O κορυφαίος Ελληνοαυστραλός σκηνοθέτης Άλεξ Πρόγιας (Alex Proyas) ψάχνει για νέα χώρα για τη δημιουργία των κινηματογραφικών του ταινιών. Είναι γεννημένος στην Αίγυπτο από Έλληνες γονείς, μετέπειτα μετανάστες στην Αυστραλία όπου και μεγάλωσε ο ίδιος στο Σίδνεϊ. Ζει και δημιουργεί στην Αμερική και θεωρείται κορυφή σε ταινίες μυθοπλασίας και επιστημονικής φαντασίας, καθώς μεταξύ άλλων έχει σκηνοθετήσει «Το κοράκι» (1994), «Σκοτεινή πόλη» (1998), «Εγώ, το ρομπότ» (2004), και το «Θεοί της Αιγύπτου» (2016).

Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας «Το κοράκι», με πρωταγωνιστή τον Μπράντον Λη, ο Λη σκοτώθηκε μετά από ένα ατύχημα με ένα από τα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν στην ταινία, οκτώ ημέρες πριν την ολοκλήρωση των γυρισμάτων στις 31 Μαρτίου του 1993. Μετά τον θάνατο του Λη, ο Πρόγιας και οι συνεργάτες του αποφάσισαν να ολοκληρώσουν την ταινία ξαναγράφοντας εν μέρει το σενάριο και χρησιμοποιώντας άλλο ηθοποιό ως σωσία, καθώς και χρησιμοποιώντας μέικ-απ στον ήρωα και προσθήκη ειδικών εφέ. Η ταινία σημείωσε εισπρακτική και κριτική επιτυχία.

Ο Πρόγιας κατόπιν (το 1988) έγραψε, σκηνοθέτησε και παρήγαγε την ταινία «Σκοτεινή πόλη», η οποία, αν και είχε απογοητευτικές εισπράξεις, είχε πολύ θετική κριτική υποδοχή και κέρδισε αρκετά βραβεία.

Σκηνή από την ταινία «I Robot»

Το 2004, σκηνοθέτησε την ταινία «Εγώ», το ρομπότ με πρωταγωνιστή τον Γουίλ Σμιθ, μια ταινία επιστημονικής φαντασίας με έμπνευση το ομώνυμο μυθιστόρημα του Ισαάκ Ασίμοφ.

«Τα τελευταία δέκα χρόνια ωστόσο υπήρξαν εφιαλτικά για μένα» αναφέρει ο Πρόγιας καθώς δύο μεγάλα κινηματογραφικά του εγχειρήματα έπεσαν στο κενό. Σχεδίαζε να σκηνοθετήσει την ταινία «Χαμένος παράδεισος» ως κινηματογραφική διασκευή του ποιήματος «Χαμένος παράδεισος» του Τζον Μίλτον, ένα έργο στο οποίο επρόκειτο να πρωταγωνιστήσει ο Μπράντλεϊ Κούπερ. Όμως η παραγωγή του ακυρώθηκε λόγω του υψηλού κόστους των ειδικών εφέ που θα χρειαζόταν. Το ίδιο συνέβη και με τον «Δράκουλα» ή «Voivode of Wallachia», μια ιστορική μορφή, που όμως δεν πήρε σάρκα και οστά λόγω έλλειψης χρημάτων.

Καθώς ετοιμάζει τη νέα του κινηματογραφική δουλειά, μια αυστραλιανή ταινία επιστημονικής φαντασίας με τίτλο «A New Country» μίλησε στον «Νέο Κόσμο» και για την κρίση που περνάει η έβδομη τέχνη και όσοι επιμένουν σε κάτι διαφορετικό.

Ο Άλεξ Πρόγιας στα γυρίσματα της ταινίας επιστημονικής φαντασίας «Knowing» στη Μελβούρνη το 2009. Φώτο: AAP

Αντλώντας από τη δική του ζωή ως παιδί μεταναστών, που μεγάλωνε σε εργατικές κατοικίες στο Waterloo του Σίδνεϊ, μαζί με άλλους μετανάστες και Αβορίγινες, αντανακλά το ρατσισμό που εισέπρατταν από τους Αγγλοσάξωνες στη νέα του ταινία. Παρά τις πιέσεις των Αμερικανών χρηματοδοτών να τη γυρίσει στην Αμερική δεν ενέδωσε. «Όχι ότι τα πράγματα είναι καλύτερα σε σχέση με τον κινηματογράφο στην Αυστραλία» σχολιάζει καθώς «το καθεστώς ανεξαρτησίας που επικρατεί στις παραγωγές δεν βοηθιέται από τη δεδομένη έλλειψη στούντιο. Τουλάχιστον στην Αμερική κάτι γίνεται με τις ανεξάρτητες παραγωγές, γίνονται κάποιες συνεργασίες και τις δέχονται κάποια στούντιο. Βέβαια, οι ανεξάρτητες παραγωγές βάλλονται παγκοσμίως αφού υπάρχει αντίσταση από τους διανομείς» αναφέρει με πικρία.

«Για κάθε «Parasite» (σσ.: η ανεξάρτητη παραγωγή που βραβεύτηκε φέτος με Όσκαρ) που διακρίνεται στο Χόλιγουντ υπάρχουν χιλιάδες φιλμ που δεν θα δουν ποτέ το φως. Το ίδιο ισχύει και για την Αυστραλία» λέει χαρακτηριστικά.

Σε ό,τι αφορά την κρίση ταυτότητας, ο Πρόγιας μεγάλωσε θεωρώντας τον εαυτό του πάνω από όλα άτομο «Οι καλύτεροι φίλοι μου ήταν ένας Παλαιστίνιος και ένας Ισπανός, έκανα παρέα με τα άλλα παιδιά μεταναστών και Αβοριγίνων, διάβαζα βιβλία επιστημονικής φαντασίας, ανακάλυπτα ταινίες από την Αμερική και τον υπόλοιπο κόσμο, δεν είχα την ανάγκη να ορίζομαι ως κάτι» σχολιάζει.