Ο αγώνας για τη διατήρηση των Ελληνικών στο La Trobe πρέπει και μπορεί να κερδηθεί γιατί είναι δίκαιος και υπερασπίζεται τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα της γλώσσας και του πολιτισμού των εθνικών μειονοήτων, ιδιαίτερα στον χωρο της παιδείας, για τα οποία πάλεψαν πέντε γενιές Ελληνοαυστραλών και άλλων εθνικών μειονοτήτων.

Στην πάλη αυτή ενώνονται τα περισσότερα τήματα των ευρύτερων προοδευτικών δυνάμεων. Τα Ελληνικά και τα Ινδικά που θέλει να εκδιώξει το La Trobe δεν είναι ξένες γλώσσες, είναι για πολύ καιρό τώρα γλώσσες της πολυπολιτισμικής Αυστραλίας.

Εκτός από την ιστορική τους αξία, τα Ελληνικά ομιλούται από εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες της Αυστραλίας -από τους οποίους η πλειοψηφία ζουν στη Μελβούρνη- ως ζωτικό μέσο επικοινωνιας στο σπίτι, στη δουλειά, στην κοινωνία, στις τέχνες και τα Γράμματα, σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας.

Επιβίωσαν ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες της ρατσιστικής λευκής Αυστραλίας – λάτρεις της οποίας “φωλιάζουν” ακόμα σε υψηλές θέσεις του αγγλοσαξωνικού κατεστημένου.

Επιβίωσαν γιατί χρειάζονταν και οι οπρωταγωνιστές έβλεπα ξεκάθαρα την αδιάρρηκτη σχέση μεταξύ εθνικής ταυτότητας και διατήρησης της γλώσσας και του πολιτισμού που με το πέρασμα των χρόων γίνεται πιο σύνθετη, αλλά δεν εξαφανίζεται.

Έχουμε πολλά παραδείγματα αγώνων που οδήγησαν σε ιστορικές κατακτήσεις, πχ, εισαγωγή γλώσσών στα ημερήσια σχολεία, δίγλωσσα σχολεία, Έδρες Ελληνικών σε όλα σχεδόν τα πανεπιστήμια, εθνική πολιτική για τη διδαχή γλωσσών και επιλογή των Ελληνικών ως μια από τις επτά προτιμητέες γλώσσες διδαχής.

Οι απώλειες από το 1990 και μετά οφείλονται κυρίως στις μεγάλες περικοπές στον χώρο της παιδείας και ιδιαίτερα των ανθρωπιστικών σπυδών με πρώτο θύμα τη διδαχή γλωσσών απο το δημοτικό μέχριο το πανεπιστήμιο.

Ο Morrison αφαίρεσε $5,5 δισ. από τον προϋπολογισμό για την παιδεία, ο δε Howard κατάργησε την εθνική πολιτική για τη διδαχή γλωσσών.

Οι πολιτειακές κυβερνήσεις δεν πάνε πίσω στην υποβάθμιση τη παιδείας των εθνικών μειονοτήτων καθ’ ην στιγμήν πλέκουν ρητορικά εγκώμια.

Το επιχείρημα ότι δεν υπάρχουν αρκετοί μαθητές/φοιτητές και ότι οι καιροί απαιούν οικονομίες, το ακούμε πολλα χρόνια και πριν την κρίση του κοονοϊού. Χρησιομοποιείται για την πλήρη ιδιωτικοποίηση της γλώσσας και του πολιτισμού των εθνικών μειονοτήτων και η παιδεία από αναφαίρετο και προσβάσιμο δικαίωμα του λαού να γίνεται προνόμιο των πλουσίων.

Ο αριθμός των ελληνικής καταγωγής παιδιών που φοιτούν σε Δημοτικό, Γυμνάσιο και Πανεπιστήμιο ουδέποτε ήταν τόσο μεγάλος όσο είναι τώρα – κάπου 50.000 στη Βικτώρια.

Και αντί οι Αρχές να επενδύουν στην προσέλκυση μαθητών/φοιτητών για τη διδαχή γλωσσών, κάνουν ακριβώς το αντίθετο, αποτρέπουν κι ατικεμενικά μετατρέπουν τα θύματα σε θύτες, δηλαδή ότι φταίνε οι γονίς και οι ίδιοι οι νέοι που δεν κάνουν ουρές με γεμάτες τσέπες για να μην μάθουν Ελληνικά.

Παρ’ όλα αυτά, ο αριθμός των φοιτητών στο La Trobe βρίσκεται σε σχετική άνοδο και το κόστος διατήρησης της Έδρας είναι ελάχιστο. Ποιος μπορεί να διαγράψει τη σκέψη ότι έχουμε να κάνουμε και με ρατσιστικές διακρίσειες;
Τη στιγμή αυτή προέχει η σωτηρία των Ελληνικών.

Όλοι μας βλέπουμε ότι αν κλείσουν οι πόρτες και του τελεταίου πανεπιστημίου στη Βικτώρια, αυτό θα έχει καταστρεπτικές επιπτώσεις σε όλα τα σχολεία διδαχής Ελληνικών, κλείνει ο δρόμος της τριτοβάθμιας διδαχής γενικά και δημιουργίας πτυχιούχων δασκάλων και καθηγητών και η διδασκαλία μετά θα καλύπτεται όλο και περισσότερο από μη πτυχιούχους. Η ποσότητα και ποιότητα της διδαχής παίζει σπουδαίο ρόλο στην εκμάθηση της γλώσσας.

Οι αδυσώπητες δυνάμεις της αφομοίωσης καταπολεμούνται μόνο από τις αντίπαλες δυνάμεις της ενσωμάτωσης και της διαφορετικότητας.

Η επείγουσα εκστρατεία για τα Ελληνικά στο La Trobe, στην ηγεσία της οποίας βρίσκονται οι ίδιοι οι φοιτητές, χρειάζεται μεγαλύτερη συμμετοχή των ελληνικής καταγωγής φοιτητών και των άλλων πανεπιστημίων, τη συμπαράστση των συλλόγων τους, τη συμβολή της Ένωσης Εκπαιδευτικών Ελληνικών, τη συνεχή παρέμβαση του Συμβουλίου Εθνικών Μειονοτήτων καθώς και του πολιτικού, πολυπολιτιστικού, ακαδημαϊκού και συνδικαλστικού κόσμου.

Η Ελληνική Κοινότητα πυ ανέλαβε σημαντικό ρόλο να ενισχυθεί και να διαθέσει το απαραίτητο δυναμικό και χρήματα για την υψίστης σημασίας μάχη, όχι μόνο για 15 μέρες αλλά για πολλές βδομάδες. Οι παλικαρισμοί των ιθυνόντων του La Trobe να τελειώνουμε μέσα σε δέκα μέρες δεν πρέπει να περάσουν. Τα ακούσαμε αυτά και απο άλλους πολλές φορές. Υπάρχουν νόμιμες διαδικασίες, απαιτούνται διαβουλεύσεις διαρκείας – δεν είναι μια κι έξω.

Υπάρχουν επίσης πολλές μορφές αγώνα. Να γίνουν και κινητοποιήσεις σε δημόσιο χώρο, τώρα που έχουμε άρση των μέτρων, ώστε να έχουμε την προσοχή του κόσμου και των ΜΜΕ.

Τον Αύγοσυτο του 1980 οι Έλληνες φοιτητές κατέβηκαν σε απεργία και κατασκώνωσαν στο τότε City Square για μια βδομάδα για τη σωτηρία των Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο Monash. Μεταξύ αυτών οι Θόδωρος και Κώστας Μάρκος, Θόδωρος Χατζής, Λουκάς Σταυριάς, Ηλίας Διακολμπριανός, Γιώργος Βασιλακόπουλος, Τούλα Νικολακοπούλου κ.ά., όλοι τους ζωντανοί με παιδιά και εγγόνια.Ας πάρυμε επίσης ως [παράδειγμα το πώς αγωνίζονται για την εθιμική τους οντότητα οπι ιθαγενείς.

Το σίγουρο είναι ότι σ’ αυτόν τον αγώνα θα έχουμε περισσότερους συμμάχους και αυτό είναι αχίλλειος πτέρνα των ανθρώπων του La Trobe.

*Ο Γιώργος Ζάγκαλης είναι πρώην συντονιστής επιτροπών για την προώθηση των κοινοτικών γωσσών στα δημόσια σχολεία (1990-2010).