Σοφή αν και σκληρή η ρήση, εισβάλει συνειρμικά στο μυαλό διαβάζοντας την είδηση ότι η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος αρνήθηκε να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις και τα μέτρα της Κυβέρνησης για την πανδημία, με το νόμο δηλαδή, εν όψει Θεοφανείων και αγιασμού των υδάτων. Παροτρύνοντας μάλιστα την κοινωνία σε ενσυνείδητη ανυπακοή, πρότεινε στον κλήρο και τους πιστούς, να εφαρμόσουν όσα ίσχυσαν τα Χριστούγεννα και την πρωτοχρονιά. Αυτά που είχαν ως αποτέλεσμα τα νέα πολύ σκληρότερα μέτρα.
Αφορμή για το παρόν η είδηση και αντίστοιχο προσωπικό βίωμα του γράφοντος τα Χριστούγεννα σε άλλη πόλη της ίδιας περιοχής:

“Με εισήγηση Περιφέρειας και Δήμου πρόσθετα περιοριστικά μέτρα που περιλαμβάνουν σκληρό lockdown λαμβάνονται στον Δήμο Αλιάρτου-Θεσπιέων στη Βοιωτία, από τα ξημερώματα της Τετάρτης έως την Παρασκευή 15 Ιανουαρίου. Σύμφωνα με πληροφορίες και δηλώσεις του Δημάρχου όλα ξεκίνησαν από την θεία λειτουργία την ημέρα των Χριστουγέννων κατά την οποία υπήρξε συρροή πιστών σε ενορία με αποτέλεσμα ο μεν ιερέας να είναι διασωληνωμένος σε νοσοκομείο της Χαλκίδας και δεκάδες πιστοί που παρακολούθησαν την λειτουργία νοσούν και κινδυνεύουν».

 

Θα ήταν χρήσιμο και εξόχως διδακτικό να μπορούσε να ακούσει κανένας ηχητικά, λέξη προς λέξη, όσα διημείφθησαν στη σύνοδο της Ιεραρχίας και τις τοποθετήσεις όσων συμμετείχαν.

Για να γίνει αντιληπτό το σκεπτικό και η λογική, ειδικά όσων, της πλειοψηφίας προφανώς, στήριξαν την άρνηση της εκκλησίας να συμμορφωθεί με το νόμο και αποφάσισαν την πρόκληση των πολιτών σε παράνομες πράξεις. Διαπράττοντας, με την εκμετάλλευση της τεράστιας απήχησης της εκκλησίας στην κοινωνία και του «φόβου θεού», βαρύ ποινικό αδίκημα για το οποίο επιβάλλεται, πριν από ο,τιδήποτε άλλο , η διερεύνηση της ειδικής ποινικής ευθύνης, όσων στήριξαν στη σύνοδο με την ψήφο τους την απόφαση αυτή. Ευθύνης αυξημένης, μιας και θεσμικά η εκκλησία, ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, είναι φορέας δημόσιας εξουσίας και οφείλει να μην εκμεταλλεύεται τη θέση και την ισχύ της.

Η εκ των υστέρων, την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, συμβιβαστική παρέμβαση της ανώτατης πολιτικής και εκκλησιαστικής ηγεσίας, κράτησαν μεν κάποια στοιχειώδη ισορροπία, με υποχώρηση βέβαια της πολιτικά φοβισμένης πολιτείας, απέτρεψαν την μετωπική αναμέτρηση, δεν απέτρεψαν όμως τα παρατράγουδα και ο θεός βοηθός.

Επιβάλλεται παρά ταύτα να δημοσιοποιηθεί και να γίνει ευρύτερα γνωστό το σκεπτικό και η αντίληψή των συγκεκριμένων ιεραρχών – κοινωνικά, νομικά αλλά και θεολογικά – για τη σημασία και την προστασία της ανθρώπινης ζωής, που θέτουν άκριτα σε κίνδυνο. Δεν νοείται άλλωστε «ηθελημένη άγνοια κινδύνου». Και γιατί όχι τα ονόματα.

Για να διαχωριστούν εν τέλει από την πλειοψηφική «ομάδα» των φανατικών οι, αρκετές και σημαντικές, φωνές σωφροσύνης και λογικής, φωνές τίμιες και νηφάλιες, που υποστήριξαν το αληθές συμφέρον και το μέλλον της εκκλησίας, της οποίας, ηγούνται και διοικούν.

Το πρόβλημα δεν εστιάζεται μόνο στο «παγκάρι» και τον φόβο της συνεχιζόμενης απώλειας των εσόδων από τον οβολό των πιστών, το συμφεροντολογικό κίνητρο στο οποίο αποδίδουν κάποιοι την απόφαση αυτή.

Ούτε στην αδιαφορία για τις συνέπειες της πανδημίας στην ίδια την εκκλησία, πολλοί ιεράρχες της οποίας αλλά και μάχιμοι υφιστάμενοί τους, παπάδες, έχουν πληρώσει ακριβά, και με τη ζωή τους ακόμα , τη μικρόνοια και το «κόλλημα» κάποιου τμήματος της ηγεσίας.

Έχει μια άλλη εξόχως σοβαρή διάσταση, που σχετίζεται με το ρόλο και τη λειτουργία της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας στη χώρα μας. Το μέλλον και το αληθές, διαχρονικά, συμφέρον της.

Το πρόβλημα είναι η διαπίστωση όλο και περισσότερων πολιτών ότι κάποιοι, αρκετοί όμως ώστε να δίνουν τον τόνο, από την ηγεσία της Ελλαδικής Εκκλησίας είναι ανεπαρκείς, κατώτεροι των περιστάσεων, αναξιόπιστοι, αναχρονιστικοί και δέσμιοι προκαταλήψεων. Πως αδυνατούν να κατανοήσουν και δεν μπορούν, ποτέ δεν μπόρεσαν, να παρακολουθήσουν την ευρωπαϊκή πορεία και θέση της χώρας, αρνούμενοι κάθε εκσυγχρονισμό, εικόνας, απόψεων και πρακτικών. Με εξαίρεση βέβαια τα Ευρωπαϊκά κονδύλια.

Οφείλουν να αναλογισθούν και να προβληματισθούν όσοι «ιεράρχες» έδωσαν την ψήφο τους στην απείθεια, γιατί όλο και περισσότεροι Έλληνες πολίτες :

κυρίως αστοί φιλελεύθεροι , πιστοί χριστιανοί λιγότερο ή περισσότερο, αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους στην ηγεσία του θεσμικού φορέα «Εκκλησία της Ελλάδος».
δεν αποδέχονται πλέον την εικόνα, την αδυναμία στοιχειώδους έστω εκσυγχρονισμού και την εμμονή της εκκλησίας σε πρακτικές και ιδεοληπτικές λογικές «κομμουνιστικού τύπου» ή και «μαρτύρων του Ιεχωβά».
απογοητεύονται καθημερινά και μετανιώνουν που στήριξαν ενεργά την εκκλησία, αντιπαρατιθέμενοι με όσους προσπάθησαν , αν και από άλλη οπτική και με άλλα κίνητρα, να θεσμοθετήσουν τον λεγόμενο «χωρισμό» της εκκλησίας από το κράτος. Τον οποίο, αφελέστατα, προκαλούν με τη συμπεριφορά τους οι «αυτονομιστές» ιεράρχες, που απορρίπτουν τους νόμους του κράτους.
Κάποιοι μάλιστα βρίσκονται στα όρια, αν δεν έχουν περάσει ήδη απέναντι με την πλευρά όσων θέλουν την Ελλαδική Εκκλησία να λειτουργεί, όπως σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο, ως Σωματείο ιδιωτικού δικαίου, με κάποια έστω προνόμια. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους ιεράρχες, τους υφισταμένους τους και τις οικογένειές τους. Με αποκορύφωμα την διακοπή της μισθοδοσίας των κληρικών από το δημόσιο προϋπολογισμό.
Δεν ανέχονται όλο και περισσότεροι πολίτες την συμπόρευση, τον συγχρωτισμό και την εξόφθαλμη σχέση της εκκλησίας με φανατικούς, αφιονισμένους θρησκόληπτους, εύπιστους, «οπαδούς» ακραίων πολιτικών θέσεων, οιονεί ταλιμπάν, στους οποίους φαίνεται να ακουμπάει και να στηρίζεται. Ούτε την παρότρυνση ή και την ανοχή της να εκκλησιάζονται παράνομα, αμφισβητώντας την επιστήμη, τα φάρμακα, τα μέτρα προστασίας, τις μάσκες, ακόμα και τα εμβόλια. Είναι προφανής η παρερμηνεία του «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι…» από κάποιους ιεράρχες.
Οφείλετε, Σεβασμιότατοι της πλειοψηφίας της Ιεράς Συνόδου, σεβόμενοι τον τίτλο που σας αποδίδεται, να αναλογισθείτε και να προβληματιστείτε σοβαρά:

Πρώτιστα για τις συνέπειες της απώλειας της (υπο)στήριξης της εκκλησίας, από τους πολίτες που συγκροτούν τον αστικό προοδευτικό ιστό της κοινωνίας, τη βάση και το ουσιαστικό θεμέλιο της.
Για το αληθές συμφέρον του θεσμικού φορέα που διοικείτε, ποιό είναι, τι σας επιβάλλει να πράξετε και πως θα ανακτήσετε την απολεσθείσα εμπιστοσύνη πολλών πολιτών.
Αν θα ξεκολλήσετε κάποτε από τη «δεσποτική» και αυτοκρατορική τυπολατρία της εικόνας σας.
Κυρίως όμως, κάνοντας αυτοκριτική, μπροστά στην εικόνα του ταπεινού Ιησού που προσκυνάτε ευλαβικά, αναλογιστείτε μήπως, εν τέλει, οι αποφάσεις σας δείχνουν αλαζονεία σε βαθμό , ώστε πράγματι, «μωραίνει κύριος…».

O Γιώργος Ανδρέου είναι δικηγόρος (www.andreoulaw.gr)