Τομ Χανκς-Ρίτα Γουίλσον: Μέρες και νύχτες στην Ελλάδα


Αντίπαρος, 1999. Το «Hotel Kastro» λαμβάνει e-mail από τουριστικό γραφείο της Αμερικής, γνωστό για την upper class πελατεία του, μέσω του οποίου οι αποστολείς ζητούν πληροφορίες για το νησί. Θέλουν να μάθουν για τα καταλύματα που διαθέτει και τι ακριβώς παρέχουν. Οι ξενοδόχοι απαντούν ότι πρόκειται για ένα παρθένο μέρος χωρίς πολυτέλειες και πεντάστερα ξενοδοχεία, φιλόξενο για τον επισκέπτη που θέλει να απολαύσει διακοπές κοντά στη φύση. Η οικογένεια της Μάγδας Κριτσαντώνη στην οποία ανήκει το μικρό ξενοδοχείο δεν μπορούσε να φανταστεί τι θα ακολουθούσε, αν και οι ενδιαφερόμενοι ανέφεραν ότι η έρευνα που κάνουν γίνεται για λογαριασμό σημαντικού προσώπου με έδρα την Αμερική. Ρωτούν επίσης τι κατάσταση επικρατεί και στα γειτονικά νησιά. Για αρκετό καιρό δεν επικοινωνούν.

Πέντε μήνες αργότερα το ίδιο ξενοδοχείο λαμβάνει νέο e-mail. Αυτή τη φορά ζητούν δωμάτια για τους ανθρώπους που εργάζονται για το ζεύγος Τομ Χανκς – Ρίτα Γουίλσον, έναν μάγειρα και δύο άτομα της προσωπικής τους ασφάλειας. Ο ήδη τότε δύο φορές βραβευμένος με Όσκαρ ηθοποιός και η παραγωγός σύζυγός του θα διέμεναν σε βίλα. Πληροφορίες εκείνης της περιόδου τούς ήθελαν να φιλοξενούνται στη βίλα Λαμπαδάριου. Τα δύο επόμενα καλοκαίρια το διάσημο ζευγάρι του Χόλιγουντ περνά τις διακοπές του μαζί με τα παιδιά του στην ήσυχη και ειδυλλιακή αυτή γωνιά των Κυκλάδων. Κάνουν βόλτες και χαίρονται τη θάλασσα και τη συντροφιά ο ένας του άλλου με τις ώρες.

Η Ρίτα Γουίλσον και ο Τομ Χανκς λατρεύουν την αιγαιοπελαγίτικη θάλασσα και εξορμούν καθημερινά στις παραλίες της Αντιπάρου μόνο με τα απολύτως απαραίτητα μαζί τους.

Οι ντόπιοι σέβονται την οικογένεια των δύο Αμερικανών που μοιάζουν να έχουν αγαπήσει τον τόπο τους και δεν τους ενοχλούν. Μάλιστα, πολλές φορές τούς προστατεύουν. Έτσι, όταν κάποιο απόγευμα εμφανίστηκε ασθμαίνοντας στο νησί ένας παπαράτσι ρωτώντας τους ντόπιους αν γνωρίζουν σε ποια παραλία κάνει μπάνιο ο Χανκς, ενώ όλοι ήξεραν ότι η αγαπημένη του παραλία είναι τα Γλυφά, κανείς δεν το μαρτύρησε.

Η Αντίπαρος αποδείχτηκε το νησί όπου ο Τομ Χανκς και η Ρίτα Γουίλσον βρήκαν τον προσωπικό τους παράδεισο. Έναν τόπο διαφορετικής φιλοσοφίας και lifestyle από την Καλιφόρνια όπου οι φρενήρεις ρυθμοί της καθημερινότητάς τους τούς αποξενώνουν ακόμα και από τον ίδιο τους τον εαυτό. Εκεί επέλεξαν να χτίσουν και το ησυχαστήριό τους. Δύο χρόνια μετά την πρώτη τους επίσκεψη στο νησί αγόρασαν μια κατάφυτη έκταση 6 στρεμμάτων μπροστά στη θάλασσα, ανάμεσα στα Γλυφά και τη Χώρα, βάζοντας αμέσως μπροστά το χτίσιμο του δικού τους σπιτιού, μιας πολυτελέστατης βίλας 450 τετραγωνικών μέτρων, στην οποία μάλιστα έδωσαν και το όνομα «Ηanx House».

Η νησιωτική έπαυλή τους περιλαμβάνει το βασικό κτίριο, το οποίο έχει τέσσερα υπνοδωμάτια, αλλά και έναν ακόμη ανεξάρτητο ξενώνα για τους φιλοξενουμένους τους. Χτισμένο πάνω στη θάλασσα, δίνει στους ιδιοκτήτες του τη δυνατότητα να κυκλοφορούν όλη την ημέρα με τα μαγιό τους. Οι Χανκς λατρεύουν τα πάντα στην περιοχή εκτός από τους παπαράτσι, τους οποίους προσπαθούν να αποφύγουν με κάθε κόστος. Η βίλα από ξηράς προστατεύεται από ψηλό μαντρότοιχο, ενώ τα θαλάσσια σύνορά της φυλάσσονται από άνδρες security που το ίδιο το ζευγάρι φέρνει από την Αμερική. Πάντως, ο Τομ Χανκς και τη Ρίτα Γουίλσον διατηρούν ιδιαίτερα χαμηλό προφίλ.

Η αγάπη που έχει ο Τομ Χανκς για τη φυσική δραστηριότητα δεν σημαίνει ότι δεν επιτρέπει στον εαυτό του να ενδώσει στους γαστρονομικούς πειρασμούς της ελληνικής κουζίνας. Όταν επιλέγει να πάει για φαγητό έξω, συνήθως επισκέπτεται την παραδοσιακή ταβέρνα «Ο Γιώργης», όπου στην κουζίνα τα ηνία κρατάει η γειτόνισσά του, Κλαίρα Μαριάνου. Λατρεύει τα γεμιστά, ενώ η σύζυγός του τα καλοψημένα παϊδάκια.

Πριν από δύο χρόνια, κατά τη διάρκεια μιας βόλτας τους σε εμπορικό δρόμο του νησιού, ο Τομ Xανκς και η Ρίτα Γουίλσον μπήκαν σε μια μπουτίκ με καφτάνια και καλοκαιρινά αξεσουάρ προκειμένου να ρίξουν μια ματιά στα προϊόντα και να πάρουν κάποια δώρα. Ξαφνικά, έκπληκτοι οι πελάτες του καταστήματος άκουσαν τον βραβευμένο ηθοποιό να τραγουδά σε άπταιστα ελληνικά το παιδικό τραγουδάκι «Φεγγαράκι μου λαμπρό» σε κάποιο παιδάκι που έτυχε να βρίσκεται εκεί. Όταν ρωτήθηκε πώς και γνωρίζει το συγκεκριμένο τραγούδι, απάντησε χαμογελώντας: «Είδες τι σημαίνει να έχεις Ελληνίδα πεθερά; Με τέτοια τραγούδια μεγάλωσα κι εγώ τα παιδιά μου».

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΗΛΙΟ

Η οικογένεια Χανκς προσγειώνεται κάθε χρόνο στο ελληνικό έδαφος με ιδιωτικό learjet. Με αυτό καταφτάνουν από την Αμερική και όλοι οι φίλοι τους. Ο Τομ και η Ρίτα, όπως τους αποκαλούν πια στο νησί, έχουν πάντα το σπίτι τους ανοιχτό και κάθε χρόνο φιλοξενούν όχι μόνο ξένους, αλλά και Έλληνες φίλους τους. Ο Δημήτρης Κοντομηνάς είχε για αρκετά καλοκαίρια συχνά το σκάφος του δεμένο στην προβλήτα τους, ενώ στον φιλικό τους κύκλο ανήκουν και άλλοι Έλληνες, όπως ο Πάνος και η Σάντρα Μαρινοπούλου. Ακόμα στενότερη είναι η σχέση τους με τη Μαριάννα Λάτση, με την οποία γνωρίζονται εδώ και πολλά χρόνια και κάθε καλοκαίρι περνούν κάποιες ημέρες μαζί. Συχνά μάλιστα τους φιλοξενεί και στο σκάφος της «Paris», με το οποίο επισκέπτονται και άλλα νησιά. Φυσικά, η εντυπωσιακή βίλα του ηθοποιού ανοίγει και για μεγαλύτερα καλέσματα. Αξέχαστο θα μείνει ένα βράδυ με ελαφρύ βοριαδάκι πριν από περίπου πέντε χρόνια, όταν με την ευκαιρία των γενεθλίων του Τομ Χανκς, που είναι στις 9 Ιουλίου, το «Hanx House» υποδέχτηκε στις βεράντες του κάποιους από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του εγχώριου jet set.

Ο Χανκς πρόσφατα πολιτογραφήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Έλληνας και δικαίως, διότι στην ψυχή του είναι πράγματι Έλληνας. «Είμαι και είναι μεγάλη μου τιμή. Είμαι Ελληνας εδώ και 32 χρόνια. Η Ελλάδα είναι ένα καταφύγιο. Έχω γυρίσει όλον τον κόσμο, έχω πάει στα ομορφότερα μέρη της Γης, πουθενά δεν είναι σαν την Ελλάδα. Η γη, ο ουρανός, το νερό κάνουν καλό στην ψυχή σου. Είναι ιαματικό μέρος» είπε.

Ο γάμος τους που ακολούθησε το 1988, για τον οποίο ο Χανκς βαφτίστηκε χριστιανός ορθόδοξος, υπήρξε ο καταλύτης για την αναγέννησή του ως Ελληνας -έστω- εξ αγχιστείας. Κάθε φορά που δέχεται κάποια ερώτηση για την καταγωγή της συζύγου του, απαντά: «Η Μαργαρίτα, όπως είναι το πραγματικό της όνομα, μπορεί να γεννήθηκε στο Λος Άντζελες, οι ρίζες της, όμως, είναι ελληνικές». Ο πατέρας της, Χαλίλοβ Ιμπραΐμοβ, γεννήθηκε στην Ξάνθη, στα Πομακοχώρια, και μετακόμισε στις ΗΠΑ, όπου και πήρε την απόφαση να αλλάξει το όνομά του σε Άλαν Γουίλσον, εμπνεόμενος από την οδό στην οποία έμεναν. Η μητέρα της, από την άλλη, γεννήθηκε σε ένα χωριό της Βορείου Ηπείρου, το οποίο σήμερα ανήκει στην Αλβανία. Η Ρίτα μεγάλωσε σε μια ελληνική παραδοσιακή οικογένεια, τηρώντας τα ήθη και τα έθιμα του τόπου καταγωγής της. Όταν πριν από περίπου δύο χρόνια αποφάσισε να ασχοληθεί με το τραγούδι, μεταξύ άλλων αναζήτησε και έναν Έλληνα τραγουδιστή για ένα ντουέτο που θα παρουσίαζε live στη συναυλία της «Summer Nostos Festival», στο Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Η Panik Records και ο Γιώργος Αρσενάκος τής πρότειναν πολλά ονόματα. Εκείνη, όμως, κατέληξε στον Χρήστο Μάστορα από τις Melisses. Λένε ότι, εκτός από το ταλέντο και τη φωνή του που τη μάγεψαν, στην επιλογή της έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι κατάγονται από το ίδιο χωριό της Βορείου Ηπείρου.

Φιλοξενώντας τους φίλους τους στο εξοχικό τους σπίτι στην Αντίπαρο οι Χανκς έχουν κάνει την αφρόκρεμα του Χόλιγουντ να λατρέψει την Ελλάδα.

Πέρσι είχαν υποδεχτεί τον Χιου Τζάκμαν και τον Μάθιου ΜακΚόναχι, αλλά και τον Μπρους Σπρίνγκστιν και τη Νία Βαρντάλος, η οποία βεβαίως έχει επισκεφθεί το νησί πολλές φορές και στο παρελθόν. Συχνά το διάσημο ζευγάρι γίνονται συνδαιτυμόνες με τον ισχυρό άνδρα της βιομηχανίας του θεάματος Τζορτζ Γιαννόπουλο της Paramount Pictures. Όταν οι Χανκς έχουν στο σπίτι τους φίλους, από το τραπέζι δεν λείπουν οι ελληνικοί μεζέδες, οι οποίοι συνοδεύονται και από καλή ελληνική μουσική, συνήθως Μάνο Χατζιδάκι ή Βαγγέλη Παπαθανασίου. «Το κρασί χύμα, παρακαλώ» τονίζει ο Χανκς κάθε φορά που τον ρωτούν τι θέλει να πιει.

Ο πιο σεβαστός ηθοποιός της γενιάς μας δεν νιώθει απλώς Έλληνας, είναι Έλληνας: στη φιλοξενία, στον τρόπο που σκέφτεται, στον τρόπο ζωής που έχει επιλέξει, ακόμη και στο χιούμορ. Όταν κατά τη διάρκεια της βραδιάς των Χρυσών Σφαιρών δημοσιογράφος αναφέρθηκε στην τιμητική πολιτογράφησή του από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας του ελληνικού κράτους, δεν δίστασε να αυτοσαρκαστεί: «Μετά την πολιτογράφησή μου ως Έλληνας πολίτης, έχω κάποιες απορίες. Πρώτον, πρέπει να πάω φαντάρος; Γιατί, ούτως ή άλλως, δεν θα ήμουν καλός. Πονάνε τα γόνατά μου και είμαι μεγάλος πια. Δεύτερον, πρέπει να πληρώνω φόρους; Αστειεύομαι, είναι μεγάλη τιμή».

Αργότερα, στα παρασκήνια, επανήλθε στο θέμα από μια διαφορετική, ωστόσο, οπτική, επαναλαμβάνοντας αυτό που είχε ξαναπεί κάποτε. Ότι προτιμά να είναι πολιτογραφημένος Ελληνας, κάτοικος Αντιπάρου, παρά πρόεδρος των ΗΠΑ. «Για τον δεύτερο ρόλο είναι καλύτερος ο Τζορτζ Κλούνεϊ» συμπλήρωσε με νόημα.