Με μια ιστορική απόφαση, η Βουλή των Αντιπροσώπων παρέπεμψε τον πρόεδρο Τραμπ για καθαίρεση με την κατηγορία της «υποκίνησης σε ανταρσία», μία ακριβώς εβδομάδα ύστερα από τα δραματικά γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο. Η πρόταση των Δημοκρατικών υπερψηφίστηκε με 232 ψήφους υπέρ έναντι 197 κατά. Υπέρ της πρότασης τάχθηκαν και 10 βουλευτές των Ρεπουμπλικανών, επιβεβαιώνοντας το βαθύ ρήγμα που άνοιξε στο κόμμα η εμπρηστική στάση του προέδρου.

Ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Δημοκρατικών στη Γερουσία, ο Τσακ Σούμερ, δήλωσε ότι εάν ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κριθεί ένοχος στη δίκη του, που αναμένεται να διεξαχθεί στη Γερουσία, θα κατατεθεί πρόταση να διεξαχθεί χωριστή ψηφοφορία προκειμένου να στερηθεί το δικαίωμα να διεκδικήσει αιρετό αξίωμα διά παντός.

Τι ισχύει όμως και πως ενεργοποιείται η διαδικασία;

Σύμφωνα με ειδικούς σε νομικά θέματα, η αφαίρεση του δικαιώματος του «εκλέγεσθαι» μπορεί να επιτευχθεί μέσω των διαδικασιών που λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο της παραπομπής ή μέσω της 14ης Τροπολογίας του Συντάγματος των ΗΠΑ.

Σύμφωνα με το αμερικανικό Σύνταγμα, υπάρχουν δύο τρόποι να επιβληθεί ποινή σε έναν αξιωματούχο σε βάρος του οποίου έχει υπάρξει παραπομπή: απομάκρυνση από το αξίωμά του ή «αφαίρεση του δικαιώματος να έχει οποιοδήποτε ανώτατο αξίωμα καθώς και να απολαμβάνει εμπιστοσύνη και κέρδος από το αμερικανικό κράτος».

Η απομάκρυνση ενός αξιωματούχου απαιτεί «καταδίκη» από τα δύο τρίτα της Γερουσίας με βάση το Σύνταγμα. Ωστόσο, όπως έχει συμβεί σε παλαιότερη υπόθεση, ακόμη και η απλή πλειοψηφία μπορεί να είναι αρκετή για απομάκρυνση. Αυτή η ψηφοφορία λαμβάνει χώρα μετά από τη λήψη καταδικαστικής απόφασης.

Στην ιστορία των ΗΠΑ, υπήρξαν τρεις ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι που τους αφαιρέθηκε το δικαίωμα του «εκλέγεσθαι» μέσω των διαδικασιών παραπομπής. Και οι τρεις ήταν ομοσπονδιακοί δικαστές.

Μπορεί να αποκλειστεί όμως ο Τραμπ από το «εκλέγεσθαι» αν δεν καταδικαστεί από τη Γερουσία;

Αυτή πρόκειται για αχαρτογράφητη νομική περιοχή και δεν υπάρχει ξεκάθαρη απάντηση, σύμφωνα με τους ειδικούς.

Ο Πολ Κάμπος, καθηγητής συνταγματικού δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, αναφέρει ότι πιστεύει πως μια ψήφος για αποκλεισμό Τραμπ θα μπορούσε να προχωρήσει ακόμη και αν δεν υπάρξουν αρκετές ψήφοι για μια καταδικαστική απόφαση. Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ κατέστησε σαφές ότι η Γερουσία έχει ένα εύρος επιλογών για να καθορίσει τον τρόπο διεξαγωγής μιας δίκης, δήλωσε ο Κάμπος.

Σύμφωνα όμως με τον Μπράιαν Καλτ, ο αποκλεισμός θα απαιτούσε πρώτα μια καταδίκη.

Οτιδήποτε διαφορετικό θα ισοδυναμούσε με το να τιμωρούνταν ο πρόεδρος για ένα αδίκημα που δεν διέπραξε, αναφέρει ο Καλτ.

Σημειώνεται ότι στο παρελθόν, και οι τρεις δικαστές που αποκλείστηκαν από το «εκλέγεσθαι» είχαν πρώτα καταδικαστεί.

Τι ισχύει για τη 14η Τροπολογία;

Το τρίτο άρθρο της 14ης Τροπολογίας του αμερικανικού Συντάγματος προσφέρει ένα εναλλακτικό μονοπάτι προς τον αποκλεισμό.

Σύμφωνα με το άρθρο, κανένας δεν έχει το δικαίωμα να παραμένει στο αξίωμά του αν έχει εμπλακεί σε «εξέγερση ή ανταρσία» εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών.

Τέθηκε σε ισχύ μετά τον Εμφύλιο για να εμποδίσει τους Συμμάχους από το να κατέχουν δημόσια αξιώματα.

Σύμφωνα με παλαιότερη υπόθεση στο Κογκρέσο, αρκεί η απλή πλειοψηφία για την επιβολή αυτής της ποινής. Το Κογκρέσο μπορεί αργότερα να άρει τον αποκλεισμό, αλλά μόνο εάν τα δύο τρίτα και των δύο σωμάτων του συμφωνήσουν σε αυτό.

Το 1919, το Κογκρέσο χρησιμοποίησε τη 14η Τροπολογία προκειμένου να εμποδίσει τον εκλεγμένο αξιωματούχο, Βίκτορ Μπέργκερ, από το να αναλάβει τη θέση του στη Βουλή καθώς είχε αντιταχθεί ενεργά στην παρέμβαση των ΗΠΑ στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το άρθρο 3 της 14ης Τροπολογίας δεν εξηγεί πώς αυτή μπορεί να επικαλεστεί.

Επιπλέον, το πέμπτο άρθρο της εξουσιοδοτεί το Κογκρέσο να θέσει σε ισχύ ολόκληρη την τροπολογία μέσω «κατάλληλης νομοθέτησης». Σύμφωνα με τις ερμηνείες κάποιων ειδικών, αυτό σημαίνει ότι η πλειοψηφία και των δύο σωμάτων του Κογκρέσου μπορούν να ενεργοποιήσουν έναν νόμο που να επιβάλλει αποκλεισμό σε έναν συγκεκριμένο πρόεδρο, όπως για παράδειγμα ο Τραμπ.

«Το μονοπάτι της 14η Τροπολογίας είναι πολύ ασαφές σχετικά με το τι πρέπει να γίνει προκειμένου αυτή να λειτουργήσει», αναφέρει ο Καλτ. «Νομίζω ότι θα απαιτούσε έναν συνδυασμό νομοθεσίας και δικαστικών διαδικασιών».

Θα μπορούσε ο Τραμπ να θέσει υπό αμφισβήτηση τον αποκλεισμό του στο δικαστήριο;

Σίγουρα είναι πιθανό, αναφέρει ο Καλτ.

Όπως καθίσταται σαφές από υπόθεση του Ανώτατου Δικαστηρίου το 1993, το δικαστήριο είναι διστακτικό στο να προβλέψει πώς θα διαχειριστεί η Γερουσία την παραπομπή. Στην εν λόγω υπόθεση, στην οποία κατηγορούμενος ήταν ένας δικαστής, το δικαστήριο ανέφερε ότι το αν η Γερουσία είχε διαχειριστεί σωστά την παραπομπή του ήταν ζήτημα της πολιτικής και δεν μπορούσε να ενταχθεί στη δικαστική διαδικασία.

Εάν ο Τραμπ αποκλειστεί από το «εκλέγεσθαι», το Ανώτατο Δικαστήριο ίσως θελήσει να διασαφηνίσει σε ποιο βαθμό η απόφαση αντιβαίνει στον νόμο, αναφέρει ο Καλτ.

Ο Τραμπ διόρισε τρία από τα εννέα μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου: Τους δικαστές Νιλ Γκόρσατς, Μπρετ Κάβανα και πιο πρόσφατα την Έιμι Κόνι Μπάρετ. Το δικαστήριο τώρα αποτελείται από μια συντηρητική πλειοψηφία έξι δικαστών.

«Αν είναι να αφαιρεθεί από κάποιον το δικαίωμα του “εκλέγεσθαι”, θα πρέπει αυτό να εξεταστεί δικαστικά και αργά ή γρήγορα να διευθετηθεί», καταλήγει ο Καλτ.

Το σχέδιο των Δημοκρατικών

Πάντως, ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Δημοκρατικών στη Γερουσία, ο Τσακ Σούμερ, είπε πως ακόμη κι αν η διαδικασία προχωρήσει αφού έχει ήδη εγκαταλείψει τον Λευκό Οίκο, «θα διεξαχθεί ψηφοφορία» για την καταδίκη του ως υποκινητής των επεισοδίων. «Και εάν κριθεί ένοχος, θα διεξαχθεί ψηφοφορία για να εμποδιστεί να είναι εκ νέου υποψήφιος» για οποιοδήποτε αιρετό αξίωμα, πρόσθεσε.

Οι Δημοκρατικοί θα έχουν μετά την 20ή Ιανουαρίου 50 ψήφους στη Γερουσία, όσες και οι Ρεπουμπλικάνοι.

Χρειάζεται πλειοψηφία δύο τρίτων για να καταδικαστεί ο Ντόναλντ Τραμπ.

Ο κ. Σούμερ εν μέρει αντιδρούσε στην τοποθέτηση του Μιτς Μακόνελ, απερχόμενου προέδρου της Γερουσίας και επικεφαλής της Ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Γερουσία, ο οποίος νωρίτερα, σε δική του ανακοίνωση, σημείωσε πως «δεν υπάρχει απολύτως καμία πιθανότητα» να ολοκληρωθεί μια «δίκη που θα διεξαχθεί με τρόπο σοβαρό και δίκαιο» πριν από την τελετή ορκωμοσίας του εκλεγμένου προέδρου Τζο Μπάιντεν την 20ή Ιανουαρίου. «Αυτό δεν είναι μια απόφαση που παίρνω· είναι γεγονός», επέμεινε.

Ο κ. Μακόνελ, ως εδώ ένας από τους στενότερους συμμάχους του προέδρου Τραμπ, δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να ταχθεί υπέρ της καταδίκης του.

Εντείνονται τα μέτρα ασφαλείας στην Ουάσιγκτον

Ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν όρισε την εκλεκτή του για υφυπουργό Δικαιοσύνης, τη Λίσα Μόνακο ως προσωρινή σύμβουλο εσωτερικής ασφάλειας ενόψει της τελετής ορκωμοσίας της επόμενης Τετάρτης, δήλωσε μια εκπρόσωπος του επιτελείου Μπάιντεν, που είναι αρμόδια για τη μετάβαση εξουσίας.

Ξενοδοχεία, αεροπορικές εταιρείες και άλλες επιχειρήσεις της πόλης της Ουάσιγκτον έχουν αυξήσει τα μέτρα ασφαλείας και οι αρχές σκοπεύουν να αναπτύξουν τουλάχιστον 20.000 στρατιώτες της Εθνοφρουράς στην ομοσπονδιακή πρωτεύουσα για την τελετή ορκωμοσίας του Μπάιντεν στις 20 Ιανουαρίου εν μέσω φόβων για νέα βίαια επεισόδια μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο την περασμένη εβδομάδα από υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ.

Η ομοσπονδιακή πρωτεύουσα των ΗΠΑ αρχίζει να μπαίνει σε καθεστώς lockdown ενόψει της τελετής ορκωμοσίας της επόμενης Τετάρτης.

Την ημέρα της ορκωμοσίας οι δρόμοι γύρω από το Καπιτώλιο θα παραμείνουν κλειστοί.

Το FBI ανέφερε ότι έχει πληροφορίες που δείχνουν ότι «ένοπλες διαδηλώσεις» σχεδιάζονται στα πολιτειακά καπιτώλια και στις 50 πολιτείες και στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ στην Ουάσιγκτον. Ακτιβιστές οργανώσεις εκφράζουν φόβους για νέα βίαια επεισόδια και ζήτησαν από το ξενοδοχεία να κλείσουν από το Σαββατοκύριακο.