Με  ανάρτηση που έκανε ο Spiz Dimitriou‎ σήμερα, γνωστοποίησε πως πέθανε και ο πατέρας του Γιάννης Δημητρίου, 73 ετών, τρόφιμος και αυτός στην  “Βασιλειάδα” ανεβάζοντας τον μέχρι στιγμής συνολικό αριθμό των νεκρών στο ελληνικό γηροκομείο της Αρχιεπισκοπής στους 20.

Δεκάδες ομογενείς έσπευσαν να του εκφράσουν τα συλλυπητήρια τους.

Μάλιστα περισσότεροι τρόφιμοι της «Βασιλειάδας» θα πέθαναν αν δεν μεταφέρονταν άμεσα στο νοσοκομείο όπως ανέφερε απόρρητη ιατρική έκθεση την οποία δημοσίευσε το Σάββατο στην πρώτη της σελίδα η εφημερίδα Herald Sun.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα οι εναπομείναντες 30 τρόφιμοι, άτομα που κυρίως πάσχουν από άνοια, είχαν 24 με 48 ώρες ζωής.
Ο «Νέος Κόσμος» που, όλο αυτό τον καιρό εστιάζει ιδιαίτερα την προσοχή του στις επιπτώσεις που έχει η πανδημία του κορονοϊού στους ηλικιωμένους της παροικίας μας καταγράφει τα τελευταία γεγονότα φιλοξενώντας όλες τις απόψεις αλλά δεσμεύεται πως θα αγωνιστεί για να αποκαλυφτεί η αλήθεια.
Ποιοι φταίνε για αυτό τον εφιάλτη που ζουν τόσοι ηλικιωμένοι μας αλλά και για τόσους θανάτους.

Όπως έγραψε, κατ΄ αποκλειστικότητα την Παρασκευή ο «Νέος Κόσμος», το γηροκομείο «Βασιλειάδα» εκκενώθηκε αφού άλλα έξι μέλη του (προσωρινού) προσωπικού της βρέθηκαν θετικά στον ιό.
Πρόκειται για εργαζόμενους που είχαν προσληφθεί στην «Βασιλειάδα» για να αντικαταστήσουν το μόνιμο προσωπικό του ιδρύματος που έχει μπει σε καραντίνα.
Όπως είναι γνωστό από την Τετάρτη 22 Ιουλίου την διαχείριση του ιδρύματος έχει αναλάβει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση την οποία ανέθεσε σε ιδιωτική εταιρία με αποτέλεσμα να ακολουθήσει το απόλυτο χάος.

Τώρα το γηροκομείο είναι άδειο αφού την Παρασκευή όλοι οι τρόφιμοι μεταφέρθηκαν σε νοσοκομεία.
Σύμφωνα με την έκθεση εκκένωσής του που δημοσίευσε η εφημερίδα Herald Sun η κατάσταση των ηλικιωμένων ήταν τραγική:
Μεταξύ άλλων αναφέρεται:
*Όλοι οι ηλικιωμένοι έπασχαν από αφυδάτωση και ασιτία.
*Πολλοί είχαν λιποθυμήσει.
*Λόγω του ότι ήταν μολυσμένοι από τον ιό το οξυγόνο τους ήταν πολύ χαμηλό, είχαν πυρετό και πνευμονία.
* Αρκετοί ήταν γεμάτοι ακαθαρσίες και φορούσαν ξένα ρούχα.
*Η πίεση του αίματος ήταν απελπιστικά χαμηλή σε δυο διαβητικούς.
*Κάποιοι δεν μπορούσαν να μιλήσουν καθόλου και βρισκόταν σε κωματώδη κατάσταση.

Μετά τις αποκαλύψεις αυτές οι οικογένειες των ατόμων αυτών είναι εξαγριωμένες και ζητούν απαντήσεις.
Εκπρόσωπος της διεύθυνσης της «Βασιλειάδας» είπε στο «Νέο Κόσμο» ότι θλίβεται βαθύτατα.
«Για την κατάσταση αυτή δεν ευθυνόμαστε εμείς. Εμάς μας έβαλαν σε καραντίνα πριν δέκα μέρες και ακολούθησαν όλα αυτά που ακολούθησαν» μας είπε.
Την ίδια στιγμή ο πρόεδρος του ΔΣ της «Βασιλειάδας» κ. Κ. Κόντης με δηλώσεις του στην εφημερίδα The Age αποκαλύπτει ότι τεστ για κορονοϊό που είχε γίνει σε ηλικιωμένους βρέθηκαν «ξεχασμένα» σε μια σακούλα σκουπιδιών, μέσα στο γηροκομείο, τα οποία τελικά ήρθε και τα πήρε ταξί για να τα πάει στο εργαστήριο για ανάλυση.
Για την ώρα η «Βασιλειάδα» είναι προσωρινά κλειστή.

Για την απόφαση της εκκένωσης η αρμόδια υπηρεσία έκανε γνωστά τα ακόλουθα:
«The decision was made co-operatively between Commonwealth and Victorian officials. Ambulances and healthcare professionals have attended St Basil’s to facilitate the transfer of the remaining 30 residents to several hospitals across Melbourne. The decision was made to transfer residents to hospitals due to a reduction in staff numbers at St Basil’s. Six staff at St Basil’s have tested positive for COVID-19, and as a precautionary measure all staff have been instructed to be tested and self-isolate for a mandatory period».

ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ Η ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Η διοίκησή του ιδρύματοις ελπίζει ότι το προσωπικό της θα επιστρέψει και πάλι στις 6 Αυγούστου. Αυτό προκύπτει από επιστολή που στάλθηκε στους συγγενείς των τρόφιμων και η οποία δόθηκε στο «Νέο Κόσμο».
Στην ίδια επιστολή εκφράζεται η λύπη του ιδρύματος που, πάνω στο χάος που προκλήθηκε στάλθηκαν αυτόματα λογαριασμοί.
Αναφέρεται ακόμα πως από τις 22 Ιουλίου δεν υπάρχει χρέωση και αυτό θα συνεχιστεί έως τις 6 Αυγούστου.
Το κόστος στα νοσοκομεία το αναλαμβάνει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Σημειώνεται τέλος ότι οι εκκλησίες και οι ιερείς της Αρχιεπισκοπής θα κάνουν δωρεάν τις κηδείες όσων τρόφιμων έχασαν την ζωή τους.

Η επιστολή στην αγγλική έχει ως εξής:
«St Basil’s regrets that due to automated systems all monthly accounts were sent out on 21 July, for the next month in advance, in line with every previous month’s experience, as accounts were always sent 10 days prior to the end of the month. With the order to “vacate” the home we overlooked stopping the accounts from being sent out and we unreservedly apologise for any offence that was caused by this.
St Basil’s has also decided not to charge any daily fees from Wednesday 22 July, which was the date that we were directed to vacate the home and we were replaced by the government appointed replacement workforce. This will continue until we return to the home which is expected to be on 6 August. Furthermore, we will continue not charging any daily fees until our residents return to the home.

The expenses of care of our residents at the private hospitals are being met by the Commonwealth Government.
The Archdiocese has pastoral care available to our resident’s relatives through the parish priests of our local churches and we encourage all affected to contact their local priest. The Archiepiscopal Vicar for the District of Northcote has been requested to attend to all funerals of our beloved residents who have fallen asleep. The Archdiocese has also agreed to waive all church and priest related expenses for the funerals.

We will continue co-operating with all authorities when our staff return and will work strongly in co-operation with the appointed adviser».

Η ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ

Τρισάγιο για την ανάπαυση των θυμάτων της πανδημίας του κορωνοϊού τέλεσε την Παρασκευή, 31 Ιουλίου, στον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, στο Ρέντφερν του Σύδνεϋ, ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος. Κατά τη διάρκεια της Ακολουθίας, ο Σεβασμιώτατος μνημόνευσε τα ονόματα των ομογενών που έφυγαν από τη ζωή τις τελευταίες ημέρες και βεβαίως αυτών που ήταν φιλοξενούμενοι του Κέντρου Φροντίδας τρίτης ηλικίας «Βασιλειάδα», στη Μελβούρνη.

«Βρεθήκαμε σήμερα εδώ, συντετριμμένοι όλοι από τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων, για να προσευχηθούμε υπέρ αναπαύσεως των ψυχών όλων των θυμάτων της πανδημίας που έχει ενσκήψει στη χώρα μας αλλά και σε όλη την ανθρωπότητα», ανέφερε στην εισαγωγή του επιμνημόσυνου λόγου του, στο Σίδνεϊ ο Αρχιεπίσκοπος και συνέχισε: «Μνημονεύσαμε ειδικώς τα ονόματα των κεκοιμημένων αδελφών μας, που ήταν ένοικοι του κέντρου φροντίδας τρίτης ηλικίας “Βασιλειάδα” στη Μελβούρνη, και ολοκαρδίως ευχόμαστε εξ ύψους παρηγορία και ενδωνάμωση στους συγγενείς και στους οικείους τους, οι οποίοι δοκιμάζονται σκληρά από την απώλεια των αγαπημένων τους προσώπων».

Ο Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Μακάριος διαβεβαίωσε τους συγγενείς και τους φίλους των θυμάτων πως μαζί τους θρηνούν σύσσωμη η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία της Αυστραλίας και ιδιαίτερα οι άνθρωποι που τόσα χρόνια εργάζονται με αφοσίωση στη “Βασιλειάδα”. «Να είναι σίγουροι ότι ο πόνος τους είναι και δικός μας πόνος», υπογράμμισε με έμφαση. «Την οδύνη που βιώνουν αυτοί, τη βιώνουμε κι εμείς», συμπλήρωσε και επισήμανε: «Τόσο η ελαχιστότητά μου, ως ο Αρχιεπίσκοπος και Ποιμενάρχης σας, όσο και οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι όλης της Αυστραλίας και όλοι οι κληρικοί της τοπικής μας Εκκλησίας, οι συνεργάτες και συντελεστές των ιδρυμάτων μας, συμπάσχουμε για τους θανάτους των αδελφών μας. Και μαζί με εμάς, μαζί με τους συγγενείς των θυμάτων του κορωνοϊού, συμπάσχουν και συνθρηνούν αυτές τις ημέρες οι άνθρωποι που τόσα χρόνια υπηρετούν με αφοσίωση το ιερό καθήκον που τους έχει ανατεθεί στη “Βασιλειάδα”. Όλοι οι άνθρωποι από τη διοίκηση και το προσωπικό του ιδρύματός μας στη Μελβούρνη, που επί χρόνια φρόντιζαν τους ενοίκους με αγάπη, σα να ήταν δικοί τους γονείς, σα να ήταν δικοί τους παππούδες και γιαγιάδες, αυτές τις ημέρες ο καθένας τους ξεχωριστά βιώνει ένα βαρύ πένθος. Είναι σα να έχασαν μέλη των δικών τους οικογενειών. Και τούτο, θα ήταν άδικο να το αρνηθούμε, όσο κι αν η θλίψη και η οδύνη, ο πανικός και η αγανάκτηση αναπόφευκτα κυριαρχούν αυτές τις δύσκολες ώρες».

Ακολούθως, ο Σεβασμιώτατος απηύθυνε παράκληση για υπομονή και κατανόηση, σημειώνοντας ότι «προσωπικώς, όπως και όλη η ομογένεια, κρίνοντας από την συσσωρευμένη εμπειρία του παρελθόντος, δεν μπορούμε να διαγράψουμε και να αγνοήσουμε τη διαχρονικά καλή μαρτυρία αυτού του ιδρύματος στην αυστραλιανή κοινωνία». «Παρακαλώ όλους τους ανθρώπους να δείξουν υπομονή και να μας δώσουν χρόνο», επισήμανε, προσθέτοντας ότι «μελετώ προσωπικά τα δεδομένα και αν χρειαστεί δε θα διστάσω να λάβω σκληρές αποφάσεις για το καλό του Ιδρύματος». «Όσον αφορά τους συγγενείς των θυμάτων», συνέχισε, «τους διαβεβαιώνω ότι η Εκκλησία δεν θα τους αδικήσει, όπως δεν το έκανε ποτέ μέχρι σήμερα. Παρακαλώ να δείξουν υπομονή και κατανόηση, λαμβάνοντας υπόψιν ότι ζούμε πρωτόγνωρες για την ανθρωπότητα καταστάσεις. Κανείς δεν μπορεί να διαχειριστεί την πανδημία μέχρι να βρεθεί η θεραπεία».
Ο Αρχιεπίσκοπος μετέφερε ακόμη τη συμπάθεια και τις συλλυπητήριες ευχές του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, καθώς και τα συλλυπητήρια της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδας. «Είμαι σε συχνή επικοινωνία με τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη», ανάφερε, «ο οποίος συμπάσχει με τους συγγενείς των θυμάτων και με την δική μας αγωνία. Μεταφέρω σε όλες τις οικογένειες τις συλλυπητήριες ευχές του υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων αδελφών μας. Παρομοίως, μεταφέρω τις συλλυπητήριες ευχές του Πρωθυπουργού της Ελλάδος κ. Κυριάκου Μητσοτάκη και του Υφυπουργού Εξωτερικών και αρμοδίου για τον Απόδημο Ελληνισμό κ. Κωνσταντίνου Βλάση».

Επίσης, τόνισε ότι ο ίδιος βρίσκεται σε συνεχή και στενή συνεργασία με τις αρμόδιες κυβερνητικές αρχές της Βικτώριας και με τους αρμόδιους της «Βασιλειάδας», προκειμένου να αντιμετωπιστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η τρέχουσα κατάσταση. «Μίλησα με τους υπουργούς Υγείας κ. Greg Hunt και Φροντίδος Ηλικιωμένων κ. Richard Colbeck», σημείωσε, «και πολλές φορές καθημερινώς ενημερώνομαι από τους αρμοδίους του Ιδρύματος». «Όλοι μαζί συνεχίζουμε να στηρίζουμε με όλες μας τις δυνάμεις τη δύσκολη προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη», επισήμανε, «με σκοπό να ξεπεραστεί η τρέχουσα δοκιμασία και να εκλείψει κάθε κίνδυνος για τους ενοίκους της “Βασιλειάδας” μας από εδώ και στο εξής». «Παρομοίως στηρίζουμε και τα υπόλοιπα έντεκα ιδρύματα της “Βασιλειάδας”, σε όλη την αυστραλιανή επικράτεια, στα οποία δεν έχει καταγραφεί ούτε ένα κρούσμα του κορωνοϊού», συμπλήρωσε.

Ο Σεβασμιώτατος δεν παρέλειψε να αναφερθεί στους νοσούντες από τον κορωνοϊό που αυτή τη στιγμή νοσηλεύονται, κάνοντας ειδική μνεία στην ευάλωτη κατηγορία των ανθρώπων της τρίτης ηλικίας και προσευχόμενος για τη γρήγορη ανάρρωσή τους. «Παράλληλα, η σκέψη μας βρίσκεται στους ομογενείς μας και σε όλους τους συμπολίτες μας που νοσηλεύονται, προσβληθέντες από τον κορωνοϊό, καθώς και στις οικογένειές τους που βιώνουν ώρες αγωνίας», τόνισε. «Προσευχόμαστε να αναρρώσουν τάχιστα», συνέχισε, «για να μη θρηνήσει άλλους νεκρούς ούτε η ελληνική παροικία, ούτε γενικότερα η αυστραλιανή κοινωνία. Ιδιαιτέρως αγωνιούμε και προσευχόμαστε για τους συνανθρώπους μας που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες πληθυσμού, όπως είναι η τρίτη ηλικία, δεδομένου ότι, όπως είναι γνωστό, από τη δοκιμασία της πανδημίας ταλανίζονται περισσότερα από εξήντα κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων στη μητροπολιτική περιοχή της Μελβούρνης και ευρύτερα στην επικράτεια της Πολιτείας της Βικτώριας, με τα επιβεβαιωμένα κρούσματα να ανέρχονται σε πολλές εκατοντάδες».

Καταληκτικά, απηύθυνε θερμή παράκληση για τήρηση των μέτρων προστασίας από την πανδημία, ενώ κάλεσε όλους να εντείνουν τις προσευχές τους για τερματισμό της δοκιμασίας που βρίσκεται σε εξέλιξη. «Δεν παύουμε να επαναλαμβάνουμε τη θερμή παράκληση προς το ελληνορθόδοξο ποίμνιο και προς το σύνολο των συμπολιτών μας για σεβασμό και πλήρη εναρμόνιση με τις οδηγίες και τα μέτρα προστασίας, που ανακοινώνουν οι κυβερνητικές αρχές», υπογράμμισε, «προκειμένου να αποτραπεί η περαιτέρω εξάπλωση της πανδημίας και να προστατευτεί αποτελεσματικά η δημόσια υγεία». «Ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί», επισήμανε, «οφείλουμε να διατηρούμε την ελπίδα μας στον Θεό, εντείνοντας διαρκώς τις προσευχές μας για τερματισμό αυτής της σκληρής δοκιμασίας. Προσωπικά, είμαι πεπεισμένος ότι με τη βοήθεια του Θεού, σύντομα θα καταφέρουμε να την ξεπεράσουμε. Σας καλώ όλους σε μια συστράτευση προσευχής, υπομονής, ελπίδας και αγάπης».