Η αθηναϊκή εφημερίδα Η Καθημερινή, σε άρθρο της με τίτλο «Ισχυρές απώλειες στη Wall Street λόγω εμπορικού πολέμου ΗΠΑ – Κίνας» (5-8-19), αναφέρει πως η εμπορική διαμάχη ΗΠΑ – Κίνας, η οποία συνεχίζει να προκαλεί ταραχή στις διεθνείς αγορές, είχε ως αποτέλεσμα το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης να κλείσει με απώλειες σχεδόν 3%.

Αμερικανοί οικονομολόγοι αποδίδουν τις απώλειες αυτές στην πρόσφατη υποτίμηση από την Κίνα του εθνικού της νομίσματος γιουάν, γεγονός που σημαίνει πτώση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του κινεζικού νομίσματος γιουάν έναντι του αμερικανικού δολαρίου, με αποτέλεσμα τα κινεζικά βιομηχανικά προϊόντα να γίνονται πιο ανταγωνιστικά στις ΗΠΑ και στην διεθνή αγορά.

Πρόσφατα, το Υπουργείο Εμπορίου της Κίνας ανακοίνωσε ότι οι κινεζικές επιχειρήσεις έχουν σταματήσει να αγοράζουν αγροτικά προϊόντα από τις ΗΠΑ, ενώ το Πεκίνο εξετάζει την επιβολή δασμών σε όλα τα αμερικανικά αγροτικά προϊόντα που θα αγοράζονται στο εγγύς μέλλον, καθώς η εμπορική ένταση φαίνεται να κλιμακώνεται εκ νέου.

Στη σύνοδο της G20 στην Οσάκα της Ιαπωνίας στις 28 και 29 του περασμένου Ιουνίου ο Πρωθυπουργός της Ιαπωνίας, Σίνζο Άμπε, προέτρεψε τους ηγέτες των χωρών – μελών της ομάδας των είκοσι πιο βιομηχανικά ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων οικονομιών του Πλανήτη, να στείλουν ένα ισχυρό μήνυμα υποστήριξης του «ελεύθερου», «δίκαιου», και «χωρίς διακρίσεις» εμπορίου, και εξέφρασε «βαθιά ανησυχία» για τις εξελίξεις των τελευταίων χρόνων στο διεθνές εμπόριο.

Από την μεριά του ο κ. Ντόναλντ Τραμπ, Πρόεδρος των ΗΠΑ, σε συνέντευξη που έδωσε μετά από τη λήξη της προαναφερθείσας συνόδου, μεταξύ άλλων ανέφερε και τα ακόλουθα:

«Είχαμε μια πάρα πολύ καλή συνάντηση με τον Πρόεδρο Σι, εξαιρετική θα έλεγα. Εμείς συγκρατούμε τους δασμούς και αυτοί θα αγοράσουν αγροτικά προϊόντα».
Όμως, η πρόσφατη απόφαση του Υπουργείου Εμπορίου της Κίνας να σταματήσουν οι κινεζικές επιχειρήσεις να αγοράζουν αγροτικά προϊόντα από τις ΗΠΑ αποτελεί μεγάλο πλήγμα για την χώρα αυτήν, και δείχνει πως ουσιαστικά ο εμπορικός πόλεμος δεν έχει λήξει, απλώς είχε σημειωθεί ένα διάλειμμα.

Διεθνείς παρατηρητές έχουν εκφράσει την άποψη πως οι εμπορικές διαφορές μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας δεν είναι δυνατόν να διευθετηθούν πριν από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο του 2020.

Η μεγάλη αμερικανική εταιρία Moody’s & Goldman, σε δημοσίευμά της στις 12 Αυγούστου 2019, μεταξύ άλλων ανέφερε και τα ακόλουθα:

«Ανεβαίνει το «θερμόμετρο» στον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ – Κίνας, εν μέσω κλιμακούμενης αβεβαιότητας στην παγκόσμια οικονομία, και ενώ οι προειδοποιήσεις διεθνώς αναγνωρισμένων οικονομολόγων και οργανισμών διαδέχονται η μία την άλλη.

Oυάσιγκτον και Πεκίνο επέλεξαν να ανεβάσουν το θερμόμετρο στην μεταξύ τους κόντρα, με ταυτόχρονες μάχες στα μέτωπα του εμπορικού και του νομισματικού πολέμου. Παίζουν ουσιαστικά το παιχνίδι του δειλού, περιμένοντας να δουν ποιος θα λυγίσει πρώτος. Ποιο είναι πιο ισχυρό όπλο; Οι δασμοί ή το νόμισμα; Πολύ σύντομα θα το μάθουμε, προειδοποιούν οι ειδικοί, και εκπέμπουν σήμα κινδύνου τόσο για τις δύο ισχυρότερες οικονομίες του Πλανήτη, όσο και για το παγκόσμιο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν».

Παράλληλα, η ίδια εταιρεία προειδοποίησε πως η οικονομία των ΗΠΑ ενδέχεται να περιέλθει σε ύφεση από το 2020, σε περίπτωση που η εμπορική διαμάχη με την Κίνα κλιμακωθεί περαιτέρω, και κατηγόρησε την Κίνα για χειραγώγηση του νομίσματός της.

Η εξέλιξη αυτή, τόνισε ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης, συνιστά αρνητικό πιστωτικό γεγονός και για τις δύο χώρες, ενώ παράλληλα απειλεί με επιβράδυνση, ή ακόμη και ύφεση, την παγκόσμια οικονομία. Για παράδειγμα ανέφερε πως στην Γερμανία, με την μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη, υπάρχουν ενδείξεις πως ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας έχει αρνητικό αντίκτυπο.

Το γεγονός ότι οι εξαγωγές αμερικανικών αγροτικών προϊόντων από τα 123 δισεκατομμύρια δολάρια το 2013 μειώθηκαν στα 63 δισεκατομμύρια δολάρια το 2018, σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας, γεγονός που καθιστά δύσκολη τη θέση του Προέδρου Ν. Τραμπ, δεδομένου ότι είχε υποσχεθεί να προστατεύσει τον αγροτικό πληθυσμό της χώρας του, που τον είχε στηρίξει στις εκλογές του 2016.

Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΗΣ G20 ΚΑΙ Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΠΟΙΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ

Πιο πάνω ανάφερα πως στην Οσάκα της Ιαπωνίας στις 28 και 29 Ιουνίου είχε γίνει η σύνοδος της G20. Κρίνω ότι στο σημείο αυτό χρειάζονται κάποιες επεξηγηματικές πληροφορίες για την G20.

Ο πληθυσμός των 19 μεγαλύτερων κρατών του κόσμου, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), ανέρχεται στα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού, ενώ οι οικονομίες τους αποτελούν το 85% της παγκόσμιας οικονομίας. Με άλλα λόγια, η παγκόσμια οικονομία εξαρτάται από την ευημερία των 19 κρατών – μελών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που απαρτίζουν την G20. Σημειώνω πως η Ε.Ε. δεν αποτελεί μεμονωμένο κράτος, αλλά απαρτίζεται από 27 ευρωπαϊκά κράτη.

Τα κράτη – μέλη της G20 είναι τα ακόλουθα σε αλφαβητική σειρά:

Αργεντινή, Αυστραλία, Βραζιλία, Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο (Αγγλία), ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ινδία, Ινδονησία, Ιταλία, Καναδάς, Κίνα, Μεξικό, Νότια Αφρική, Νότια Κορέα, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Τουρκία και η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, το 2017 ο παγκόσμιος πληθυσμός ήταν 7,5 δισεκατομμύρια. Ο παρακάτω πίνακας δείχνει τις εκτιμήσεις του ΟΗΕ για τον πληθυσμό των 5 μεγαλύτερων χωρών του κόσμου το 2017:

1. Κίνα 1.382.400.000
2. Ινδία 1.338.700.000
3. ΗΠΑ 324.800.000
4. Ινδονησία 261.890.900
5. Βραζιλία 207.300.000

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, με πληθυσμό 445,530,000, δεν περιλαμβάνεται στον παραπάνω πίνακα, καθότι, όπως ανέφερα πιο πάνω, δεν αποτελεί χώρα αλλά ένωση 27 ευρωπαϊκών χωρών.

Από τους παραπάνω αριθμούς βγαίνει το συμπέρασμα πως η Κίνα αποτελεί 18% του παγκόσμιου πληθυσμού, με άλλα λόγια κοντά στο ένα πέμπτο, Το ίδιο ποσοστό έχει και στον παγκόσμιο οικονομικό τομέα, με μέτρο το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της (ΑΕΠ), δεδομένου ότι το δικό της ΑΕΠ αποτελεί 18% του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Ο Φίλιπ Λέβι, επικεφαλής οικονομολόγος της εταιρίας Flexport, εξέφρασε την άποψη πως οι ΗΠΑ εισήλθαν στον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα χωρίς σχέδιο για το πώς θα βγουν από αυτόν, αν η Κίνα επιμένει στις απόψεις της. Συγκεκριμένα είπε τα ακόλουθα:

«Το σχέδιο για το πώς να βγούμε φαίνεται να ήταν “θα τους απειλήσουμε, θα υποκύψουν και τότε θα είμαστε ευτυχείς”. Μέχρι στιγμής δεν έχουμε δει κανέναν να μιλάει για το τι θα γίνει αν δεν υποκύψουν».

Και η εταιρεία Goldman Sachs δεν βλέπει συμφωνία ΗΠΑ – Κίνας πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2020, και χαρακτήρισε ως αναμενόμενη την απόφαση των ΗΠΑ να κατηγορήσουν επισήμως την Κίνα για «χειραγώγηση νομίσματος».

Οικονομικά, οι ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια βγήκαν ζημιωμένες από τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, καθότι οικονομολόγοι υπολογίζουν πως στοίχισε στις ΗΠΑ 28 δισεκατομμύρια δολάρια. Εξυπακούεται πως το κόστος αυτό τελικά το επωμίσθηκαν οι Αμερικανοί πολίτες.

Αν οι ΗΠΑ επιβάλλουν νέους δασμούς στα εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα, θα υποχρεώσουν την Κίνα να μειώσει περαιτέρω τα αγροτικά προϊόντα που εισάγει από τις ΗΠΑ, με αποτέλεσμα την απώλεια σημαντικού αριθμού θέσεων εργασίας, με άλλα λόγια την αύξηση της ανεργίας στις ΗΠΑ.

Ο Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε πρόσφατη δήλωσή του εξέφρασε την άποψη πως βιώνουμε μια περίοδο εξαιρετικής έντασης, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει σε απρόβλεπτες εξελίξεις, αν δεν αντιληφθούν οι ηγέτιδες χώρες την ανάγκη διεθνούς συνεννόησης και συνεργασίας.

Για τους παραπάνω λόγους η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με συνεχώς αυξημένο ενδιαφέρον την εξέλιξη, και τις διεθνείς οικονομικές επιπτώσεις, του εμπορικού πολέμου μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.

Άλλος λόγος του διεθνούς σκεπτικισμού για τις σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας είναι το γεγονός ότι οι ηγέτες τους, Ντόναλντ Τραμπ και Σι Τζινπίνγκ, στην πρόσφατη συνάντησή τους δεν ανακοίνωσαν κάποιο χρονοδιάγραμμα για την επανάληψη του διαλόγου, δεδομένου ότι δεν υπήρξε ταύτιση απόψεων για την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, αναφορικά με τις εμπορικές τους δοσοληψίες.

Ως εκ τούτου, ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου εξακολουθεί να βρίσκεται σε εξέλιξη, με απρόβλεπτες συνέπειες όχι μόνο για τις ΗΠΑ και την Κίνα, αλλά και για πολλές άλλες χώρες που συναλλάζονται μαζί τους.