Ο Γιάννης Χώνος, έχοντας μια γεμάτη διαδρομή 22 χρόνων στο ποδόσφαιρο στην Ελλάδα και την Αυστραλία, εγκατέλειψε την ενεργό δράση λίγους μήνες πριν τον αποκλεισμό λόγω της πανδημίας στο ποδόσφαιρο.

Μετά από ένα χρόνο επιστρέφει στα γήπεδα με μια άλλη ιδιότητα, αυτή του προπονητή τερματοφυλάκων για λογαριασμό των Bentleigh Greens.

Την περασμένη Δευτέρα ο τερματοφύλακας που θαυμάσαμε για την εξαιρετική του παρουσία με τους Oakleigh Cannons ήταν εκεί στην πρώτη των «πρασίνων» με το προπονητικό τιμ του Νίκου Τόλιου και του βοηθού του Βασίλη Θεοδωρόπουλου.

Ο Γιάννης Χώνος που αγαπήθηκε για το ταλέντο του, όχι μόνο από τους φίλους των «κανονιέρηδων» αλλά και από το ευρύτερο ποδοσφαιρόφιλο κοινό της Πολιτείας παραχώρησε συνέντευξη στον «Νέο Κόσμο» για τις εμπειρίες του σε Ελλάδα και Αυστραλία, για την εξάχρονη παρουσία του στο Oakleigh, τις επιπτώσεις της COVID-19 που έφερε lockdown στο ποδόσφαιρο, αλλά και το νέο κεφάλαιο που ανοίγει ως προπονητής τερματοφυλάκων στον Παγκύπριο.

Ο Γιάννης Χώνος εν δράσει με τους Oakleigh Cannons. Φώτο: Παντελής Ψαρρός

Πριν περάσω στη συνέντευξη θεώρησα σωστό να αναδείξω κάποια στοιχεία της άγνωστης πορείας του για τον φίλαθλο κόσμο και τους αναγνώστες του «Νέου Κόσμου».

Ρίχνοντας μια ματιά στο ίντερνετ να εντοπίσω τι γράφτηκε στον ελλαδικό χώρο για τον Γιάννη Χώνο, βρήκα χαρακτηρισμούς που αποδώσαμε και εμείς του αθλητικού δημοσιογραφικού χώρου εδώ στη Μελβούρνη όπως αίλουρος, κέρβερος, επιτελάρχης κλπ.

Για έξι χρόνια ο Γιάννης Χώνος ήταν η «ασπίδα» των «κανονιέρηδων» με περισσότερες από 150 συμμετοχές και δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι ήταν ένας από τους καλύτερους που πέρασε από τα γήπεδα της Βικτώριας, ακόμα και αν αδίκως δεν τιμήθηκε ως o «Goalkeeper of the Year» στα βραβεία της Football Victoria.

Ο Γιάννης Χώνος μας έκανε να πιστέψουμε στα θαύματα, ο τερματοφύλακας που με την παρουσία του ενέπνεε σιγουριά με τα αντανακλαστικά του είχε την έμφυτη ικανότητα να υπερασπίζεται την εστία του, χρησιμοποιώντας κυρίως το ένστικτο και να σώζει ουκ ολίγες φορές «σαν από μηχανής θεός» την ομάδα του από ένα βέβαιο γκολ.

Με καταγωγή από τη Ναύπακτο, ο Γιάννης Χώνος γεννήθηκε στη Μελβούρνη στις 18 Απριλίου 1980 και η πρώτη του επαφή με το γήπεδο γίνεται στα οκτώ του χρόνια στην Caulfield City (Εθνικός), μετέπειτα ήρθε η εμπειρία της Caulfield United (Παναχαϊκή) και αυτή στα τζούνιορ της South Melbourne (Ελλάς Μελβούρνης).

 

Πριν πολλά χρόνια στα Ελληνικά γήπεδα. Φώτο: Supplied

Το ταλέντο είχε φανεί από νεαρή ηλικία και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι στα 17 του χρόνια και, πιο συγκεκριμένα, στις 28 Μαρτίου 1998 κάνει ντεμπούτο στο Paisley Park της Altona, με τους άνδρες των Bentleigh Greens, κόντρα στους Magic.

Σε εκείνη τη σεζόν υπερασπίζεται την εστία του Παγκυπρίου σε πέντε παιχνίδια ενώ παράλληλα έχει συμμετοχές και στο κύπελλο Βικτώριας «Docherty Cup».

Την ίδια περίοδο έπειτα από εισήγηση του Lou Kastner επιλέγεται από τον Jeff Olver στα τμήματα νέων της Εθνικής Αυστραλίας και γίνεται ο βασικός keeper της μεικτής Βικτώριας.

Τον Οκτώβρη του ίδιου έτους παρουσιάζεται η ευκαιρία να δοκιμάσει την τύχη του στην Ελλάδα. Παίρνει την μεγάλη απόφαση να αντιμετωπίσει άγνωστες προκλήσεις και, στην ουσία, ιδανικότερη αρχή για την ποδοσφαιρική του περιπέτεια στα ελληνικά γήπεδα δεν θα μπορούσε να έχει αφού αφετηρία της 15χρονης διαδρομής του είναι το στρατόπεδο του Παναθηναϊκού στην Παιανία.

Υπό την επίβλεψη του Τάκη Οικονομόπουλου, φορά γάντια και προπονείται μαζί με τους τερματοφύλακες των «πρασίνων», τον διεθνή Πολωνό Γιόζεφ Βάντσικ, τον μετέπειτα «ήρωα» της Πορτογαλίας Αντώνη Νικοπολίδη και τον πιο πιτσιρικά τότε Στέφανο Κοτσόλη.

Στο ίδιο γήπεδο βρίσκονται, βέβαια, όλα τα λαμπερά αστέρια του Χουάν Ραμόν Ρότσα, οι Γιώργος Καραγκούνης, Αλιόσα Ασάνοβιτς, Κριστόφ Βαζέχα, Άγγελος Μπασινάς, Παναγιώτης Φύσας, Στράτος Αποστολάκης και τόσοι άλλοι σπουδαίοι παίκτες του«τριφυλλιού».

«Η εμπειρία μου στον Παναθηναϊκό και έχοντας δίπλα μου μεγάλης φήμης τερματοφύλακες και προπονητή τον Τάκη Οικονομόπουλο, καθόρισε όλη μου τη διαδρομή» θα πει στην κουβέντα μας ο Γιάννης Χώνος.

Εν συνεχεία, ακολουθεί ένα πολύ σύντομο πέρασμα του από την Εράνη Φιλιατρών, αφού την ίδια χρονιά υπογράφει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με τον Ατρόμητο Αθηνών, κάνοντας εκεί τα πρώτα του παιχνίδια στη Β’ Εθνική Κατηγορία ενώ η συνέχεια τον φέρνει στην Καισαριανή και στο δυναμικό του Εθνικού Αστέρα και πιο αργότερα το 2009 στην φιλόδοξη Γλυφάδα με πρόεδρο τον εφοπλιστή Βίκτωρα Ρέστη.

Το 2012 το όνομά του ήταν στη λίστα των κορυφαίων της σεζόν στα βραβεία του Πανελλήνιου Συνδέσμου Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών (ΠΣΑΠ).

Έπειτα από μία «Οδύσσεια» 15 χρόνων στην Ελλάδα, τον Δεκέμβριο του 2013 επιστρέφει γεμάτος εμπειρίες στην γενέτειρά του, βρίσκοντας ένα και μοναδικό λιμάνι μέχρι και το τέλος της καριέρας του, τους Oakleigh Cannons.

Καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του να επιστρέψει στην Μελβούρνη, έπαιξε η μετέπειτα σύζυγός του Μαρία με την οποία σήμερα έχουν αποκτήσει δύο παιδιά τον Γιώργο και την Παρασκευή.

Μια καλή ομάδα ξεκινά από έναν καλό τερματοφύλακα, λένε οι ειδικοί του ποδοσφαίρου και οι Miron Bleiberg, Άθα Πάπας, το δίδυμο Τσολάκη-Ταγκαλάκη και ο Chris Taylor, προπονητές που είχε στην εξαετή παρουσία του στα «κανόνια», είχαν βρει τον κατάλληλο άνθρωπο για το στήσιμο μιας μεγάλης ομάδας.

Το Oakleigh, με εξαίρεση το κακό 2015, δίνει το παρών ανελλιπώς στη σειρά των πλέι οφ για να διεκδικήσει τον πρώτο του πρωτάθλημα όπου φτάνει σε έναν τελικό (2016), τρεις ημιτελικούς (2017-2019) ενώ το 2014 στη διοργάνωση που δεν παίχτηκαν πλέι οφ οι «Cannons» τερματίζουν στη δεύτερη θέση πίσω από την South Melbourne.

Σε εκείνη την πρώτη χρονιά ο Γιάννης Χώνος κρατά το ανέπαφο της εστίας του σε 11 παιχνίδια καθώς δέχεται μόλις 19 γκολ που ήταν η καλύτερη άμυνα του NPL για τη σεζόν με ποσοστό τερμάτων 0,7% ανά αγώνα, σε συνολικά 26 ματς.

Με τον ημιτελικό του NPL στο Avengers Park με αντίπαλο το Avondale, ημέρα Σάββατο, 7 Σεπτεμβρίου 2019, κλείνει ο μεγάλος κύκλος καθώς ο αγώνας αυτός ήταν και ο τελευταίος για τον τερματοφύλακα Γιάννη Χώνο.

Η εμπειρία της Ελλάδας σε βοήθησε στην εξέλιξή σου σαν τερματοφύλακα;

Εσείς τι λέτε; Μα και βέβαια. Νεαρό παιδί γνώρισα προσωπικότητες που ήταν ινδάλματά μου. Δεν είναι λίγο να σε προπονεί ο πρώτος Έλληνας τερματοφύλακας που πάτησε στο Γουέμπλεϊ, ο Τάκης Οικονομόπουλος, με τον οποίο διατηρώ ακόμα επαφή, με έκανε να πιστέψω περισσότερο στον εαυτό μου.

Άλλες φορές θυμάμαι τον Ασάνοβιτς στο τέλος της προπόνησης να μένει πίσω και να εκτελεί φάουλ και εγώ να βρίσκομαι στο τέρμα. Μετά από χρόνια τον συνάντησα ξανά εδώ στη Μελβούρνη όταν ήρθε στους Melbourne Knights ως προπονητής.

Επίσης, θυμάμαι τον Γιάννη Γκούμα στις εγκαταστάσεις της Παιανίας που μετέπειτα τον ξανασυναντώ προπονητή μου στη Γλυφάδα.

Στην Ελλάδα απέκτησα πολλούς φίλους, ποπυ κάποιοι ήταν διάσημα πρόσωπα, όπως ο Νέρι Καστίγιο πριν εξελιχθεί στον Ολυμπιακό, αλλά και τους Βραζιλιάνους Ριβάλντο και Τζιοβάνι Σίλβα ντε Ολιβέιρα και Λουτσιάνο Ντε Σόουζα. Επίσης, δεν θα ξεχάσω ποτέ όταν αντίκρυσα από κοντά τον Ντιέγκο Μαραντόνα στην φιέστα του Ολυμπιακού στο Καραϊσκάκη.

Μίλησέ μας λίγο για την εμπειρία σου στο Oakleigh

Η συμμετοχή μου στο Oakleigh αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο στη διαδρομή μου. Έξι χρόνια είναι αυτά!

Έζησα καλές στιγμές, αν και μένει η πίκρα που, ενώ βρεθήκαμε μία χρονιά σε τελικό και τρεις ακόμα φορές στα ημιτελικά των πλέι οφ, δεν μπορέσαμε να φέρουμε το πρώτο πρωτάθλημα για τον σύλλογο.

Είμαστε, όμως, σε όλα αυτά τα χρόνια μια υπολογίσιμη ομάδα και εκεί πάντα σταθερά, στις πρώτες θέσεις της βαθμολογίας.

Το ήθελα πολύ αυτό το πρωτάθλημα, όπως και οι συμπαίκτες μου, αλλά και η διοίκηση, με την οποία υπήρχε μια πολύ δυνατή σχέση. Ένοιωσα ότι βρισκόμουν σε μια καλή οικογένεια, με πρόσεξαν, με σεβάστηκαν και έφτιαξα πολλούς φίλους.

Φώτο: Supplied

Η αλήθεια είναι ότι η διαδρομή σου στην Ελλάδα ήταν κατά πολύ μεγαλύτερη από αυτή που είχες εδώ στο NPL Βικτώριας. Πώς συγκρίνεις τα δύο αυτά πρωταθλήματα;

Μέτρο σύγκρισης δεν υπάρχει. Οι διαφορές είναι τεράστιες και αυτό δεν το λέω μόνο εγώ, το γνωρίζουμε όλοι ή, τουλάχιστον, όλοι εμείς που είχαμε την ευλογία να αγωνιστούμε στην Ευρώπη.

Το στήσιμο του ποδοσφαίρου είναι λανθασμένο στην Αυστραλία. Υπάρχει μόνο ένα εθνικό πρωτάθλημα και από εκεί τα πολιτειακά, τα οποία λειτουργούν με βάση ένα ημιεπαγγελματικό μοντέλο χωρίς κίνητρα, όπως για παράδειγμα χρήματα από τις μεταγραφές των παικτών στο A’ League ή άνοδος στην ανώτερη κατηγορία.

Το ποδόσφαιρο εδώ, δυστυχώς, βρίσκεται σε αποσύνθεση. Για παράδειγμα, οι τέσσερις με πέντε προπονήσεις που είχα στην Ελλάδα έγιναν δύο με τρεις και εσύ μετά περιμένεις από έναν ποδοσφαιριστή που είναι πιεσμένος να χωρέσει όλα αυτά που πρέπει να δουλέψει για τον αγώνα μέσα από δύο προπονήσεις.

Δεν μπορείς να περιμένεις πρόοδο στο ποδόσφαιρο υπό αυτές τις συνθήκες, γιατί απλούστατα δεν εξελίσσεσαι. Πρέπει να αλλάξουν πολλά αν θέλουμε να δούμε θετική εξέλιξη στο σπορ.

Παρ’ όλα αυτά, πιστεύω το NPL έχει τις αξίες του. Είναι ένα δυνατό και αρκετά ανταγωνιστικό πρωτάθλημα, έχει όμως απεριόριστες δυνατότητες να βελτιωθεί και να γίνει ακόμα καλύτερο.

Ελπίζω τώρα που βιώνουμε τα δύσκολα, να αλλάξουν πολλά σε ό,τι αφορά το ποδόσφαιρο γενικά στη χώρα.

Πώς προέκυψε η θέση του προπονητή τερματοφυλάκων στους «πράσινους»; Υπάρχουν μελλοντικά σχέδια;

Αν και είχα πάρει την απόφαση να μείνω για λίγο καιρό μακριά από το ποδόσφαιρο, όταν με πλησίασαν ο Νίκος με τον Βασίλη αυθόρμητα απάντησα “ναι” και τους ευχαριστώ που μου εμπιστεύτηκαν τη θέση. Δεν ξέρω στα αλήθεια που θα με βγάλει αυτός ο ρόλος, για την ώρα δεν σκέφτομαι τίποτα παρά μόνο να προσφέρω τις υπηρεσίες μου.

Ο κορονοϊός έφερε τα πράγματα σε ένα αδιέξοδο. Για μια ολόκληρη χρονιά δεν παίχθηκε ποδόσφαιρο. Ποιες πιστεύεις θα είναι οι επιπτώσεις του στο ποδόσφαιρο;

Έχει επηρεάσει τους πάντες απ’ όλες τις απόψεις, οικονομικά, ψυχολογικά αλλά και στην φυσική κατάσταση των παικτών. Είναι ένα μεγάλο πρόβλημα που είμαι σίγουρος θα ξεπεραστεί σιγά σιγά στο χρόνο του. Λίγο υπομονή.