Για τους περισσότερους από εμάς η πρώτη επαφή με την Επανάσταση του 1821 ήταν κατά τα άγουρα μας νιάτα, μέσα από τις γιορτές για την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου, τις παρελάσεις και λίγο αργότερα τα σχολικά βιβλία της ιστορίας.

Δεν ήταν λίγοι αυτοί που τους γοήτευσαν οι ήρωες του Αγώνα για την Ανεξαρτησία, οι μάχες τους που στο παιδικό μας μυαλό λάμβαναν μυθικές διαστάσεις.

Οι άνθρωποι αυτοί, ωστόσο, κάθε άλλο παρά αποκύημα της φαντασίας ήταν. Επώνυμοι και ανώνυμοι αγωνιστές, Έλληνες, και όσοι λίγοι ήρθαν στο πλευρό τους με αγνές προθέσεις, πριν 200 χρόνια, πολέμησαν, θυσιάστηκαν, ώστε να απελευθερωθεί η πατρίδα από τον ζυγό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Και αν οι πολλοί μάθαμε γι αυτούς στο πλαίσιο της Επανάστασης μόνο, μέσα από ποιήματα, βιβλία ή ντοκιμαντέρ, υπάρχει μία μερίδα ανθρώπων που γνωρίζει καλύτερα το ποιοι ήταν αυτοί οι ήρωες, τις προσωπικές τους στιγμές και συνήθειες.

Πρόκειται για τους απογόνους τους, αρκετοί από τους οποίους χρόνια μετά το 1821, είχαν την τιμή -και την τύχη- να μεγαλώσουν φορώντας σε εθνικές επετείους τις φουστανέλες που φορούσαν οι προπρο…πάπποι του στις μάχες για την Ανεξαρτησία, να ακούν οικογενειακές αφηγήσεις για τα ανδραγαθήματά τους, να αγγίζουν κειμήλια «ζωντανή» ιστορία, όπως ένα καριοφίλι ή ένα γιαταγάνι, που έχουν «δει» ιστορικές μάχες.

Ο πρόεδρος του Πατριωτικού Ομίλου Απογόνων Αγωνιστών 1821 και Ιστορικών Γενών της Ελλάδας, Κωνσταντίνος Πλαπούτας. Φώτο: Supplied

Εις εξ αυτών, ο κ. Κωνσταντίνος Πλαπούτας, απόγονος -5η γενιά- του στρατηγού της Ελληνικής Επανάστασης, Δημήτρη (Δημητράκη) Πλαπούτα ή Κολιόπουλου, ο οποίος ήταν επικεφαλής του Αγώνα στην Αρκαδία μαζί με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.

Ο κ. Πλαπούτας, ο οποίος μίλησε στον «Νέο Κόσμο» στο πλαίσιο του αφιερώματος για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση είναι σήμερα πρόεδρος του Ομίλου Απογόνων Αγωνιστών 1821 και Ιστορικών Γενών της Ελλάδος, που ιδρύθηκε το 1938, με πρωτοβουλία του στρατηγού Αμβρόσιου Φραντζή και άλλων φίλων των ιστορικών οικογενειών.

Πρόεδροι του Ομίλου του υπήρξαν, ανάμεσα σε άλλους: Ο Ιωάννης Κ. Παπαφλέσσας, ο Δημήτριος Τ. Νότη Μπότσαρης, ο Κωνσταντίνος Ι. Παπαφλέσσας και ο Ιωάννης Σπ. Δεληγιάννης.

Σήμερα ο Ομίλος Απογόνων Αγωνιστών 1821 αριθμεί περίπου 150 μέλη. Στόχοι του ήταν και παραμένουν: Η συμμετοχή και η ενίσχυση εκδηλώσεων και αγώνων Εθνικού ενδιαφέροντος. Η ανέγερση και συντήρηση ιστορικών εθνικών μνημείων. Η ενθάρρυνση των απογόνων ιστορικών οικογενειών ώστε αυτοί να συμμετέχουν ενεργά στα κοινά προς όφελος της Ελλάδας. Η εντατική καλλιέργεια του εθνικού φρονήματος και η αμοιβαία ενίσχυση του ηθικού των μελών. Η συλλογή ένδοξων κειμηλίων και εγγράφων, με όραμα την ενσωμάτωση αυτών σε μουσείο ή παρεμφερές ίδρυμα, με τρόπο σκόπιμο και επωφελή για τα εν λόγω κειμήλια.

Γιαταγάνι της ιδίας εποχής, βενετσιάνικης κατασκευής, με εμφανές το σύμβολο του Σταυρού στη λαβή του καθώς και την εγχάρακτη φράση «ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ» (Pro Deo et Patria). Με τα όπλα αυτά εμάχοντο οι Πλαπουταίοι καθ’όλη τη διάρκεια της Επαναστάσεως σε μάχες όπως του Αγίου Αθανασίου, του Λεβιδίου, του Βαλτετσίου, των Δολιανών, του Λάλα, στα Δερβενάκια, στην Απελευθέρωση της Τριπολιτσάς, από την πρώτη μέχρι και της τελευταία ημέρα του Αγώνα, αναφέρει ο κ. Κωνσταντίνος Πλαπούτας. Φώτο: Supplied.

«ΕΦΑΛΤΗΡΙΟ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ»

Να μη χαθεί η ευκαιρία το 2021, η επέτειος των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση, να αποτελέσει ένα «εφαλτήριο αυτογνωσίας» για τους Έλληνες απανταχού, επεσήμανε μιλώντας στον «Νέο Κόσμο», ο κ. Κωνσταντίνος Πλαπούτας,

«Πιο πολύ το έχουμε ανάγκη εμείς…εδώ στην Ελλάδα», είπε, εξαίροντας της ομογένεια, ειδικά στην Αυστραλία για τη διατήρηση της Ελληνικής γλώσσας, των παραδόσεων, των εθίμων, των αξιών της πατρίδας.

Οι Έλληνες στην Αυστραλία, είπε, «κρατάνε πολύ ψηλά την ελληνική σημαία και την έχουν στην καρδιά τους, αυτό είναι το Έθνος, συνδυαζόμενο με τις παιδικές μας μνήμες και τη γνώση της ιστορίας μας…Αυτό κάνει και προσπαθεί ο Όμιλος, χωρίς καμία κρατική μέριμνα και επιχορήγηση».

Τόνισε δε πως η προσπάθεια αυτή, να διατηρηθεί η ιστορία της Ελλάδας ζωντανή αποτελεί έναν «μαραθώνιο».

«Η ζωή συνεχίζεται και θα πρέπει τα παιδιά μας τουλάχιστον να ξέρουν» τι συνέβη το 1821, ποιοι ήταν οι ήρωες του Αγώνα που ορισμένοι σήμερα χαρακτηρίζουν ως «άξεστους, αγράμματους, αμόρφωτους».

Καριοφίλι γαλλικής προέλευσης, μάρκας Saint Etienne -έτος κατασκευής 1800- το οποίο φέρει διακόσμηση ελληνιστικού τύπου με αλληγορικούς συμβολισμούς. Στη χάραξη απεικονίζεται Έλληνας Αγωνιστής να κτυπά την απεικονιζόμενη ως θηρίο Οθωμανική Αυτοκρατορία, με το γιαταγάνι του. Φέρει εμφανή τα σημάδια από χτυπήματα με σπαθί του εχθρού κατά τη μάχη. Φώτο: Supplied

«Πρέπει να μιλάμε για τον Ελληνισμό, γιατί αυτός είναι διαχρονικός και γι’ αυτόν χτυπά η καρδιά του Έλληνα και θα πρέπει να συνεχίσει να χτυπάει και αυτό θα πρέπει να είναι το μέλημά μας», τόνισε ο πρόεδρος του Ομίλου Απογόνων Αγωνιστών 1821.

Εξήγησε πως ο Όμιλος είναι εθνικός, όχι εθνικιστικός και ότι δεν έχει καν πολιτικό φρόνημα. «Μη συγχέουμε τη λέξη Έθνος με τον εθνικισμό», υπογράμμισε. Το Έθνος, πρόσθεσε, είναι κάτι για το οποίο χτυπάει η καρδιά και των ομογενών μας.

Μιλώντας για την οικογενειακή του ιστορία, είπε πως γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και έδρασαν οι Πλαπουταίοι. «Οι πρόγονοί μου…η οικογένειά μας από το 1770 μέχρι και το 1940 έδωσε στην Ελλάδα αγωνιστές και πολεμιστές».

Θυμάται πως ήθελε να μεγαλώσει για να μπορεί να αντέξει το βάρος της φουστανέλας προγόνων του, να τη φορέσει και να πάει στην εκκλησία ή να ρίξει πρώτη φορά με το τουφέκι ή να κρατήσει τη σημαία της οικογένειας…

Η αυθεντική σημαία των Πλαπουταίων η οποία βρίσκεται σήμερα στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Φώτο: Supplied

Ο κ. Πλαπούτας θέλει «να μη χαθεί αυτή η χρονιά, η οποία είναι πιο έντονη λόγω 200 χρόνων», αλλά τόνισε πως «καμία χρονιά δεν πρέπει να υπολείπεται…Απλώς θα μπορούσαμε τώρα να κάνουμε μία δουλειά πιο σοβαρή. Δεν είναι θέμα φιέστας…είναι μία στιγμή που θα μπορούσε η Ελλάδα να τη χρησιμοποιήσει σαν εφαλτήριο αυτογνωσίας».

Να οραματιστούμε, γνωρίζοντας τι έχει συμβεί στο παρελθόν, να πάρουμε δύναμη, να πατήσουμε στα πόδια μας, όπως είπε. «Δεν μπορούμε να είμαστε πλέον σε μία μόνιμη επίκληση…ο ραγιαδισμός πρέπει να φύγει οριστικά από την Ελλάδα».

Επέστησε την προσοχή και στο… copyright. Ανέφερε ότι ευκαιριακά και για λόγους marketing -ή άλλους στόχους-  δημιουργούνται εταιρίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, που έχουν μόνο σκοπό μόνο και μόνο την εκμετάλλευση του γεγονότος, απέναντι στους εθνικά ενδιαφερόμενους Έλληνες. Πουλάνε μπλουζάκια, σουβενίρ και άλλα αντικείμενα με θέμα το 1821. «Τι είναι αυτά;» δήλωσε, σημειώνοντας ότι υπάρχει «κίνδυνος του copyright της ιστορίας».

Ακόμη, είπε, πως ως Όμιλος, δεν βλέπουν έως τώρα στους εορτασμούς για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση να έχουν οι ήρωες τη θέση που τους αναλογεί. «Ουσιαστικά μετά από λίγο θα αποκαθηλωθούν, έτσι; Όπως αποκαθηλώθηκαν από τα σχολεία κάποια στιγμή…», σχολίασε.

Διευκρίνισε πως «δεν είπα ότι πρέπει να περπατάω με τον Κολοκοτρώνη στο κεφάλι ζωγραφισμένο, αλλά πρέπει να ξέρω ποιος ήταν ο Κολοκοτρώνης και τι έκανε και τι είπε…πως δίδαξε τους λαούς πως από σκλάβοι γίνονται ελεύθεροι…Δεν πρέπει εμείς ως Έλληνες να επιτρέπουμε να τα παρακάμπτει κανένας».

Στο μήνυμά του προς τους ομογενείς με την ευκαιρία των 200 χρόνων από το 1821, ο κ. Πλαπούτας τόνισε τη σημασία της γνώσης της ιστορίας. «Όταν μάθουμε την ιστορία μας θα αισθανθούμε 100 φορές πιο δυνατοί», είπε, προσθέτοντας: «Και δεν μπορούμε να παρακάμψουμε σε καμία περίπτωση αυτά που έκαναν οι πρόγονοί μας, να τα αποκόψουμε ξαφνικά, χάριν ευκολίας, ή δεδομένων σημερινών, εύκολου τρόπου διαβίωσης… Έχουμε υποχρέωση να τα μάθουμε».

Υπογράμμισε δε ότι η καρδιά της Ελλάδας χτυπάει στην Ομογένεια. «Έχω ζήσει ανθρώπους οι οποίοι έχουν έρθει είτε από την Αυστραλία, είτε από την Αμερική, ομογενείς, οι οποίοι έχουν πάρα πολύ έντονο το εθνικό στοιχείο της πατρίδας μέσα τους, πολύ περισσότερο από εμάς στην Ελλάδα….Εμείς εδώ το θεωρούμε ότι είναι δεδομένο».

Οι Έλληνες του εξωτερικού, πρόσθεσε, κατάφεραν αυτό που τους κληροδότησαν οι γονείς τους να το μεταφέρουν ζωντανό στα παιδιά τους.

«Γιατί μιλάνε αυτή τη στιγμή Ελληνικά τα παιδιά 3ης γενιάς, τυχαίο είναι; Γιατί αυτά τα παιδιά ξέρουν ποιος είναι ο Κολοκοτρώνης;…Αυτό δεν οφείλεται σε εμένα. Αυτό οφείλεται σε αυτούς τους ανθρώπους… οι οποίοι είναι σαφώς απόγονοι ηρώων αγνώστων του 1821…Και γι αυτούς υπάρχει το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, γι αυτούς χτυπάει η καρδιά μας… αυτό το μήνυμα θέλω να πάρουν, τη γνώση και τη δύναμη αυτή που τους μετέφεραν οι γονείς τους, για την πατρίδα και την κρατάνε και την έχουν διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού».

ΠΛΑΠΟΥΤΑΙΟΙ

Ο κ. Κωνσταντίνος Πλαπούτας μας αφηγήθηκε και την ιστορία της οικογένειάς του. Όπως είπε, ανάμεσα σε άλλα:

Οι Πλαπουταίοι, αναφέρονται ιστορικά από το 1450. Μεταφέρονταν νομαδικά, μαζί με άλλες οικογένειες, όπως πολλοί Έλληνες εκείνα τα χρόνια και αργότερα επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Εγκαταστάθηκαν στην ορεινή Τριφυλία, στα Σουλιμοχώρια, από εκεί που προέρχονται περιβόητοι και σκληροτράχηλοι πολεμιστές της Επανάστασης,

Από τη δεκαετία του 1730 αναφέρεται στην ιστορία ο Κόλλιας (Νικόλας) Πλαπούτας, γενάρχης της οικογένειας Πλαπούτα. Ήταν ένας άνθρωπος, κάτι το ιδιαίτερο όπως τον περιγράφουν, έτσι όπως έφτασε στη γνώση τη δικιά μου, όχι μόνο από τους γονείς μου αλλά από όλη την περιοχή και από την ιστορία.

Τον περιγράφουν δύο μέτρα, ότι δε φορούσε ποτέ παπούτσια, με τα μαλλιά μέχρι τη μέση του, τριχωτός, με μία φουστανέλα και ένα δέρμα προβάτου, χειμώνα καλοκαίρι. Δεν υπήρχαν κανόνες στο μυαλό του, μόνο η ελευθερία.

Σε ηλικία 15-16 ετών σκότωσε έναν φοροεισπράκτορα Τούρκο και κατέφυγε στην Παλούμπα. Ένα σημείο πρόσιτο, σαν φυσικό κάστρο. Εκεί οι άνθρωποι ήταν εκείνη την εποχή και ακόμη τώρα -όσοι υπάρχουν γιατί η ύπαιθρος έχει ερημωθεί- σκληροτάχηλοι, λιγομίλητοι και ορεσίβιοι, γεννημένοι πολεμιστές, όπως ήταν οι Αρκάδες όλοι.

Έκανε οικογένεια, ο πρώτος του ο γιος ο Γιωργάκης, σκοτώθηκε στου Λάλα με την έναρξη της Επανάστασης. Δύο ήταν τα βασικά κέντρα των Τούρκων, τα πιο ισχυρά: Η Τρίπολη και του Λάλα. Στην Τρίπολη πολέμησε ο άλλος γιος ο Δημητράκης.

Δεν ήταν υποκοριστικά τα ονόματα, αλλά χαϊδευτικά για τους ρωμαλέους αυτούς άντρες.

Τον Κόλλια τον Πλαπούτα, ο οποίος όταν έγινε η Επανάσταση ήταν πάνω από 90 ετών, επειδή έπασχε από ποδάγρα, τον μετέφεραν τα παιδιά του στην εκκλησία του χωριού τον Άη Γιώργη όπου ευλόγησε τα όπλα.