ΤΡΙΑΚOΣΙΑ δεκατρία φύλλα και εξήντα οκτώ βελανίδια απαριθμούνται στο στεφάνι του Φιλίππου Β’. Έκθεμα στη μόνιμη συλλογή των Βασιλικών Τάφων των Αιγών. Το σωζόμενο βάρος του είναι 717 γραμμάρια, με αρχικό βάρος οπωσδήποτε μεγαλύτερο. Ένα από τα πιο βαρύτιμα στεφάνια που κατασκευάστηκαν ποτέ στην ανθρωπότητα.

Η αποκαλυπτική ερμηνεία του Μανόλη Ανδρόνικου (Βεργίνα 1984) αναφέρει πως «ίσως η λάμψη του χρυσού μας εμποδίζει να εκτιμήσουμε ακριβοδίκαια την έξοχη επεξεργασία του τεχνίτη, που αποδίδει με πολλή σοφία και ευαισθησία όχι μονάχα την εξωτερική μορφή των φύλλων και των καρπών, αλλά την ουσιαστική τους υπόσταση. Περισσότερο από τη «φυσικότητα» ενδιαφέρεται για την αλήθεια των πραγμάτων που ξαναδημιουργεί.»

Αν κάνουμε ένα άλμα στο πρόσφατο παρελθόν, ίσως, η σημαντικότερη έκθεση για τον Μέγα Αλέξανδρο και το Μακεδονικό Βασίλειο έγινε στο Μουσείο του Λούβρου. Η έκθεση “Στο Βασίλειο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (Αρχαία Μακεδονία)” πραγματοποιήθηκε από τις 13 Οκτωβρίου 2011 έως τις 16 Ιανουαρίου του 2012.

Η σημαντικότητα δεν έγκειται μόνο στα μέσα που μπορεί να διαθέτει, για το αρτιότερο αποτέλεσμα, ένα μουσείο όπως αυτό του Λούβρου. Είναι το πέρασμα των συνόρων από εκθέματα που συμβολίζουν πως ο πολιτισμός και ιδιαιτέρως ο Ελληνικός (ή Ελληνιστικός εν προκειμένω) Κόσμος αποτελούν παγκόσμια αγαθά και κληρονομιά που οφείλουμε να μοιραζόμαστε με λαούς που σέβονται την ιστορία μας.

Περίπου πεντακόσια εκθέματα, τα περισσότερα από τα οποία παρουσιάζονταν για πρώτη φορά στη Γαλλία, ζωντάνευσαν την ιστορία της αρχαίας Μακεδονίας από τον δέκατο πέμπτο αιώνα π.Χ. έως τους Αυτοκρατορικούς Ρωμαϊκούς χρόνους. Μία αληθινά διαμορφωμένη ενέργεια, πνεύματος και ύλης, πάντα ακμαία στον χρόνο.

Η έκθεση παρουσίασε κυρίως την άνοδο του Βασιλείου της Μακεδονίας εναντίον των Ελληνικών πόλεων-κρατών, χάριν στην πολιτική ακεραιότητα των ηγετών της, από τους οποίους ο Μέγας Αλέξανδρος ξεχώρισε αφήνοντας το στίγμα του και νικώντας τον χρόνο.

Προσφάτως, μόνον το 1977, η ανακάλυψη αρκετών βασιλικών ταφών στη Βεργίνα, συμπεριλαμβανομένου του άθικτου τάφου του Φιλίππου Β’, πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, έφεραν στο φως το εξαιρετικό αρχαιολογικό δυναμικό της Βορείου Ελλάδος και ενός των σημαντικότερων κεφαλαίων της Ελληνικής ιστορίας.

Οι ανασκαφές εκείνες καθώς και ορισμένων άλλων νεκροπόλεων αποκάλυψαν τη μεγαλοπρέπεια μίας τάξης-πρότυπο και μίας ελίτ που βρίσκονταν κοντά στους βασιλείς, καθώς και την ανάπτυξη μιας ιδιαιτέρως εξελιγμένης μορφής δικαστικής τέχνης. Επίσης βεβαιώνονται οι έντονες εμπορικές σχέσεις μεταξύ Μακεδονίας και άλλων περιοχών του Ελληνικού Κόσμου.

Ενώ το πλήρες σύνολο των τάφων δείχνει το χρονολογικό διάγραμμα, οι θεματικές προσεγγίσεις επιτρέπουν στους αρχαιολόγους-ιστορικούς να διακρίνουν πρώτοι διάφορες πτυχές του Μακεδονικού πολιτισμού: την καλλιτεχνική έκφραση, τον τρόπο οργάνωσης του βασιλείου, την εκπαίδευση, την καθημερινή ζωή ανδρών και γυναικών, τη θρησκεία και τον θάνατο, καθώς και τη γένεση του θρύλου του Αλεξάνδρου στην κλασική αρχαιότητα.

Θεαματικά έργα με γλυπτά, αγγεία, κεραμικά, κοσμήματα και δύο στεφάνια του χρυσού πολεμιστή αποκαλύψανε, στους εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες του Μουσείου του Λούβρου στην περίοδο εκείνη, τον πλούτο και την εξαιρετική δεξιοτεχνία της Αρχαίας Μακεδονικής δημιουργίας.

Δεν μπορούμε παρά να προσβλέπουμε στη διοργάνωση μίας παρόμοιας έκθεσης σε κάποιο μουσείο της Αυστραλίας. Εξαίρετοι ιστορικοί που έχουν τις ικανότητες να πλαισιώσουν την προσπάθεια αυτή υπάρχουν και τους γνωρίζουμε όλοι στην παροικία.