Ο φωτογράφος που όλοι αποκαλούν ‘οπτικό αφηγητή’!

Ο αθλητικός φωτογράφος, Delly Carr (Παντελής Καραγιάννης) μιλά στο «Νέο Κόσμο» και αποκαλύπτει τα μυστικά της τέχνης του που τον ανέδειξαν σε κορυφαίο στο είδος του

Θεωρείται ο καλύτερος φωτογράφος στο Νότιο Ημισφαίριο, είναι ιδρυτικό μέλος και ο μοναδικός Αυστραλός μέλος της Παγκόσμιας Ακαδημίας Φωτογραφίας και έχει αποσπάσει επανειλημμένως διεθνείς διακρίσεις, μεταξύ αυτών και το βραβείο για την καλύτερη αθλητική φωτογραφία στους Ολυμπιακούς Αγώνες Σίδνεϊ το 2000.
Ο λόγος για τον ελληνικής καταγωγής, Delly Carr, ο οποίος είναι ανάμεσα στους ανθρώπους που επέλεξαν να μετατρέψουν το χόμπι τους σε επάγγελμα. Και, όπως προκύπτει μετά από 25 χρόνια ενασχόλησης με την αθλητική φωτογραφία, το… πείραμα πέτυχε!

Ο πατέρας του ήταν αυτός που του χάρισε την πρώτη του φωτογραφική μηχανή στην ηλικία των επτά ετών. Ήταν μια μικρή πλαστική κάμερα, ονόματι Diana F, που πολλοί καλλιτέχνες χρησιμοποιούν σήμερα για να προσδώσουν έναν ρετρό ‘αέρα’ στις λήψεις τους. Εκείνα τα χρόνια, βέβαια, δεν ήταν παρά μια φθηνή κάμερα που μπορούσε να αγοράσει ο καθένας από το σουπερμάρκετ!

Ως κλασική περίπτωση παιδιού μεταναστών, ο Delly πέρασε τα σχολικά του χρόνια μελετώντας σκληρά για να μπει στο πανεπιστήμιο, που θα του εξασφάλιζε ένα σίγουρο μέλλον, όπως επιθυμούσαν γι’ αυτόν οι γονείς του. Όμως, η φωτογραφία βρισκόταν πάντοτε στο πίσω μέρος του μυαλού του.
«Η φωτογραφία και, ιδιαίτερα η αθλητική φωτογραφία, κυλούσε πάντοτε στο αίμα μου. Τα Σαββατοκύριακα πήγαινα και έβγαζα όπου μπορούσα φωτογραφίες από σπορ» εξομολογείται ο Delly στο «Νέο Κόσμο».

Αφού τελείωσε τις πανεπιστημιακές του σπουδές, με πτυχίο στα Οικονομικά, εργάστηκε για περίπου έξι χρόνια σε μια εταιρία στον τομέα του μάρκετινγκ. Ωστόσο, ο επιχειρηματικός κόσμος, παρ’ όλα τα ‘θέλγητρά’ του, δεν τον έκανε χαρούμενο και, με την πρώτη ευκαιρία, πήρε την απόφαση για το μεγάλο βήμα, να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη φωτογραφία.

Οι γονείς του υπήρξαν υποστηρικτικοί παρ’ ότι ανησυχούσαν για τον γιο τους, που εγκατέλειπε μια σίγουρη δουλειά για να δοκιμάσει την τύχη του ως ελεύθερος επαγγελματίας και, μάλιστα, στον αβέβαιο καλλιτεχνικό χώρο. Και, πράγματι, ο δρόμος του προς την επιτυχία δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα.
«Υπήρχαν μερικά χρόνια που λιμοκτονούσα και το δείπνο μου ήταν σάντουιτς με vegemite, όμως μετά ευτυχώς ανατέθηκε στο Σίδνεϊ η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Delly.

Η περίοδος που ακολούθησε ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή για την επαγγελματική του εξέλιξη, οι δουλειές ήταν άφθονες και δεν υπήρχαν πολλοί αθλητικοί φωτογράφοι. Σιγά-σιγά, ο Delly άρχισε να αναλαμβάνει όλο και περισσότερα projects, ενώ το 2000 υπήρξε χρονιά-σταθμός στην καριέρα του, καθώς κέρδισε το βραβείο για την καλύτερη αθλητική φωτογραφία στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ.

Ήταν η πρώτη τιμητική διάκριση από τις πολλές που ακολούθησαν και, μάλιστα, σημαδιακή, καθώς εξομολογείται ότι ακόμη και σήμερα πολλοί τον συστήνουν ως τον άνθρωπο που το έργο του ήταν αυτό που κέρδισε αυτό τον τίτλο.
«Αυτό ήταν το πρώτο μου βραβείο και, συνάμα, η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα ότι, όχι απλώς είμαι αθλητικός φωτογράφος, αλλά μπορεί να γίνω και πολύ καλός σε αυτό» δηλώνει ο Delly.

Η αναγνωρισιμότητα που απέκτησε στο χώρο όλο και μεγάλωνε, καθώς με το φωτογραφικό του φακό κάλυψε από τότε τις περισσότερες μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις στην Αυστραλία, αλλά και διεθνείς διαγωνισμούς, τους αγώνες της Κοινοπολιτείας (Commonwealth Games) και, φυσικά, τις Ολυμπιάδες που ακολούθησαν, μεταξύ αυτών της Αθήνας το 2004 και του Λονδίνου το 2012.

Έχει, λοιπόν, γυρίσει με την κάμερά του ολόκληρο τον κόσμο και, φυσικά, δεν θα μπορούσε να έχει παραλείψει τον ιδιαίτερο τόπο καταγωγής του, την Ελλάδα!
Πολυταξιδεμένοι σαν τον γιο τους, οι γονείς του έχουν καταγωγή από τη Σύρο και το Καστελόριζο, και ως παιδιά μεγάλωσαν στο Κάιρο της Αιγύπτου, για να μεταναστεύσουν τελικά στο Σίδνεϊ, όπου και γεννήθηκε ο Delly, που για πολλά χρόνια άκουγε στο όνομα Παντελής.
Ο Delly περιγράφει πώς μεγάλωσε με τα καλύτερα στοιχεία της ελληνικής και αυστραλέζικης κουλτούρας.

«Μεγάλωσα σαν Έλληνας, αλλά και σαν Αυστραλός, καθ’ ότι ο πατέρας μου και η μητέρα μου ήταν ευχαριστημένοι με αυτή τη χώρα. Έτσι, λοιπόν, σαν μια τυπική οικογένεια μεταναστών, μεγάλωσα με τα καλύτερα στοιχεία από τους δύο ‘κόσμους’. Μιλούσα ελληνικά, πήγαινα στο ελληνικό σχολείο, στην εκκλησία την Κυριακή, σε ελληνικούς χορούς…».

Delly άρχισαν να τον αποκαλούν στο σχολείο, καθώς ήταν το μόνο Ελληνόπουλο από τους συμμαθητές του. Αργότερα, στο ξεκίνημα της καριέρας του ως αθλητικός φωτογράφος, ήταν συχνό το φαινόμενο να δημοσιεύουν το όνομά του λανθασμένα, με ορθογραφικά λάθη. Έτσι, αφότου ζήτησε την άδεια του πατέρα του, αποφάσισε για λόγους συντομίας να καθιερώσει στον επαγγελματικό του χώρο το ονοματεπώνυμο Delly Carr.
«Είμαι ακόμα ένας Καραγιάννης και με λένε ακόμη Παντελή. Το έκανα μόνο για να σταματήσω την ενόχληση από το να δημοσιεύουν λάθος το όνομά μου» λέει χαρακτηριστικά.

Οι ελληνικές ρίζες του κάνουν ακόμη αισθητή την παρουσία τους και, μάλιστα, αποτελούν πηγή έμπνευσης γι’ αυτόν. Μάλιστα, πολλοί από τους ανθρώπους του χώρου που έχει γνωρίσει όλα αυτά τα χρόνια είναι Έλληνες, ενώ μεγάλο μέρος των καλλιτεχνικών τεκταινόμενων στην Ελλάδα βρίσκεται κοντά στα ενδιαφέροντά του.
«Όποτε επισκέπτομαι την Αθήνα, τα ελληνικά νησιά, η ποίηση που διαβάζω, η τέχνη που βλέπω, με κάνουν να θέλω να κάνω περισσότερα πράγματα» αναφέρει ο Delly.
Oι πειραματισμοί του με την κάμερα δεν είναι σπάνιοι, καθώς επιδιώκει να εξελίσσεται διαρκώς, ενώ συχνά παρακολουθεί και τις δουλειές Ελλήνων ομότεχνών του σε διάφορα είδη φωτογραφίας, πέραν των σπορ.

Ωστόσο, η αθλητική φωτογραφία είναι το είδος όπου ο Delly έχει εστιάσει την προσοχή του και το φακό του τα τελευταία 25 χρόνια.
Η επιλογή του αυτή δικαιολογείται, αφενός, από την αγάπη που τρέφει για τα σπορ, αλλά -κυρίως- αυτό που τον κερδίζει είναι η ομορφιά που βρίσκεται στη διαφορετικότητα της κάθε λήψης όταν αφορά τα αθλήματα. Τίποτα δεν παραμένει στατικό και ίδιο, σε κάθε λήψη η κίνηση αλλάζει, το στιγμιότυπο του αθλητή και οι συνθήκες ακόμη διαφέρουν.

Όσο γι’ αυτό που κάνει τις φωτογραφίες του Delly να ξεχωρίζουν, αρκεί να αναφέρουμε ότι άνθρωποι του χώρου, και όχι μόνο, τον αποκαλούν ‘οπτικό αφηγητή’. Μια ματιά στις εικόνες που συλλαμβάνει αρκεί για να καταλάβει κανείς ότι πίσω από αυτές κρύβεται κάθε φορά μια μικρή ιστορία και ο Delly διαθέτει την ικανότητα να τη φανταστεί πριν ακόμη συμβεί!

Δηλώνει, επίσης, εκστασιασμένος με τις τεχνικές που σχετίζονται με το φως, το οποίο επιδιώκει να χρησιμοποιεί προς όφελός του, ώστε να κάνει τις εικόνες να δείχνουν όσο το δυνατόν πιο όμορφες.

Τις φωτογραφίες του τις σχεδιάζει προτού τις τραβήξει και πολλοί του λένε ότι διακρίνει κανείς από το πρόσωπό του, λίγο πριν τη φωτογράφιση, ότι βρίσκεται στο μικρόκοσμό του, σε μια διαδικασία προσεκτικού προγραμματισμού. Όπως εξομολογείται, το σχέδιό του δεν πετυχαίνει πάντα φυσικά, αλλά μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας τα… «προγνωστικά είναι καλύτερα»!

Δεν είναι μάλλον τυχαίο το γεγονός ότι ανάμεσα στο πελατολόγιό του βρίσκονται ορισμένα από τα μεγάλα ονόματα στο χώρο της μόδας, των τηλεπικοινωνιών, των αθλητικών προϊόντων και όχι μόνο. Είναι, επίσης, ο μοναδικός Φωτογραφικός Πρέσβης Αθλητισμού για την Nikon Ωκεανίας και Δημιουργικός πρέσβης της Subaru Αυστραλίας.

Μιλώντας για την ειδικότητά του, την αθλητική φωτογραφία, ο Delly καταρρίπτει το κλισέ της κατάλληλης συγκυρίας, ως το μοναδικό κριτήριο για την ιδανική λήψη. Το μυστικό της επιτυχίας του είναι ότι χαρίζει ένα κομμάτι του εαυτού του σε κάθε φωτογραφία.

«Το timing είναι σημαντικό σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά πιστεύω ότι για να βγει μια φωτογραφία όμορφη, ειδικά στα σπορ, το άτομο που βρίσκεται πίσω από την κάμερα πρέπει να καταβάλλει κάποια προσπάθεια, είτε σωματική είτε να σκεφτεί την επόμενη κίνηση.

«Πιστεύω ότι άμα καταθέσεις λίγο από την καρδιά σου και την ψυχή σου όταν βγάζεις την φωτογραφία, θα υπάρχει μέσα της ένα μικρό κομμάτι του εαυτού σου» δηλώνει ο Delly.