Η Υπηρεσία Θεραπευτικών Προϊόντων της Αυστραλίας (Therapeutic Goods Administration – TGA) έδωσε προσωρινή έγκριση (provisional approval) για τη χορήγηση του εμβολίου της αμερικανικής εταιρίας Moderna κατά COVID-19 σε ενηλίκους στην Αυστραλία.

Πρόκειται για το τρίτο εμβόλιο, μετά από αυτό της Pfizer και της AstraZeneca που λαμβάνει το «πράσινο φως» από την TGA, καθώς, σύμφωνα με την ανακοίνωση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, τηρεί επίσης όλα τα αυστηρά κριτήρια  ασφάλειας, ποιότητας και αποτελεσματικότητας, για όσους είναι 18 ετών και άνω, ως προς την πρόληψη σοβαρής νόσησης και εντέλει νοσηλείας λόγω από COVID-19.

Ο πρωθυπουργός, Scott Morrison, δήλωσε πως η έγκριση αυτή δίνει μία ώθηση στο πρόγραμμα εμβολιασμών της χώρας, μετά τις αλλαγές στην οδηγία της αρμόδιας επιτροπής (Australian Technical Advisory Group on Immunisation – ATAGI) για το AstraZeneca και τους περιορισμούς στις δόσεις Pfizer.

Κάθε εμβόλιο σώζει ζωές και μας φέρνει ένα βήμα πιο κοντά στο στόχο, το 70% των Αυστραλών, 16 ετών και άνω, να εμβολιαστεί πριν το τέλος του χρόνου, τόνισε o κ. Morrison και υπογράμμισε ότι πλέον διαθέσιμα είναι τα Moderna, Pfizer και AstraZeneca, καθώς επίσης και περισσότερο υγειονομικό προσωπικό και φαρμακοποιοί για να βοηθήσουν στη χορήγηση των εμβολίων.

Ο στόχος του 70%, υπενθυμίζεται, έχει τεθεί για να ξεκινήσει σταδιακά το άνοιγμα της Αυστραλίας.

Η TGA ανέφερε ότι το εμβόλιο της Moderna, το οποίο είναι τεχνολογίας mRNA όπως αυτό της Pfizer, θα χορηγείται σε δύο δόσεις, 28 ημέρες η μία από την άλλη.

Υπενθυμίζεται ότι το Pfizer και το AstraZeneca επίσης χορηγούνται σε δύο δόσεις, 3 εβδομάδες πλέον η μία από την άλλη το πρώτο και 8 με 12 εβδομάδες το δεύτερο (4 με 8 εβδομάδες για περιοχές όπως στο Σίδνεϊ που αντιμετωπίζουν μεγάλη έξαρση COVID-19).

Η Αυστραλία έχει εξασφαλίσει 25 εκατ. δόσεις Moderna, με τις πρώτες 1 εκατ. να αναμένονται το Σεπτέμβριο. Ο σχεδιασμός είναι, μετά τον έλεγχο τους από την TGA, να χορηγηθούν μέσω εγκεκριμένων φαρμακείων, καθώς και άλλων παρόχων υπηρεσιών υγείας.

Από τις 25 εκατ. δόσεις, τα 10 εκατ. εκτιμάται ότι θα φτάσουν στην Αυστραλία εντός του 2021 (3 εκατ. δόσεις ανά μήνα, Οκτώβριο, Νοέμβριο, Δεκέμβριο) και οι υπόλοιπες 15 εκατ. το πρώτο μισό του 2022, ως «ενισχυτικές» (booster doses).

Για ένα ακόμη σημαντικό βήμα στο πρόγραμμα εμβολιασμών της Αυστραλίας έκανε λόγο ο υπουργός Υγείας και Φροντίδας Ηλικιωμένων, Greg Hunt. «Αναμένουμε ότι το εμβόλιο της Moderna θα είναι διαθέσιμο ως επιλογή για όσους Αυστραλούς θα μπορούν να κάνουν το εμβόλιο από το Σεπτέμβριο του 2021, αφού λάβουμε και την τελευταία οδηγία της ATAGI», είπε.

Το ανακοινωθέν της κυβέρνησης επεσήμανε ακόμη ότι το εμβόλιο της Moderna, που είχε ισχυρή αποτελεσματικότητα ως προς την αποτροπή σοβαρής νόσησης από COVID-19 στις κλινικές δοκιμές, χρησιμοποιείται ήδη ευρέως μεταξύ άλλων χωρών, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στον Καναδά, στην Ευρωπαϊκή Ένωση (και στην Ελλάδα), τις ΗΠΑ και τη Σιγκαπούρη.

Αναφερόταν ακόμη πως εξετάζονται στοιχεία από την TGA για ενδεχόμενη χορήγησή του και σε παιδιά ηλικίας 12 έως 17 στην Αυστραλία, όπως και στην περίπτωση της Pfizer. Αποφάσεις σχετικά αναμένονται τις ερχόμενες εβδομάδες.

Τον περασμένο μήνα, ο επικεφαλής του προγράμματος εμβολιασμών, αντιστράτηγος John Frewen, δήλωσε πως η έγκριση του Moderna μπορεί να σημαίνει ότι οι Αυστραλοί νεότερης ηλικίας να μπορούν να επιλέξουν πιο εμβόλιο θα κάνουν όταν έρθει η σειρά τους.

Σημειώνεται πως η TGA έχει δώσει προσωρινή έγκριση και στο εμβόλιο της Johnson & Johnson, που είναι μίας δόσης, αλλά η κυβέρνηση δεν έχει συμφωνία αγοράς δόσεων με την εν λόγω εταιρία.

Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου της Moderna ή Spikevax1 στις κλινικές δοκιμές, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.), ήταν 94,1%.

Η αμερικανική εταιρία λέει πως το εμβόλιο παραμένει αποτελεσματικό 93% για έξι μήνες μετά τη δεύτερη δόση.

Το Spikevax περιέχει ένα μόριο που ονομάζεται αγγελιοφόρο RNA (mRNA), το οποίο φέρει οδηγίες για την παραγωγή πρωτεΐνης από τον ιό SARS-CoV-2, δηλαδή τον ιό που προκαλεί τη νόσο COVID-19.

Όσον αφορά στις παρενέργειες ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) κάνει λόγο για ένα εύρος ήπιες παρενέργειες, συνήθως μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου, όπως πυρετό, κρυάδες, πόνο στο σημείο εμβολιασμού, κόπωση, μυϊκό πόνο, πονοκέφαλο, διόγκωση λεμφαδένων, ναυτία, εμετό.