Την προπερασμένη Δευτέρα, 2 Σεπτεμβρίου, η εφημερίδα της Μελβούρνης The Age δημοσίευσε άρθρο με τίτλο “Warm winter caps nation’s hottest year” – Ο θερμός χειμώνας ήρθε ως συμπλήρωμα της πιο θερμής χρονιάς για τη χώρα.
Σύμφωνα με τους αρθρογράφους Tim Colebatch και Peter Hannam, οι τελευταίοι 12 μήνες υπήρξαν οι πιο θερμοί από τότε που άρχισαν να καταγράφονται στατιστικά στοιχεία για το κλίμα της Αυστραλίας.

Για τους 12 μήνες από την 1η Σεπτεμβρίου 2012 μέχρι την 31η Αυγούστου 2013, η μέση θερμοκρασία στην Αυστραλία από 21,8 που ήταν για πάνω από 100 χρόνια, ανήλθε στους 22,9 βαθμούς, μια αύξηση κατά 1,1 βαθμό Κελσίου κατά τη διάρκεια ενός έτους.

Αυτή είναι μια σημαντική αύξηση, η οποία αποτελεί ένδειξη, κοντά σε τόσες άλλες, πως η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας συνεχίζει την ανοδική της πορεία. Και όμως, κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα τις προηγούμενες εβδομάδες οι κλιματικές αλλαγές ήταν εκτός συζήτησης από τις δύο μεγάλες αντιμαχόμενες πολιτικές παρατάξεις.
Μόνο οι πράσινοι παρέμειναν συνεπείς με την πεποίθησή τους πως η σταδιακή άνοδος στη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα. Η επιστημονική κοινότητα αποφαίνεται πως η άνοδος στη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας οφείλεται στις ανθρώπινες δραστηριότητες, και συγκεκριμένα στην όλο και μεγαλύτερη χρήση πετρελαίου, γαιανθράκων και φυσικού αερίου για την παραγωγή ενέργειας.

Και όμως, οι πολιτικοί αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων επικέντρωσαν την προσοχή τους σε ψηφοθηρικά προγράμματα, αγνοώντας το θέμα της ανερχόμενης θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας, που απειλεί τους δύο κύριους πυλώνες της οικονομίας της χώρας: τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Γιατί ο ορυκτός πλούτος της Αυστραλίας δεν είναι ανανεώσιμος, και σε λίγες δεκαετίες θα έχει εξαντληθεί.

Έχοντας χάσει ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανίας της, και χωρίς πρώτες ύλες και ορυκτά για εξαγωγή, στο μέλλον το ισοζύγιο πληρωμών (η διαφορά μεταξύ εισαγωγών και εξαγωγών προϊόντων και υπηρεσιών) της Αυστραλίας θα δείχνει ένα συνεχές παθητικό, αν δεν συμπληρωθεί από τις εξαγωγές γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων. Τα προϊόντα αυτά αποκτούν μεγαλύτερη σημασία στο μέλλον, εν όψει του αυξανόμενου παγκόσμιου πληθυσμού. Αυτός είναι ένας λόγος που υπαγορεύει την αναγκαιότητα η Αυστραλία να είναι πρωτοπόρα, όχι ουραγός, στον αγώνα για τον περιορισμό εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, που ευθύνονται για τις κλιματικές αλλαγές.

ΛΙΩΝΟΥΝ ΟΙ ΠΑΓΟΙ ΣΤΟΝ ΒΟΡΕΙΟ ΠΟΛΟ

Η άνοδος στη μέση θερμοκρασία στην Αυστραλία τους τελευταίους 12 μήνες δεν αποτελεί μεμονωμένο φαινόμενο, ούτε και μπορεί να αγνοηθεί ως κάτι το ασήμαντο.
Σύμφωνα με δημοσίευμα στην αθηναϊκή εφημερίδα Η Καθημερινή (6/9/2013), τα ακραία καιρικά φαινόμενα του 2012 οφείλονταν κατά το ήμισυ στην υπερθέρμανση του Πλανήτη.

Η εφημερίδα αναφέρεται σε έρευνες που διεξήχθησαν από 18 επιστημονικές ομάδες και δημοσιεύθηκαν στο Bulletin of American Meteorological Society. Οι ερευνητές ανέλυσαν τις αιτίες δώδεκα κλιματικών συμβάντων εξαιρετικής έντασης που σημειώθηκαν πέρυσι, και κατέληξαν στο συμπέρασμα πως οι φυσικοί μετεωρολογικοί μηχανισμοί και οι φυσιολογικές διακυμάνσεις του κλίματος έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στα φαινόμενα αυτά.

Ένα άκρως ανησυχητικό φαινόμενο είναι η συρρίκνωση των θαλάσσιων πάγων του Αρκτικού Ωκεανού (Βόρειου Πόλου) που έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο ρεκόρ.
Για να πάρουμε μια ιδέα της έκτασης των πάγων που έχουν λιώσει στον Αρκτικό Ωκεανό κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού στο βόρειο ημισφαίριο, οι επιστήμονες αναφέρουν πως είναι μεγαλύτερη από την έκταση των ΗΠΑ.

Σύμφωνα με ετήσια έκθεση των ερευνητών της Αμερικανικής Εθνικής Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας, η θερμοκρασία του Φθινοπώρου στον Αρκτικό Ωκεανό είναι κατά 5 βαθμούς Κελσίου υψηλότερη από τον μέσο όρο των περασμένων χρόνων.

Η διαδικασία της τήξης των πάγων στον Αρκτικό Ωκεανό είναι αλυσιδωτή: οι πάγοι που λιώνουν από την άνοδο στη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας επιτρέπουν στον ήλιο να αυξάνει τη θερμοκρασία του ωκεανού, και αυτό οδηγεί στην περαιτέρω τήξη των πάγων.
Επιπλέον, όταν μειώνεται η έκταση του Αρκτικού Ωκεανού που καλύπτεται από πάγους, μειώνεται και η αντανάκλαση των αχτίδων του Ήλιου στο διάστημα, με αποτέλεσμα να ανέρχεται η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας.

Οι ειδικοί επιστήμονες που παρακολουθούν το φαινόμενο της τήξης των πάγων πιστεύουν ότι αποτελεί προάγγελο άλλων μεγαλύτερων μεταβολών και καταστροφών που θα δούμε στο μέλλον. Για παράδειγμα, μελέτη με επικεφαλής τους καθηγητές περιβαλλοντικών επιστημών του Πανεπιστημίου Stanford και του Ινστιτούτου Carnegie των ΗΠΑ, προβλέπει ότι η αναμενόμενη ταχύτητα της κλιματικής αλλαγής σε αυτόν και τον επόμενο αιώνα θα είναι τουλάχιστον δεκαπλάσια από οποιανδήποτε άλλη κλιματική μεταβολή κατά τα τελευταία 65 εκατομμύρια χρόνια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων, καθώς και για το μέλλον της ανθρωπότητας.

ΚΙΝΔΥΝΕΥΟΥΝ ΠΟΛΛΑ ΝΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΕΣ ΜΕΓΑΛΟΥΠΟΛΕΙΣ

Άρθρο της Λαλίνας Φαφούτη, που δημοσιεύθηκε στην αθηναϊκή εφημερίδα Το Βήμα στις 26 Μαΐου 2013 με τίτλο «Ποιες θάλασσες θα «ψηλώσουν;», αρχίζει ως ακολούθως:
«Οι πάγοι που λιώνουν και το θερμόμετρο που ανεβαίνει «φουσκώνουν» σταθερά τα νερά των θαλασσών. Το πού ακριβώς θα οδηγηθεί η θαλάσσια στάθμη αποτελεί αντικείμενο μελέτης και διαφωνίας για τους επιστήμονες, από τις ως τώρα εκτιμήσεις όμως η απειλή για τις παράκτιες περιοχές είναι ορατή. Το μέγεθός της δεν θα είναι ωστόσο παντού το ίδιο».

Σύμφωνα με τις προβλέψεις των επιστημόνων, κάποια νησιά του Ειρηνικού Ωκεανού και του Ινδικού Ωκεανού θα εξαφανισθούν από το χάρτη, αφού θα καλυφθούν από την ανερχόμενη στάθμη των ωκεανών. Τέτοια νησιά είναι η Χαβάη, οι Μαλδίβες και ο Μαυρίκιος.

Επιπλέον, μεγάλες περιοχές παραθαλάσσιων πόλεων, όπως η Νέα Υόρκη, το Τόκιο, το Χονγκ Κονγκ, το Σαν Φρανσίσκο, το Μαϊάμι και το Σύδνεϋ κινδυνεύουν να κατακλυσθούν από τα νερά της θάλασσας.

Μάλιστα για την Νέα Υόρκη και το Μαϊάμι οι προβλέψεις είναι πως ως το τέλος του 21ου αιώνα θα καταστούν υποθαλάσσιες πόλεις. Μόνο οι ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης θα φαίνονται, σαν κατάρτια βυθισμένων καραβιών…

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, με τους οποίους επικοινώνησε η Λαλίνα Φαφούτη, ο παγκόσμιος μέσος όρος ανόδου της στάθμης των θαλασσών από το λιώσιμο των πάγων θα είναι περίπου 25 εκατοστά. Στους υπολογισμούς αυτούς δεν περιλαμβάνεται η επιπρόσθετη άνοδος στη στάθμη των θαλασσών από τη διαστολή των υδάτων, η οποία θα προκληθεί από την αυξημένη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας.

ΕΦΙΑΛΤΙΚΕΣ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΛΙΜΑΤΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ

Οι κύριες επιπτώσεις από την υπερθέρμανση του Πλανήτη, όπως τις προβλέπουν οι ειδικοί επιστήμονες, είναι οι ακόλουθες: ακραία καιρικά φαινόμενα όπως πλημμύρες, ξηρασίες, έντονες βροχοπτώσεις, καύσωνες, δασικές πυρκαγιές, περιορισμός των διαθέσιμων υδάτινων πόρων, τήξη των παγετώνων και μείωση των χιονοπτώσεων, εξαφάνιση διαφόρων ειδών πανίδας και χλωρίδας, άνοδος της στάθμης της θάλασσας, επέκταση της φωτοχημικής αιθαλομίχλης που προκαλεί προβλήματα υγείας, κ.ά.
Σύμφωνα με τις επιστημονικές εκτιμήσεις, οι κίνδυνοι μη αναστρέψιμων, και πιθανώς καταστροφικών αλλαγών, θα αυξηθούν σημαντικά εάν η υπερθέρμανση του Πλανήτη υπερβεί το προβιομηχανικό επίπεδο, δηλαδή τη μέση θερμοκρασία σε παγκόσμια βάση πριν από δύο περίπου αιώνες, κατά 2 βαθμούς Κελσίου.

Το γεγονός ότι η πλειονότητα της επιστημονικής κοινότητας προβλέπει πως, μέχρι το τέλος του 21ου, η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας θα έχει αυξηθεί τουλάχιστον κατά 2 βαθμούς Κελσίου, δεν φαίνεται να έχει προβληματίσει τους αρχηγούς των δύο μεγάλων πολιτικών κομμάτων της Αυστραλίας σε βαθμό που στα προγράμματα που είχαν εξαγγείλει να περιλαμβανόταν και μέριμνα για την πρόληψη, ή τουλάχιστον μείωση, της περιβαλλοντικής καταστροφής που θα κληροδοτήσουμε στους απογόνους μας.