Σημαντικές αλλαγές στη νομοθεσία περί κηδεμονίας τέθηκαν σε ισχύ από τη Δευτέρα στο Κουίνσλαντ, με στόχο τη μείωση της οικονομικής εκμετάλλευσης που υφίστανται οι ηλικιωμένοι, ενώ παράλληλα γίνονται εκκλήσεις και προς την υπόλοιπη Αυστραλία να ακολουθήσει.

Κατά την ανακοίνωση των νέων ρυθμίσεων, η υπουργός Δικαιοσύνης, Shannon Fentiman, χαρακτήρισε τις μεταρρυθμίσεις ως πολύ καλά νέα για όλους τους πολίτες του Κουίνσλαντ και ιδιαίτερα για τις πολυπολιτισμικές κοινότητες.

«Αυτό είναι ένα ακόμη παράδειγμα όπου το Κουίνσλαντ ανοίγει το δρόμο για σημαντικές νομοθετικές αλλαγές που θα βελτιώσουν τη ζωή των μελών των πολυπολιτισμικών κοινοτήτων» είπε.

Μία από τις μεγαλύτερες αλλαγές σχετίζεται με τη νομοθεσία περί πληρεξούσιων, καθιστώντας αδύνατο για οποιονδήποτε να οριστεί πληρεξούσιος εάν έχει ενεργήσει ως αμειβόμενος φροντιστής του ατόμου κατά την τελευταία τριετία πριν από το διορισμό του.

Η Βικτώρια έχει νομοθεσία που εμποδίζει όσους ενεργούν ως αμειβόμενοι φροντιστές να ενεργήσουν ως πληρεξούσιοι, ενώ οι υπόλοιπες πολιτείες δεν διαθέτουν κάποια σχετική νομοθετική ρύθμιση που να εμποδίζει κάτι τέτοιο.

Το διαρκές πληρεξούσιο είναι ένα νομικό έγγραφο με το οποίο ένα άτομο διορίζει κάποιον για να λαμβάνει σημαντικές οικονομικές και προσωπικές αποφάσεις για λογαριασμό του. Το πληρεξούσιο παραμένει σε ισχύ αν και εφόσον το άτομο αδυνατεί να λαμβάνει αποφάσεις μόνο του.

Ως αμειβόμενος φροντιστής, σύμφωνα με τη νομοθεσία, θεωρείται αυτός ο οποίος πληρώνεται για την παροχή υπηρεσιών φροντίδας σε ένα άτομο και όχι εκείνος που λαμβάνει σύνταξη ή επίδομα φροντιστή.

Η νέα νομοθεσία του Κουίνσλαντ περιλαμβάνει προβλέψεις για την προστασία όσων καταγγέλλουν περιπτώσεις εκμετάλλευσης και μεταρρυθμίσεις στον ρόλο του δημόσιου κηδεμόνα.

Οι μεταρρυθμίσεις παρέχουν στον δημόσιο κηδεμόνα τη διακριτική ευχέρεια να διερευνά τυχόν καταγγελίες ότι ένας ενήλικας είναι θύμα κακοποίησης, παραμέλησης ή εκμετάλλευσης ακόμη και μετά το θάνατο του εν λόγω ατόμου.

Οι ευρύτερες προστασίες στη νέα νομοθεσία του Κουίνσλαντ διασφαλίζουν επίσης ότι οι καταγγέλλοντες δε φέρουν καμία ευθύνη, όχι μόνο για την αποκάλυψη πληροφοριών σχετικά με μια πραγματική παραβίαση της νομοθεσίας, αλλά και για όλες τις πληροφορίες που το άτομο παρέχει στις Αρχές επειδή πιστεύει ειλικρινά, με βάση τις ενδείξεις, ότι υπάρχει περίπτωση παραβίασης της νομοθεσίας, ή για τη συνεισφορά του σε μια αξιολόγηση ή έρευνα.

«Οι μεταρρυθμίσεις στη νομοθεσία περί κηδεμονίας θα προστατεύσουν τους ηλικιωμένους μας από την κακοποίηση. Επιπλέον, επιφέρουν απλοποίηση των αιτήσεων ώστε να είναι πιο φιλικές προς τον χρήστη, προς όφελος των πολιτών του Κουίνσλαντ που προέρχονται από διαφορετικές πολιτισμικά και γλωσσικά κοινότητες», δήλωσε η υπουργός Fentiman.