Ανάμεικτα συναισθήματα οργής και φόβου κατακλύζουν τα μέλη των οικογενειών των τροφίμων του ελληνικού γηροκομείου «Βασιλειάδα» για το χειρισμό της επιδημίας στη μονάδα.

Ο Γιάννης Ατζαράκης πληροφορήθηκε από τους γιατρούς του νοσοκομείου Austin όπου νοσηλεύεται με κορονοϊό η 77χρονη μητέρα του, Φωτεινή Ατζαράκη, ότι η γυναίκα δεν θα καταφέρει να επιβιώσει.

Η κ. Ατζαράκη είναι μία από τους τροφίμους της «Βασιλειάδας» που προσβλήθηκε από τον ιό μέσα στη μονάδα.

Ωστόσο, παρά τις δυσοίωνες προβλέψεις των γιατρών του νοσοκομείου Austin όπου νοσηλεύεται με παροχή μέγιστου οξυγόνου, η μητέρα του κ. Ατζαράκη φαίνεται ότι μέχρι στιγμής αψηφά τις πιθανότητες.

Ο γιος της αποδίδει το γεγονός στο αποφασιστικό πνεύμα της, το οποίο την έχει ήδη βοηθήσει να επιβιώσει πάσχοντας 14 χρόνια από τη νόσο του Πάρκινσον.

«Απλώς, εύχομαι να είχε την ευκαιρία να ζήσει μερικά ακόμη χρόνια και να είναι μαζί μας. Αλλά δεν θα γίνει έτσι εξαιτίας αυτού» είπε ο κ. Ατζαράκης, μιλώντας στο ABC.

Πριν από περίπου ένα μήνα, η οικογένεια του κ. Ατζαράκη αποφάσισε την εισαγωγή της μητέρας του στη «Βασιλειάδα» για βραχυπρόθεσμη φροντίδα ανάπαυλας.

Όμως, καθώς η αύξηση των κρουσμάτων στη Μελβούρνη κλιμακώθηκε, ο κ. Ατζαράκης είπε ότι η οικογένειά του είδε κάποια ανησυχητικά σημάδια, όπως τη μη χρήση μάσκας από τα μέλη του προσωπικού μέσα στο γηροκομείο.

Όταν υπήρξε το ξέσπασμα του ιού μέσα στο γηροκομείο, όπως αναφέρει ο κ. Ατζαράκης, δεν υπήρχε άμεση ενημέρωση από τη διοίκηση και το προσωπικό είπε στην αδελφή του ότι περίμεναν οδηγίες από το Υπουργείο Υγείας προτού προβούν στην υποβολή πλήρους εξέτασης όλων των μελών του προσωπικού και των τροφίμων.

Ο ίδιος κατηγορεί τη διοίκηση της «Βασιλειάδας» για ολιγωρία, η οποία συνέβαλε στο ξέσπασμα του κορονοϊού που είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα στερήσει τη ζωή της μητέρας του.

«Σκοτώνει ολόκληρη την οικογένεια, όλοι υποφέρουμε για κάτι που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί και συνέβη μπροστά στα μάτια μας επειδή κάποιοι δεν ανέλαβαν τις ευθύνες τους» είπε.

«Θα ήθελα να είχαν υποβληθεί σε τεστ όλοι αμέσως, θα ήθελα όλοι να φορούσαν προστατευτικές μάσκες από την ημέρα που ξέσπασε ο κορονοϊός, τον Μάρτιο. «Είναι υπεύθυνοι, είναι υπόλογοι για τη ζωή των ανθρώπων».

Ο κ. Ατζαράκης απηύθυνε, επίσης, έκκληση προς την ευρύτερη κοινότητα να κατανοήσει τη σοβαρότητα της πανδημίας.

«Φροντίστε τον εαυτό σας και την οικογένειά σας. Μην πηγαίνετε πουθενά αν δεν χρειάζεται» είπε.

«Οι άνθρωποι πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην υγεία τους. Η γεμάτη τσέπη δεν σημαίνει τίποτα αν δεν πρόκειται να ζήσετε για να την απολαύσετε».

Η κ. Φωτεινή Ατζαράκη σε νεώτερη ηλικία. Φώτο: Γιάννης Ατζαράκης

ΟΙ ΑΙΦΝΙΔΙΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΑΝ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

Όπως είναι γνωστό, από το πρωί της Πέμπτης, 23 Ιουλίου, τη διοίκηση της «Βασιλειάδας» ανέλαβε προσωρινά ομάδα του Υπουργείου Υγείας.

Όλο το μόνιμο προσωπικό της μονάδας έχει παυθεί και έχει αντικατασταθεί από προσωπικό της Aspen Medical, της εταιρείας που είχε αναλάβει την παροχή έκτακτης ιατρικής περίθαλψης στο γηροκομείο Newmarch.

Αυτό, όμως, μπορεί να έχει δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από όσα ενδεχομένως έλυσε.

Η βοηθός ιατρικών εργαστηρίων «Τζούλι», η οποία δεν ήθελε να χρησιμοποιήσει το πραγματικό της όνομα, προσλήφθηκε την περασμένη εβδομάδα για να ξεκινήσει τη διεξαγωγή τεστ κορονοϊού σε γηροκομεία σε όλη τη Μελβούρνη.

Την περασμένη Πέμπτη βρέθηκε στη «Βασιλειάδα», μετά την αλλαγή του προσωπικού και περιγράφει την κατάσταση ως συγκεχυμένη και χαοτική.

«Η «Βασιλειάδα» ήταν ίσως το χειρότερο μέρος που έχω πάει» είπε στο ABC.

«Δεν ελεγχθήκαμε για τη θερμοκρασία ή το εμβόλιο της γρίπης. Τα βασικά πρωτόκολλα δεν τηρήθηκαν».

Η Τζούλι ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχε διαχωρισμός μεταξύ των τροφίμων που είχαν διαγνωσθεί θετικοί στον ιό και αυτών που είχαν παραλάβει αρνητικό αποτέλεσμα όσο ήταν εκεί, ενώ είδε κάποιους από τους εργαζόμενους να ξαναχρησιμοποιούν μάσκες και να μολύνουν καθαρό εξοπλισμό ατομικής προστασίας με χρησιμοποιημένες μάσκες.

Είπε ότι οι τα τεστ στο γηροκομείο δεν μπορούσαν να ολοκληρωθούν την Πέμπτη, επειδή ο εντοπισμός των ασθενών ήταν σχεδόν αδύνατος λόγω των γλωσσικών φραγμών και της έλλειψης παροχής πληροφοριών από τη διοίκηση.

«Δεν είχαμε ιδέα ποιοι ήταν. Δεν μπορούμε να στείλουμε τυχαία δείγματα ανθρώπων», είπε.

«Το προσωπικό δεν γνώριζε ποιος ήταν στο κάθε κρεβάτι».

Η Τζούλι φοβάται ότι δεν έχουμε διδαχθεί τίποτα από το ξέσπασμα στο γηροκομείο Newmarch στο Σίδνεϊ, το οποίο κόστισε τη ζωή σε 19 ανθρώπους.

Σε δήλωσή του, ο ομοσπονδιακός υπουργός Φροντίδας Ηλικιωμένων, Richard Colbeck, είπε ότι το ιατρικό προσωπικό της Aspen εργαζόταν στη «Βασιλειάδα» «βοηθώντας να διασφαλιστεί η αυστηρή τήρηση των πρωτοκόλλων πρόληψης και ελέγχου λοιμώξεων, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης εξοπλισμού ατομικής προστασίας, της υγιεινής των χεριών και της καθαριότητας».

«Υπάρχουν ρυθμίσεις για ενημέρωση και εκπαίδευση όλου του προσωπικού σχετικά με τα πρωτόκολλα ελέγχου των λοιμώξεων και της χρήσης εξοπλισμού ατομικής προστασίας, στην αρχή κάθε βάρδιας, για να διασφαλιστεί ότι δεν θα συνεχιστεί η μετάδοση» αναφέρεται στη δήλωση.

Ο γερουσιαστής Colbeck είπε ότι οι γιατροί και οι εργαζόμενοι προσωπικής φροντίδας στο σπίτι υποστηρίζονται από εξειδικευμένο προσωπικό από το Υπουργείο Υγείας Βικτώριας και ότι εάν χρειαζόταν περαιτέρω ιατρική ή νοσηλευτική περίθαλψη, η Κοινοπολιτεία θα συνεργαζόταν με το Υπουργείο για να διασφαλιστεί ότι αυτή θα παρασχεθεί χωρίς καθυστέρηση.

Ο γερουσιαστής Colbeck είπε ότι, τόσο η Κοινοπολιτεία όσο και η κυβέρνηση της Βικτώριας λαμβάνουν όλα τα δυνατά μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι οικογένειες των τροφίμων ενημερώνονται σχετικά με την κατάσταση στο γηροκομείο γενικά όσο και για το αγαπημένο τους πρόσωπο.

Αυτή τη στιγμή το σύνολο των κρουσμάτων που συνδέονται με τη «Βασιλειάδα» ανέρχεται σε 74. Είναι η μεγαλύτερη εστία του ιού σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων στη Βικτώρια, αντιπροσωπεύοντας 536 από τις 4.000 περίπου ενεργές περιπτώσεις της Πολιτείας.