Τον περασμένο Απρίλιο γεννήθηκε στην Ελλάδα το πρώτο μωρό με τη μέθοδο της μεταφοράς μητρικής ατράκτου, με το συνδυασμό, δηλαδή, DNA τριών ανθρώπων προκαλώντας ανάμεικτες αντιδράσεις στον επιστημονικό κόσμο.

Το αγόρι έφερε στον κόσμο μια 32χρονη γυναίκα με ιστορικό πολλαπλών αποτυχιών εξωσωματικής γονιμοποίησης και κακής ποιότητας ωαρίων, στις 9 Απριλίου.

Τα μέλη της επιστημονικής ομάδας που ήταν επικεφαλής του εγχειρήματος ισχυρίστηκαν τότε ότι έγραψαν ιστορία στα ιατρικά χρονικά, ωστόσο αρκετοί ήταν οι ερευνητές που εξέφρασαν την ανησυχία τους για τη χρήση της τεχνικής για την αντιμετώπιση της στειρότητας, καθώς αυτός δεν είναι ο πρωταρχικός στόχος της μεθόδου. Η συγκεκριμένη τεχνική αναπτύχθηκε για να βοηθήσει γυναίκες που πάσχουν από μιτοχονδριακές ασθένειες τις οποίες μπορεί να κληρονομήσει το παιδί από τη μητέρα.

Κατά τη μέθοδο της μεταφοράς μητρικής ατράκτου χρησιμοποιείται ένα ωάριο από τη μητέρα, σπερματοζωάρια από τον πατέρα και ακόμα ένα ωάριο από άλλη γυναίκα. Πιο συγκεκριμένα, η τεχνική βασίζεται στη μεταφορά του πυρηνικού γονιδιώματος από το ωάριο μιας πάσχουσας γυναίκας σε ένα ωάριο από μια υγιή δότρια ωαρίων που έχει αφαιρέσει το δικό της πυρηνικό γονιδίωμα. Το ωάριο της δότριας στη συνέχεια γονιμοποιείται με σπέρμα από τον πατέρα και επιστρέφει στη μήτρα της μητέρας. Το έμβρυο που θα προκύψει θα έχει γενετικό υλικό από τη μητέρα και τον πατέρα και ένα μικρό αριθμό γονιδίων από την δότρια.

Η αμφιλεγόμενη αυτή μέθοδος που είναι γνωστή και ως «εξωσωματική τριών γονέων» αναμένεται να επιτραπεί και στην Αυστραλία μέσω μιας νέας νομοθετικής τροπολογίας που θα αποτρέπει τη μετάδοση θανατηφόρων γενετικών ασθενειών από τους γονείς στα παιδιά τους.

Μπροστά σε αυτό το ενδεχόμενο μια σειρά από επιστημονικά, ηθικά και κοινωνικά διλήμματα έχουν ανακύψει κι εξετάζονται από τους ειδικούς προκειμένου να προσδιοριστούν οι ευρύτερες επιπτώσεις της σύνθεσης γονιδίων από δύο γυναίκες και της μετατροπή των νόμων περί κλωνοποίησης της Αυστραλίας.

Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ζήτησε από το Συμβούλιο Δημόσιας Υγείας και Ιατρικών Ερευνών (National Health and Medical Research) να σταθμίσει τα υπέρ και τα κατά της δωρεάς μιτοχονδρίων από επιστημονικής και ηθικής άποψης.

Αν τελικά δοθεί το «πράσινο φως», υπολογίζεται ότι η νέα μέθοδος θα χρησιμοποιείται σε περίπου εξήντα γέννες το χρόνο προκειμένου να αποφευχθούν ασθένειες που οδηγούν στο θάνατο παιδιών μεταξύ τριών κι δώδεκα ετών.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, το δίλημμα σχετικά με τη χρήση της μεθόδου αυτής έγκειται στο ότι μπορεί μεν να δίνει τη δυνατότητα σε ζευγάρια με προβλήματα γονιδιακού τύπου να φέρουν στον κόσμο υγιή παιδιά τα οποία θα συνδέονται γενετικά και με τους δύο γονείς, ωστόσο δεν υπάρχουν ακόμη σαφή τεκμήρια για το πόσο ασφαλής είναι καθώς δεν έχει δοκιμαστεί επαρκώς. Από την άλλη, δεν είναι λίγοι και αυτοί που εγείρουν ηθικά διλήμματα σχετικά με τη χρήση της μεθόδου.

Μια επιτροπή εμπειρογνωμόνων έχει εκπονήσει ένα έγγραφο συζήτησης στο οποίο περιγράφει το ζήτημα.

Όπως είπε η Διευθύνουσα Σύμβουλος του Συμβουλίου Ερευνών, καθηγήτρια Anne Kelso, οι μόνοι αρμόδιοι για να αποφασίσουν πόσο μακριά θα πρέπει να φτάσει ο γενετικός χειρισμός των εμβρύων είναι οι ίδιοι οι Αυστραλοί πολίτες.

*Εάν επιθυμείτε να μάθετε περισσότερα ή να συμβάλλετε στη διαβούλευση του Συμβουλίου Δημόσιας Υγείας και Ιατρικών Ερευνών σχετικά με τη δωρεά μιτοχονδρίων επισκεφτείτε την ιστοσελίδα nhmrc.gov.au