται πιο διασκεδαστικά η προσέγγιση της ελληνικής γλώσσας. Μη ξεχνάμε, όσες γλώσσες ξέρουμε τόσες φορές άνθρωποι είμαστε. Μεγαλώνουμε μελλοντικούς παραγωγικούς πολίτες, μελλοντικούς γονείς, επαγγελματίες και είναι σημαντικό να συμβάλουμε στην διαπαιδαγώγησή τους. Με το θέατρο ανοίγουν οι ορίζοντες, «ταξιδεύουν» σε μέρη που δεν έχουνε πάει ή θα ήθελαν να επισκεφθούν. Πόσο ωραίο μπορεί να είναι ένα ταξίδι στην Αρχαία Ελλάδα, σε μια ιστορική πόλη, σε ένα παραμυθένιο βασίλειο ή ένα ταξίδι μέσα στο χρόνο; Πόσα μπορείς να ανακαλύψεις και να εξερευνήσεις μέσα σε μια άλλη πραγματικότητα;

-Είσαστε ικανοποιημένη από την έως τώρα θεατρική σας πορεία εδώ;
-Ναι είμαι. Αισθάνομαι ότι γίνονται ωραία πράματα σε συνεργασία με ωραίους και αξιόλογους ανθρώπους. Η Ελληνική Κοινότητα ως φορέας αλλά και εσωτερικά, οι άνθρωποι που δουλεύουν σε αυτή, πιστεύουν σε μένα, μου δίνουν το πράσινο φως, υπάρχει επικοινωνία, και αυτό μου δίνει ενέργεια να δημιουργώ και να προσφέρω. Πηγή έμπνευσής μου βέβαια είναι τα παιδιά, η καθημερινή επαφή μαζί τους με ωριμάζει σαν Κατερίνα αλλά και σαν επαγγελματία. Μερικοί νέοι Έλληνες γονείς, πρώτης γενιάς, συνειδητοποιούν την αξία της διγλωσσίας και αυτό μεταφέρουν και στα παιδιά τους. Αυτά λοιπόν τα παιδιά εξοικειώνονται με τον ελληνικό λόγο και παρουσιάζουν έργα από την παγκόσμια παιδική λογοτεχνία. Πόσο συγκίνηση νιώθω, και αυτό το συναίσθημα πάντα με γεμίζει μετά από κάθε πρεμιέρα. Πώς καταφέρνουν να μάθουν απ’ έξω κείμενα, λέξεις, έννοιες χωρίς φόβο και ανασφάλεια ότι θα τα πούνε λάθος ή ότι θα τα ξεχάσουν. Πραγματικά είμαι τόσο περήφανη για αυτά τα παιδιά, όπως και οι γονείς τους αλλά και τα ίδια το νιώθουν. Αυτό το χαμόγελο στα πρόσωπα και η ικανοποίηση που βλέπω στα μάτια τους σε κάθε υπόκλιση με καθηλώνει. Μόνο αυτά γνωρίζουν πόσο κόπο και υπομονή χρειάστηκε για να βγει το έργο. Το χειροκρότημα για αυτά τα παιδιά είναι η επιβράβευσή τους. Αφού βοήθησα να βιώσουν αυτό το συναίσθημα, τότε ναι, πιστεύω ότι ο στόχος μου ολοκληρώθηκε.

Σκηνογραφία της Κατερίνας Πουταχίδου σε παιδικό έργο

-Θα μείνετε μόνιμα στην Αυστραλία και ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
-Στη ζωή τίποτα δεν είναι μόνιμο και τίποτα δεδομένο. Δημιουργώ και πράττω εδώ, τώρα, με όλο μου το είναι. Έχω μικρές «Ιθάκες» στον νου μου, πάντα τις έχω. Θα δούμε, είμαι ρομαντική και αυτό δεν ξέρω που θα με βγάλει.

-Από την ομογένεια τι θα περιμένατε;
-Να αγκαλιάσουν, αλλά πραγματικά να αγκαλιάσουν, όλα αυτά τα πολιτιστικά που γίνονται στην πόλη μας. Να πηγαίνουν στις εκδηλώσεις, να ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να μιλάνε ελληνικά. Στραβά κουτσά δεν πειράζει, αρκεί να τα μιλάνε. Να μη νιώθουν άσχημα για το επίπεδο της γλώσσας. Πόσο σπουδαίο είναι να νιώθεις περήφανα ότι κατέχεις δύο γλώσσες.
Η γλώσσα μας είναι η βάση όλων των γλωσσών. Πόσο τυχεροί είμαστε! Τα τελευταία χρόνια δίνεται η ευκαιρία, έχουμε τη δυνατότητα, υπάρχουν και οι άνθρωποι που μπορούν να πλουτίσουν τα παροικιακά γίγνεσθαι. Υπάρχουν νέα πρόσωπα, νεοφερμένοι και μη, που έχουν όρεξη να δουλέψουν για τον Πολιτισμό. Στο τραγούδι, στο χορό, στα εικαστικά, στο παιδικό θέατρο. Η κάθε μορφή Τέχνης είναι κωδικός επικοινωνίας, χρειάζεται αλληλεπίδραση με το κοινό του.