«A Brush With The Blues»

Με φόντο τα εγκαίνια της νέας της έκθεσης με θέμα το Ρεμπέτικο, η ζωγράφος και γλύπτρια Έφη Χανιώτη μιλά για τις «μαγικές» συγκυρίες που καθόρισαν την καλλιτεχνική της πορεία


Σε μια γωνιά του Brunswick σε ένα κτίριο που ελάχιστα τραβά την προσοχή, υπάρχει και λειτουργεί ένας άλλος κόσμος.

Καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι, γραφίστες, ποιητές, σχεδιαστές έχουν το σπίτι τους εκεί και δημιουργούν άοκνα αλλάζοντας την σκληρή και απρόσωπη πραγματικότητα γύρω μας.

Εκεί βρίσκεται και η «Μικρή Μύκονος», το δημιουργικό εργαστήρι της «δικιάς» μας ζωγράφου και γλύπτριας, Έφης Χανιώτη.

Προσκεκλημένη της, το περασμένο Σάββατο, μέσα σε μισή ώρα διέσχισα ωκεανούς και ηπείρους και βρέθηκα στην πατρίδα, μόνο και μόνο περνώντας το κατώφλι της «Μικρής Μυκόνου».

Πόση Ελλάδα μέσα σε ελάχιστα τετραγωνικά… Μου άνοιξε την πόρτα ένα λαμπερό πρόσωπο που με υποδέχτηκε με μια ζεστή αγκαλιά κι ένα υπέροχο, παιδικό χαμόγελο σε άπταιστα ελληνικά.

Ακολουθώντας ορθολογιστικά μονοπάτια για το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής μου δεν μπορώ να πω πως θεωρώ τον εαυτό μου εξπέρ στα περί τέχνης κι έτσι η αγωνία μου ήταν μεγάλη. Ερωτήματα του τύπου: «Θα καταλάβω τι μου λέει;» ή «θα εκτιμήσω σωστά την τέχνη της;» σφυροκοπούσαν το κεφάλι μου, αλλά με το που μπήκα στο χώρο της Έφης εξαφανίστηκαν διαμιάς.

Τα μάτια μου άρχισαν να περιεργάζονται τα διάφορα έργα της που κατέκλυζαν το χώρο και σε ελάχιστο χρόνο όλα ήταν πλέον τόσο κατανοητά.

Πάντα θεωρούσα πετυχημένη κάθε μορφή τέχνης που δεν παιδεύει το κοινό για να το πείσει για το νόημα και την ουσία της. Και στα έργα της Έφης αυτό ερχόταν τόσο εύκολα, σχεδόν φυσικά με έναν τρόπο που κυριολεκτικά με συγκλόνισε.

Η σαρωτική παρουσία της καλλιτέχνιδας με έβγαλε από τον μαγικό κόσμο που με οδηγούσαν οι πίνακες και τα γλυπτά της, για να με μεταφέρει στην δική της πραγματικότητα που, πιστέψτε με, δεν υπολειπόταν μαγείας και θα καταλάβετε αμέσως τι εννοώ.

Η βραβευμένη ζωγράφος και γλύπτρια Έφη Χανιώτη στη δική της «Μικρή Μύκονο» όπου περνά ατέλειωτες ώρες δημιουργώντας. Φώτο: «Νέος Κόσμος»

ΟΙ «ΣΥΓΚΥΡΙΕΣ» ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ

Η ζωή της Έφης Χανιώτη είναι γεμάτη «συγκυρίες» που την οδηγούν πάντοτε εκεί που πρέπει να βρίσκεται – τουλάχιστον καλλιτεχνικά.

Σπούδασε Καλές Τέχνες στην Αυστραλία, την Ελλάδα και την Ισπανία και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην τέχνη ως θεραπεία (Art Therapy).

Όπως λέει η ίδια, η οκταετία που πέρασε στην Ελλάδα τη στιγμάτισε και καθόρισε την καλλιτεχνική της ταυτότητα. Μιλάει για εκείνα τα χρόνια γεμάτη ενθουσιασμό και νοσταλγία.

«Πήγα στην Ελλάδα για να δω τον παππού μου που ήταν άρρωστος και έμεινα οκτώ χρόνια. Αποφάσισα να σπουδάσω στην Καλών Τεχνών. Ήταν τόσο πλούσιο και γοητευτικό το πρόγραμμα της σχολής που δεν είχε σύγκριση. Δεν θυμάμαι να προβληματίστηκα καθόλου για το τι έπρεπε να κάνω. Ήταν σαν να ακολουθούσα το πεπρωμένο μου καθώς όλα έρχονταν και «κούμπωναν». Ήξερα μέσα μου πως έπρεπε να είμαι εκεί. Με πλούτισε η Ελλάδα και ως καλλιτέχνη και ως άνθρωπο. Ξαναγεννήθηκα εκεί».

Ως φοιτήτρια, τους χειμώνες δούλευε κοντά σε αγιογράφους για να καλύπτει τα έξοδά της. Από την Κύπρο στην Κορέα και στην Αθήνα και τα καλοκαίρια στην πλακάδα της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνα στην Κέρκυρα όπου έκανε πορτραίτα τουριστών.

Με τις βαλίτσες της γεμάτες αναμνήσεις, εμπειρίες και γνώση πάνω στην τέχνη της επέστρεψε απρόθυμα στην Αδελαΐδα από όπου κατάγεται.

Όμως κουβαλάει την Ελλάδα μέσα της κι αυτό θα φανεί στα πρώτα έργα της μετά την επιστροφή της.

«Όταν γύρισα από την Ελλάδα χρησιμοποίησα την τεχνοτροπία της αγιογραφίας για να αποδώσω πρόσωπα και σκηνές της καθημερινότητας, όπως τσιγγάνες, εργάτες της λαχαναγοράς, τσολιάδες, φοιτητές και κάθε τι που άφησε το αποτύπωμά του στο νου και την ψυχή μου από την παραμονή μου στην Ελλάδα. Ήταν σαν μια απόπειρα να κατασιγάσω το αίσθημα της νοσταλγίας που με είχε κυριεύσει τον πρώτο καιρό μετά την επιστροφή μου στην Αυστραλία».

Η τεχνοτροπία της εικονογραφίας, όπως εξηγεί η ταλαντούχα καλλιτέχνης θα διατηρηθεί στην τέχνη της καθώς της δίνουν τη δυνατότητα να δημιουργεί «αργά» και με λεπτομέρεια έργα που θα εκφράζουν και ταυτόχρονα θα προκαλούν συναισθήματα.

«Ανακάλυψα την αξία του να δημιουργείς τέχνη που μιλάει στο παιδί μέσα μας. Τέχνη που ευθυγραμμίζεται με την αφήγηση ιστοριών και τη μυθοπλασία» λέει.

ΚΑΙ ΕΓΕΝΕΤΟ…«A BRUSH WITH THE BLUES»

Οι «συγκυρίες» φαίνεται να ακολουθούν διαρκώς την Έφη, σαν μια ακαθόριστη μαγική δύναμη να χαράζει την πορεία και τα βήματά της. Της το λέω και ξεσπά σε τρανταχτά γέλια: «Δεν το είχα σκεφτεί. Μπορεί και να έχεις δίκιο», μου απαντά.

Πνεύμα ανήσυχο και δοσμένο στην τέχνη, όποιας μορφής, τους τελευταίους μήνες, κάθε Τετάρτη συμμετέχει με το τουμπελέκι της (και όχι μόνο) στην μουσική παρέα του Rebetiko Jam του Con Kalamaras και του Wayne Simmons στο Fitzroy.

Ένα βράδυ του περασμένου Νοέμβρη βρέθηκε τυχαία στην ελληνική ψαροταβέρνα – γκαλερί «Αργώ» για να φάει πριν από το Jam. Όταν διαπίστωσε ότι το μαγαζί εκτός από υπέροχο ελληνικό φαγητό διέθετε και μια αίθουσα που λειτουργεί ως εκθετήριο έργων τέχνης, ενθουσιάστηκε και αποφάσισε να κάνει μια έκθεση εκεί.

«Η αρχική ιδέα για το θέμα ήταν «η Θάλασσα» για να ταιριάζει με το χώρο. Η κουβέντα ήρθε και στην μουσική οπότε σκέφτηκα να τα συνδυάσω ( θάλασσα – μουσική) κάνοντας κάτι για το πέρασμα της μουσικής μέσω της θάλασσας στη Δύση. Είπα, λοιπόν, να καταγράψω ουσιαστικά την πορεία του ρεμπέτικου, αλλά όταν ξεκίνησα τη δουλειά, εκείνη πήρε το δικό της δρόμο. Μέσα σε μια βδομάδα είχα ήδη τελειώσει δύο έργα. Δεν μπορούσα να σταματήσω τον εαυτό μου. Προφανώς, τόσους μήνες στο Jam είχα μαζέψει εικόνες και θέματα χωρίς να έχω συνειδητοποιήσει ότι ήθελα να ζωγραφίσω γι’ αυτά. Έτσι γεννήθηκε η σειρά των έργων μου με τον τίτλο ‘A BRUSH WITH THE BLUES’», λέει η καλλιτέχνης.

Επέστρεψε στις καταβολές της από άποψη τεχνικής και τεχνοτροπίας. Η μουσική σε κάνει να κοιτάς πίσω. Οπότε τα έργα είναι μια αναδρομή στις μέχρι τώρα εμπειρίες της σε σχέση με το παρελθόν. Και η περιέργεια σε βάζει να θες να μάθεις τι συνέβη στο παρελθόν.

Η ΕΚΘΕΣΗ

Μέσα, λοιπόν, από μια ακόμη τυχαία(;) συγκυρία προέκυψε η τελευταία έκθεση της Έφης Χανιώτη που θα ανοίξει για το κοινό της Μελβούρνης την Κυριακή 23 Φεβρουαρίου στις 3 το απόγευμα στον ιδιαίτερο χώρο του fish shop – art space «Argo» με ομιλητή τον ομογενή μουσικό και πολυβραβευμένο φωτογράφο Michael Teo.

Επιστρέφοντας στις καταβολές της από άποψη τεχνικής και τεχνοτροπίας, η πολυτάλαντη Έφη Χανιώτη φιλοτέχνησε είκοσι έργα συνολικά, 11 πίνακες και 9 γλυπτά μικτής τέχνης.

«Δεν κάνω περιγραφή αυτή καθαυτή. Δεν είμαι ιστορικός ούτε μουσικολόγος. Το κίνητρό μου ήταν το στοιχείο της σύνδεσης με το παρελθόν. Το χτες, το σήμερα και το αύριο είναι όλα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Δεν υπάρχουν πια τεκέδες και δεν είμαστε πρόσφυγες αλλά προερχόμαστε από αυτούς και είμαστε μετανάστες με κοινές με αυτούς εμπειρίες», λέει.

Ως προς το ύφος και την τεχνοτροπία η καλλιτέχνης εξηγεί ότι «Τα συγκεκριμένα έργα αποτελούν έναν συνδυασμό εξπρεσιονισμού, αγιογραφίας, ρεαλισμού και αφαίρεσης σε διάφορους βαθμούς. Το σημείο εκκίνησής μου και το σημείο λήξης είναι ρευστά. Το κάθε έργο λέει από μόνο του τη δική του ιστορία. Αν όμως τα συνδέσεις μεταξύ τους, τότε λένε μια νέα ιστορία».

Παρατηρώ τα έργα τα οποία με κέφι η δημιουργός τους άπλωσε μπροστά μου και αμέσως συνειδητοποιώ ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο. Όλα έχουν τη θέση τους και το συμβολισμό τους. Και τα είκοσι έργα συνδέονται μεταξύ τους καθώς το ένα οδηγεί στο άλλο, ενώ τα επόμενα περιλαμβάνουν με κάποιο τρόπο τα προηγούμενα. Στο φόντο ενός από τους πίνακες υπάρχει ένας τοίχος όπου είναι κρεμασμένοι οι άλλοι πίνακες της σειράς. Στην άκρη υπάρχει ένα κενό τελάρο καθώς, όπως μου εξηγεί η Έφη, «πάντα υπάρχουν πράγματα που δεν γνωρίζουμε και μένει να ανακαλύψουμε από την ιστορία».

Συνεχίζω να κοιτώ τα έργα συνεπαρμένη. Τα πρόσωπα μοιάζουν να ξεπηδούν σχεδόν αυθόρμητα από το μεγαλείο των χρωμάτων ενώ κάποιες από τις εικόνες φαίνεται ότι διεκδίκησαν τη θέση τους επάνω στον καμβά, όπως μια γλάστρα γιασεμιού στο πάλκο ενός τεκέ σε έναν από τους πίνακες.

Την παρατηρώ όσο μιλάει με πάθος για το κάθε έργο ξεχωριστά και τη ρωτώ πώς αισθάνεται τώρα που ολοκλήρωσε το δημιουργικό κομμάτι και αρχίζει ο πυρετός του στησίματος της έκθεσης.

«Αισθάνομαι πολύ ενθουσιασμένη. Μου αρέσει πολύ που τα έργα μου θα έχουνε το δικό τους και μάλιστα πολύ ιδιαίτερο χώρο. Θέλω να δω πώς θα ανταποκριθεί ο κόσμος και ιδιαίτερα όσοι δεν είναι τόσο εξοικειωμένοι με αυτήν την κουλτούρα και τη μουσική, πώς θα συνδεθούν με αυτήν μέσω των έργων μου» λέει.

Απρόθυμα, αποχαιρέτησα την ζωγράφο και γλύπτρια Έφη Χανιώτη και τη «Μικρή Μύκονο». Βγαίνοντας στο δρόμο, η άχαρη πραγματικότητα της στείρας καθημερινότητας με χτύπησε κατά πρόσωπο. Και τότε, κάτι μαγικό συνέβη. Εικόνες, ήχοι, μουσικές, χρώματα και φιγούρες άρχισαν να ξεπηδούν μέσα στο νου μου καλώντας με να αλλάξω διαδρομή.

Συνέχισα την πορεία μου προς το αυτοκίνητο αλλά η σκέψη μου ακολουθούσε πλέον άλλες ατροπούς. «Αυτή είναι η λυτρωτική και καθαρτική παρέμβαση της τέχνης», διαπίστωσα και παίρνοντας μαζί τους νέους νοερούς μου «φίλους» γύρισα σπίτι.

*Η έκθεση «A Brush With The Blues», θα είναι ανοιχτή για το κοινό μέχρι τις 26 Απριλίου καθημερινά από τις 11πμ έως τις 9μμ και τις Κυριακές από τις 12μμ έως τις 8.30μμ, στο εστιατόριο – γκαλερί «Αργώ» (320 Queens Parade, North Fitzroy).