Η Κατερίνα Νικολιά, από την Κύμη Ευβοίας, ήταν ακόμα νεαρή κοπέλα όταν μαζί με την μητέρα της και τα δύο της αδέλφια μετανάστευσαν στην Αυστραλία το 1948 για να βρίσκονται κοντά στον πατέρα τους που είχε ήδη φύγει για την ξενιτιά 11 χρόνια νωρίτερα.

Δέκα χρόνια μετά, ο ορφανός από πατέρα 17χρονος Ασιάτης Robert Oon, έφτανε επίσης στην Αυστραλία από την Σιγκαπούρη, με μια βαλίτσα στο χέρι γεμάτη όνειρα για μια καλύτερη ζωή και σπουδές στον τόπο της «επαγγελίας».

Και οι δύο νέοι παρέμεναν ανυποψίαστοι για το τι επρόκειτο να ακολουθήσει.

Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ

Ο θείος της Κατερίνας, Άγγελος, διατηρούσε κατάστημα fish and chips στην Αδελαΐδα και η νεαρή κοπέλα εργαζόταν εκεί. Μάλιστα, δεν ήταν λίγες οι φορές που ομογενείς πελάτες του μαγαζιού έδειχναν ενδιαφέρον για την όμορφη Ελληνοπούλα χωρίς να βρίσκουν ανταπόκριση.

Μια ημέρα, ο νεαρός φοιτητής Βιοχημείας μπήκε στο μαγαζί και έκτοτε έγινε φίλος με τον θείο της Κατερίνας. Σιγά-σιγά, η φιλία τους γινόταν στενότερη και η θεία της Κατερίνας, προσφέρθηκε να παράσχει στέγη στο νεαρό φοιτητή, που παραπονιόταν ότι το ενοίκιο που πλήρωνε ήταν πολύ υψηλό και δεν του άφηνε αρκετά χρήματα για φαγητό.

Η Κατερίνα και ο Robert πριν 35 χρόνια… Φώτο: Supplied

Η θεία και ο θείος της Κατερίνας, αναζητούσαν τότε φοιτητές να νοικιάσουν ένα μέρος του σπιτιού τους και να αυξήσουν το εισόδημά τους και έτσι ο 17χρονος φοιτητής Βιοχημείας δέχθηκε με χαρά την πρόταση αυτή.

Μετά από λίγο δεν άργησε να φουντώσει και ο έρωτάς του για την Κατερίνα, η οποία επίσης έτρεφε συναισθήματα για κείνον.

«Ήταν δυο νέοι άνθρωποι που αγαπήθηκαν πολύ, όμως εκείνη την εποχή το να ερωτευτεί μια Ελληνοπούλα έναν Ασιάτη ήταν σίγουρα ταμπού, ασυνήθιστο και μη αποδεκτό στους κόλπους των ομογενών» λέει στον «Νέο Κόσμο» η κόρη του ζευγαριού, Άλυσον Παπαδοπούλου.

Παρά τις δυσκολίες και τις αντιρρήσεις της οικογενείας της, η Κατερίνα ήταν σίγουρη ότι για κείνην ο Robert ήταν ο άντρας της ζωής της.

Από την άλλη, ο νεαρός φοιτητής, αντιλαμβανόμενος ότι με τις πράξεις του έφερνε δυσαρέσκεια στην οικογένεια της αγαπημένης του, πήρε την απόφαση να φύγει από το σπίτι του θείου της Κατερίνας για να μη δημιουργήσει μεγαλύτερη ρήξη και για πέντε χρόνια έβλεπε την νεαρή κοπέλα μια φορά την εβδομάδα στα κρυφά, περιμένοντας υπομονετικά την στιγμή που οι δικοί της θα έδιναν την συγκατάθεσή τους να συναντηθούν μαζί του.

Καθώς ο καιρός περνούσε, η οικογένεια της Κατερίνας έκανε τα πάντα για να «χωρίσει» το νεαρό ζευγάρι ενώ και η μητέρα του Robert στην Σιγκαπούρη είχε εκφράσει την δυσαρέσκειά της για το γεγονός ότι ο γιος της ήταν ερωτευμένος με μια Ελληνίδα.

Τα τρία τους παιδιά. Φώτο: Supplied

ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΝΤΙΡΡΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΓΑΜΟ

«Ο παππούς και η γιαγιά μου ένιωθαν ντροπιασμένοι, απογοητευμένοι και θυμωμένοι με την επιλογή της μητέρας μου. Δεν το χωρούσε ο νους τους ότι μέσα σε τόσα Ελληνόπουλα η κόρη τους επέλεξε έναν Ασιάτη. Μάλιστα, όταν το συζητούσαν, της έλεγαν ότι δεν ήταν δυνατόν να δεχθούν έναν Κινέζο στην οικογένεια και όλοι σχεδόν οι φίλοι, συγγενείς και τα παιδιά τους είχαν παντρευτεί Έλληνες».

Αλλά και η χήρα μητέρα του Robert στην Σιγκαπούρη δεν ήταν ευχαριστημένη με την απόφαση του γιού της να είναι με Ελληνίδα και να μείνει μόνιμα στην Αυστραλία.

Μάλιστα, του έγραφε γράμματα απαιτώντας από εκείνον να ολοκληρώσει τις σπουδές του και να επιστρέψει αμέσως στη Σιγκαπούρη.

Ενδεχομένως, κατηγορούσε κατά βάθος και την νεαρή Ελληνοπούλα για την απόφαση του γιου της να μείνει στην Αυστραλία.

Μέσα από την γκρίνια, τη δυσαρέσκεια και το διαρκές «κυνηγητό», τα πράγματα δυσκόλεψαν τόσο που το νεαρό ζευγάρι αποφάσισε να δώσει τέλος στην σχέση, όμως η μοίρα τους έφερε και πάλι κοντά όταν μια μέρα συναντήθηκαν τυχαία στο δρόμο.

«Έκτοτε αποφάσισαν ότι είναι φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον και, μάλιστα, κάθε φορά που η μαμά μου έχανε το θάρρος της, ο μπαμπάς μου της έλεγε να πιστεύει στην αγάπη που είχαν ο ένας για τον άλλον» συμπληρώνει η Άλισον.

Με τον καιρό και βλέποντας την κόρη του να υποφέρει, ο πατέρας της Κατερίνας συμφώνησε να βάλει «νερό στο κρασί του» και να γνωρίσει τον νεαρό φοιτητή.

«Ο παππούς μου δεν άντεχε πλέον να βλέπει την μαμά μου δυστυχισμένη και παρά τις αντιρρήσεις της πολύ αυστηρής γιαγιάς μου, η οποία στ’ αλήθεια δεν ήθελε αυτή την σχέση, τελικά συμφώνησε να τον υποδεχθούν στο σπίτι» λέει η Άλισον. Η ίδια αποκαλύπτει ότι από την ημέρα εκείνη και έπειτα ο Robert κέρδισε την αγάπη και την εκτίμηση όλης της οικογένειας.

Μετά τη «μοιραία» συνάντηση, οι γονείς της Κατερίνας έδωσαν τη συγκατάθεσή τους να αρραβωνιαστεί το ζευγάρι, αλλά ο γάμος αργούσε, αφού η Κατερίνα είχε θέσει «βέτο» στον αγαπημένο της να γίνει το μυστήριο σε ελληνική εκκλησία και όχι σε καθολική.

Ο Robert ήταν καθολικός, αλλά συμφώνησε να παντρευτεί την αγαπημένη του σε ελληνική εκκλησία, όμως στο Hobart όπου εκείνος αναγκάστηκε να φύγει για δουλειά, δεν υπήρχε ελληνορθόδοξος ιερέας.

Η Κατερίνα δεν ακολούθησε τον αγαπημένο της στην επαρχία παρά μόνο όταν ο ίδιος της τηλεφώνησε να την ενημερώσει ότι τελικά ένας ελληνορθόδοξος ιερέας αναμενόταν να φτάσει στην περιοχή από την Ελλάδα και της ζήτησε να πάει αμέσως στο Hobart μαζί με τους γονείς της για να σφραγίσουν την αγάπη τους.

Το ζευγάρι ενώθηκε με τα δεσμά του γάμου στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Hobart, στις 5 Ιουλίου 1964, παρουσία των γονέων της Κατερίνας και του κουμπάρου.

Μαζί απέκτησαν τρία παιδιά τα οποία βάφτισαν στην ελληνορθόδοξη εκκλησία.

Ο Robert εργάστηκε στο Νοσοκομείο Royal Hobart έπειτα στα Εργαστήρια CSL (Commonwealth Serum Laboratories), καθώς και στα εργαστήρια Βιοχημείας IMVS ( SA Pathology) πριν ακολουθήσει καριέρα στην Ομοιοπαθητική.

Το ερωτευμένο ζευγάρι. Φώτο: Supplied

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Το 1987 και ενώ η οικογένεια βρισκόταν για διακοπές στην Ελλάδα για πρώτη φορά, επισκέφθηκαν όλοι μαζί τη Μονή Αγίου Νεκταρίου και ο 48χρονος τότε Robert, αφού μίλησε με έναν μοναχό, εν αγνοία της συζύγου του που τον περίμενε στο προαύλιο με τα παιδιά τους, εκδήλωσε την επιθυμία να βαπτιστεί ελληνορθόδοξος και να πάρει το όνομα Νεκτάριος.

«Έως τότε ο μπαμπάς μου σεβόταν, μεν, την θρησκεία και την πίστη της μαμάς μου, αλλά εξακολουθούσε να εξασκεί τα θρησκευτικά του καθήκοντα στην καθολική εκκλησία. Πιστεύω ότι το έκανε για εμάς, για την οικογένειά του και ότι αυτή η απόφαση ήρθε μέσω της ανάγκης του να βρίσκεται κοντά μας, στη θρησκεία που ασπαστήκαμε εμείς τα παιδιά του. Ο πατέρας μου ήταν και παραμένει ακόμα και σήμερα λίγο πριν κλείσει τα 80 του χρόνια, άνθρωπος της οικογένειας. Η ταπεινή μου γνώμη είναι ότι αυτή ήταν ακόμα μια πράξη που για τον ίδιο επισφράγιζε τον άρρηκτο δεσμό της οικογένειας» λέει η Άλισον. Η ίδια παραδέχεται ότι ενώ τα πράγματα μέσα στο σπίτι κυλούσαν αρμονικά, στο σχολείο και η ίδια και τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια της είχαν πέσει πολλάκις θύματα bullying εξαιτίας της ελληνικής αλλά και ασιατικής καταγωγής τους.

«Υπήρχε ρατσισμός πόσο μάλλον για εμάς που μοιάζαμε Ασιάτες και ήμασταν και Έλληνες. Δεν ήταν εύκολο, αλλά μεγαλώσαμε με τόση πολύ αγάπη και κατανόηση μέσα στην οικογένεια και μας αποδέχθηκαν τόσο οι Έλληνες συγγενείς μας εδώ όσο και οι λιγοστοί συγγενείς μας στη Σιγκαπούρη, που δεν μας ένοιαζε τόσο πώς μας έβλεπαν και τι πίστευαν για εμάς οι άλλοι».

Η Άλισον δηλώνει περήφανη για τους γονείς και την καταγωγή της.

Μιλάει Ελληνικά, αγαπάει την Ελλάδα και, την ίδια στιγμή, δηλώνει περήφανη και για την ασιατική καταγωγή της.

«Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που μπορώ και απολαμβάνω τα θετικά και των δύο πολιτισμών και που μαθαίνω για δυο πολιτισμούς που δίδαξαν τόσα στην ανθρωπότητα».

Από τη στιγμή που το ζευγάρι πήρε την απόφαση να είναι μαζί, η Κατερίνα και ο Robert αφοσιώθηκαν ο ένας στον άλλον και έκαναν τα πάντα για να στηρίξουν και να κατανοήσουν την κουλτούρα και τις συνήθειες που προέρχονταν από την καταγωγή τους.

Ο Robert έγινε ελληνορθόδοξος, έμαθε Ελληνικά για να συνομιλεί με τους γονείς της Κατερίνας, ενώ εκείνη έμεινε στο σπίτι να φροντίζει την οικογένεια της, στήριξε τον σύζυγο της στην καριέρα του και έμαθε να μαγειρεύει ασιατικά φαγητά.

«Στα τόσα χρόνια γάμου οι γονείς μου έχουν μάθει τόσα ο ένας από τον άλλον διατηρώντας την αγάπη και τον σεβασμό μεταξύ τους. Όταν τους κοιτάζω συνειδητοποιώ ότι όσο διαφορετικοί και αν είναι κατά βάθος μοιάζουν πολύ όσον αφορά την αγάπη, τον σεβασμό, το ήθος και τον τρόπο που βλέπουν την ζωή.

«Ήταν δυο ερωτευμένοι άνθρωποι που παρά την διαφορετικότητά τους κατόρθωσαν να μείνουν μαζί ευτυχισμένοι για πάνω από μισό αιώνα και αυτό είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο» καταλήγει η Άλισον.