Ο Θωμάς Ηλιόπουλος, από τη στήλη του Σκεπτόγραμμα, (ΝΚ 3/1/13) αναφέρθηκε στην ανακήρυξη από το Υπουργείο Παιδείας της Ελλάδας του έτους 2013 ως «Έτος Κ. Π. Καβάφη», για τα 150 χρόνια από τη γέννησή του.

Έχοντας δώσει, συνοπτικά, πληροφορίες για τον ποιητή, το έργο του, και τη διεθνή αναγνώριση που απολαμβάνει, ο Θ. Ηλιόπουλος εισηγείται όπως στο πλαίσιο της ομογένειας της Αυστραλίας διοργανωθούν εκδηλώσεις, και γίνουν αναφορές στο ποιητικό έργο του Καβάφη, δεδομένου ότι ο Αλεξανδρινός ποιητής υπήρξε μέλος της Ελληνικής Διασποράς.

Και ο Κώστας Παϊβανάς, από τη δική του στήλη Ελαφρά και Ελεύθερα (ΝΚ 10/1/13), παροτρύνει τους συμπαροίκους να ασχοληθούν με την προσφορά στα ελληνικά γράμματα του Κωνσταντίνου Καβάφη.

Οι εισηγήσεις των φίλων Θωμά και Κώστα με έκαναν να επισπεύσω την αναφορά μου στον Καβάφη και στο ποιητικό του έργο, που μελετούσα να κάνω από αυτήν τη στήλη. Κι εγώ με τη σειρά μου εισηγούμαι τη διοργάνωση εκδηλώσεων από συλλογικούς φορείς της παροικίας μας για τη μεγάλη αυτή μορφή των ελληνικών γραμμάτων. Για παράδειγμα, στα φετινά Σεμινάρια για την Ελληνική Ιστορία και τον Ελληνικό Πολιτισμό, που θα συνεχίσει και φέτος να διοργανώνει η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης, θα μπορούσε να ενταχθεί και αναφορά στον μεγάλο Αλεξανδρινό ποιητή και στο έργο του. Δεδομένου ότι οι εισηγήσεις στα Σεμινάρια γίνονται στην αγγλική γλώσσα, δίνεται η ευκαιρία το ποιητικό έργο του Καβάφη να γίνει γνωστό και σε αγγλόφωνους συμπάροικους, αλλά και άλλους συμπολίτες της Μελβούρνης που παρακολουθούν τα Σεμινάρια.

Είναι γνωστό πως ολιγόστιχα, στην πλειονότητά τους, είναι τα ποιήματα του Καβάφη. Παρομοίως, πέραν του δέοντος συνοπτικό είναι το αυτοβιογραφικό του σημείωμα, που ακολουθεί:
«Είμαι Κωνσταντινουπολίτης την καταγωγήν, αλλά εγεννήθηκα στην Αλεξάνδρεια – σ’ ένα σπίτι της οδού Σερίφ· μικρός πολύ έφυγα, και αρκετό μέρος της παιδικής μου ηλικίας το πέρασα στην Αγγλία. Κατόπιν επισκέφθην την χώραν αυτήν μεγάλος, αλλά για μικρόν χρονικόν διάστημα. Διέμεινα και στη Γαλλία. Στην εφηβικήν μου ηλικίαν κατοίκησα υπέρ τα δύο έτη στην Κωνσταντινούπολι. Στην Ελλάδα είναι πολλά χρόνια που δεν επήγα.
Η τελευταία μου εργασία ήταν υπαλλήλου εις ένα κυβερνητικόν γραφείον εξαρτώμενον από το υπουργείον των Δημοσίων Έργων της Αιγύπτου. Ξέρω Αγγλικά, Γαλλικά και ολίγα Ιταλικά».

Αν ήταν να περιοριστούμε στο παραπάνω αυτοβιογραφικό σημείωμα, ελάχιστα μαθαίνουμε για τη ζωή του Κωνσταντίνου Καβάφη, ενός από τους μεγαλύτερους ποιητές της νεοελληνικής λογοτεχνίας, με διεθνή αναγνώριση, και τίποτε απολύτως για το ποιητικό του έργο.
Όμως είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να κατανοήσουμε το ποιητικό έργο του Καβάφη, χωρίς προηγουμένως να μιλήσουμε κάπως πιο εκτεταμένα για τον ίδιο τον ποιητή, γιατί ένα μεγάλο μέρος της προσωπικότητάς του αντικατοπτρίζεται στο έργο του, σε βαθμό μάλιστα που θα μπορούσαμε να πούμε πως ο Καβάφης αυτοπροσωπογραφείται στην ποίησή του.

Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΒΑΦΗ

Ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1863, και πέθανε στην ίδια πόλη το 1933, την ημέρα των γενεθλίων του. Ήταν το ένατο και τελευταίο παιδί του Πέτρου Ι. Καβάφη (Κωνσταντινούπολη, 1814 – Αλεξάνδρεια, 1870), μεγαλέμπορου βαμβακιού, από φαναριώτικο γένος, και της Χαρίκλειας Φωτιάδη (Νιχώρι Κωνσταντινουπόλεως, 1834 – Αλεξάνδρεια, 1899), από παλαιότατη οικογένεια της Πόλης.

Στο ισόγειο του διώροφου σπιτιού των Καβάφηδων, στην αριστοκρατική οδό Σερίφ της Αλεξάνδρειας, στεγάζονταν τα γραφεία του ακμαιότατου εμπορικού οίκου «Καβάφης & Σία» (κύριος συνέταιρος ο Γεώργιος Καβάφης, θείος του ποιητή, εγκατεστημένος στο Λονδίνο), ενώ η οικογένεια του Πέτρου Καβάφη διαβίωνε με χαρακτηριστική άνεση στο πρώτο και στο δεύτερο πάτωμα.

To 1870 πέθανε ο Πέτρος Καβάφης, σε ηλικία 56, και η πολυμελής οικογένειά του βρέθηκε αντιμέτωπη με τέτοια οικονομικά προβλήματα, που το 1872 αναγκάστηκε να μετακομίσει στην Αγγλία, όπου παρέμεινε τα επόμενα έξι χρόνια, κυρίως στο Λίβερπουλ, αλλά και στο Λονδίνο. Κατά το διάστημα αυτό ο μικρός Καβάφης παρακολούθησε αγγλικό σχολείο, ενώ παράλληλα διδασκόταν ελληνικά και γαλλικά.

Το 1878 η οικογένεια Καβάφη επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου ο νεαρός Κωνσταντίνος συνέχισε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του στο Λύκειο «Ερμής». Παράλληλα είχε αρχίσει να μελετά και να εργάζεται πνευματικά από μόνος του, κυρίως ελληνική ιστορία και φιλοσοφία, χρησιμοποιώντας βιβλία από τις μεγάλες βιβλιοθήκες της Αλεξάνδρειας.

Το 1882, κατά τη διάρκεια της αιγυπτιακής εξέγερσης κατά των Άγγλων, η Χαρίκλεια Καβάφη με την οικογένειά της μετακόμισαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου έμειναν μέχρι τον Οκτώβριο του 1885 στο σπίτι του Γεωργάκη Φωτιάδη, πατέρα της Χαρίκλειας. Η τριετής παραμονή του Καβάφη στην Πόλη αποδεικνύεται ιδιαιτέρως σημαντική και κρίσιμη για διαφορετικούς λόγους.

Σύμφωνα με τους βιογράφους του, ο ομοφυλοφιλικός ερωτισμός του άρχισε να εκδηλώνεται στα 1883, όταν ήταν περίπου 20 ετών. Επίσης, η παραμονή του στην Πόλη συμπίπτει με τις πρώτες μαρτυρημένες συστηματικές του προσπάθειες να επιδοθεί στην τέχνη του ποιητικού λόγου. Τεκμήριο της πρώιμης αυτής προσπάθειας του Καβάφη αποτελεί μια ομάδα αδημοσίευτων από τον ίδιο ποιημάτων, τα οποία εκδόθηκαν μαζί με άλλα ανέκδοτα ποιήματα το 1968 από τον Γ.Π. Σαββίδη. Τον καιρό εκείνο στην Πόλη συνέχισε και τις μελέτες του πάνω στην αρχαία και μεσαιωνική ελληνική φιλολογία και φιλοσοφία, που τις είχε αρχίσει την εποχή ακόμα που βρισκόταν στην Αγγλία.
Τον Οκτώβριο του 1885 η οικογένεια Καβάφη επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου πλέον εγκαταστάθηκε μόνιμα. Μετά την επιστροφή, ο ενήλικας πλέον Κωνσταντίνος εγκατέλειψε την αγγλική υπηκοότητα (που είχε αποκτήσει ο πατέρας του στα 1850) και πήρε την ελληνική.

Τα πρώτα χρόνια μετά την επιστροφή του στην Αλεξάνδρεια είναι μια περίοδος προσαρμογής. Ο Καβάφης αρχίζει να εργάζεται, στην αρχή όχι συστηματικά, αλλάζοντας διάφορα επαγγέλματα, όπως του δημοσιογράφου στην εφημερίδα «Τηλέγραφος», ώσπου να προσληφθεί στο Γραφείο Αρδεύσεων του Υπουργείου Δημοσίων Έργων της Αιγύπτου το 1892, όπου εργάσθηκε επί τριάντα χρόνια, μέχρι το 1922, φτάνοντας στο βαθμό του Υποτμηματάρχη.

Με τη βελτίωση των οικονομικών του ο Καβάφης ταξίδεψε στο Κάιρο, στο Παρίσι και στο Λονδίνο με τον αδελφό του Τζων. Ο θάνατος της μητέρας του το 1899, σε ηλικία 65 ετών, συγκλόνισε τον Καβάφη, που ήδη είχε αναδειχθεί σε σημαντικό ποιητή. Το 1901 και το 1903 ταξίδεψε στην Ελλάδα και γνωρίστηκε στην Αθήνα με Έλληνες λογοτέχνες. Το 1903 γράφτηκε η πρώτη κριτική για την ποίηση του Καβάφη από τον Γρηγόριο Ξενόπουλο, ο οποίος πολύ σωστά διέγνωσε τα κύρια χαρακτηριστικά της ποίησής του, όπως διαπιστώνουμε από το ακόλουθο απόσπασμα:
«Ποτέ μου ως τότε δεν είχα ακούσει το όνομα του κ. Καβάφη. Κι ήτανε φυσικό, σε μια τόσο ταιριασμένη ώρα δειλινή, βαθύτατα και εξαιρετικά να με συγκινήσουν, τα ωραία σιγοπρόφερτα λόγια.

Την ποίηση του κ. Καβάφη δύο μου φανήκαν από τότε πως την ξεχωρίζουν χαρακτηριστικά: η βαθιά φιλοσοφική αντίληψη του ανθρώπου που πολλά ξέρει, και η αισθαντικότητα του ποιητή».

Σημαντικό γεγονός στη ζωή του Καβάφη αποτελεί η εγκατάστασή του στο περίφημο σπίτι-εργαστήρι της οδού Λέψιους στα 1907, όπου έμελλε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του, δημιουργώντας το σημαντικότερο τμήμα, ποσοτικά και ποιοτικά, του έργου του.
Το 1926 η κυβέρνηση του δικτάτορα Πάγκαλου απένειμε στον Καβάφη το παράσημο του Φοίνικος, διάκριση την οποία ο ποιητής αποδέχθηκε, υποστηρίζοντας ότι «Το παράσημο μου το απένειμε η Ελληνική Πολιτεία, την οποία σέβομαι και αγαπώ. Η επιστροφή του παρασήμου θα είναι προσβολή εκ μέρους μου προς την Ελληνικήν Πολιτείαν γι’ αυτό και το κρατώ».

Από το 1930 άρχισε να υποφέρει από το λάρυγγά του, και τον Ιούλιο του 1932 οι γιατροί διέγνωσαν καρκίνο του λάρυγγα. Πήγε στην Αθήνα και εισάχθηκε σε νοσοκομείο, όπου έγινε η χειρουργική επέμβαση. Μετά από τετράμηνη παραμονή στην Αθήνα, επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου και το επόμενο έτος, 1933, απεβίωσε.
Ο Κ. Π. Καβάφης ήταν κάτοχος της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, και γνώριζε σε βάθος την ελληνική ιστορία και την αρχαία ελληνική φιλοσοφία.
Τριτοβάθμιες σπουδές δεν έκανε, όμως η εμπειρία που αποκόμισε από τα μεγάλα κέντρα της εποχής – Λονδίνο, Αλεξάνδρεια, Κωνσταντινούπολη – και οι κατ’ ιδίαν μελέτες, του έδωσαν μια ευρεία μόρφωση και κοσμοπολίτικη νοοτροπία.

Με συγκεκριμένες πτυχές του έργου του Αλεξανδρινού ποιητή θα ασχοληθώ τις ερχόμενες εβδομάδες. Ελπίζω πως από τη σειρά αυτή θα προκύψει, από τη μια η ιδιαιτερότητα του Κωνσταντίνου Καβάφη στο πλαίσιο της νεοελληνικής λογοτεχνίας, και από την άλλη η διαχρονική, καθώς και η οικουμενική, διάσταση της ποίησής του.