Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου εξέλεξε παμψηφεί τον Θεοφιλέστατο επίσκοπο Απολλωνιάδος κ. Σεραφείμ σε Μητροπολίτη Σεβαστείας και τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Δορυλαίου κ. Νίκανδρο σε Μητροπολίτη Ειρηνουπόλεως.

Αίσθηση προκάλεσε το γεγονός ότι στη σχετική ανακοίνωση δεν γίνεται αναφορά για τον Επίσκοπο Δέρβης κ. Ιεζεκιήλ.
Υπενθυμίζεται ακόμα ότι ο Επίσκοπος Μηλιτουπόλεως Ιάκωβος τοποθετήθηκε Επίσκοπος του Κουϊνσλαντ

Αμέσως μετά την εκλογή, των δυο νέων μητροπολιτών, ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ. Μακάριος, ο οποίος αυτές τις ημέρες ευρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, συνεχάρη τους δύο Ιεράρχες και τους ευχήθηκε μακρά και ευδόκιμη αρχιερατεία για τη δόξα του Χριστού και της Εκκλησίας μας.

Συγκινητική ήταν η στιγμή κατά την οποία ο Αρχιεπίσκοπος ενώπιον του Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου και των δύο νέων Μητροπολιτών είπε: «η προαγωγή των δύο αδελφών Αρχιερέων είναι άξια και δίκαια. Αποτελεί μια επιβράβευση της Μητρός Εκκλησίας μας στους δύο εν Αυστραλία κοπιάσαντες αδελφούς, οι οποίοι υπηρέτησαν για πολλά χρόνια με αυτοθυσία και αυταπάρνηση τον εκεί λαό του Θεού. Χαίρομαι με την εξέλιξη αυτή και καλώ τους αδελφούς να συνεχίσουν να παραμένουν κοντά μου για όσο θέλουν. Η Αυστραλία ήταν και θα συνεχίσει να είναι το σπίτι τους».
Οι νέοι Μητροπολίτες ευχαρίστησαν με ευγνωμοσύνη και συγκίνηση τον Αρχιεπίσκοπο για την αγάπη με την οποία τους έχει περιβάλει από την πρώτη στιγμή της αφίξεώς του στο Σίδνεϊ και υποσχέθηκαν ότι θα συνεχίσουν να συμβάλλουν με κάθε τρόπο για την πρόοδο και την ενότητα της Αρχιεπισκοπής.
Τέλος, ο Αρχιεπίσκοπος κ. Μακάριος, με αφορμή την ιστορική στιγμή για τους δύο προαχθέντες Μητροπολίτες, τους επέδωσε εγκόλπιο και σταυρό με την παράκληση να μνημονεύουν αυτόν, τον κλήρο και το λαό στις προσευχές τους.

Ο νέος Μητροπολίτης Σεβαστείας

Η Μητρόπολη Σεβαστείας είχε μείνει κενή από την μετάθεση του κ. Δημητρίου το 2018 και την εξύψωσή του σε Γέροντα μητροπολίτη Πριγκηπονήσων. Ο νέος μητροπολίτης Σεβαστείας κ. Σεραφείμ γεννήθηκε το 1949 στην Αθήνα και μετά το τέλος των γυμνασιακών του σπουδών στο Χαλάνδρι Αττικής και μετά την στρατιωτική του θητεία, φοίτησε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Στη συνέχεια έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο τμήμα Πρακτικής Θεολογίας του ιδίου Πανεπιστημίου. Χειροτονήθηκε Διάκονος το 1975 και στα τέλη του ιδίου χρόνου Πρεσβύτερος και υπηρέτησε για τέσσερα χρόνια στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Θυατείρων και Μεγάλης Βρεττανίας. Το 1980 εγγράφηκε στην Ι. Μητρόπολη Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς, όπου υπηρέτησε επί εξαετία ως Ιερατικώς Προιστάμενος του Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής και ως ωρομίσθιος Καθηγητής στο Γυμνάσιο Ν. Κρήνης. Το 1986 ο μακαριστόςΑρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ. Στυλιανός τον μετεκάλεσε στην Αυστραλία και τον τοποθέτησε ως Ιερατικώς Προιστάμενον εις τον Ι. Αρχιεπισκοπικόν Ναόν Αγ. Ευσταθίου, καθώς και εις τα εν Μελβούρνη Γραφεία της Ι. Αρχιεπισκοπής, πλησίον του Θεοφ. Βοηθού Επισκόπου Δέρβης κ. Ιεζεκιήλ.

Ταυτοχρόνως εδίδασκε, στο Ημερήσιο Δίγλωσσο Κολλέγιο των Αγ. Αναργύρων Oakleigh, Νέα Ελληνικά και Θρησκευτικά. Την 12η Μαρτίου 1991 εξελέγη παμψηφεί Επίσκοπος, υπό την ψιλόν τίτλον Απολλωνιάδος και τοποθετήθηκε ως Βοηθός Επίσκοπος του Αρχιεπισκόπου στο Σίδνεϊ και Πρωτοσυγκελλεύων της Ι. Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας. Διδάσκει εις την Θεολογικήν Σχολήν του Αποστ. Ανδρέου και από του έτους 1996 του ανετέθησαν καθήκοντα Αναπληρωτού Κοσμήτορος αυτής. Είναι μέλος του Consolidated Trust της Ι. Αρχιεπισκοπής, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου των Θεολογικών Κολλεγίων του Σύδνεϋ (SCD) και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του εν Σίδνεϊ Οργανισμού των Γηροκομείων-Γηριατρείων της Ι. Αρχιεπισκοπής η «Βασιλειάς».
Ο νέος μητροπολίτης Ειρηνουπόλεως

Ο μητροπολίτης Ειρηνουπόλεως Νίκανδρος (κατά κόσμον Νικόλαος) Παλυβός εγεννήθη εν Στύροις Καρυστίας το έτος 1947. Εσπούδασεν εις την Θεολογικήν Σχολήν του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, λαβών το πτυχίον το 1974. Παρηκολούθησεν επί τριετίαν μαθήματα εις την Νομικήν Σχολήν του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Διάκονος εχειροτονήθη το 1969, Πρεσβύτερος δε το 1970. Διετέλεσε Πρωτοσύγκελλος (1974-1989) και Εφημέριος (1970-1989) της Ιεράς Μητροπόλεως Καρυστίας και Σκύρου. Από του έτους 1989 ανέλαβεν Ιερατικώς Προιστάμενος του Ιερού Ναού Αγίου Αλεξάνδρου Παλαιού Φαλήρου, Αρχιερατικός Επίτροπος Παλαιού Φαλήρου-Αλίμου και Γραμματεύς της Ιεράς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης.

Υπηρέτησεν επί δεκαοκτώ συναπτά έτη ως Θεολόγος Καθηγητής της Δευτεροβαθμίου Μέσης Εκπαιδεύσεως. Από της 1ης Οκτωβρίου 2000 υπηρέτησεν εις την Ιεράν Αρχιεπισκοπήν Αυστραλίας ως Ιερατικώς Προιστάμενος του Ιερού Ναού Αγίου Ιωάννου εις Κάρλτον Βικτωρίας. Την 5ην Δεκεμβρίου 2000, μετά πρότασιν του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού, εξελέγη ομοφώνως, υπό της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, Βοηθός Επίσκοπος του Σεβασμιωτάτου, υπό τον τίτλον της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Δορυλαίου.

Την 25ην Φεβρουαρίου 2001 εχειροτονήθη Επίσκοπος, εις τον Ιερόν Καθεδρικόν Ναόν του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Σίδνεϊ, υπό του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού και των Βοηθών Αυτού Επισκόπων, εν συνεχεία δε ετοποθετήθη ως Βοηθός Επίσκοπος εις την Πέμπτην Αρχιεπισκοπικήν Περιφέρειαν (Δυτική Αυστραλία), από δε της 26ης Ιουνίου 2002 υπηρετεί, επίσης, ως Βοηθός Επίσκοπος εις την Τρίτην Αρχιεπισκοπικήν Περιφέρειαν (Νότιος και Βόρειος Αυστραλία).