Πολλά έχουν ακουστεί για την απελευθέρωση της Καστοριάς. Προσωπικά δεν θα ήθελα να μπω σε γεγονότα που μόνο οι ιστορικοί θα μπορούσαν να γράφουν και να μιλούν για πολλές ώρες.

Από το 1385 μέχρι το1912, είχαν περάσει 527 ολόκληρα χρόνια που η Καστοριά με τους Καστοριανούς ήταν σκλαβωμένοι, ήταν κάτω από έναν σκληρό κατακτητή. Οι Καστοριανοί όμως άντεξαν την μακροχρόνια σκλαβιά.

Ήταν δύσκολα χρόνια, ήταν πολύ μακριά η 11η Νοεμβρίου του 1912 για να ξετιναχτεί από τον ελληνικό στρατό η Οθωμανική Αυτοκρατορία και να αποκτήσουν οι Καστοριανοί την λευτεριά την οποία και εμείς σήμερα απολαμβάνομε.

« Ήταν το 1945 όταν για πρώτη μου φορά με ένα φορτηγό αυτοκίνητο της τότε συγκοινωνίας θα πήγαινα στην Καστοριά. Για μένα ήταν θρύλος ν΄ αντικρίσω την πόλη που μόνο το όνομά της είχα ακούσει.

Ανεβαίνοντας τον ανήφορο από το χωριό Νέα Ζούζελη (η οποία τον καιρό αυτό δεν υπήρχε) προς την Καστοριά και λίγο πριν την κορυφή της φούρκας, από το πουθενά, εμφανίστηκε να καθρεφτίζεται σαν νεράιδα στα νερά της λίμνης η πανέμορφη Καστοριά.

Ενθουσιάστηκα τόσο πολύ που η εικόνα αυτή μου έχει μείνει για πάντα.

Μετά δύο χρόνια μαθητής του γυμνασίου όχι μόνο την γνώρισα αλλά και κάθε χρόνο γιορτάζαμε την απελευθέρωσή της.

Η Καστοριά πάντα είχε πολλούς επισκέπτες και ένας από τους τακτικούς της επισκέπτες ήταν και ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ο οποίος συμβούλευε και ενθάρρυνε με τα κηρύγματά, τους Καστοριανούς.

Τους είχε πει η απελευθέρωσή τους δεν είναι μακριά και ότι είναι ζήτημα χρόνου για να εκπληρωθεί το θέλημα τους.

Όταν η Οθωμανική αυτοκρατορία κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Βουλγαρίας, και της Σερβίας, την Ελλάδα την άφησε στο περιθώριο και δεν υπολόγισε ότι ήταν σύμμαχος με τα βαλκανικά κράτη. Πίστευε ότι θα μπορούσε να λύσει ειρηνικά τα προβλήματά της με την Ελλάδα, και μάλιστα όπως συνήθως αυτή το ήθελε.

Η Ελληνική όμως κυβέρνηση επειδή ήταν μέλος της Βαλκανικής Συμμαχίας γνωρίζοντας και την πονηρία των Οθωμανών, κήρυξε και αυτή τον πόλεμο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δείχνοντας έτσι στους συμμάχους της ότι Ελλάδα είναι πιστή στην συμμαχία των Βαλκανίων.

Ο Ελληνικός στρατός μετά που πέρασε νικηφόρος τα τότε βόρεια σύνορά της, προχωρεί προς το Μοναστήρι να το καταλάβει. Επειγόντως εστάλη διαταγή.

«Ο στρατός να στραφεί αμέσως προς κατάληψη της Θεσσαλονίκης γιατί οι βούλγαροι κάνουν το παν να μπουν πρώτοι μέσα στην Θεσσαλονίκη.»

Ο Ελληνικός στρατό στις 26 Οκτωβρίου 1912 μπαίνει νικηφόρος στην Θεσσαλονίκη, και ο Καστοριανός Ίωνας Δραγούμης υψώνει την Ελληνική σημαία, δηλώνοντας ότι η Θεσσαλονίκη είναι και πάλι στα ελληνικά χέρια.

Στις 7 Νοεμβρίου, ο στρατός μας απελευθερώνει την Φλώρινα, και έτσι η προφητεία του Κοσμά του Αιτωλού επαληθεύει και για την Καστοριά.

Το βράδυ στις 10 Νοεμβρίου ένα τμήμα του Ελληνικού ιππικού προχώρησε προς την Καστοριά και τα μεσάνυχτα ένα τμήμα του φθάνει στον Απόσκεπο, στα λιβάδια μόλις λίγο έξω από την Καστοριά.

Το τμήμα αυτό αποτελείται μόνο από είκοσι επτά άντρες του ιππικού με υπίλαρχο τον Ιωάννη Άρτη, τον Παναγιώτη Νικολαϊδη και τον Καστοριανό Μακεδονομάχο, ανθυπίλαρχο Φιλόλαο Πηχεών, οι οποίοι πριν λίγες μέρες όπως αναφέρθηκα είχαν ελευθερώσει την Φλώρινα.

Όταν έφθασαν έξω από την Καστοριά ήταν η 10η Νοεμβρίου 1912 και πρωινές ώρες.

Ο Άρτης έστειλε έναν χωρικό να συναντήσει τον μητροπολίτη Καστοριάς (Σεραφείμ Παπακώστα η Ιωακείμ Λεπίδη) καιτον δήμαρχο και να τους δώσει το μήνυμα που έλεγε.

« Γύρω από την πόλη υπάρχουν 25000 άνδρες μου και έτσι κάθε αντίσταση, η απόπειρα διαφυγής του στρατού από την πόλη είναι πολύ δύσκολη και αδύνατη. Δεν θα ήθελα να καταστρέψω την πόλη.

Πηγαίνετε να συνεννοηθείτε με τον αρχηγό του στρατού της πόλης και να του πείτε να παραδοθεί μέσα σε μία ώρα και μάλιστα χωρίς όρους, διαφορετικά θα αναγκαστώ πριν βραδιάσει να την βομβαρδίσω.»

Ιωάννης Άρτης Υπίλαρχος.

Πριν έρθει όμως η απάντηση ο Αρτης είχε αρχίσει ν΄ανησυχεί.

Περίμενε την απάντηση με αγωνία, και για τον λόγο αυτό διέταξε τον υπίλαρχο Νικολαϊδη να πάρει δύο άντρες με τα άλογά τους και να μπουν μέσα στην Καστοριά για να μάθουν τι ακριβώς γίνεται, και ποιό είναι το ηθικό του τούρκου ηγέτη.

Ο Νικολαϊδης μπήκε στην Καστοριά και συναντήθηκε με τον μητροπολίτη και τον δήμαρχο Κωνσταντίνο Γούση. Επιστρέφοντας στον Απόσκεπο με τις πληροφορίες ότι.

«Ο αρχηγός του τουρκικού στρατού Μεχμέτ πασάς από φόβο, το έβαλε στα πόδια. Είχε είδη εγκαταλείψει την πόλη μαζί με τις στρατιωτικές του δυνάμεις του.»

Την επόμενη μέρα το πρωί 11 Νοεμβρίου 1912 αφού βεβαιώθηκαν ότι δεν πρόκειται να υπάρξει τουρκική αντίσταση, ο Άρτης έστειλε τον Φιλόλαο Πηχεών να μπει στην πόλη και να τοιχοκολλήσει σε κεντρικό μέρος την διαταγή ότι η Καστοριά είναι κάτω από τον Ελληνικό στρατό και ότι η Καστοριά είναι Ελεύθερη πόλη.

Ο Καστοριανός λαός, έλληνες, Οθωμανοί και εβραίοι ξεχύθηκαν στους δρόμους ζητωκραυγάζοντας να υποδεχθούν τον Ελληνικό στρατό, και αφού ο δεσπότης και ο δήμαρχος εξέφρασαν τις ευχαριστίες τους στον Ελληνικό στρατό οι αντιπρόσωποι της Μωαμεθανικής κοινότητας και της εβριακής είπαν τα εξής. Ο τούρκος αντιπρόσωπος Αφέντη Σουλεϊμάν. είπε στα γαλλικά:

« Εκλαμπρότατοι, πριν δύο χρόνια, στη γιορτή του Συντάγματος μίλησα στους ομοεθνείς μου και είπα προς αυτούς, ότι ο δρόμος που ακολουθεί η Κυβέρνησή μας θα μας οδηγήσει σε γκρεμό. Ένα έθνος στο οποίο δεν εκπροσωπείται η ελευθερία, η ισότητα και η δικαιοσύνη, δεν είναι δυνατόν να προοδεύσει. Όχι μόνο δεν με άκουσαν τότε οι ομοεθνής μου αλλά και με αποκάλεσαν «Γκιούρ». Αλλά όσα τους είπα αργότερα επαλήθευσαν. Ευχαριστώ τον Θεό διότι την Οθωμανική Κυβέρνηση την αντικατέστησε η Ελληνική».

Επίσης ο γυμνασιάρχης του εβραϊκού γυμνασίου Καστοριάς εκ μέρος της Εβραϊκής κοινότητας καλώς όρισε την Ελληνική κυριαρχία με επαινετικά λόγια. Η Εβραϊκή κοινότητα της Καστοριάς μέχρι και το 1941 ήταν δυναμική.

Την ίδια μέρα ο Άρτης απελευθερώνει και το Άργος Ορεστικό.

Μετά την απελευθέρωση, η Καστοριά ανήκει στο Ελληνικό κράτος και τους Ελληνικούς νόμους.

Αυτά για την πόλη Καστοριά.

Άραγε στα χωριά τι γίνονταν τον ίδιο καιρό;

Οι τούρκοι φεύγοντας, για να τρομοκρατήσουν τον πληθισμό έκαιγαν τα χωριά και αυτό για να γίνει δύσκολος ο ανεφοδιασμός του Ελληνικού στρατού.

Η ύπαιθρος όμως ήξερε την τακτική των τούρκων και γνώριζε τις κινήσεις των, οργανώνονταν για να κάνουν την κίνηση των τούρκων δύσκολη.

Οι τούρκοι προσπαθώντας να σωθούν έφυγαν κακήν κακώς.

Οι κατσαβιάδες φεύγοντας τρομαγμένοι κατέστρεφαν ότι δεν μπορούσαν να πάρουν μαζί τους, και αυτό για να κάνουν δύσκολη την ζωή των Ελλήνων, η έκρυβαν ότι υπάρχοντά τους για να τα βρουν σε περίπτωση όταν θα επέστρεφαν.

Οι περισσότεροι ντόπιοι χωρικοί έφυγαν με τα γυναικόπαιδα τρέχοντας από χωριό σε χωριό, Μελίτσα, Κωσταράζι, Γέρμα, από εκεί προς το Δρυάνουβο, Πελεκάνο, Εράτυρα, μέχρι και την Σιάτιστα.

Όλα αυτά τα γνωρίζομε από μαρτυρίες των χωρικών. Η αναταραχή «η αναμπουμπούλα» που θα λέγαμε κράτησε γύρω στις 18 με 20 μέρες.

Οι κάτοικοι όμως της Κοζάνης τους έδειξαν κατανόηση, συμπάθεια και καλοσύνη γιατί και οι ίδιοι κάποτε ήταν κυνηγημένοι από τους τούρκους.

Μετά απ΄όλες αυτές τις ταλαιπωρίες για 18 με 20 μέρες επέστρεψαν στα σπίτια τους. Αργότερα όταν συνειδητοποίησαν οι χωρικοί ότι βρίσκονται κάτω από την Ελληνική επιρροή διηγούνταν ο ένας στον άλλο και περιέγραφαν με μαύρη μελάνι τις περιπέτειές τους. Πολλοί είπαν με λίγα λόγια.

«Η μάνα έχασε το παιδί και το παιδί την μάνα.»

Προσωπικά συμμερίζομαι και νιώθω την όλη τότε κατάσταση γιατί η δική μου γενεά έχει ζήσει παρόμοιες περιστάσεις και περιπέτειες με τους ιταλογερμανούς στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο 1940-1945.